Αγριόπαπια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Elanus (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Elanus (συζήτηση | συνεισφορές)
Ατεκμηρίωτο
Γραμμή 29:
==Τάση παγκόσμιου πληθυσμού==
*Καθοδική ↓ (ο άγριος πληθυσμός) <ref name="iucnredlist1">[http://www.iucnredlist.org/details/full/22680186/0 Anas platyrhynchos (Common Mallard, Mallard, Northern Mallard)<!-- Bot generated title -->]</ref>
 
*Στον ελληνικό χώρο έχει παρατηρηθεί το κυνήγι αγριόπαπιας στα νησιά του Αιγαίου, με την μεγαλύτερη δραστηριότητα να εμφανίζεται στα παράλια της [[Αμοργός|Αμοργού]] και ειδικά στην [[Αιγιάλη]].
==Ονοματολογία==
Η επιστημονική ονομασία του [[γένος (βιολογία)|γένους]], ''anas'', έχει άγνωστη προέλευση, που δεν επιβεβαιώνεται από κάποια ιστορική πηγή. Κατά μίαν εκδοχή είναι λατινική λέξη (''anas-atis'') με ινδοευρωπαϊκή προέλευση (''anut, antis'') και με τη σημασία που τής αποδίδεται («νήσσα», «πάπια»).<ref>[http://fr.wikipedia.org/wiki/Sarcelle_d%27hiver Sarcelle d'hiver — Wikipédia<!-- Bot generated title -->]</ref> Υπάρχει όμως και η εκδοχή της σύνθετης λέξης ''a'' + ''nas'', οπότε αποκτά ελληνική προέλευση, με το β’ συνθετικό να προέρχεται από το ''νέω'' ≪κολυμπώ≫ (άσχετο προς το ρ. ''νέω'' ≪γνέθω, κλώθω≫, πρβλ. λ. νήμα), ενώ το ''α'' προσετέθη αργότερα.<ref>[http://books.google.gr/books?id=m2QSAAAAIAAJ&pg=PA268&redir_esc=y#v=onepage&q&f=false An Etymological Dictionary of the Latin Language - Francis Edward Jackson Valpy - Βιβλία Google<!-- Bot generated title -->]</ref> Το αρχ. ''νέω'' ≪κολυμπώ≫ αποτελεί την ασθενή βαθμ. τού ινδοευρωπαϊκού ''sna''- ≪πλέω, κολυμπώ≫, πβ. σανσκρ. ''snati'' ≪πλένομαι≫, λατ. ''nare'' | ''natare'' ≪κολυμπώ≫ (> γαλλ. ''natation'' ≪κολύμβηση≫, ισπ. ''natacion'') κ.ά.].<ref>Μπαμπινιώτης, σ 1180</ref><ref>ΠΛΜ, 45: 450</ref>