Ωριγένης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
αφαίρεση υποκειμενικών - προκατειλημμένων περιγραφών υπέρ του Ωριγένη ώστε να αποκτήσει πιο αντικειμενικό ύφος το κείμενο.
Γραμμή 3:
{{πληροφορίες προσώπου}}
[[Αρχείο:Origen.jpg|thumb|356x356px|Ωριγένης Αδαμάντιος, απεικόνιση σε Γαλλικό βιβλίο του 16ου αιώνα]]
Ο '''Ωριγένης''', το πλήρες όνομά του ήταν '''Ωριγένης Αδαμάντιος''', υπήρξε μια από τις σημαντικότερες μορφές των πρωτοχριστιανικών χρόνων. Γεννήθηκε πιθανώς στην [[Αλεξάνδρεια]], περίπου το [[185]] και πέθανε στην [[Καισάρεια]], περίπου το [[251]]. [[Αναθεματισμός|Αναθεματίστηκε]] με απάνθρωπο τρόπο μετά τον θάνατό του ο ίδιος και οι ιδέες του από την Ε΄ [[Οικουμενικές Σύνοδοι|Οικουμενική Σύνοδο]] το [[553]] μ.Χ.<ref>Τα 15 αναθέματα κατά του Ωριγένη μπορούν να βρεθούν στα αγγλικά [http://www.comparativereligion.com/anathemas.html εδώ] και στην ελληνική Βικιθήκη στην σχετική αναφορά στους [[s:Κανόνες Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου|Κανόνες Πενθέκτης Οικουμενικής Συνόδου]].</ref>
 
==Βίος==
Γραμμή 16:
Από τη δραστηριότητά του Ωριγένη κατά τη διάρκεια της επόμενης δεκαετίας λίγα είναι γνωστά, αλλά αφιερώθηκαν προφανώς στη διδασκαλία και το γράψιμο. Το τελευταίο έγινε ευκολότερο με τη βοήθεια του Αμβρόσιου, ο οποίος του παρείχε επτά στενογράφους για υπαγόρευση πολλούς γραφείς για να ετοιμάζουν τα αντίγραφα και διάφορα κορίτσια για να πολλαπλασιάζουν αυτά τα αντίγραφα. Κατά παράκληση του Αμβρόσιου άρχισε έναν εκτενή σχολιασμό της Βίβλου, αρχίζοντας με τον Ιωάννη. Συνέχισε με τη ''Γένεση'', τους ''Ψαλμούς'' και τους ''Θρήνους'', εκτός από τις συνοπτικές εξηγήσεις των επιλεγμένων κειμένων (που διαμορφώνουν τα δέκα βιβλία του, τους ''Στρωματείς''). Έγραψε επίσης δύο βιβλία για την Ανάσταση και το έργο του ''Περί των Πρώτων Αρχών''.
 
Περίπου [[230]] ο Ωριγένης έκανε το μοιραίοένα ταξίδι, που επρόκειτο να τον αναγκάσει να σταματήσει το έργο του στην Αλεξάνδρεια για τα επόμενα χρόνια της ζωής του. Όντας στην [[Αρχαία Ελλάδα|Ελλάδα]], σε κάποια εκκλησιαστική αποστολή, έκανε μια επίσκεψη στην Καισάρεια, όπου καλωσορίστηκε εγκάρδια και χειροτονήθηκε πρεσβύτερος. Ο Δημήτριος, που θεώρησε αυτή την πράξη ως παράβαση των δικαιωμάτων του, εξαγριώθηκε όχι μόνο γιατί ο Ωριγένης ήταν υπό την αρμοδιότητά του, αλλά και γιατί ο Δημήτριος ήταν ο πρώτος που εισήγαγε την επισκοπική χειροτονία στην Αίγυπτο. Συγκάλεσε, λοιπόν, επισκοπική σύνοδο, η οποία κήρυξε τη χειροτονία του άκυρη και εξόρισε τον Ωριγένη από την Αλεξάνδρεια το [[231]].
Ο Ωριγένης έφυγε από την Αλεξάνδρεια και εγκαταστάθηκε μόνιμα στην Καισάρεια. Ακολούθησε μια σειρά από επιθέσειςκατηγορίες εναντίον του, που φαίνεται ότι προέρχονταν από την Αλεξάνδρεια, είτε για τον ευνουχισμό του (έγκλημα, σύμφωνα με το [[ρωμαϊκό δίκαιο]]) είτε για την ετεροδοξία του. Ωστόσο, όλα αυτά μόνον η Ρώμη τα πρόσεξε. Η [[Παλαιστίνη (ιστορική περιοχή)|Παλαιστίνη]], η [[Φοινίκη]], η [[Αραβία]] και η [[Αχαΐα]] δεν έδωσαν καμία προσοχή στις κατηγορίες. Στην Αλεξάνδρεια ο Ηρακλάς τέθηκε επικεφαλής του σχολείου του Ωριγένη και σύντομα, μετά το θάνατο του Δημήτριου, έγινε επίσκοπος. Στην Καισάρεια ο Ωριγένης έγινε δεκτός με χαρά, ενώ φιλοξενήθηκε επίσης στην [[Καππαδοκία]] και την [[Αντιόχεια]]. Αγαπήθηκε πολύ από τους μαθητές του για τα κηρύγματα, τη [[διαλεκτική]], τη [[φυσική]], την [[ηθική]] και τη [[μεταφυσική]] του, θέτοντας κατά συνέπεια τα θεμέλιά του για το θέμα της [[Θεολογία|θεολογίας]]. Προσπάθησε να καταγράψει την [[επιστήμη]] από τη χριστιανική άποψη και να ανυψώσει τον [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμό]] σε μια κοσμική θεωρία συμβατή με τον Ελληνισμό.
