Σαουδική Αραβία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
→‎Ιστορία: + πηγές
Γραμμή 71:
 
== Ιστορία ==
=== Πριν τους Σαούντ ===
Αν και η περιοχή της σημερινής Σαουδικής Αραβίας είναι πλούσια σε αρχαία ιστορία, η ανάδειξη της δυναστείας Σαούντ ξεκίνησε στην κεντρική Αραβία το 1744. Εκείνη τη χρονιά ο Μοχάμεντ Ιμπν Σαούντ, ηγεμόνας της πόλης Αντ Ντιριγιάχ κοντά στο Ριάντ, ένωσε τις δυνάμεις του με έναν διάσημο μουσουλμάνο λόγιο και ιμάμη, τον Μοχάμεντ Ιμπν Αμπντ Αλ Γουαχάμπ, ώστε να δημιουργήσουν μία νέα πολιτική οντότητα. Και οι δύο βρήκαν κοινά ενδιαφέροντα και ενώθηκαν με την επιθυμία να επαναφέρουν όλους τους αραβικούς πληθυσμούς της χερσονήσου στην άσκηση του ορθόδοξου ισλαμισμού. Αυτή η συμμαχία του 18ου αιώνα αποτελεί και τη βάση της σημερινής δυναστείας της Σαουδικής Αραβίας.
Την προ-ισλαμική εποχή, πέρα από ένα μικρό αριθμό αστικών εμπορικών κέντρων (όπως η Μέκκα και η Μεδίνα), το μεγαλύτερο τμήμα αυτού που έγινε η Σαουδική Αραβία κατοικούταν από νομαδικές φυλές.<ref>{{cite book |title=The Rise of Islam |author=Matthew Gordon |year=2005 |isbn=0-313-32522-7 |page=4}}</ref> Ο προφήτης του Ισλάμ, [[Μωάμεθ]], γεννήθηκε στη [[Μέκκα]] περίπου του 571 μ.Χ. και στις αρχές του 7ου αιώνα ένωσε τις φυλές της χερσονήσου και δημιούργησε μια ισλαμική πολιτείας.<ref name="James E. Lindsay 2005 33">{{cite book |title=Daily Life in the Medieval Islamic World |author=James E. Lindsay |year=2005 |isbn=0-313-32270-8 |page=33}}</ref> Μετά τον θάνατό του το 632, οι ακόλουθοί του επέκτειναν τις εκτάσεις των μουσουλμάνων πέρα από την Αραβία, καταλαμβάνοντας τεράστιες εκτάσεις (από την [[Ιβηρική Χερσόνησος|ιβηρική χερσόνησο]] μέχρι το σύγχρονο [[Πακιστάν]]) μέσα σε μερικές δεκαετίες, με αποτέλεσμα η Σαουδική Αραβία να βρεθεί να έχει περιφερειακό ρόλο στον μουσουλμανικό κόσμο.<ref name="James E. Lindsay 2005 33"/> Από τον 10ο αιώνα μέχρι τις αρχές του 20ού, η Μέκκα και η Μεδίνα ήταν υπό τον έλεγχο του τοπικού Άραβα ηγεμόνα, γνωστού ως Σαρίφ της Μέκκα, όμως δήλωνε υποταγή τις περισσότερες φορές στον ηγέτη κάποιας από τις μεγάλες μουσουλμανικές αυτοκρατορίες με έδρα τη Βαγδάτη, το Κάιρο ήταν Κωνσταντινούπολη. Το μεγαλύτερο τμήμα της υπόλοιπης Αραβίας ελεγχόταν από τις φυλές.<ref name="Britannica history">{{cite web |url=http://www.britannica.com/EBchecked/topic/31568/history-of-Arabia |title=History of Arabia |work=Encyclopædia Britannica }}</ref><ref>{{cite book |title=The changing map of Asia |author=William Gordon East |year=1971 |isbn=978-0-416-16850-1 |pages=75–76}}</ref>
 
