Κοκοφοίνικας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ διόρθωση ορθογραφικών λαθών
Γραμμή 16:
Ο '''κοκοφοίνικας''' (''Cocos nucifera'', ''Κόκος ο καρυοφόρος''), ή '''κοκκοφοίνικας''' ή '''τροπική καρύδα''', είναι ένα μέλος της οικογενείας των [[φοίνικας (φυτό)|φοινικοειδών]] και μοναδικό είδος του γένους ''Cocos''. Ο κοκοφοίνικας είναι γνωστός για το [[καρπός|καρπό]] του, την [[καρύδα]], ο οποίος στη πραγματικότητα είναι [[δρύπη]] και όχι [[Κάρυο (βοτανική)|κάρυο]]. Έχει την ιδιότητα να επιπλέει στη θάλασσα για μεγάλο χρονικό διάστημα, χωρίς να χάνει τη βλαστητική του ικανότητα. Το φυτό απαντάται σε όλες τις τροπικές και υποτροπικές περιοχές, αλλά δεν είναι γνωστό από πού προέρχεται.
 
Πολλά μέρη του φυτού χρησιμοποιούνται για διάφορους σκοπούς. Οι καρύδες είναι μέρος της καθημερινής διατροφής πολλών ανθρώπων. Οι καρύδες διαφέρουν από άλλα φρούτα στο γεγονός ότι περιέχουν μεγάλες ποσότητες νερού και έτσι να συλλεχθούν ανώριμες και το υγρό που περιέχουν, μπορεί να καταναλωθεί ως αναψυκτικούαναψυκτικό. Από τους καρπούς του κοκκοφοίνικακοκοφοίνικα παράγεται [[γάλα]], [[βούτυρο]], λάδι, και κατεπέκτασηκατ' σαπούνιαεπέκταση [[σαπούνι]]α και καλυντικάκαλλυντικά, κάρβουνο, ακόμη και υφάσματα. Ο κορμός δίνει ξυλεία καλής ποιότητας και τα φύλλα του χρησιμοποιούνται για την κατασκευή σκεπών και καλαθιών.<ref name="ΔΟΜΗ"/>
 
== Περιγραφή ==
Ο κοκοφοίνικας είναι ένα μεγάλο είδος φοίνικα, το οποίο φτάνει σε ύψος μέχρι τα 30 μέτρα. Έχει λεπτό, κυλινδρικό και εύκαμπτο [[κορμός|κορμό]], στην κορυφή του οποίο φέρει ρόδακα σύνθετων πτεροειδών, κιτρινοπράσινων [[φύλλο (βοτανική)|φύλλων]], μήκους 4-6 μέτρων. Τα παλιά φύλλα αποπτώνται και αφήνουν το κορμό λείο. Οι κοκοφοίνικες χωρίζονται σε δύο κατηγορίες, ψηλοί και νάνοι. Τα άνθη του είναι μονόοικα, δηλαδή τα άνθη μπορεί να αρσενικά ή θηλυκά, ενώ υπάρχουν και τα δύο είδη ανθών πάνω στο ίδιο δέντρο. Εμφανίζονται κάτω από τον ρόδακα των φύλλων και προστατεύονται αρχικά από μεγάλα βράκτια φύλλα.
<ref name="ΔΟΜΗ"/> Τα άνθη είναι οργανωμένα σε σπάνδικες, οι οποίοι μπορεί να έχουν μήκος μέχρι 1,2 μέτρα. Τα θηλυκά άνθη είναι πολύ μεγαλύτερα από τα αρσενικά, ενώ τα αρσενικά είναι πολύ περισσότερα. Κάποιοι κοκοφοίνικες δεν διαθέτουν καθόλου θηλυκά άνθη.<ref name=Grimwood/> Κάθε χρόνο ένας κοκκοφοίνικαςκοκοφοίνικας μπορεί να παραγείπαράγει σε πολύ γόνιμα εδάφη μέχρι 75 καρπούς το χρόνο, αλλά συνήθως ο αριθμός τους είναι μικρότερος από 30 όταν δεν καλλιεργείται.<ref name=Grimwood>{{cite book | title=Coconut Palm Products: Their Processing in Developing Countries | author=Brian E. Grimwood, Ashman, F., Jarman, C.G., Dendy, D.A.V. | year=1976 | publisher=FAO | pages=14-18 | url=http://books.google.gr/books?id=fY5hLeJ-WW4C&hl=el&source=gbs_navlinks_s}}</ref>
 
=== Καρπός ===
Ο καρπός του κοκοφοίνικα ονομάζεται ''ινδική καρύδα'' ή απλά ''καρύδα''. Είναι ωοειδής [[δρύπη]], με μήκος 18-30 εκ., διάμετρο 10-25 εκ. και βάρος περίπου 1,5 κιλό. Όπως και άλλα φρούτα έχει εξωκάρπιο, μεσοκάρπιο και ενδοκάρπιο. Το εξωκάρπιο είναι πράσινο ή ιώδες. Όταν οι καρύδες πουλώνταιπωλούνται συνήθως το εξωκάρπιο έχει αφαιρεθεί. Το μεσοκάρπιο είναι ξηλώδεςξυλώδες και ινώδες και το ενδοκάπιοενδοκάρπιο είναι πολύ σκληρό. Το ενδοκάρπιο έχει τρεις θέσεις εκβλάστησειςεκβλαστήσεις (στόματα), τα οποία είναι εύκολα ορατά όταν αφαιρεθεί το εξωκάρπιο και το μεσοκάρπιο. Το σπέρμα είναι σαρκώδες εξωτερικά και υγρό, γλυκό και γαλακτώδες προς το κέντρο, πλούσιο σε πρωτεΐνες και λιπαρές ουσίες.<ref name="ΔΟΜΗ">{{cite web | url=http://www.ygeiaonline.gr/index.php?option=com_k2&view=item&id=57227:kokkofoinikas | title=Κοκκοφοίνικας | accessdate=2012-12-15 | publisher=ΔΟΜΗ}}</ref>
 
Ο καρπός είναι εδώδιμος και θεωρείται το σημαντικότερο χρηστικά τμήμα του φοίνικα.<ref name="ΔΟΜΗ"/> Η καρύδα μπορεί να αποξηρανθεί και η αποξηραμένη σάρκα, που ονομάζεται κόπρα, αποτελεί πηγή ενός σημαντικού εδώδιμου φυτικού λίπους, ενώ χρησιμοποιείται για την εξαγωγή [[κοκκοφοινικέλαιοκοκοφοινικέλαιο]]υ. Υπολογίζεται ότι 6.000 καρύδες χρειάζονται για να παραχθεί ένας τόνος κόπρα .<ref>Bourke, R. Michael and Tracy Harwood (Eds.). (2009). ''Food and Agriculture in Papua New Guinea''. Australian National University. p. [http://books.google.com/books?id=p92MsquxOEwC&pg=PA327&dq=c#v=onepage&q=c&f=false 327]. ISBN 978-1-921536-60-1.</ref>
 
== Παραπομπές ==