Ηλέκτρα (ταινία, 1962): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 30:
Η '''''Ηλέκτρα''''' είναι μία από τις γνωστότερες παραγωγές της [[Φίνος Φιλμ]] σε σκηνοθεσία [[Μιχάλης Κακογιάννης|Μιχάλη Κακογιάννη]]. Γυρίστηκε το [[1962]] και βασίστηκε στην ομώνυμη τραγωδία του [[Ευριπίδης|Ευριπίδη]]. Υπήρξε υποψήφια για [[Όσκαρ Ξενόγλωσσης Ταινίας|Όσκαρ καλύτερης ξενόγλωσσης ταινίας]] την ίδια χρονιά, ενώ κέρδισε το βραβείο καλύτερης κινηματογραφικής μεταφοράς στο [[Φεστιβάλ των Καννών]].
 
Συνολικά κέρδισε περισσότερες από 24 τιμητικές διακρίσεις και βραβεία. Οι κριτικές της ταινίας υπήρξαν ενθουσιώδεις και με θετικά σχόλια αναφέρθηκαν στο συγκεκριμένο έργο του Κακογιάννη οι «New York Times», που θεωρούν την «Ηλέκτρα» «εκθαμβωτική εκμετάλλευση του κινηματογραφικού μέσου που μετουσιώνει το χρυσάφι της προφορικής ποίησης σε μια άλλη μορφή τέχνης». Για τη «Le Monde» το συνολικό έργο «ήταν ένα εκπληκτικό κατόρθωμα, μια ταινία συγκλονιστική, που βγάζει από τον καθένα μας ό,τι καλύτερο έχει μέσα του».

Η μουσική επένδυση της ταινίας έγινε από τον [[Μίκης Θεοδωράκης|Μίκη Θεοδωράκη]], ενώ τα σκηνικά και τα κοστούμια ήταν δουλειά του Σπύρου Βασιλείου
 
==Πλοκή==
Γραμμή 53 ⟶ 55 :
Για την κινηματογραφική απόδοση της «Ηλέκτρας» από το Μιχάλη Κακογιάννη ο Αντώνης Μοσχοβάκης έγραψε: «Η Ηλέκτρα αυτή θα πάρει θέση στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου ως υπόδειγμα μεταφοράς μιας αρχαίας τραγωδίας στην οθόνη, με πιστότητα στο πνεύμα και στη γραμμή του αρχαίου ποιητή, αλλά και χωρίς συμβιβασμό του κινηματογράφου»<ref>Σολδάτος Γιάννης, 1999, 293.</ref>. Είναι, επίσης, σημαντικό να αναφέρουμε πως τη χωροχρονική στιγμή που προκύπτει η συγκεκριμένη ταινία, ο [[ελληνικός κινηματογράφος]] δε βρίσκεται στην καλύτερη φάση του. Οι ταινίες που προβάλλονται αποτελούν ανόητα συναισθηματικά ή «κοινωνικά» μελό και παράγονται σε πρόχειρα ''studio'' με υποτυπώδη εξοπλισμό<ref>Μοσχοβάκης, 1997, 17.</ref>. Ο Κακογιάννης είναι από τους πρώτους καλλιτέχνες που μετέφεραν την αρχαία [[τραγωδία]] στο χώρο της έβδομης τέχνης.
 
== Η Ηλέκτρα του Μιχάλη Κακογιάννη ==
==Ο σκηνοθέτης Κακογιάννης και οι καλλιτεχνικές του παρεμβάσεις==
 
