Γνωστική ψυχολογία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Marcos.th (συζήτηση | συνεισφορές)
μ +wikilinks
Marcos.th (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{stub}}
Η '''Γνωστική Ψυχολογία''' αποτελεί μια σχετικά νέα επιστημονική προσέγγιση στον τομέα της [[ψυχολογία|ψυχολογίας]] που παρουσιάστηκε στη δεκαετία του '70 και προσπαθεί μεταξύ άλλων να ερμηνεύσει το φαινόμενο της μάθησης. Η κίνηση αυτή διαμορφώθηκε ως συνέπεια των εξελίξεων στις επιστήμες της [[πληροφορική|πληροφορικής]], στη [[γλωσσολογία]] και άλλους τομείς που έχουν ως κοινό στοιχείο την "πληροφορία".
 
Η '''Γνωστική Ψυχολογία''' είναι επιστημονική προσέγγιση της [[ψυχολογία|ψυχολογίας]] που προσπαθεί να ερμηνεύσει τα φαινόμενα της [[αντίληψη|αντίληψης]] και των [[διανοητικές διαδικασίες|διανοητικών διαδικασιών]] υποστηρίζοντας ότι έτσι μπορεί να εξηγηθεί η ανθρώπινη [[συμπεριφορά]]. Η περιοχή καλύπτει ένα ευρύ φάσμα περιοχών έρευνας, εξετάζοντας ερωτήματα λειτουργίας της [[μνήμη|μνήμης]], [[προσοχή|προσοχής]], [[αντίληψη|αντίληψης]], [[αναπαράσταση γνώσης|αναπαράστασης της γνώσης]], [[συλλογισμός|συλλογισμού]], [[δημιουργικότητα|δημιουργικότητας]] και [[επίλυση προβλημάτων|επίλυσης προβλημάτων]]. Ο όρος ''Γνωστική Ψυχολογία'' πρωτοπαρουσιάστηκε στο βιβλίο ''Cognitive Psychology'' απο τον Ulrich Neisser το [[1967]] όπου δίνεται ένας πολύ ευρύς ορισμός, δίνοντας έμφαση στη άποψη ότι η νόηση έχει συγκεκριμένες θεμελιώδεις δομές. Αυτός ο ορισμός δίνει τη δυνατότητα μελέτης ψηλότερου επιπέδου εννοιών, όπως ο ''συλλογισμός'' όπου τα μοντέρνα βιβλία συνήθως συμπεριλαμβάνουν στην προσπάθειά τους να ορίσουν την Γνωστική Ψυχολογία.
Το βασικό ερώτημα της Γνωστικής Ψυχολογίας είναι το πώς ένα άτομο αποκτά τη γνώση. Επάνω στο ζήτημα αυτό, η βασική της θέση είναι ότι, η είσοδος και η επεξεργασία πληροφοριών, που οδηγούν στην μάθηση και την γνώση, ακολουθούν μια διαδικασία παρόμοια με εκείνη της επεξεργασίας των τροφών με την λειτουργία της πέψης. Κατά την επεξεργασία αυτήν οι γνώσεις μετασχηματίζονται και αποθηκεύονται, για να ενεργοποιηθούν, όταν τις χρειαστούμε. Αυτό σημαίνει ότι για να μετατραπεί η πληροφορία σε γνώση, μεσολαβούν όχι μόνον οι αισθήσεις, οι οποίες φιλτράφουν τα εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά και κάποιες διαδικασίες επεξεργασίας, οι οποίες μετασχηματίζουν τα δεδομένα, σε γνώση. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζονται από τις γνωστικές λειτουργίες, δηλ, την [[αντίληψη]], την [[μνήμη]], την [[γλώσσα]], την σκέψη και την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.
 
Το βασικό ερώτημα της Γνωστικής Ψυχολογίας είναι το πώς ένα άτομο αποκτά τη γνώση. Επάνω στο ζήτημα αυτό, η βασική της θέση είναι ότι, η είσοδος και η επεξεργασία πληροφοριών, που οδηγούν στην μάθηση και την γνώση, ακολουθούν μια διαδικασία παρόμοια με εκείνη της επεξεργασίας των τροφών με την λειτουργία της πέψης. Κατά την επεξεργασία αυτήν οι γνώσεις μετασχηματίζονται και αποθηκεύονται, για να ενεργοποιηθούν, όταν τις χρειαστούμε. Αυτό σημαίνει ότι για να μετατραπεί η πληροφορία σε γνώση, μεσολαβούν όχι μόνον οι αισθήσεις, οι οποίες φιλτράφουνφιλτράρουν τα εξωτερικά ερεθίσματα, αλλά και κάποιες διαδικασίες επεξεργασίας, οι οποίες μετασχηματίζουν τα δεδομένα, σε γνώση. Οι διαδικασίες αυτές καθορίζονται από τις γνωστικές λειτουργίες, δηλ, την [[αντίληψη]], την [[μνήμη]], την [[γλώσσα]], την σκέψη και την ικανότητα επίλυσης προβλημάτων.
 
Η Γνωστική Ψυχολογία θεωρεί ότι για να μελετηθεί η μάθηση πρέπει να μελετήσουμε αναλυτικά τον μετασχηματισμό της πληροφορίας σε γνώση δηλαδή τις φάσεις της γνωστικής επεξεργασίας πληροφοριών και ρίχνει το βάρος της στην μελέτη των συγκεκριμένων γνωστικών λειτουργιών.