Θεόφραστος Σακελλαρίδης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 51:
 
== Αποτίμηση του έργου του ==
Ο Σακελλαρίδης ήταν ταλαντούχος μουσικός, παραγωγικότατος, άρτια καταρτισμένος, ενώ παράλληλα διέθετε και καλή σκηνική πείρα. Η μουσική του, μελωδικότατη, ζωηρή, είναι άλλοτε επηρεασμένη από την αυστριακή, ή τη γαλλική [[Οπερέτα|οπερέτα]] και άλλοτε καθαρά ελληνική, στολισμένη με κάποια ανατολίτικα μοτίβα. Θα λέγαμε ότι διαπνέεται από έναν μουσικό εκλεκτισμό, αφού κατορθώνει να συνδυάσει επιτυχώς τις ετερόκλιτες μουσικές επιρροές που έχει δεχθεί. Αφομοιώνει, επίσης, στοιχεία του [[Δημοτικό τραγούδι|δημοτικού τραγουδιού]], της καντάδας, της ιταλικής [[Όπερα|όπερας]], του ναπολιτάνικου τραγουδιού, της τσιγγάνικης μουσικής, λαϊκότερων ειδών και ενίοτε της [[Τζαζ|τζαζ]] (ιδίως σε οψιμότερα έργα) και καταφέρνει να δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο προσωπικό ύφος. Υποστηρίζεται μάλιστα από μουσικολόγους πως, αν ήταν Βιεννέζος Θα είχε φθάσει τη δόξα, αν όχι του [[Γιόχαν Στράους ο νεώτερος|Στράους]], οπωσδήποτε όμως του [[Φραντς Λέχαρ|Λέχαρ]] ή του Κάλμαν. Ωστόσο δεν έλειψαν και οι επικρίσεις, σχετικά με τα ξενόφερτα στοιχεία του έργου του και τις διασκευές ή αντιγραφές ξένων τραγουδιών που έκανε στην επιθεώρηση (Παναθήναια). Τέτοιου είδους κριτικές σήμερα μοιάζουν κάπως ανεδαφικές ή ξεπερασμένες. Συνολικά συνέθεσε γύρω στα 103 έργα, συμπεριλαμβανομένων και των 80 περίπου οπερετών.
 
Ο [[Μανώλης Καλομοίρης]] στο 541 τεύχος του περιοδικού [[Νέα Εστία]] (Αθήναι 15 Ιανουαρίου 1950, τόμος 47) έγραφε μεταξύ άλλων με την αφορμή του θανάτου του Σακελλαρίδη: ''«Ένας ακόμη από τους πρωτεργάτες και θεμελιωτές της Ελληνικής μουσικής άνθησης έφυγε από ανάμεσά μας κι αφίνει ένα κενό που δύσκολα θα μπορέσωμε να το αναπληρώσωμε. Η μελωδία του χαμένου μουσουργού [...] κι αν δεν καίει κι αν δεν φλογίζει, όμως ευωδιάζει με ένα λεπτό μουσικό άρωμα γεμάτο από την Αττική φύση και την Αττική ομορφιά.[...] Αν όμως χάθηκε ο γλυκόλαλος τραγουδιστής, ο αχός της φλογέρας του μένει. Αχολογάει πάντα ολόθερμος και ζωντανός μέσα στις ψυχές και τις καρδιές μας και θα αντιλαλάει πάντα όπου Ελλάδα και Ελληνισμός σαν το θρόισμα στα κλαριά των πεύκων, όταν το δειλινό αεράκι τα αργοκινάει με το ανάλαφρο πέρασμά του, και θα μας ξεκουράζει από τον κάματο της σκληρής δουλειάς και τις πίκρες της καθημερινής ζωής».''