Στις αρχές του 16ου αιώνα, ο Οθωμανός Σουλτάνος [[Σελίμ Α΄]] κατέκτησε τις ακτές της Ερυθράς θάλασσας και του περσικού κόλπου και διεκδίκησε την κυριαρχία της ενδοχώρας. Ο βαθμός ελέγχου αυτών των εδαφών ποικίλε τους επόμενους τέσσερις αιώνες, ανάλογα με την ισχύ της κεντρικής εξουσίας της αυτοκρατορίας.<ref>{{cite book |title=Muddle of the Middle East, Volume 2 |author=Nikshoy C. Chatterji |year=1973 |isbn=0-391-00304-6 |page=168}}</ref>
 
=== Η δυναστεία των Σαούντ ===
Αν και η περιοχή της σημερινής Σαουδικής Αραβίας είναι πλούσια σε αρχαία ιστορία, η ανάδειξη της δυναστείας Σαούντ ξεκίνησε στην κεντρική Αραβία το 1744. Εκείνη τη χρονιά ο Μοχάμεντ Ιμπν Σαούντ, ηγεμόνας της πόλης Αντ Ντιριγιάχ κοντά στο Ριάντ, ένωσε τις δυνάμεις του με έναν διάσημο μουσουλμάνο λόγιο και ιμάμη, τον Μοχάμεντ Ιμπν Αμπντ Αλ Γουαχάμπ, ώστε να δημιουργήσουν μία νέα πολιτική οντότητα.<ref>{{cite book |title=Contemporary Religions: A World Guide |author=Ian Harris |author2=Stuart Mews|author3=Paul Morris|author4= John Shepherd |year=1992 |isbn=978-0-582-08695-1 |page=369}}</ref> Και οι δύο βρήκαν κοινά ενδιαφέροντα και ενώθηκαν με την επιθυμία να επαναφέρουν όλους τους αραβικούς πληθυσμούς της χερσονήσου στην άσκηση του ορθόδοξου ισλαμισμού. Αυτή η συμμαχία του 18ου αιώνα αποτελεί και τη βάση της σημερινής δυναστείας της Σαουδικής Αραβίας.<ref>{{cite book |title=The Future of Islam in the Middle East |author=Mahmud A. Faksh |year=1997 |isbn=978-0-275-95128-3 |pages=89–90}}</ref>
 
Τα επόμενα 150 χρόνια οι τύχες της οικογένειας Σαούντ ακολούθησαν μία έντονη πορεία καθώς οι ηγεμόνες της οικογένειας αντιμετώπισαν την Αίγυπτο, την [[Οθωμανική Αυτοκρατορία|Οθωμανική αυτοκρατορία]] και άλλες αραβικές οικογένειες για να αποκτήσουν τελικά τον έλεγχο της χερσονήσου. Το τρίτο και σημερινό βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε στις αρχές του 20ου αιώνα από τον βασιλιά Αμπντούλ Αζίζ Αλ Σαούντ. Πριν από αυτό, άλλα δύο βασίλεια άκμασαν και διαλύθηκαν.
 
Το πρώτο βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε το 1756 με την εγκατάσταση του Μοχάμεντ Ιμπν Αμπντ Αλ Γουαχάμπ στο Ντιριγιάχ και την υπόσχεση του τοπικού ηγεμόνα πρίγκηπα Μοχάμεντ Ιμπν Σαούντ να υποστηρίξει την προσπάθεια εξαγνισμού της ισλαμικής θρησκευτικής πρακτικής. Ο οίκος των Σαούντ και οι σύμμαχοί του σύντομα εξελίχθηκαν στο επικρατέστερο βασίλειο στην Αραβία, ελέγχοντας σχεδόν όλη τη σημερινή επικράτεια της Σαουδικής Αραβίας<ref>D. Gold (6 April 2003) [http://www.jcpa.org/art/nypost-dg6apr03.htm "Reining in Riyadh"]. NYpost (JCPA)</ref> και τις ιερές πόλεις της [[Μέκκα]] και της [[Μεδίνα]]. Η επέκταση των Σαούντ ανησύχησε τον οθωμανόΟθωμανό σουλτάνο, ο οποίος ζήτησε από τον [[Μεχμέτ Αλή Πασάς|Μοχάμεντ Αλί Πασά]] να επανακτήσει τις περιοχές για λογαριασμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας. Ο Αλί με τους γιους του, Τουσούν Πασά και [[Ιμπραήμ Πασάς|Ιμπραήμ Πασά]], κατέφερεκατάφερε τελικά να εξουδετερώσει τον στρατό των Σαούντ το 1818<ref>"[http://countrystudies.us/saudi-arabia/7.htm The Saud Family and Wahhabi Islam]". Library of Congress Country Studies.</ref> και τελικά να αποδυναμώσει την κυριαρχία του Αλ Σαούντ στην ευρύτερη περιοχή.
 
