Νικόλαος Δημητρακόπουλος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
Templar52 (συζήτηση | συνεισφορές)
μ Προσθ. + Πηγές
Γραμμή 2:
Ο "''μυθικός Δημητρακόπουλος''" <ref>Κατά σύγχρονο χαρακτηρισμό του ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών και ακαδημαϊκού [[Μιχαήλ Σταθόπουλος|Μ. Σταθόπουλου]] σε ομιλία του στην εκδήλωση που είχε διοργανώσει η "Εταιρεία Αρκαδικών Γραμμάτων και Τεχνών" στη [[Παλαιά Βουλή]] στις 28 Μαρτίου του 2007</ref> υπήρξε στην εποχή του ο ανορθωτής του δικηγορικού λειτουργήματος, αλλά και της Δικαιοσύνης ειδικότερα, δεινός υπέρμαχος της ανεξαρτησίας της αλλά και σφοδρός πολέμιος οποιουδήποτε κρατικού ή κομματικού παρεμβατισμού σ΄ αυτήν, φθάνοντας αρκετές φορές ακόμα και σε σύγκρουση με άλλα μέλη του υπουργικού συμβουλίου που συμμετείχε.
==Βιογραφικά στοιχεία==
Γεννήθηκε στην [[Καρύταινα]] της [[Γορτυνία]]ς, γιος του νομικού Πέτρου Δημητραακόπουλου, όπου και ολοκληρώνοντας τις γυμνασιακές του σπουδές, σπούδασε νομικά στο [[πανεπιστήμιο Αθηνών]] από το οποίο αποφοίτησε το 1888. ΞεκίνησεΑσχοληθείς κυρίως με το [[Ιδιωτικό Δίκαιο]] ξεκίνησε να δικηγορεί στην [[Αθήνα]] το 1890, περιοριζόμενος κυρίως σε γνωμοδοτήσεις, προκαλώντας στον τότε νομικό κόσμο ιδιαίτερη αίσθηση με τα σπάνια πνευματικά του προσόντα, τη νομική του κατάρτιση και εντυπωσιακή του ευρυμάθεια και ειδικότερα τη φυσική ρητορική του δεινότητα με επιχειρηματολογίες που συνάρπαζαν, αποκτώντας έτσι σχετικά πολύ γρήγορα μεγάλη αίγλη. Το [[1906]] έθεσε υποψηφιότητα για βουλευτής στην [[Αρκαδία]], που όμως απέτυχε να εκλεγεί. Το [[1909]] στο επαναστατικό στρατιωτικό κίνημα που εκδηλώθηκε από νεαρούς μιμητές της επανάστασης των Νεοτούρκων, που είχε εκδηλωθεί ένα χρόνο πριν, του προτάθηκε υπουργικό αξίωμα, το οποίο όμως αρνήθηκε επειδή δεν είχε εκλεγεί από το λαό, αποκαλύπτοντας έτσι την πίστη του στους δημοκρατικούς θεσμούς.
 
