Εκκλησιαστική ιστορία της Ελλάδας (1821-1827): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 70:
 
===Εκκλησιαστική περιουσία και συντήρηση του κλήρου===
Σύμφωνα με έκθεση του [[Πατριάρχης Χρύσανθος|Πατριάρχη Χρύσανθου]] του Απριλίου 1825, πουη οποία περιείχε κατάλογο των χρεών διαφόρων επισκοπών προς το Πατριαρχείο, οι επαναστατημένες εκκλησιαστικές επαρχίες Πελοποννήσου, Ρούμελης και Αιγαίου Πελάγους όφειλαν το συνολικό ποσό των 335.448 γροσίων.<ref>Πέτρος Γεωργάντζης, Οι αρχιερείς και το εικοσιένα (αντίδραση ή προσφορά;), Ξάνθη 1985, σελ.112</ref>
Από το δεύτερο έτος της Ελληνικής Επανάστασης προβλέφθηκε η δήμευση των πολυτελών εκκλησιαστικών σκευών, εκτός των εικόνων και των των ιερών σκευών των προορισμένων για την τέλεση της θείας ευχαριστείας, για την κοπή νομισμάτων. Με την επιτυχία της ελληνικής επανάστασης τα αντικείμενα θα επιστρέφονταν είτε ίδια, είτε στο αντίτιμό της ως εθνικά κτήματα στην Εκκλησία. Η Διοίκηση επέβαλε δεκάτη επί των εσόδων των μονών και άλλες έκτακτες εισφορές σε αρχιερείς και λοιπούς κληρικούς: πρόταση δανεισμού 70.000 γροσίων από τα μοναστήρια του Αιγαίου, επιβολή νέας εισφοράς το 1824 σε Αρχιερείς του Αιγαίου για την κατασκευή πυρπολικών και στις αρχές του ίδιου χρόνου είχε ξεκινήσει έρανος 5000 γροσίων από τις μονές του Μυστρά.<ref>Βασίλειος Καραγιώργος, Το ζήτημα της σχέσεως Εκκλησίας και Πολιτείας κατά την περίοδο της Επαναστάσεως (1821), εκδ.Διήγηση, 1998, σελ.232-233</ref>Σε κάποιες περιπτώσεις εράνων κληρικοί και μοναχοί δίνουν περισσότερα από τους προύχοντες<ref>βλέπε την περίπτωση της συγκέντρωσης χρημάτων στη Σίφνο το 1822 Σίμος Συμεωνίδης, «Χρηματικές συνεισφορές Σιφνίων υπέρ της Επαναστάσεως του 1821», Σιφνιακά, τομ. 7 (1999),σελ. 108-121</ref>Πέντε κιβώτια με σκεύη και άμφια από μονές της Κρήτης διατάχθηκε από το Εκτελεστικό, τον Ιανουάριο του 1826, να εκποιηθούν για την ενίσχυση του Δημόσιου ταμείου.<ref>Νικόλαος Τωμαδάκης, «Σύντομον διάγραμμα της ιστορίας της Εκκλησίας Κρήτης επί Τουρκοκρατίας», Δελτίον της Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος, τομ.14 (1960), σελ.27</ref>
Οι αρχιερείς που εισέπρατταν μέχρι την επανάσταση τα κανονικά τους δικαιώματα από το ποίμνιό της δικαιοδοσίας τους, άρχισαν να έχουν προβλήματα λόγω των εμπερίστατων συνθηκών του ποιμνίου τους: ο Λοιδωρικίου Ιωαννίκιος απευθύνεται στον απρόθυμο, τελικά, Μαυροκορδάτο και του ζητάει να παρέμβει για να πληρώσουν οι Κραβαρήτες τα αρχιερατικά του δικαιώματα. Ο Ανδρούσης Ιωσήφ μετά από εντολή του Εκτελεστικού αποστέλλει εγκύκλιο (1823) για να καταβάλει κλήρος και λαός τα κανονικά δικαιώματα των αρχιερέων, ενώ ο τοποτηρητής της μητρόπολης Αθηνών Ταλαντίου Νεόφυτος σε επιστολή του (1825) στο Υπουργείο της Θρησκείας μιλάει για αδυναμία συντήρησής του από το ποίμνιό του.<ref>Βασίλειος Καραγιώργος, Το ζήτημα της σχέσεως Εκκλησίας και Πολιτείας κατά την περίοδο της Επαναστάσεως (1821), εκδ.Διήγηση, 1998, σελ.233-234</ref>,όπως ο Άρτας Πορφύριος.<ref>σε επιστολή του στο Εκτελεστικό το 1825, «''[...] ήδη έμεινα εις αμηχανίαν, μη έχων τον πόρον της ζωής μου[...]η αδιάκοπος είσοδος των εχθρών εις την επαρχίαν μου δεν με άφησε μέχρι τούδε να συνάξω ουδ' οβολόν,και ήδη δανειζόμενος εξοικονομώ τα προς το ζην''»Κωνσταντίνου Κώνστα, «Εκκλησιαστικά της δυτικής χέρσου Ελλάδος (1822-1865», Επετηρίς Εταιρείας Στερεοελλαδικών Μελετών, τομ.2 (1969-1970), σελ.71</ref>