Γκέοργκ Ζίμελ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Olga Gk (συζήτηση | συνεισφορές)
Βιογραφία
Γραμμή 2:
 
Ο Ζίμελ ανήκει στους κλασικούς της κοινωνιολογικής θεωρίας, παρά το γεγονός ότι έχουν εγερθεί διάφορες αντιρρήσεις σε σχέση με τη συνολική αποτίμηση του έργου του, ειδικότερα αναφορικά με την απουσία μίας γενικότερης θεωρίας για την κοινωνία, τον θεματολογικό εκλεκτισμό του και την έλλειψη άρτιας μεθοδολογίας.<ref name=":0">{{Cite book|title = Νεωτερικότητα και κοινωνική αλλαγή: κοινωνιολογικές προσεγγίσεις|last = Τάτσης|first = Νικόλαος Χ.|publisher = νήσος|year = 2004|isbn = 960-8392-02-0|location = Αθήνα|page = 31-32}}</ref> Ωστόσο, ο Ζίμελ έχει χαρακτηριστεί δίκαια ως ο θεωρητικός της νεωτερικότητας par excellence, ενώ η κοινωνιολογική του τεχνοτροπία αποκλήθηκε "κοινωνιολογικός ιμπρεσιονισμός", αφού επιχείρησε να συζεύξει το κοινωνικό με το πολιτισμικό στοιχείο, εξετάζοντας με πληρέστερο και ριζοσπαστικότερο τρόπο το πνεύμα της σύγχρονης πραγματικότητας.<ref name=":0" />
 
== Βιογραφία ==
Ο Ζίμελ γεννήθηκε την 1η Μαρτίου 1858 στο Bερολίνο. Ήταν ο νεότερος από επτά παιδιά. Ο πατέρας του ήταν ιδιοκτήτης εργοστασίου σοκολάτας και όταν πέθανε το 1874, ο Ζίμελ υιοθετήθηκε από τον Γιούλιους Φριντλέντερ, ο οποίος του εξασφάλισε τα χρήματα για να σπουδάσει και να γίνει ακαδημαϊκός. Από το 1876 εως το 1881 σπουδάζει ιστορία, ψυχολογία των λαών, φιλοσοφία και ιστορία της τέχνης στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου. Το 1881 συντάσσει τη διδακτορική του διατριβή με τίτλο ''Darstellung und Beurteilungen von Kants verschiedenen Ansichten über das Wesen der Materie'' (δημοσιεύτηκε με τον τίτλο ''Das Wesen der Materie nach Kants physischer Monadologie'').
 
Από το 1885 έως το 1900 εργάζεται ως υφηγητής στο Πανεπιστήμιο του Βερολίνου ενώ μετά το 1900 παραμένει στο Πανεπιστήμιο ως άμισθος έκτακτος καθηγητής φιλοσοφίας. Το 1909 ιδρύει τη Γερμανική Φιλοσοφική Εταιρία (''Deutsche Gesellschaft für Philosophie)'' με τη συνδρομή του Φέρντιναντ Τένις, Βέρνερ Σόμπαρτ και Μαξ Βέμπερ.
 
Το 1910 εκδίδει για πρώτη φορά το περιοδικό ''Logos'' και το 1911 αναγορεύεται σε επίτιμος διδάκτορας της σχολής Πολιτικών Επιστημών του Πανεπιστημίου του Φράιμπουργκ. Από το 1914 έως το 1918 εργάστηκε ως τακτικός καθηγητής του Πανεπιστημίου του Στρασβούργου.
 
Στις 26 Σεπτεμβρίου 1918 πεθαίνει στο Στρασβούργο από καρκίνο του ήπατος.
 
== Παραπομπές ==