Μετά από μία περίοδο αναδόμησης που ακολούθησε τη διάλυση του πρώτου βασιλείου των Σαούντ, η οικογένεια επέστρεψε στην εξουσία με την ίδρυση του δεύτερου βασιλείου των Σαούντ το 1824. Το βασίλειο αυτό υποτάχθηκε τελικά το 1891 στον Αλ Ρασίντ του Χαίλ και οι Σαούντ εξορίστηκαν στο Κουβέιτ.<ref name="Britannica history"/>
 
Το τρίτο βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε από τον Ιμπν Σαούντ, ο οποίος το 1902 κατέλαβε το Ριάντ,<ref name="Britannica history"/> προγονική πρωτεύουσα της δυναστείας των Αλ Σαούντ, από την αντίπαλη οικογένεια των Αλ Ρασίντ. Συνεχίζοντας την επέκτασή του, ο Αμπντούλ Αζίζ υπέταξε το Αλ Χασά, την υπόλοιπη περιοχή του [[Νεζντ]] και την [[Χετζάζ]], το διάστημα 1913-1926. Τα σύνορα με την [[Ιορδανία]], το [[Ιράκ]] και το [[Κουβέιτ]] οριοθετήθηκαν με μία σειρά από συμφωνίες τη δεκαετία του 1920, με τη δημιουργία δύο παράλληλων ζωνών, μία με το Ιράκ και μία με το Κουβέιτ. Παράλληλα, το 1916, με την υποστήριξη της Βρετανίας (η οποία ήταν αντίπαλος των Οθωμανών στον [[Α΄ΠΠ|Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]], ο Σαρίφ της Μέκκα ηγείται της [[Αραβική Επανάσταση|Αραβικής Επανάστασης]] ενάντια στην εξουσία των Οθωμανών με στόχο τη δημιουργία ενός ενιαίου αραβικού κράτους.<ref>{{cite book |title=The Encyclopedia of World War I |author=Spencer Tucker |author2=Priscilla Mary Roberts |year=205 |isbn=978-1-85109-420-2 |page=565}}</ref> Αν και οι επαναστάσεις του 1916 και του 1918 απέτυχαν, η συμμαχική νίκη στον πόλεμο είχε ως αποτέλεσμα τη λήξη της οθωμανικής κυριαρχίας στην Αραβία.<ref>{{cite book |title=A History of the Arab Peoples |author=Albert Hourani |year=2005 |isbn=978-0-571-22664-1 |pages=315–319}}</ref>
Μετά από μία περίοδο αναδόμησης που ακολούθησε τη διάλυση του πρώτου βασιλείου των Σαούντ, η οικογένεια επέστρεψε στην εξουσία με την ίδρυση του δεύτερου βασιλείου των Σαούντ το 1824. Το βασίλειο αυτό υποτάχθηκε τελικά το 1891 στον Αλ Ρασίντ του Χαίλ.
 