===Ο σκηνοθέτης Κακογιάννης και οι καλλιτεχνικές του παρεμβάσεις===
Αν και ο Μιχάλης Κακογιάννης ήρθε στην [[Ελλάδα]] από την [[Κύπρος|Κύπρο]], αυτό δεν επηρέασε ουσιαστικά τις δημιουργίες του, ώστε να μπορεί κανείς να του προσάψει μειωμένη ελληνικότητα<ref>Μοσχοβάκης 1997, 21.</ref>. Προερχόταν από μια πολύπαθη περιοχή και είχε ανάλογα βιώματα από τραγικές εμπειρίες και κατοχή. Εκείνο που δεν είχε βιώσει απόλυτα, ήταν οι αγωνίες και τα πρόσφατα προβλήματα της ελληνικής πραγματικότητας. Αυτός είναι και ο λόγος που σε πρώτη φάση, προσέγγισε τα δρώμενα μέσω της αστικής ηθογραφίας που ήταν παρούσα, έτσι και αλλιώς, από την τέχνη του θεάτρου αλλά και τη λογοτεχνίας του μεσοπολέμου. Στην πορεία της προσπάθειάς του και μετά από διάφορους καλλιτεχνικούς πειραματισμούς, προσανατολίστηκε στον Ευριπίδη και αποφάσισε να δημιουργήσει ταινίες με θέματα τις τραγωδίες του αρχαίου τραγικού, για τον οποίο δηλώνει ότι λάτρεψε. Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο ο σκηνοθέτης αυτοαποκαλείται «ευριπιδικός».
 
Ως σκηνοθέτης, κατά τους ειδικούς, διακρινόταν από μια τάση για εκσυγχρονισμό και εκλαΐκευση των θεμάτων του, όπως επίσης και για τη χρήση τραγικών στοιχείων. Στην Ηλέκτρα, του Ευριπίδη, η τάση του αυτή συνεργάστηκε πολύ καλά με τις δυνατότητες του κειμένου. Σε ό,τι δεν προσφερόταν από το κείμενο ο Κακογιάννης με δεξιοτεχνικό τρόπο το διαμόρφωνε και το έφερνε στα μέτρα του, εφόσον, μάλιστα το μετέφρασε από την αρχή. Το όλο επιχείρημα, ολοκληρώθηκε «''με τη μεταφορά της δράσης στην ανοιχτή [[φύση]]''»<ref>Μοσχοβάκης 1997, 31.</ref>, στην αγροτική και απλοϊκή επαρχία, παρέχοντας με αυτόν τον τρόπο τον πρώτο λόγο στον κινηματογραφικό φακό. Ο κινηματογραφικός φακός αποτέλεσε και τον οδηγό της ταινίας για τα μάτια του θεατή, απαλλαγμένος από τα σκηνικά που απαιτούνταν για μια [[θέατρο|θεατρική]] παράσταση. Έτοιμο σκηνικό αποτέλεσαν τα ερείπια του παλατιού, οι αγροτικές κατοικίες οι καλλιεργημένοι αγροί, αποσπάσματα από τη φύση. Επίσης, οι καιρικές συνθήκες που ο φακός μπορεί να συλλαμβάνει και να αναδεικνύει. Η μέρα, η νύκτα, τα σύννεφα, ο αέρας, πέρα από τις εναλλαγές που δημιουργούσαν στο τοπίο-σκηνικό, μπορούσαν να τονίζουν κατά περίπτωση και τα συναισθήματα των ηθοποιών.
 