 
Λίγα είναι γνωστά για τα τελευταία είκοσι χρόνια της ζωής του Ωριγένη. Κήρυττε τακτικά τις Τετάρτες και τις Παρασκευές και αργότερα καθημερινά. Προφανώς ανέπτυξε μια εξαιρετική λογοτεχνική παραγωγικότητα, ενώ τα περιστασιακά ταξίδια του γίνονταν κυρίως για λόγους έρευνας. Κατά τη διάρκεια των διωγμό του [[Δέκιος|Δέκιου]] το [[249]]/[[250]] συνελήφθη, φυλακίστηκε, βασανίσθηκε σκληρά δίχως να λυγίσει. Προφανώς τα βασανιστήρια τον κατέβαλαν ιδιαίτερα και τον οδήγησαν τελικά στο θάνατο. Σύμφωνα με την παράδοση ο θάνατος και η ταφή του έγιναν στην [[Τύρος|Τύρο]] ή, σύμφωνα με άλλη εκδοχή, στην [[Καισάρεια (παράλιος)|Καισάρεια]] της [[Παλαιστίνη (ιστορική περιοχή)|Παλαιστίνης]].
 
==Το συγγραφικό έργο==
Σύμφωνα με τον Επιφάνειο, ο Ωριγένης έγραψε περίπου 6.000 έργα (ή κεφάλαια). Ένας κατάλογος δόθηκε από τον Ευσέβιο στη χαμένη ζωή του Πάμφιλου, η οποία ήταν γνωστή προφανώς στον Ιερώνυμο. Τα έργα του χωρίζονται σε τέσσερις κατηγορίες: κριτική κειμένων, εξήγηση συστηματική, πρακτική και απολογητική θεολογία και επιστολές, εκτός από ορισμένα ψευδεπίγραφα. Το σημαντικότερο έργο του Ωριγένη στην κριτική κειμένων ήταν το έργο ''[[Εξαπλά]]'', μια πολύτομη και πολυγλωσσική έκδοση των [[Εβραϊκές Γραφές|Εβραϊκών Γραφών]]. Τα εξηγητικά έργα του Ωριγένη χωρίζονται σε τρεις κατηγορίες: τα σχόλια ή συνοπτικές περιλήψεις της έννοιας των δύσκολων εδαφίων, τις ομιλίες ή κηρύγματα και τα "βιβλία" ή σχόλια υπό την ακριβή έννοια του όρου. Οι ''Ομιλίες'' για όλη σχεδόν τη Βίβλο που γράφτηκαν από αυτόν τον μεγάλο δάσκαλο, είναι στην πραγματικότητα το απόσταγμα μιας εξηντάχρονης πορείας κατήχησης. Είναι πιθανό ότι Ωριγένης δεν έδωσε καμία προσοχή στην εποπτεία της δημοσίευσης των ομιλιών του, γεγονός που ερμηνεύει εν μέρει τα πολυάριθμα λάθη της υπαγόρευσης. Η εξήγηση των ομιλιών ήταν απλούστερη από αυτή των επιστημονικών σχολίων, αλλά εντούτοις απαιτούσε κάποιο βαθμό νοημοσύνης από μέρους του ακροατηρίου. Ο κύριος στόχος του Ωριγένη ήταν η πρακτική έκθεση του κειμένου, στίχο προς στίχο. Αυτό ήταν ακριβώς που τον οδήγησε στην επιδίωξη βαθύτερων εννοιών σε άγονα και ξερά βιβλία όπως οι ''Αριθμοί'' και το ''Λευϊτικόν''. Τώρα, αν τα κηρύγματά του ακολουθούσαν κάποια χρονολογική σειρά ή συλλέχθηκαν από διάφορες σειρές, μας είναι άγνωστο. Το αντικείμενο των σχολίων του Ωριγένη ήταν να δοθεί μια εξήγηση που στόχευε στη βαθύτερη, κρυμμένη πνευματική αλήθεια. Συγχρόνως, δεν παραμέλησε το φιλολογικό, το γεωγραφικό, το ιστορικό, ούτε το αρχαιογνωστικό υλικό, στο οποίο αφιέρωσε πολυάριθμα ερμηνευτικά σχόλια. Μεταξύ των συστηματικών, πρακτικών και απολογητικών έργων του Ωριγένη, ιδιαίτερη αναφορά χρειάζεται το έργο του ''Περί των Πρώτων Αρχών'', μια πραγματεία που γράφτηκε πιθανώς για τους προχωρημένους μαθητές του στην Αλεξάνδρεια, ίσως μεταξύ του 212 και του [[215]]. Έφθασε ως εμάς μόνο ως ελεύθερη μετάφραση του Ρουφίνου, εκτός από σπαράγματα του 3ου και 4ου βιβλίου του. Μετά από την εξορία του στην Καισάρεια, ο Ωριγένης έγραψε τα ''Περί Προσευχής'', ''Περί Μαρτυρίου'' και ''Κατά Κέλσου'', το οποίο και θεωρείται η εγκυρότερη και πληρέστερη υπεράσπιση του Χριστιανισμού, με αριστοτεχνική επιχειρηματολογία και διαλεκτική δύναμη.
