Οσελότος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Lingveno (συζήτηση | συνεισφορές)
μ διόρθωση με τη χρήση AWB
μ μικροδιορθώσεις
Γραμμή 3:
| εικόνα = Ocelot Marwell Zoo.jpg
| πλάτος_εικόνας = 280px
| λεζάντα_εικόνας = Οσελότος σε ζωολογικό κήπο στο Ηνωμένο βασίλειο
| status = LC
| status_system = iucn3.1
Γραμμή 12:
| familia = [[Αιλουρίδες]] (''Felidae'')
| subfamilia = [[Αιλουρίνες]] (''Felinae'') (Fischer de Waldheim, 1817) <ref>http://www.departments.bucknell.edu/biology/resources/msw3/browse.asp?id=1400003</ref>
| genus = '''Λεόπαρδος''' (''Leopardus'') (Gray, 1842)
| species = '''''L. pardalis'''''
| binomial = ''Leopardus pardalis'' '''(Λεόπαρδος η πάρδαλις)''' {{Ref_label|I|i|none}}
| binomial_authority = Linnaeus, 1758
| subdivision_ranks = [[Υποείδος|Υποείδη]] | subdivision_ranks = [[Υποείδος|Υποείδη]]
Γραμμή 26:
*Καθοδική ↓ <ref name="iucnredlist.org"/>
==Ονοματολογία==
Η λατινική επιστημονική ονομασία του [[γένος (βιολογία)|γένους]] ''Leopardus'' είναι η άμεση απόδοση της λέξης ''Λεόπαρδος'', η οποία είναι [[ετυμολογία|αντιδάνεια]] και προέρχεται από τα επί μέρους συνθετικά ''λέων'' + ''πάρδος''. Η λέξη ''πάρδος'', με τη σειρά της, είναι το αρσενικό της λέξης ''πάρδαλις'' (βλ. παρακάτω) η οποία έχει πρωτογενή σημασία και σημαίνει «λεοπάρδαλη», ζώο που ήταν ευρύτατα διαδεμένοδιαδεδομένο και αγαπητό στην αρχαιότητα. Επομένως, οποιαδήποτε επιστημονική ονομασία περιλαμβάνει αυτούσια την λέξη ή κάποια επί μέρους συνθετικά της, έχει τη σημασία της [[λεοπάρδαλη]]ς. Ακόμη και η λέξη «παρδαλός» είναι μεταγενέστερη και σημαίνει «αυτός που έχει στίξεις ή κηλίδες σαν της λεοπάρδαλης».<ref name="Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, 48:456">Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, 48:456</ref>
 
Η λέξη ''pardus'' «πάρδος» είναι το αρσενικό της λέξης «πάρδαλις», και είναι μεταγενέστερη. Ο όρος ''πάρδαλις'' είναι παλαιά λόγια ονομασία που χρησιμοποιήθηκε για να περιγράψει την [[λεοπάρδαλη]] και προέρχεται από την αρχαία λέξη ''πόρδαλις''. Το Λεξικό [[Απολλώνιος ο Σοφιστής|Απολλωνίου του Σοφιστού]], αναφέρεται με σαφήνεια: ''πόρδαλις: ο άρσην, η δε θήλεια πάρδαλις''. Πρόκειται για [[ετυμολογία|δάνεια]] λέξη που, πιθανόν, έχει ανατολική προέλευση και συνδέεται με την ιρανική ''Pwrδηκ'', την [[περσική γλώσσα|περσική]] ''palang'' και την αρχ. [[ινδική γλώσσα|ινδική]] ''prdãku-''. Ωστόσο το επίθημα ''-αλις'' δεν εξηγείται ετυμολογικά.<ref name="Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα, 48:456"/>
 
Η λέξη ''οσελότος'', που αποτελεί την κοινότερη λαϊκή ονομασία του θηλαστικού σε πολλές γλώσσες, προέρχεται από την γλώσσα [[Νάουατλ γλώσσα|Νάουατλ]] και, συγκεκριμένα, από το ''ōcēlōtl'' (προφ. ''oːˈseːloːt͡ɬ'', '''Οσέλοτλ''') που, ωστόσο, αναφέρεται περισσότερο στον [[ιαγουάρος|ιαγουάρο]] (''Panthera onca'').<ref>Karttunen, Frances (1983). An Analytical Dictionary of Nahuatl. Austin: University of Texas Press. p. 176</ref><ref>Lockhart, James (2001). Nahuatl as Written: Lessons in Older Written Nahuatl, with Copious Examples and Texts. Stanford, California: Stanford University Press. p. 228</ref>
 
