Αριστοτέλης Βαλαωρίτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 38:
 
==Η πρόσληψη του Βαλαωρίτη==
Η πρόληψή και η κριτική που έγινε στο ποιητικό έργο του Βαλαωρίτη ήταν αντιφατική: από την πλήρη άρνηση ως την αποδοχή. Με την έκδοση της πρώτης του συλλογής, των Μνημοσύνων , του ασκείται κριτική από την Κερκυραϊκή εφημερίδα ''Η παλιγγενεσία'' κριτική για την άκρα δημοτική του, μα που τελικό στόχο έχει τις πολιτικές του απόψεις. <ref>Έρη Σταυροπούλου, «Ο Βαλαωρίτης και η κριτική των συγχρόνων του», στο: Εταρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας(Σχολή Μωραΐτη), Οι ποιητές του Γ.Π.Σαββίδη, εκδ.Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 1998, σελ.166-167</ref> Το 1867 χαρακτηρίστηκε η δημοτική ως πολύ απέχουσα από την ομιλουμένη. <ref>Έρη Σταυροπούλου, «Ο Βαλαωρίτης και η κριτική των συγχρόνων του», στο:Εταρεία Σπουδών Νεοελληνικού Πολιτισμού και Γενικής Παιδείας(Σχολή Μωραΐτη), Οι ποιητές του Γ.Π.Σαββίδη, εκδ.Σπουδαστήριο Νέου Ελληνισμού, Αθήνα, 1998, σελ.168</ref>
Το 1872 με αφορμή τα αποκαλυπτήρια του αγάλματος του Γρηγορίου Ε' έξω από το Πανεπιστήμιο, προσκαλείται να το προσαγορεύσει με ένα ποίημά του γραμμένο στη δημοτική. <ref>Η επιδεικτική χρήση της δημοτικής δεν στεκόταν εμπόδιο στις σχέσεις με αθηναϊκούς κύκλους. Mario Vitti, Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, εκδ.Οδυσσέας, Αθήνα, 1994, σελ. 253[[Κωνσταντίνος Δημαράς]], «Η Ελληνική ποίηση στον δέκατο ένατο αιώνα», στο: Ελληνικός Ρωμαντισμός, εκδ.Ερμής, Αθήνα, 1994, σελ.216</ref>
Ο Παναγιώτης Πανάς τονίζει την πλαστότητα του λαϊκού στοιχείου και τις ρομαντικές υπερβολές του. Συγγράφει δύο ποιήματα, ‘’Μήνυσις της Δημοτικής Ποιήσεως ενώπιον της Κριτικής’’ και ‘’Ποιητικήν Συνταγήν’’ σατιρικά των πηγών εμπνεύσεως του ποιητή: «Τρεις τόνους Πίνδο. Τέσσαρους χιόνι/ μία λιτρ’ ανάσασι και ένα αηδόνι,/ δεμάτια τέσσεραδάφνες, μυρτούλες/ράσα ξεσκλίδια γύφτους αυγούλες[…] <ref>Ερασμία –Λουΐζα Σταυροπούλου, «Π Πανάς και Αρ. Βαλαωρίτης. Αι κατά του Αρ. Βαλαωρίτου σάτιραι», Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τομ.23 (1972-1973), σελ.396 κ.εξ</ref> Το 1866 ο [[Ανδρέας Λασκαράτος]]-φίλος του από το 1859- . <ref> Νίκη Λυκούργου, «Βαλαωρίτης Αριστοτέλης», Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό, Εκδοτική Αθηνών, τομ.2 (1984), σελ.140</ref>σε επιστολή του προς τον Δανό ιερέα Θεόδωρο Χάνσεν, συστήνει την αναθεώρησή των ποιημάτων του Βαλαωρίτη από τον ίδιο το δημιουργό τους «για να είναι στ΄αλήθεια καλά και λαμπρά» <ref>Lars Norgaard, «Τα γράμματα της οικογένειας Ανδρέα Τυπάλδου Λασκαράτου προς τον Δανό ιερέα Θεόδωρο Χάνσεν», Κερκυραϊκά Χρονικά, τομ.