 
==Οι φιλοσοφικές απόψεις του Ωριγένη==
Γραμμή 34:
Χάρη στη θεία οικονομία, η οποία εκφράζεται μέσω της ιδέας της Θείας Πρόνοιας, το πεπτωκός ανθρώπινο γένος τελικά θα βρει το δρόμο του προς τη θέωση, την επιστροφή στη μακάρια ύπαρξη. Η επιστροφή, λοιπόν, είναι το κύριο και μοναδικό καθήκον της ανθρώπινης ύπαρξης, η επιστροφή μέσω της μεσολάβησης του θείου Λόγου που ενσαρκώνεται αναλαμβάνοντας ένα φυσικό φορέα, γενόμενος άνθρωπος ανάμεσα στους άλλους ανθρώπους. Η πρώτη πράξη για την επιστροφή είναι ο ασκητισμός, μέσω του οποίου κυριαρχούνται τα πάθη. Η σωματική φύση σταδιακά αποβάλλεται, μετουσιώνεται, προκειμένου να προβάλλει ο πνευματικός άνθρωπος. Η πλήρης και ολοκληρωτική πνευματοποίηση είναι ο επιδιωκόμενος στόχος, έτσι ώστε η ύπαρξη να πλημμυρίσει από το θεϊκό μεγαλείο, δίχως όμως να αποκλείεται η επανάληψη της πτώσης εξαιτίας της ελεύθερης βούλησης του ανθρώπινου όντος.
 
Υπάρχει μια κυρίαρχη τάση ανάμεσα στους μελετητές να θεωρούν το φιλοσοφικό και μάλλον κοσμικό σύστημα του Ωριγένη ως συμπαγές, αναλλοίωτο και τελεσίδικο. Ωστόσο, ο ίδιος, αν και πολυγραφότατος, δεν έφτασε ποτέ σε οριστικά συμπεράσματα. Γνώριζε πολύ καλά τα όρια της νοητικής διατύπωσης και τη θεωρούσε βοήθημα, όχι σύστημα ή θεολογικό δόγμα. Το γεγονός ότι η εκκλησία τον [[Ανάθεμα|αναθεμάτισε]] αμετάκλητα το [[553]], συνδέεται ακριβώς με αυτή την αντιπαράθεση της στενής δογματικής αντίληψης των [[Θεολογία|θεολόγων]] και της αυθαίρετα πειραματικής, βιωματικής διάθεσης του χριστιανού [[Φιλοσοφία|φιλόσοφου]]. Βέβαια, οποιαδήποτε συνοδική απόφαση δεν μπορούσε να εξαφανίσει έναν Ωριγένη και το σημαντικό συγγραφικό του έργο.
 
Η σύλληψή του για το Θεό είναι εξ ολοκλήρου αφηρημένη. Ο Θεός είναι μια τέλεια ενότητα, αόρατος και άυλος. Ξεπερνά την υλικότητα όλων των πραγμάτων, και επομένως είναι ασύλληπτος και ακατανόητος. Είναι επιπλέον αμετάβλητος, πέραν του διαστήματος και του χρόνου. Όμως, η δύναμή του περιορίζεται από την εγγενή καλοσύνη, δικαιοσύνη και φρόνησή Του, αν και είναι απαλλαγμένος από την ανάγκη, την καλοσύνη και την παντοδυναμία που Τον περιόρισε για να αποκαλυφθεί. Αυτή η αποκάλυψη, η εξωτερίκευση του Θεού, εκφράζεται από τον Ωριγένη με διάφορους τρόπους. Τα αρχέτυπα είναι μόνο ένας από τους πολλούς. Η αποκάλυψη ήταν η πρώτη δημιουργία του Θεού, προκειμένου να υπάρξει μια δημιουργική μεσολάβηση μεταξύ του Θεού και του κόσμου. Μια τέτοια μεσολάβηση είναι απαραίτητη, επειδή ο Θεός, ως αμετάβλητη ενότητα, δεν ταυτίζεται με την πολυπληθή δημιουργία.
Γραμμή 40:
Τα [[Αρχέτυπο|αρχέτυπα]], ή μάλλον ο Λόγος ως συνολική έκφραση των αρχετύπων είναι η δημιουργική αρχή που διαπερνά τον κόσμο. Δεδομένου ότι ο Θεός αποκαλύπτεται αιώνια, τα αρχέτυπα είναι επίσης από τη φύση τους αιώνια. Διαμορφώνουν μια γέφυρα μεταξύ του δημιουργημένου και του αδημιούργητου, μια ατραπό αντίληψης και γνώσης του Θεού. Η δημιουργία ήλθε σε ύπαρξη μόνο μέσω των αρχετύπων και η κοντινότερη προσέγγιση του Θεού στον κόσμο είναι η εντολή για δημιουργία. Τα αρχέτυπα ως Λόγος είναι ουσιαστικά μια ενότητα, στην πλατωνική ορολογία η ουσία των ουσιών και η ιδέα των ιδεών. Η υπεράσπιση της ιδέας της ενότητας του Θεού ενάντια στους [[Γνωστικισμός|Γνωστικούς]] οδήγησε τον Ωριγένη στην απόφαση να κρατήσει τα αρχέτυπα, δηλαδή το Λόγο, υποδεέστερο του Θεού —αντίληψη που ήταν κοινότοπη μεταξύ των στοχαστών του [[3ος αιώνας|3ου αιώνα]].<ref>«Όπως ήταν κοινότοπο μεταξύ των στοχαστών του 3ου αιώνα, ο Ωριγένης είχε βαθιά ριζωμένη την αντίληψη της απόλυτης ανωτερότητας του Θεού επί όλων των άλλων όντων. Αυτό σήμαινε ότι ο Πατέρας ήταν ανώτερος από το Γιο από όλες τις απόψεις —ως προς την ουσία, τις ιδιότητες, την ισχύ και τη φύση. Ο Γιος θα μπορούσε να αποκληθεί θεϊκός στο μέτρο που εκπροσωπούσε του Πατέρα στον κτιστό κόσμο ως ο υπέρτατος παράγοντας της δημιουργίας (σαν να επρόκειτο για τον μέγιστο όλων των αγγελικών δυνάμεων), αλλά ήταν σαφώς υποδεέστερος από τον Πατέρα από όλες τις απόψεις. Αυτό σήμαινε ότι ο Γιος δεν κατείχε απόλυτη αχρονικότητα, η οποία ήταν μοναδικό χαρακτηριστικό του Θεού Πατέρα». (''Christian History & Biography'', "[http://www.ctlibrary.com/ch/2005/issue85/theroadtonicaea.html The Road to Nicaea]", Τεύχος 85, Χειμώνας 2005, Τόμ. XXIV, Αρ. 1, σσ. 19, 20, {{en}})</ref> Ο Ωριγένης υπογράμμισε καθαρά την ανεξαρτησία του Λόγου ως σημείο διάκρισης από την ύπαρξη και ουσία του Θεού. Ο όρος ''ομοούσιος τω Πατρί'' σε αυτή την περίπτωση δεν υιοθετήθηκε. Ο Λόγος είναι μια εικόνα, μια αντανάκλαση που δεν μπορεί να συγκριθεί με τη μοναδικότητα του Θεού.