Ο οσελότος απαντά με πολλές -και ενδιαφέρουσες- ονομασίες στις χώρες κατανομής του, μερικές από τις οποίες είναι: ''tirica'' (Αργεντινή), ''cunaguaro'' (Αργεντινή, Βενεζουέλα), ''tigrezillo'' (Βολιβία), ''jaguatirica'' (Βραζιλία), ''maracaya'' (Κολομβία), ''manigordo'' (Κόστα Ρίκα, Νικαράγουα, Παναμάς, Βενεζουέλα), ''gato tigre'' (Παναμάς), ''pumillo'', ''tigrillo'' (Περού), ''hétigrikati'' (Σουρινάμ).<ref>catsg.org</ref>
Γραμμή 59:
| 4 || ''Leopardus pardalis mitis'' || [[Αργεντινή]], [[Παραγουάη]] ||
|-
| 5 || ''Leopardus pardalis nelsoni'' || [[Μεξικό]] ||
|-
| 6 || ''Leopardus pardalis pardalis'' || Δάσος βροχής του [[Αμαζόνιος|Αμαζονίου]] ||
Γραμμή 67:
| 8 || ''Leopardus pardalis pusaeus'' || [[Εκουαδόρ]] ||
|-
| 9 || ''Leopardus pardalis sonoriensis'' || [[Μεξικό]] ||
|-
| 10 || ''Leopardus pardalis steinbachi'' || [[Βολιβία]] ||
Γραμμή 79:
Στο πίσω μέρος των στρογγυλεμένων αυτιών υπάρχουν οι χαρακτηριστικές λευκές κηλίδες που παρατηρούνται σε πολλά αιλουροειδή και που, πιθανότατα, παίζουν ρόλο στην επικοινωνία μεταξύ των μελών μιας ομάδας, οι ''οφθαλμίσκοι'' (''ocelli''). Δύο μαύρες ρίγες «διατρέχουν» τις δύο πλευρές του προσώπου και μία από την κορυφή κάθε οφθαλμού προς την κορυφή του κεφαλιού, κάνοντάς το ακόμη πιο όμορφο. Οι οφθαλμοί περιβάλλονται από λευκές τρίχες. Τα εμπρόσθια πέλματα είναι σχετικά μεγάλα, ενώ η μακριά ουρά διαθέτει μαύρες μπάρες στην βάση και μαύρους δακτυλίους στο άκρο της.
==Βιομετρικά στοιχεία==
*Μήκος σώματος (χωρίς την ουρά): 68 έως 100 εκατοστά
*Μήκος ουράς: 26 έως 45 εκατοστά
*Βάρος: ♂ 7 έως 14,5 κιλά ♀ 7 έως 10.8 κιλά
<ref>http://www.mnh.si.edu/mna/image_info.cfm?species_id=130</ref><ref name="Sunquist & Sunquist">Sunquist & Sunquist</ref>
==Τροφή==
Γραμμή 97:
Συνήθως, οι οσελότοι αναπαράγονται ''μόνο μία (1) φορά κάθε δεύτερο έτος'', αλλά το θηλυκό μπορεί να ξαναζευγαρώσει εάν χάσει κάποια γέννα. Το ζευγάρωμα μπορεί να συμβεί ανά πάσα στιγμή του έτους, για παράδειγμα στο Τέξας και στο Μεξικό είναι όλο το χρόνο, αλλά στην ΒΑ. Αργεντινή και την Παραγουάη είναι από Οκτώβριο μέχρι Ιανουάριο.<ref name="cats.org"/> Ο οίστρος διαρκεί 7-10 ημέρες και μετά το ζευγάρωμα, το θηλυκό αναζητεί ένα κρησφύγετο σε μια σπηλιά ή σε ένα βραχώδες κοίλωμα, στην κουφάλα ενός δένδρου ή μέσα σε έναν πυκνό -κατά προτίμηση- αγκαθωτό θάμνο.
 
Η κύηση διαρκεί 79-85 (Mondolfi, 1986) ημέρες και η γέννα αποτελείται συνήθως από ένα (1) μόνο γατάκι, που γεννιέται με τα μάτια κλειστά και λεπτό τρίχωμα. Γέννες με 2 ή 3 γατάκια μπορεί να προκύψουν, είναι όμως λιγότερο συχνές. Το μικρό μέγεθος γέννας και η σχετικά αραιή αναπαραγωγή κάνουν τον οσελότο ιδιαίτερα ευάλωτο στις πληθυσμικέςπληθυσμιακές απώλειες Σε σύγκριση με άλλες μικρές ''αγριόγατες'', τα μικρά του οσελότου μεγαλώνουν αρκετά αργά. Ζυγίζουν περίπου 250 γραμμάρια κατά τη γέννηση, και δεν ανοίγουν τα μάτια τους για 15 έως 18 ημέρες. Διαθέτουν ήδη κηλίδες κατά τη γέννηση, αλλά το τρίχωμά τους είναι γκρίζο και τα μάτια τους είναι μπλε, αλλάζοντας σε καφέ στους τρεις μήνες της ηλικίας, περίπου.Αρχίζουν να εγκαταλείπουν την φωλιά στους 3 μήνες, αλλά παραμένουν με τη μητέρα τους για έως και 2 χρόνια, πριν φύγουν και αναζητήσουν την δική τους περιοχή.
 
Οι οσελότοι αναπαράγονται από τους 18-22 μήνες για τα θηλυκά και μετά τα 2,5 έτη για τα αρσενικά.<ref name="cats.org"/> Ζουν έως και 20 χρόνια σε αιχμαλωσία,<ref name="Sunquist & Sunquist"/> αλλά μόνον 7-10 χρόνια σε άγρια κατάσταση.<ref name="cats.org"/>
Γραμμή 117:
*Το κυνήγι του απαγορεύεται στην Αργεντινή, τη Βραζιλία, τη Βολιβία, την Κολομβία, την Κόστα Ρίκα, τη Γαλλική Γουιάνα, τη Γουατεμάλα, την Ονδούρα, το Μεξικό, τη Νικαράγουα, τον Παναμά, την Παραγουάη, το Σουρινάμ, το Τρινιδάδ, τις Ηνωμένες Πολιτείες, την Ουρουγουάη και τη Βενεζουέλα, ενώ αυστηροί νόμοι έχουν θεσπιστεί στο Περού.<ref name="Nowell & Jackson"/> Μέρος από την επικράτεια του είδους περιλαμβάνει τις προστατευόμενες περιοχές, συμπεριλαμβανομένων και ορισμένων που είναι σε θέση να συντηρήσουν μακροπρόθεσμα βιώσιμους πληθυσμούς.<ref>de Oliveira et al. in submission</ref>
==Οι οσελότοι ως κατοικίδια==
Όπως πολλές άγριες γάτες, οι οσελότοι περιστασιακά εκτρέφονται ως κατοικίδια ζώα. Ο πιο γνωστός οσελότος ήταν ο ''Μπαμπού'' (''Babou''), που ανήκε στον ιδιόρρυθμο ζωγράφο [[Σαλβαδόρ Νταλί|Νταλί]], που τον έπαιρνε μαζί στα ταξίδια του.<ref>http://www.liveauctioneers.com/item/16409634_dali-and-captain-moore-with-an-ocelot</ref>
 
Οι προκολομβιανοί [[Μότσε]] (Moche) του [[Περού]] λάτρευαν ως θεό τον οσελότο και, συχνά, τον απεικόνιζαν στην τέχνη τους.<ref>Museo Arqueologico Rafael Larco Herrera (1997). Katherine Berrin, ed. The Spirit of Ancient Peru: Treasures from the Museo Arqueologico Rafael Larco Herrera. New York City: Thames and Hudson. ISBN 978-0-500-01802-6.</ref>
==Σημειώσεις==
'''i.''' {{Note_label|I|i|none}} Στην ελληνική βιβλιογραφία ο οσελότος αναφέρεται και ως ''Πάρδαλις'' <ref>Πάπυρος Λαρούς, εκδ. 1963, 10: 1049</ref>
 
==Παραπομπές==
{{Παραπομπές|230em}}
 
==Πηγές==
{{wikispecies|Leopardus pardalis|Leopardus pardalis}}