Μιχάλης Τόμπρος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Nelly12 (συζήτηση | συνεισφορές)
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 5:
Γεννήθηκε το 1889 στην Αθήνα. Πατέρας του ήταν ο κρητικής καταγωγής μαρμαροτεχνίτης Θεόδωρος Τόμπρος από το [[Κόρθι]] της [[Άνδρος|Άνδρου]] και μητέρα του η Μαργαρίτα Ν. Ρεμούνδου ή Ραμούνδου από το Μοσχιώνα της Άνδρου.<ref>{{Cite book|title = Ο γλύπτης Μιχάλης Τόμπρος (1889-1974)|last = Παυλόπουλος|first = Δημήτριος|publisher = Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών|year = 1997|isbn = |location = |pages = 26.|url = http://thesis.ekt.gr/thesisBookReader/id/7909#page/1/mode/2up}}</ref> Μεγάλωσε στο Κόρθι της Άνδρου αλλά σε νεαρή ηλικία εγκατέλειψε το νησί του και μετέβη στην Αθήνα. Από το [[1903]] έως το [[1909]], σπούδασε [[γλυπτική]] και σχέδιο στην Σχολή Καλών Τεχνών (την μετέπειτα [[Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών]]) στην [[Αθήνα]], με δασκάλους τον [[Γεώργιος Βρούτος|Γεώργιο Βρούτο]], τον [[Λάζαρος Σώχος|Λάζαρο Σώχο]], τον [[Αλέξανδρος Καλούδης|Αλέξανδρο Καλούδη]] και τον [[Δημήτριος Γερανιώτης|Δημήτριο Γερανιώτη]].<ref>Παυλόπουλος, Δημήτριος (1997), σελ. 27 - 28.</ref> Το 1910 έφτιαξε δικό του εργαστήριο στην Αθήνα ενώ το 1912 - 1913 έλαβε μέρος στους [[Βαλκανικοί πόλεμοι|Βαλκανικούς Πολέμους]], καταφέρνοντας να κερδίσει δύο μετάλλια. Το 1914 μέσω διαγωνισμού ενός κληροδοτήματος του [[Γεώργιος Αβέρωφ|Γεωργίου Αβέρωφ]] κέρδισε υποτροφία για τη [[Γαλλία]].<ref>Παυλόπουλος, Δημήτριος (1997), σελ. 28 - 29.</ref> Έτσι, συνέχισε τις σπουδές του στο [[Παρίσι]] στην [[Ακαδημία Ζυλιάν]] κοντά στους L. H. Bouchard και P. M. Landowski.
 
Το [[1919]] άρχισε να διδάσκει [[γλυπτική]] στην Αρχιτεκτονική Σχολή του [[Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο|Πολυτεχνείου]]<ref>Παυλόπουλος, Δημήτριος (1997), σελ. 29.</ref>, αλλά το [[1923]] αναγκάστηκε να παραιτηθεί λόγω αντιδράσεων που προκάλεσε η στάση του κατά της ίδρυσης του [[Πολεμικό Μουσείο|Πολεμικού Μουσείου]]<ref>[http://www.gallery.asfa.gr/professors/site/Teachers/t_docpage?doc=/documents/kathigites/mi3c7alis-tompros «Μιχάλης Τόμπρος», www.gallery.asfa.gr.] (Ανακτήθηκε στις 30 Απριλίου 2009.)</ref>. Την περίοδο από το [[1925]] ως [[1928]] έζησε στο Παρίσι. Με παρέμβαση του [[Ιωάννης Μεταξάς|μεταξικού καθεστώτος]], διορίσθηκε καθηγητής της [[γλυπτική|γλυπτικής]] στην [[Ανωτάτη Σχολή Καλών Τεχνών]] το [[1938]]<ref>[http://www.kathimerini.gr/4Dcgi/4dcgi/_w_articles_kathglobal_8_09/01/2005_1283625 Ε. Δ. Ματθιόπουλος, «4η Αυγούστου και εικαστικές τέχνες»], εφημ. ''Η Καθημερινή'', 9 Ιανουαρίου 2005.</ref> και την ίδια χρονιά, πάλι με την υποστήριξη της δικτατορίας του [[Ιωάννης Μεταξάς|Μεταξά]], εκπροσώπησε την [[Ελλάδα]] στην Μπιενάλε της [[Βενετία|Βενετίας]]. Τον Νοέμβριο του 1940, σε συνεννόηση με τη διεύθυνση του Εθνικού Αρχαιολογικού Μουσείο Αθηνών επέβλεψε τη μεταφορά των αρχαιολογικών εκθεμάτων του μουσείου ενώ το Μάιο του [[1943]], αποσπάστηκε στη διεύθυνση Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας.<ref name=":0">Παυλόπουλος, Δημήτριος (1997), σελ. 33.</ref> Ήταν μέλος του [[Επιμελητήριο Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος|Επιμελητηρίου Εικαστικών Τεχνών Ελλάδος (ΕΕΤΕ).]]
==Η δράση του στην περίοδο της Κατοχής==
Ο Τόμπρος κατηγορήθηκε για τη δράση του τόσο από τη θέση του διευθυντή Καλών Τεχνών, όσο και για τη συνεργασία του με το φασιστικό-προπαγανδιστικό ελληνόφωνο περιοδικό των Ιταλών ''Κουαδρίβιο'', όπου δημοσίευσε ένα κολακευτικό άρθρο για τη σημασία της [[Ρώμη|Ρώμης]] ως ''πνευματικού κέντρου'' ισάξιου του [[Μόναχο|Μονάχου]] και του [[Παρίσι|Παρισιού]], στο οποίο οι Έλληνες καλλιτέχνες στηρίχτηκαν. Η συνεργασία του Τόμπρου με το περιοδικό, πιθανώς αποσκοπούσε στην κατάληψη της θέσης του Διευθυντή Καλών Τεχνών τον Απρίλιο του 1943. Ο Τόμπρος δεν είχε κανένα προγραμματισμό για τα ζητήματα των Καλών τεχνών. Το καλοκαίρι του 1944 αρνήθηκε να παραιτηθεί, ακόμα και όταν του το ζήτησαν πιεστικά εαμίτες καλλιτέχνες ([[Θανάσης Απάρτης|Απάρτης]], Κοντόπουλος,Φέρτης, Σακελλαρίδης). Στη συνέχεια οι [[Θανάσης Απάρτης|Απάρτης]] και Μακρής ζήτησαν να διαγραφεί από το Καλλιτεχνικό Επιμελητήριο, αλλά κατόρθωσε να αθωωθεί. «Κατέληξε όμως, αν και πρώην φιλελεύθερος αντιβασιλικός, να στήνει ανδριάντες της Φρειδερίκης».<ref>Ευγένιος Ματθιόπουλος, «Οι εικαστικές τέχνες στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1940-1944», Ιστορία της Ελλάδας του 20ου αιώνα, τομ. Γ2 εκδ. Βιβλιόραμα,(2007), σελ.287-288</ref>