 
Μερικές ακόμα απόψεις του Ωριγένη ήταν πως οι ανάξιες σωτηρίας [[Ψυχή|ψυχές]] θα υποστούν [[μετεμψύχωση]] αλλά τελικώς με την με την ανακύκλυση των «νέων κόσμων» ή και την κάθαρση αυτών δια του αιωνίου πυρός θα επανέλθουν στην προγενέστερη κατάσταση όπως ακόμα και οι δαίμονες. Σε αυτή την αποκατάσταση των πάντων, όπως ο ίδιος την ανέφερε, γίνεται εμφανής η διδασκαλία περί μη αναστάσεως των σωμάτων. Μία ακόμα άποψη για τη περί του Ιησού ήταν πως κατά την ενανθρώπησή του κατέστη «θεάνθρωπος» και ενώθηκε με ψυχή αναμάρτητη και πραγματικό σώμα μετά την γέννηση του από τη Θεοτόκο Μαρία. Έτσι αποκαλύπτεται πως στην προσπάθειά του να αναιρέσει τους γνωστικούς εισήγαγε πολλά γνωστικά στοιχεία στη διδασκαλία του, χωρίς όμως να αποσκοπεί σε μια συστηματική έκθεση της πίστης της εκκλησίας. Οι απόψεις του περί ψυχήςμετεμψύχωσης αποτέλεσαν έναν βασικό λόγο για τον οποίο ορθόδοξοι [[εκκλησιαστικοί πατέρες]] στράφηκαν με δριμύτητα εναντίον του κατά τη διάρκεια των επόμενων αιώνων<ref>* Στα πρακτικά της περιφερειακής [[Σύνοδος (εκκλησιαστική)|εκκλησιαστικής συνόδου]] της Κωνσταντινούπολης το [[536]] αναφέρεται: «{{Πολυτονικό|Οὗτος τοίνυν ὁ προκείμενος Ὡριγένης καθάπερ τὸ τῆς ἐρημώσεως βδέλυγμα ἐν μέσω τῆς ἀληθοῦς ἐκκλησίας γεγένηται καὶ πρεσβύτερος χειροτονηθεὶς ὑπὸ τῆς κανονικῆς τε καὶ μιᾶς χειρὸς ἀληθινῆς εἶχε τὸ ἀξίωμα τοῦ πρεσβυτέρου ψιλόν τε καὶ μόνον καθάπερ καὶ τὸ τῆς ἀποστολῆς εἶχεν ὁ κλέπτης καὶ προδότης Ἰούδας. [...] ἐκπεσὼν οὖν οὗτος ἐπὶ τὴν γῆν οὐρανόθεν ὡς ἀστραπή, καθάπερ ὁ τούτου πατὴρ ὁ διάβολος, θυμοῦ πνέων πολλοῦ καὶ δεινοῦ κατὰ τῆς ἀληθείας ἐπὶ τὴν καλουμένην Παλαιστίνην χώραν ἔπλευσε καὶ καθίσας ἐν τῆ Καισαρέων μητροπόλει κἀκεῖσε τὸ πρόσωπον ἀποκαλύψας ὅλον ἐξ ὅλου τοῦ καλύμματος, καθάπερ ὁ ἰχθὺς ἡ σηπία παρά τισι καλουμένη, ὅσπερ αὐτῶ καθ΄ ἡδονὴν ἐτύγχανε͵ σκοτεινόν τε καὶ μέλανα ἰὸν ἐξεμέσας ἐγγράφως ἀπετυπώσατο καὶ καθάπερ Ἰουδαικὸς κάπηλος προσχήματι ἀγαθοῦ πικρῶ γλυκὺ κατέμιξε. τί γὰρ ὁ κακομήχανος καὶ μανιώδης λέγει; ἦν, φησί, πρὸ σώματος ἡ ψυχὴ ἐν οὐρανοῖς προοῦσα, κἀκεῖσε, φησίν, ἁμαρτήσασαν ἐν φυλακῆ κατήγγισε͵ τουτέστιν ἐν τῶ σώματι κατέπεμψεν, εἰς καθαρισμόν, φησί, καὶ σωφρονισμὸν τῶν ἐν οὐρανοῖς αὐτῆ γεγενημένων ἁμαρτιῶν. Πρῶτον ἔνθεν εὐθὺς ὁ ἀσεβέστατος μυθολογεῖ καὶ μάχεσθαι τῆ ἀληθείαι θέλει. Καὶ μετ΄ ὀλίγα· εἰ δὲ προῆν ἡ ψυχὴ ἐν τοῖς οὐρανοῖς καὶ προημάρτηκεν ἐκεῖσε, καθὼς Ὡριγένης ὁ μανιώδης καὶ θεομάχος ἔφησεν, ἔδει μὴ λέγειν τὸν ἁγιώτατον προφήτην καὶ πλάσσων πνεῦμα ἀνθρώπου ἐν αὐτῶ, ἀλλὰ μᾶλλον καταγγίζων πνεῦμα ἀνθρώπου ἐν αὐτῶ ἢ τάχα καταπέμπων. Νῦν δὲ μὴ τοῦτο λέγων, ἀλλὰ πλάσσων