Γ (περίοδος Β) (2006), σελ.138</ref> Το 1874 στην εφημερίδα ‘’Εξέγερσις’’ δημοσιεύεται η σάτιρα με τίτλο ‘’προς τον Εθνικόν ποιητήν’[…] Αμανές’’-σάτιρα του ποιήματός του προς τιμήν του Γρηγορίου Ε’ : «Πως μας θωρείς σαν άλλαλος; Που τρέχει το μυαλό σου;/οι φτερωτές ελπίδες σου της δόξας , …τα΄όνειρό σου/ακόμα δεν ξεδούλιανε….; ακόμη δε σε φθάνει ατήνο το περήφανο του Παρνασσού στεφάνι, […]»<ref>Ερασμία –Λουΐζα Σταυροπούλου, «Π Πανάς και Αρ. Βαλαωρίτης. Αι κατά του Αρ. Βαλαωρίτου σάτιραι», Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τομ.23 (1972-1973), σελ.403</ref>Η πολεμική του Πανά εναντίον του Βαλαωρίτη, με τον οποίο αρχικά ήταν ομόφρονες πολιτικά και λογοτεχνικά, ήταν αποτέλεσμα λογοτεχνικών (η πολεμική του Βαλαωρίτη σε βάρος του Σολωμού που ο Πανάς εκτιμούσε) και πολιτικών αιτίων (ο Βαλαωρίτης ευνοούσε το κόμμα του Κουμουνδούρου, ενώ ο Πανάς ήταν αντιπολιτευόμενος αυτού). <ref>Ερασμία –Λουΐζα Σταυροπούλου, «Π Πανάς και Αρ. Βαλαωρίτης. Αι κατά του Αρ. Βαλαωρίτου σάτιραι», Επιστημονική Επετηρίς της Φιλοσοφικής Σχολής Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, τομ.23 (1972-1973), σελ.408-409</ref>Ο [[Δημήτριος Βερναρδάκης]] επέκρινε τον ρωμαντικό στόμφο του ποιήματος για τον Γρηγόριο Ε'. και την ‘’ψευτοδημοτική’’ γλώσσα του. <ref>[[Κωνσταντίνος Δημαράς]], «Η Ελληνική ποίηση στον δέκατο ένατο αιώνα», στο: Ελληνικός Ρωμαντισμός, εκδ.Ερμής, Αθήνα, 1994, σελ.217 Μαριλίζα Μητσού, «Ο Βαλαωρίτης, ο Κουμανούδης και το ‘’σχοινί του Πατριάρχη’’», Τα Ιστορικά, τχ. 30(Ιούνιος 1999), σελ 125 </ref> Θα ακολουθήσει ο [[Ιάκωβος Πολυλάς]] με άρθρο του στην εφημερίδα ‘’Ο Κώδων’’ με τίτλο, ‘’Η λόθρα και η καταβόθρα (Επίκριση της Ωδής του Αρ. Βαλαωρίτη στον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε΄)’’. Θα το χαρακτηρίσει ‘’αποσιωποποίημα’’ λόγω της κατάχρησης αποσιωπητικών στο συγκεκριμένο ποίημα , της τάσης του να παρομοιάζει τα μεγάλα πράγματα με τα μικρά ,όπως στο στίχο ‘’η ανατριχίλα βαθιά μας βόσκει την καρδιά’’ που για τον Πολυλά η έννοια της ανατριχίλας --κάτι στιγμιαίο- δε συμβιβάζεται με την έννοια του ρήματος βόσκω-κάτι διαρκές) <ref>Δημήτρης Αγγελάτος, «Η λογοτεχνία των Επτανήσων και το εθνικό κέντρο (β ήμισυ 19ου αι). Οι σύνθετες όψεις μιας ‘’ημι-απορροφητικής διαπλοκής: το παράδειγμα της κριτικής», στο: Εταιρεία Λευκαδιακών Μελετών, Ζ’ Πανιόνιο Συνέδριο (Λευκάδα, 26-30 Μαΐου 2002),Πρακτικά τομ.Α΄, πρώτο τμήμα, ζητήματα πολιτισμικής ιστορίας, Αθήνα, 2004, σελ.315-322 Μαριλίζα Μητσού, «Ο Βαλαωρίτης, ο Κουμανούδης και το ‘’σχοινί του Πατριάρχη’’», Τα Ιστορικά, τχ. 30(Ιούνιος 1999), σελ .128</ref>Ο ελάσσων ποιητής Κωνσταντίνος Τυπάλδος Πρτεντέρης μιμείται τον Βαλαωρίτη και αυτό το εντοπίζουμε στο διακείμενό του, στην τυποτεχνική αποτύπωση των ιδεών και συναισθημάτων του με τη σωρεία αποσιωπητικών και θαυμαστικών. <ref> Θεοδόσιος Πυλαρινός, «Οι θέσεις του Κεφαλονίτη ποιητή Κωνσταντίνου Τυπάλδου Πρετεντέρη για τον Αριστοτέλη Βαλαωρίτη», Κεφαληνιακά Χρονικά, τομ. 11 (2006-2008), σελ .228-229</ref>Ο [[Εμμανουήλ Ροΐδης]] στα 1877 προβάλει δημόσια την άποψη πως ποίηση στην Ελλάδα δεν υπάρχει, εκείνη την περίοδο, αλλά μόνο τον Βαλαωρίτη ξεχώριζε από τους εν ζωή ποιητές. Δυο χρόνια αργότερα θα εκφράσει την άποψη πως ο Βαλαωρίτης είναι εθνικός ποιητής μια αντιηρωικής εποχής. <ref> Παντελής Βουτούρης, «Η Μεγάλη Ιδέα του Κωστή Παλαμά», στο: Παντελής Βουτούρης-Γιώργος Γεωργής (επί.), Ο Ελληνισμός στον 19ο αιώνα. Ιδεολογικές και αισθητικές αναζητήσεις, εκδ. Καστανιώτης, Αθήνα, 2006, σελ. 81 και υποσ. 12</ref>