===Η «Ηλέκτρα» ως κινηματογραφικό θέμα===
Ο Κακογιάννης διαλέγοντας την ''ευριπίδεια'' Ηλέκτρα και όχι τη γνωστότερη, ομότιτλή της του [[Σοφοκλής|Σοφοκλή]], εξασφάλισε την πιο λιτή όσο και πιο κοντά στα ανθρώπινα από τις αρχαίες τραγωδίες. Μακριά από τα μεγαλοπρεπή σκηνικά των [[Μυκήνες|μυκηναϊκών]] ανακτόρων (όπως συμβαίνει στον Σοφοκλή), αποτραβηγμένη σε ένα αγροτικό περιβάλλον, παντρεμένη με έναν χωρικό, η Ηλέκτρα του Ευριπίδη είναι πιο ανθρώπινη, λιγότερο μοιραία και ως χαρακτήρας πιο πολύπλευρη από αυτήν του Σοφοκλή. Στον Σοφοκλή είναι απόλυτα ταγμένη στις θεϊκές προσταγές, στη μοίρα και υφίσταται μόνο και μόνο για να συνεργήσει στο έγκλημα της μητροκτονίας. Απαλλαγμένη η ταινία από εμμονές σε μια αρχαιότροπη αναπαράσταση, εκτυλίσσεται σε λιτούς και οικείους χώρους αγροτικών τοπίων και, το κυριότερο, διατηρώντας αναλλοίωτο το πνεύμα του έργου, καταργεί το ζήτημα του [[χρόνος|χρόνου]], κάνοντας την Ηλέκτρα μια διαχρονική -ακόμα και σύγχρονη- τραγωδία. Ο ίδιος άλλωστε ανέφερε χαρακτηριστικά: «''Δε δοκίμασα να αναδημιουργήσω την Ηλέκτρα μέσα στο χρόνο, αλλά να τη γυμνώσω από το χρόνο. Δεν αναζήτησα δεσμούς ανάμεσα στην αρχαία και τη σύγχρονη Ελλάδα με βάση την ομοιότητα, αλλά την ουσιώδη ταυτότητα - περισσότερο τη συνέχεια της ζωής παρά την απλή επιβίωση. Με αυτή την έννοια, η ταινία οφείλει σχεδόν τα πάντα σ’ αυτό το κομμάτι της σημερινής Ελλάδας που μοιάζει διαχρονικό''»<ref>Μιχάλης Κακογιάννης «The Observer», Μάρτιος 1963.</ref>. Τα λιτά κοστούμια και σκηνικά συμβάλλουν σημαντικά προς αυτή την κατεύθυνση, καθώς λειτουργούν αφαιρετικά σε τέτοιο βαθμό, που είναι δύσκολη η οποιαδήποτε αναγωγή σε συγκεκριμένη εποχή. Η Ηλέκτρα (την οποίαν υποδύεται η Ειρήνη Παππά) θα εκδικηθεί το φόνο του πατέρα και δε θα μετανιώσει για το έγκλημά της, ενώ η [[Κλυταιμνήστρα]] (Αλέκα Κατσέλη), επιφανειακά ασφαλής πίσω από την εξουσία της, στο βάθος είναι τρομοκρατημένη από την πιθανότητα της εκδίκησης. Παρατηρούμε πρόσωπα που παύουν να είναι μοιρολατρικοί εκτελεστές θεϊκών εντολών και άκαμπτα στις επιταγές του πεπρωμένου. Αντίθετα, σε όλη τη διάρκεια του έργου διακρίνουμε θεληματικά άτομα που πράττουν, αμφιβάλλουν και -προπαντός- ενεργούν αυτόβουλα.
 
===Η πρωτοτυπία του σκηνοθέτη===
Στο βιβλίο του ''Notes sur le cinématographe'' (1975), ο Robert Bresson αναφέρεται στις «τρομερές θεατρικές συνήθειες» και τον τρόπο που παρεμβαίνουν στο κινηματογραφικό έργο, όταν γίνεται μεταφορά της θεατρικής σκηνής στο πανί<ref>Robert Bresson 1975, 76.</ref>. Ωστόσο, τούτη η σημείωσή του δεν είναι απόλυτη απάρνηση των σχέσεων μεταξύ του κινηματογράφου και του θεάτρου. Είναι μια υπενθύμιση για το πώς προδίδεται ο κινηματογράφος όταν υποκύπτει ο σκηνοθέτης στην απλή αναπαραγωγή του θεάτρου στην κινηματογραφική σκηνή. Όταν ο κινηματογράφος και το θέατρο συγχωνεύονται δημιουργικά, τούτο δεν υφίσταται, γιατί η επιδεξιότητα και η ευαισθησία του σκηνοθέτη δημιουργεί κάτι πρωτότυπο μέσω του κινηματογραφικού φακού. Ο κινηματογράφος υπάρχει εξαιτίας αυτού που δημιουργεί με τρόπο αυθεντικό και όχι γιατί προσαρμόζει προϋπάρχοντα πρότυπα.