ἐν αὐτῶ δείκνυσι τοῦτον λύκον ὄντα βαρύτατον ἐνδεδυμένον ἔξωθεν πρὸς ἀπάτην ἀπωλείας τὰ κώιδια. Ως οὐρανόθεν γὰρ ὁ ἐπίληπτος καὶ τὰ ἐκεῖσε δια τετυπωμένα ἐπιστάμενος προφανῶς οὐ μόνον προοῦσαν, ἀλλὰ καὶ προημαρτηκέναι τὴν ψυχὴν λέγει. Ἀποδέδεικται τοίνυν διά τε τῆς θείας γραφῆς καὶ τῶν ἁγίων πατέρων ὅτι οὐδὲ τῆ τῶν Χριστιανῶν ἀληθινῆ πίστει οὐδὲ τῶ ὀρθῶ λόγω συμβαίνουσιν αἱ τῶν αἱρετικῶν περὶ προϋπάρξεως ψυχῶν φαντασίαι. Καὶ τοῦτο δὲ πρὸς τοῖς ἄλλοις τὴν Ὡριγένους παρίστησιν ἄνοιαν, τὸ λέγειν τὸν οὐρανὸν καὶ τὸν ἥλιον καὶ τὴν σελήνην καὶ τοὺς ἀστέρας καὶ τὰ ὕδατα τὰ ἐπάνω τῶν οὐρανῶν ἔμψυχα καὶ λογικάς τινας εἶναι δυνάμεις. Ταῦτα δὲ σαφῶς ἀπαγορεύει καὶ ὁ ἐν ἁγίοις Βασίλειος ἐν τῶ τρίτω λόγω τοῦ ὑπομνήματος τῆς ἑξαημέρου λέγων κατὰ τῶν Ὡριγένους δογμάτων [...] Δεῖ δὴ προσέχειν τοὺς ἀκροατὰς ὅτι τῶ εἰπεῖν τὸν πατέρα πρὸς τοὺς ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας ἐστί τις ἡμῖν λόγος περὶ Ὡριγένους διαλέγεται τῆς τοῦ θεοῦ χάριτος καὶ τῆς ἁγίας τοῦ θεοῦ ἐκκλησίας ἀπελαθέντος καὶ τῶν ὁμοφρόνων ἐκείνω· οὐ γὰρ εἶπε· "πρὸς τοὺς ἐν τῆ ἐκκλησία", ἀλλά "πρὸς τοὺς ἀπὸ τῆς ἐκκλησίας ἡμῖν" ἐστί τις λόγος. Καὶ διὰ μὲν τοῦ εἰπεῖν "ἡμῖν" τοὺς τῆς ἐκκλησίας ἐδήλωσε, διὰ δὲ τοῦ ἀπό τοὺς ταύτης ἀποπεσόντας ἐσήμανεν. Ἓν δὲ καὶ μόνον τῶ δυσσεβεῖ Ὡριγένει σπούδασμα γέγονε τὸ τὴν Ἑλληνικὴν πλάνην κρατῦναι καὶ ταῖς τῶν σαθροτέρων ψυχαῖς ζιζάνια ἐγκατασπεῖραι. Δι΄ ὃ κἀ κεῖνο τὸ γέλωτος μὲν ἄξιον, παρ΄ αὐτοῦ δὲ ὅμως εἰρημένον περὶ τῆς τῶν ἀνθρώπων ἐκ νεκρῶν ἀναστάσεως προσθεῖναι συνείδομεν. Λέγει γὰρ ὅτι ἐν τῆ ἀναστάσει σφαιροειδῆ ἐγείρονται τὰ σώματα τῶν ἀνθρώπων. Ω τῆς ἀνοίας καὶ ἀμαθίας τοῦ φρενοβλαβοῦς τούτου καὶ τῶν Ἑλληνικῶν δογμάτων ἐξηγητοῦ. Όστις τυφλώττων τὴν διάνοιαν καὶ τῆ τῶν Χριστιανῶν πίστει μύθους ἐπιμεῖξαι σπουδάσας αὐτὴν τὴν τῶν Χριστιανῶν ἐλπίδα τε καὶ σωτηρίαν, τουτέστι τὴν ἐπηγγελμένην ἡμῖν ἀνάστασιν, ἐσπούδασεν ἐνυβρίσαι μηδὲ τὴν τοῦ κυρίου ἀνάστασιν ἐντρεπόμενος. [...] καὶ τούτων πολλῶ χείρους βλασφημίας ὁ δυσσεβὴς Ὡριγένης ἐκθέμενος εἰκότως ἐν τῶ καιρῶ τοῦ μαρτυρίου τὸν μὲν Χριστὸν ἀπηρνήσατο, τῆ δὲ παρ΄ αὐτοῦ εἰσαγομένη Ἑλληνικῆ πολυθεΐα προσεκύνησε. Καὶ τοῦτο δὲ κατὰ θεοῦ γέγονε πρόνοιαν, ἵνα μὴ ἀντὶ μάρτυρος ἐν τῆ ἐκκλησίαι δεχθῆ καὶ ἐντεῦθεν τῆ ποίμνη τοῦ Χριστοῦ βλάβη προσγένηται. [...] Ὡριγένης δὲ ὁ δυσσεβὴς τὰς ἑαυτοῦ βλασφημίας οὐ μέχρις ἑαυτοῦ ἔστησεν͵ ἀλλὰ διὰ τῶν ἰδίων συγγραμμάτων καὶ εἰς πολλοὺς ἑτέρους τὴν οἰκείαν πλάνην παρέπεμψεν, ὥστε πάνυ ἐπ΄ αὐτῶ ἁρμοδίαν εἶναι τὴν τοῦ ἁγίου ἀποστόλου Παύλου φωνὴν λέγουσαν ὅτι τινῶν μὲν αἱ ἁμαρτίαι πρόδηλοί εἰσι προάγουσαι εἰς κρίσιν, τισὶ δὲ καὶ ἐπακολουθοῦσιν. Η γὰρ διαδοχὴ τῆς πλάνης αὐτοῦ ἐν ταῖς τῶν σαθροτέρων ἕρπουσα ψυχαῖς δίδωσιν ἀκολουθεῖν αὐτῶ τὰς ἐξ ἀρχῆς ὑπ΄ αὐτοῦ γενομένας ἁμαρτίας. Ως γὰρ οὐκ ἐξαρκούσης τοῖς τὰ Ὡριγένους δοξάζουσι τῆς περὶ προϋπάρξεως τῶν ψυχῶν ἀσεβείας καὶ τῶν ἄλλων αὐτοῦ ματαιολογιῶν καὶ τῶν περὶ τῆς [[Τριαδικό δόγμα|ἁγίας τριάδος]] βλασφημιῶν, καὶ τοῦτο τῆ οἰκεία προστιθέασι πλάνη ἐκ τῶν ἐκείνου διεστραμμένων ὁδηγούμενοι λόγων τὸ λέγειν ὅτι πάντων ἀσεβῶν ἀνθρώπων καὶ πρός γε δαιμόνων ἡ κόλασις πέρας ἔχει καὶ ἀποκατασταθήσονται ἀσεβεῖς τε καὶ δαίμονες εἰς τὴν προτέραν αὐτῶν τάξιν. Ταῦτα δὲ λέγοντες ῥαθύμους μὲν ποιοῦσι τοὺς ἀνθρώπους περὶ τὸ πληροῦν τὰς ἐντολὰς τοῦ θεοῦ, τῆς στενῆς καὶ τεθλιμμένης ὁδοῦ ἀποτρέποντες καὶ πρὸς τὴν πλατεῖαν καὶ εὐρύχωρον ἀποπλανῶντες· ἐναντιοῦνται δὲ καθάπαξ καὶ τοῖς παρὰ τοῦ μεγάλου θεοῦ καὶ σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ λεγομένοις. αὐτὸς γὰρ ἐν τῶ ἁγίω εὐαγγελίω διδάσκει ὡς οἱ μὲν ἀσεβεῖς ἀπελεύσονται εἰς κόλασιν αἰώνιον͵ οἱ δὲ δίκαιοι εἰς ζωὴν αἰώνιον. Καὶ πάλιν λέγει τοῖς μὲν ἐκ δεξιῶν· δεῦτε οἱ εὐλογημένοι τοῦ πατρός μου, κληρονομήσατε τὴν ἡτοιμασμένην ὑμῖν βασιλείαν ἀπὸ καταβολῆς κόσμου· τοῖς δὲ ἐξ εὐωνύμων· πορεύεσθε ἀπ΄ ἐμοῦ οἱ κατηραμένοι εἰς τὸ πῦρ τὸ αἰώνιον τὸ ἡτοιμασμένον τῶι διαβόλωι καὶ τοῖς ἀγγέλοις αὐτοῦ. Φανερῶς οὖν τοῦ κυρίου διὰ τοῦ ἁγίου εὐαγγελίου ἀτελεύτητον τήν τε κόλασιν τήν τε βασιλείαν ἐπαγγελλομένου πρόδηλοι καθεστᾶσιν οὗτοι τοὺς Ὡριγένους μύθους προτιμῶντες τῶν τοῦ κυρίου ἀποφάσεων. ὅπουγε κἀκεῖθεν αὐτῶν ἡ ἄνοια διελέγχεται. Εἰ γάρ τις κατὰ τοὺς ἐκείνου λήρους ὑπόθοιτο πέρας ἔχειν τὴν κόλασιν, ἀνάγκη τὸν τοι οῦτον καὶ τῆ ἐπηγγελμένη τοῖς δικαίοις αἰωνία ζωῆ τέλος ἐπιθεῖναι· ἐξ ἴσης γὰρ ἐπ΄ ἀμφοτέρων τὸ αἰώνιον κεῖται. Καὶ εἴπερ πέρας ἔχει κόλασίς τε καὶ ἀπόλαυσις͵ διὰ τί ἡ ἐνανθρώπησις τοῦ κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ; διὰ τί δὲ καὶ ἡ σταύρωσις καὶ ὁ θάνατος καὶ ἡ ταφὴ καὶ ἡ ἀνάστασις τοῦ κυρίου; ποῖον δὲ ὄφελος τοῖς τὸν καλὸν ἀγῶνα ἀγωνισα μένοις καὶ ὑπὲρ Χριστοῦ μαρτυρήσασιν͵ εἰ μέλλοιεν δαίμονές τε καὶ ἀσεβεῖς τὴν αὐτὴν τοῖς ἁγίοις τάξιν διὰ τῆς ἀποκαταστάσεως λαμβάνειν; ἀλλὰ ταῦτα μὲν ἐπὶ τὰς ἐκείνων τραπείη κεφαλὰς τῶν ταῦτα μυθολογούντων· οἱ γὰρ τοῦ Χριστοῦ λόγοι διαμενοῦσιν ἀσάλευτοι ἐν ταῖς τῶν πιστῶν ψυχαῖς καὶ ἐν αὐτῆ τῆ τῶν πραγμάτων ἀληθείαι. Οἱ δὲ τὴν Ὡριγένους ἐκδικοῦντες κακοδοξίαν φεύγοντες τοὺς περὶ τούτων ἀρραγεῖς ἐλέγχους καὶ συγκρύπτειν τὴν ἑαυτῶν πλάνην βουλόμενοι τινὰς ῥήσεις ἐκ τῶν ἁγίων πατέρων κακῶς ἐκλαμβάνοντες καὶ πρὸς τὸν ἴδιον νοῦν παρερμηνεύοντες τῆι οἰκείαι προσαρμόζουσι