Τα σύνορα με την [[Ιορδανία]], το [[Ιράκ]] και το [[Κουβέιτ]] οριοθετήθηκαν με μία σειρά από συμφωνίες τη δεκαετία του 1920, με τη δημιουργία δύο παράλληλων ζωνών, μία με το Ιράκ και μία με το Κουβέιτ. Το 1926 ο Χουσεΐν Ιμπν Αλί έγινε βασιλιάς της Σαρκίγια, ενώ ένα χρόνο αργότερα, το 1927, πήρε τον τίτλο βασιλιάς του Νεζντ. Με τη συνθήκη της [[Τζέντα]] το Μάιο του 1927, η Μεγάλη Βρετανία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της επικράτειας του Αμπντούλ Αζίζ, γνωστής μέχρι τότε ως βασίλεια του ΧεζάχΧετζάζ και του Νεζντ. Το 1932 οι περιοχές αυτές ενώθηκαν ως το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Τα νότια σύνορα του βασιλείου με την [[Υεμένη]] διαμορφώθηκαν το 1934 με τη συνθήκη του Ταΐφ, τερματίζοντας έναν βραχύβιο μεθοριακό πόλεμο μεταξύ τους.
Το τρίτο βασίλειο των Σαούντ ιδρύθηκε από τον Ιμπν Σαούντ, ο οποίος το 1902 κατέλαβε το Ριάντ, προγονική πρωτεύουσα της δυναστείας των Αλ Σαούντ, από την αντίπαλη οικογένεια των Αλ Ρασίντ. Συνεχίζοντας την επέκτασή του, ο Αμπντούλ Αζίζ υπέταξε το Αλ Χασά, την υπόλοιπη περιοχή του [[Νεζντ]] και την [[Χετζάζ]], το διάστημα 1913-1926.
 
=== Μετά την ενοποίηση ===
Τα σύνορα με την [[Ιορδανία]], το [[Ιράκ]] και το [[Κουβέιτ]] οριοθετήθηκαν με μία σειρά από συμφωνίες τη δεκαετία του 1920, με τη δημιουργία δύο παράλληλων ζωνών, μία με το Ιράκ και μία με το Κουβέιτ. Το 1926 ο Χουσεΐν Ιμπν Αλί έγινε βασιλιάς της Σαρκίγια, ενώ ένα χρόνο αργότερα, το 1927, πήρε τον τίτλο βασιλιάς του Νεζντ. Με τη συνθήκη της [[Τζέντα]] το Μάιο του 1927, η Μεγάλη Βρετανία αναγνώρισε την ανεξαρτησία της επικράτειας του Αμπντούλ Αζίζ, γνωστής μέχρι τότε ως βασίλεια του Χεζάχ και του Νεζντ. Το 1932 οι περιοχές αυτές ενώθηκαν ως το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Τα νότια σύνορα του βασιλείου με την [[Υεμένη]] διαμορφώθηκαν το 1934 με τη συνθήκη του Ταΐφ, τερματίζοντας έναν βραχύβιο μεθοριακό πόλεμο μεταξύ τους.
Το 1932 οι περιοχές αυτές (Χετζάζ και του Νεζντ) ενώθηκαν ως το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας. Τα νότια σύνορα του βασιλείου με την [[Υεμένη]] διαμορφώθηκαν το 1934 με τη συνθήκη του Ταΐφ, τερματίζοντας έναν βραχύβιο μεθοριακό πόλεμο μεταξύ τους.
 
Οι στρατιωτικές και πολιτικές επιτυχίες του Αμπντούλ Αζίζ δεν είχαν οικονομικό αντίκτυπο παρά μόνο μετά την ανακάλυψη κοιτασμάτων [[πετρέλαιο|πετρελαίου]] το 1938. Αναπτυξιακά προγράμματα ξεκίνησαν μετά το τέλος του [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου]] και το 1949 η εξόρυξη του πετρελαίου ήταν σε πλήρη ανάπτυξη. Οικονομική ευημερία επικράτησε σε όλη τη χώρα, ενισχύοντας παράλληλα τη διεθνή εικόνα του βασιλείου.