Στις [[Ελληνικές εκλογές Αυγούστου 1910 (Αναθεωρητική)|Εκλογές Αυγούστου 1910]] που διεξάχθηκαν,στις [[8 Αυγούστου]] [[1910]], (μετά από την παραίτηση της [[Κυβέρνηση Στέφανου Δραγούμη 1910|Κυβέρνησης του Στέφανου Δραγούμη]]), έχοντας δημιουργήσει ήδη δικό του ομώνυμο κόμμα κέρδισε 21 έδρες εκλεγείς και ο ίδιος βουλευτής της Αρκαδίας όπου και συμπράττοντας στη συνέχεια με τον Ελευθέριο Βενιζέλο συμμετείχε στην [[Κυβέρνηση Ελευθερίου Βενιζέλου 1910|πρώτη κυβέρνηση Βενιζέλου]]<ref>Αντώνης Μακρυδημήτρης, Οι υπουργοί των εξωτερικών της Ελλάδας 1829-2000, εκδ.Καστανιώτης, Αθήνα, 2000, σελ.72</ref>, αναλαμβάνοντας υπουργός Δικαιοσύνης στις 6 Οκτωβρίου (1910) και παράλληλα για σύντομο χρονικό διάστημα, μόλις 12 ημερών, το Υπουργείο των Εξωτερικών, το οποίο και παρέδωσε στον [[Ιωάννης Γρυπάρης (πολιτικός)|Ιωάννη Γρυπάρη]]. Την επομένη της ανάληψης των καθηκόντων του στο υπουργείο δικαιοσύνης με εγκύκλιό του προς όλες τις δικαστικές αρχές της επικράτειας ενημερώνοντας για το επικείμενο πρόγραμμά του ζήτησε απ΄ όλους να γίνουν «''συμπράκτορες, φίλοι και συναγωγοί''» στο έργο «''της αναστηλώσεως και ενισχύσεως της δικαιοσύνης, αλλ΄ εν ταυτώ και της πολιτειακής και κοινωνικής αναπλάσεως''». Εκθειάζοντας με τα μελανότερα χρώματα τη λειτουργία του κρατικού μηχανισμού και ειδικότερα την παραλυσία της δικαιοσύνης ένεκα των ιδεών του επαναστατικού ρεύματος της εποχής σημείωνε στην εγκύκλιό του
: «''Διατάξεις των νόμων εν τούτω κείμεναι και ποινάς πειθαρχικας απαγγέλουσαι περιέπεσαν εις αχρησίαν, η των προϊσταμένων επί των υφισταμένων εποπτεία εχαλαρώθη, η δε εκ μέρους του εισαγγελικού κλάδου επιτήρησις των δικαστηρίων και των δικαστικών υπαλλήλων και υπηρετών, απομακρυνθείσα τελείως του νόμου και μεταβληθείσα εις τύπον απλούν, ουδέ πόρρωθεν ανταπεκρίθη εις τας νομοθετικάς προσδοκίας. Ενώ ετέρωθεν έξεις πολιτικαί, καθ΄ ών εξηγέρθη η κοινή συνείδησις, παρέλυσαν όλως την υπό του κέντρου εποπτείαν και την εκ ταύτης εγγύησιν περί την διαχείρησιν της δικαιοσύνης. Ούτως ολόκληρον το σύστημα της επιτηρήσεως, του ελέγχου και των επιθεωρήσεων των προϊσταμένων αρχών και της πειθαρχικής εξουσίας η ενάσκησις δι΄ ων ο νομοθέτης εφρούρησε της δικαιοσύνης την διαχείρησιν, περιέπεσαν εις πλήρη σχεδόν αχρησίαν''».
Πράγματι από τα διαλαμβανόμενα σ΄εκείνη την εγκύκλιο διαφαίνονταν ότι η ισονομία που προβλεπόταν στο Σύνταγμα του 1864 είχε χάσει τη σοβαρότητά της έχοντας παραχωρήσει τη θέση στην ισοτιμία του δικαιώματος στην παρανομία. Οι υφιστάμενοι νόμοι δεν τηρούνταν, οι δε δικαστικές αποφάσεις λαμβάνονταν με κριτήρια πολιτικά, κοινωνικά, επαγγελματικά κλπ και τελείως ξένα προς την έννοια του δικαίου, επιβάλλοντας αυστηρές κυρώσεις μόνο επί των αδυνάτων διαπιστώνοντας παράλληλα ότι η φιλεργία και η επιμέλεια των δικαστικών δεν ήταν πάντα σε όλους «''ο αχώριστος σύντροφος''». Γενικά την "ανόρθωση της δικαιοσύνης"<ref>Ο όρος '''ανόρθωση''', αναφερόμενη στο κράτος ήταν το κυρίαρχο τότε προεκλογικό σύνθημα του Ε. Βενιζέλου δια του οποίου και έτυχε της προαπαιτούμενης κατά το τότε Σύνταγμα εμπιστοσύνης του Βασιλέως Γεωργίου του Α΄ όπως επίσημα ανακοινώθηκε μετά την ιστορική τους συνομιλία στις 2 Οκτωβρίου του 1910. ΅Εξ αυτού ο όρος στη συνέχεια κυριάρχησε α[' όλους τους υπουργούς του Ε. Βενιζέλου, κατά την άσκηση των καθηκόντων τους</ref> τη θεωρούσε ως κύρια βάση της γενικότερης «''αρραγούς οικονομικής, στρατιωτικής και εκπαιδευτικής ανορθώσεως και πάσης αγαθής εκδηλώσεως του δημοσίου και του ιδιωτικού βίου''», υποστηρίζοντας τελικά πως χωρίς κράτος δικαίου περιττεύει η ύπαρξη του ελληνικού κράτους.
 
Με την πρώτη συνεδρίαση της νέας Βουλής που προήλθε μετά τις εκλογές ξέσπασαν θυελλώδεις συζητήσεις περί του χαρακτήρα του σώματος αν θα πρέπει να είναι συντακτική ή αναθεωρητική. Ο Ν. Δημητρακόπουλος ηγούμενος τότε μικρής ομάδας βουλευτών (του κόμματός του), υποστήριξε την άποψη της μέσης οδού, δηλαδή την ευρεία αναθεώρηση του Συντάγματος.<br>
Την άποψη του αυτή, λίγες ημέρες αργότερα υιοθέτησε και ο Ε. Βενιζέλος ο οποίος την υποστήριξε επιβάλλοντάς την στη νέα βουλή μετά τις επαναληπτικές εκλογές που διεξάχθηκαν δύο μήνες μετά των προηγουμένων. Έτσι ο Δημητρακόπουλος παραμένοντας υπουργός Δικαιοσύνης παρασκεύασε το σχέδιο των αναθεωρητέων άρθρων του Συντάγματος το οποίο και υπέβαλε στη συνέχεια στη Βουλή για ψήφιση.
Σημαντικότερο όμως έργο του Ν. Δημητρακόπουλου ήταν τόσο τα βασικά μέτρα που έλαβε για την ανόρθωση της Δικαιοσύνης όσο και το πλούσιο νομοθετικό του έργο.
 
== Πρώτα βασικά μέτρα ==
Τα πρώτα βασικά μέτρα που έλαβε ο Ν Δημητρακόπουλος στο μεγαλόπνοο πρόγραμμά του για την ανύψωση της δικαιοσύνης ήταν α) το ζήτημα των αποδοχών των δικαστικών, β) η κάθαρση του χώρου από φερόμενους ως "ανάξια στοιχεία", γ) η σύγκρουσή του με το επαναστατικό ρεύμα της εποχής που απαιτούσε μεταξύ άλλων την κατάργηση της ισοβιότητας των δικαστών και δ) την ανεξαρτησία της δικαιοσύνης από κάθε παρεμβατισμό με επακόλουθο την ισόνομη εφαρμογή των νόμων.
Γραμμή 47 ⟶ 52 :
<references />
== Πηγές ==
* "Μεγάλη Ελληνική Εγκυκλοπαίδεια" τομ. Θ΄, σ.113
* Ν. Δημητρακόπουλος "''Πολιτικά''" Εκδόσεις Γ. Σπηλιόπουλου, Αθήναι 1915
* Δ. Πετρακάκος "''Κοινοβουλευτική Ιστορία της Ελλάδος''" ([[1944]])