νόσωι, ὅπερ ποιοῦσι καὶ ἐπὶ τῶν θείων γραφῶν. Ημεῖς δὲ ἐξ αὐτῶν τῶν ἁγίων πατέρων ἀποδείξομεν ματαίους εἶναι καὶ τοὺς τοιούτους αὐτῶν λόγους. Λέγει τοίνυν ὁ ἐν ἁγίοις Γρηγόριος ὁ θεολόγος ἐν τῶ ἀπολογητικῶ λόγω τάδε ἡμῖν δὲ οἷς τὸ κινδυνευόμενόν ἐστι σωτηρία ψυχῆς τῆς μακαρίας τε καὶ ἀθανάτου καὶ ἀθάνατα κολασθησομένης ἢ ἐπαινεθησομένης διὰ κακίαν ἢ ἀρετήν, πόσον χρὴ δοκεῖν εἶναι τὸν ἀγῶνα καὶ ὅσης δεῖν τῆς ἐπιστήμης; Καὶ ὁ αὐτὸς αὖθις ἐν τῶ εἰς τὴν πληγὴν τῆς χαλάζης λόγω τάδε φησί. Τίς ψευδὴς ἀπολογία, ποία πιθανότης ἔντεχνος, τίς ἐπίνοια κατὰ τῆς ἀληθείας παραλογιεῖται τὸ δικαστήριον καὶ κλέψει τὴν ὀρθὴν κρίσιν τοῖς πᾶσι πάντα ἐν ζυγῶ τιθεῖσαν καὶ πρᾶξιν καὶ λόγον καὶ διανόημα καὶ ἀντισηκοῦσαν τοῖς πονηροῖς τὰ βελτίονα, ἵνα τὸ ῥέπον νικήση καὶ μετὰ τοῦ πλείονος ἡ ψῆφος γένηται, μεθ΄ ἣν οὐκ ἔφεσις, οὐ κριτὴς ὑψηλότερος, οὐκ ἀπολογία δι΄ ἔργων δευτέρων, οὐκ ἔλαιον παρὰ τῶν φρονίμων παρθένων ἢ τῶν πωλούντων ταῖς ἐκλειπούσαις λαμπάσιν, οὐ μεταμέλεια πλουσίου φλογὶ τηκομένου καὶ τοῖς οἰκείοις ἐπιζητοῦντος διόρθωσιν, οὐ προθεσμία μεταποιήσεως, ἀλλὰ καὶ μόνιμον καὶ τελευταῖον καὶ φοβερὸν τὸ κριτήριον καὶ δίκαιον πλέον ἢ ὅσον ἐπίφοβον, μᾶλλον δὲ διὰ τοῦτο καὶ φοβερώτερον, ὅτι δίκαιον, ἡνίκα θρόνοι τίθενται καὶ παλαιὸς ἡμερῶν προκαθέζεται καὶ βίβλοι ἀνοίγονται καὶ ποταμὸς πυρὸς ἕλκεται καὶ τὸ φῶς ἔμπροσθεν καὶ τὸ σκότος ἡτοιμασμένον καὶ πορεύονται οἱ τὰ ἀγαθὰ ποιήσαντες εἰς ἀνάστασιν ζωῆς τῆς ἐν Χριστῶ νῦν κρυπτομένης καὶ ὕστερον αὐτῶ συμφανερουμένης, οἱ δὲ τὰ φαῦλα πράξαντες εἰς ἀνάστασιν κρίσεως, ἣν ἤδη παρὰ τοῦ κρίναντος αὐτοὺς λόγου οἱ μὴ πιστεύοντες κατεκρίθησαν. Καὶ τοὺς μὲν τὸ ἄφραστον φῶς διαδέχεται καὶ ἡ τῆς ἁγίας καὶ βασιλικῆς θεωρία τριάδος ἐλλαμπούσης τρανότερόν τε καὶ καθαρώτερον καὶ ὅλης ὅλωνοὶ μιγνυμένης, ἣν δὴ καὶ μόνην βασιλείαν οὐρανῶν ἐγὼ τίθεμαι· τοῖς δὲ μετὰ τῶν ἄλλων βάσανος, μᾶλλον δὲ πρὸ τῶν ἄλλων τὸ ἀπερρίφθαι θεοῦ καὶ ἡ ἐν τῶ συνειδότι αἰσχύνη πέρας οὐκ ἔχουσα}}». (''Των κατ' Αίγυπτον και Αλεξάνδρειαν Επισκόπων Συνοδικής Επιστολής Κατά των Ωριγένους Δογμάτων'')
* Ο Βυζαντινός θεολόγος [[Μιχαήλ Ψελλός]] αναφέρεται στον Ωριγένη ως εξής: «{{Πολυτονικό|Ἀδὰμ ὁ πρῶτος ἄνθρωπος χειρὶ θεοῦ ἐπλάσθη· ἐκ γῆς ἀφθάρτου πέπλασται βουλῇ τοῦ παντεπόπτου, τὸ σῶμα δὲ σὺν τῇ ψυχῇ αὖθις ἀναλαμβάνει, οὐχὶ τὸ σῶμα πρότερον καὶ ὕστερον τὸ πνεῦμα͵ καθὼς ληρεῖ ὁ δυσσεβὴς καὶ ἄφρων Ὠριγένης, ἀλλ΄ ἅμα τὰ ἀμφότερα}}». ([[Μιχαήλ Ψελλός]], ''Στίχοι εν Επιτομή περί της Εξαημέρου και εις την γέννησιν του Αδάμ και εις την Εξορίαν αυτού και την του Θεού προς αυτόν Κηδεμονίαν και περί του Αντιχρίστου'' 55.1-4) </ref>.
