Προεστοί: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
[[File:Ioannis Logothetis.jpg|thumb|260px|O [[Ιωάννης Λογοθέτης]], πρόκριτος της [[Λιβαδειά]]ς. Πίνακας του [[Λουί Ντυπρέ]].]]
Οι '''προεστοί'''/ '''προεστώτες''', ή '''πρόκριτοι''', ή '''κοτζαμπάσηδες''' (από το [[τουρκικά|τούρκικο]] ''kocabaṣı'', koca = μέγας, μεγάλος, γέροντας + baṣ = κεφάλι, πρώτος) ήταν κοινοτικοί άρχοντες, οι επικεφαλής σε επίπεδο επαρχίας των ελληνικών χριστιανικών κοινοτήτων (ως δεύτερη βαθμίδα της αυτοδιοίκησης), επί [[Τουρκοκρατία]]ς.<ref>{{harvnb|Παπαγεωργίου|2005|p=60}}</ref><ref>λήμμα «προεστώς», Λεξικόν της Ελληνικής Γλώσσης, Επιμ. Γεωργ. Ζευγώλη, εκδ. Πρωίας, Αθήνα, 1933 </ref> Οι προεστοί εκπροσωπούσαν τις χριστιανικές κοινότητες σε όλες τις εκ της [[οθωμανική αυτοκρατορία|οθωμανικής εξουσίας]] πηγάζουσες σχέσεις, διοικητικές, οικονομικές, τάξης και ασφάλειας κ.λπ. Ήταν είτε διορισμένοι από την οθωμανική διοίκηση, είτε εκλεγμένοι από τους [[δημογέροντας|δημογέροντες]] των κατά τόπους χωριών. Ο θεσμός καταργήθηκε επί Αντιβασιλείας του Όθωνα το 1833 με την έκδοση του νόμου «περί των Δήμων» του κράτους,<ref name="NomosDimon1833">[http://www.et.gr/idocs-nph/search/pdfViewerForm.html?args=5C7QrtC22wGL8WUPPJney3dtvSoClrL8fDffslSKNB0pCCmqt4mgGEHlbmahCJFQEmRQwePEviF8EeCoaT0MAKztT3Sb63xk3VkL3PiCQ3RLoVYQqjKiogfu8Gq1RKKQmyoZK8o4WQP0EksOMH1fKl1T_yTlX9QZMKnej7JtP5gD40nf97bhwg.. ΦΕΚ A 3 - 10.01.1834], (7 Δεκεμβρίου 1833 / 8 Ιανουαρίου 1834) Νόμος περί συστάσεων των Δήμων</ref>, με τον οποίο θεσμοθετήθηκαν ως άρχοντες της τοπικής αυτοδιοίκησης οι [[Δήμαρχος|Δήμαρχοι]] οι οποίοι αντικατέστησαν τους προκρίτους.<ref name="Elefth">Λήμμα «προεστώς», Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ελευθερουδάκη, Αθήνα, 1930</ref><ref name="Pylia70">{{harvnb|Πύλια|2001|p=70}}</ref>
 
== Γενικά ==
Γραμμή 8:
 
==Εκλογή / επιλογή==
Οι προεστοί εκ των πραγμάτων προέρχονταν από εύπορες οικογένειες, γαιοκτημόνων ή εμπόρων, (προύχοντες), που είχαν χρόνο ελεύθερο να ασχολούνται και με τα κοινά. Δεν υπήρχε ομοιόμορφη νομοθεσία ή πρακτική. Αλλού αναφέρεται ότι εκλέγονταν απ΄ ευθείας από την τοπική κοινωνία, όχι με ψηφοφορία αλλά δια βοής σε υπαίθριο χώρο, για ένα χρόνο ή και περισσότερο εφόσον έχαιραν της κοινής εμπιστοσύνης και δεν εκδηλωνόταν κάποια αντίδραση, ενώ αλλού αναφέρεται εκλογή από τους [[δημογέροντας|δημογέροντες]] των χωριών (της περιφέρειας) που εκπροσωπούσαν<ref name="Elefth"/> ως δεύτερη βαθμίδα της αυτοδιοίκησης (με πρώτη τους δημογέροντες).<ref name="Argyro31-32">Δημοτική Διοίκησις εν Ελλάδι, τόμος Α΄, Π. Αργυρόπουλος, εν Αθήναις, εκ της Φιλολάου Τυπογραφίας, 1843, σελ. 31-32</ref>. Η δε εκλογή τους επικυρωνόταν στη συνέχεια από τον Οθωμανό διοικητή της περιοχής Πασά, ή Βαλή, αναγνωρίζοντας το αξίωμά τους έχοντας προηγουμένως προκαταβάλει όλο τον ετήσιο αναλογούντα φόρο των κοινοτήτων τους, τον οποίο στη συνέχεια εισέπρατταν από τους κατοίκους. Ενδεικτικά στο δε Πασαλίκι των Ιωαννίνων σε πολλές των περιπτώσεων οι πρόκριτοι ή προεστοί ορίζονταν απ΄ ευθείας από τον Αλή Πασά. Στο μπεηλίκι της Μάνης οι προεστοί αποκαλούνταν συνηθέστερα καπετάνιοι, ή καπεταναίοι, εκλέγονταν συνηθέστερα με κριτήριο την αντρειοσύνη και το μέγεθος της φαμίλιας, ειδικά σε αρρενογονία, που έχαιραν της εμπιστοσύνης του εκάστοτε Μπέη, πλην όμως η καταβολή φόρων ήταν σχεδόν ανύπαρκτη. Στα νησιά του Αιγαίου πρόκριτοι ήταν συνηθέστερα καραβοκύρηδες, ή έμποροι.
 
==Καθήκοντα==