 
Γραμμή 89:
 
==Η υπεράσπιση του Ωριγένη==
Όπως αναφέρθηκε, ο Ωριγένης καταδικάστηκε κατά την Ε΄ οικουμενική σύνοδο το 553 μ.Χ. και τα έργα του έπαυσαν να μελετώνται. Σε ολόκληρη την χιλιετή Βυζαντινή περίοδο, ελάχιστος λόγος γίνεται για τον Αλεξανδρινό θεολόγο, και πάντοτε με δυσμενείς εκφράσεις, λόγω της υφιστάμενης καταδίκης του. Εν τούτοις από τον 19ο και κυρίως κατά τον 20ό αιώνα άρχισε να αναζωπυρώνεται το θεολογικό ενδιαφέρον για τον Ωριγένη, σε ολόκληρο τον κόσμο. Τα τελευταία 40 χρόνια πραγματοποιείται κάθε 4 χρόνια διεθνές συνέδριο (Origeniana) με την συμμετοχή πλήθους καθηγητών από ολόκληρο τον κόσμο. Το 11ο συνέδριο προγραμματίζεται στις 26-31 Αυγούστου 2013 στο πανεπιστήμιο Aarhus της Δανίας με κεντρικό θέμα: «Ο Ωριγένης και ο ωριγενισμός στην ιστορία της δυτικής σκέψης» (Origenianum Undecimum: ‘Origen and Origenism in the History of Western Thought’ – Aarhus University – Denmark – 26-31 August 2013).
 
Εκτός από τη μελέτη και διερεύνηση της θεολογικής και εσωτερικής διδασκαλίας του, έχει γίνει προσπάθεια και για την αποκατάσταση του Ωριγένη από τις δύο μεγαλύτερες κατηγορίες που τον βαραίνουν, δηλαδή το ότι αυτοευνουχίστηκε και το ότι καταδικάστηκε σαν αιρετικός.
Γραμμή 105:
Β) Η καταδίκη του Ωριγένη.
 
Μετά τον θάνατο του Ωριγένη, το έτος 253, δημιουργήθηκαν μέσα στην Εκκλησία δύο αντίθετα ρεύματα, ήτοι εκείνων που τον θαύμαζαν και μελετούσαν συστηματικά τα έργα του (οι ωριγενιστές), και εκείνων που τον μισούσαν και απέρριπταν τις διδασκαλίες του (οι αντιωριγενιστές).
Μεταξύ των δύο παρατάξεων έλαβαν χώρα αρκετές συγκρούσεις, οι λεγόμενες «ωριγενιστικές έριδες». Αυτή η κατάσταση επικρατούσε μέχρι τον ΣΤ΄ αιώνα.
Το έτος 553 ο αυτοκράτορας Ιουστινιανός συγκάλεσε την Ε΄ οικουμενική σύνοδο με σκοπό να εξετάσει ένα άλλο θέμα (τα λεγόμενα «Τρία Κεφάλαια»), το οποίο δεν είχε καμία σχέση με τον Ωριγένη. Μετά την έκδοση της απόφασης για τα «Τρία Κεφάλαια», ο Ιουστινιανός έστειλε ένα γράμμα στη σύνοδο, με το οποίο ζητούσε κατηγορηματικά να καταδικάσουν και την διδασκαλία του Ωριγένη!. <ref> Το Γράμμα αυτό σώζεται στο «Χρονικόν» του Γεωργίου Μοναχού ή Αμαρτωλού και δημοσιεύεται στην Patrologia Graeca, τόμος 110, σελ. 780-784 </ref>.
Ο σκοπός αυτής της ενέργειας του Ιουστινιανού ήταν να σταματήσουν οι ωριγενιστικές έριδες, όπως πράγματι σταμάτησαν μετά την απόφαση αυτή. Αρκετά από τα μέλη της συνόδου ήσαν ωριγενιστές και αντέδρασαν έντονα στην λήψη τέτοιας απόφασης. Όμως η πλειοψηφία των μελών ήσαν αντιωριγενιστές και με την υποστήριξη της ισχυρής αυτοκρατορικής εξουσίας εξέδωσαν 15 «αναθεματισμούς» κατά της διδασκαλίας του Ωριγένη.
Ο σκοπός αυτής της ενέργειας του Ιουστινιανού ήταν να σταματήσουν οι ωριγενιστικές έριδες, όπως πράγματι σταμάτησαν μετά την απόφαση αυτή.
Αυτή είναι και η σημαντικότερη πλευρά του θέματος της καταδίκης, η οποία επιβάλλει την αναθεώρηση της αποφάσεως, εφ’ όσον ελήφθη κατ’ εντολήν του αυτοκράτορα.
 
==Βλέπε επίσης==