Ραούφ Ντενκτάς: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 14:
Μετά την ανακήρυξη της Κυπριακής Δημοκρατίας ([[16 Αυγούστου]] [[1960]]) και μέχρι τον Δεκέμβριο του [[1963]] ο Ντενκτάς εργάστηκε συνειδητά προς την κατεύθυνση της υπονομεύσεως του κυπριακού κράτους, ακόμη και σε περιόδους που η επίσημη [[Τουρκία]] υποστήριζε την διατήρηση του καθεστώτος που είχε καθιερωθεί από τη Συμφωνία της Ζυρίχης. Προπαγάνδιζε υπέρ της μη συνεργασίας των Τουρκοκυπρίων με τους [[Ελληνοκύπριοι|Έλληνες της Κύπρου]], αποθάρρυνε τους ομοθρήσκους του να έχουν εμπορικές σχέσεις με τους Ελληνοκυπρίους και προσπάθησε να εμποδίσει την επιστροφή των Τουρκοκυπρίων που είχαν καταφύγει σε αμιγώς τουρκοκυπριακά χωριά κατά την διάρκεια του αγώνος της [[ΕΟΚΑ]] στα χωριά τους. Ως μέλος της Τ.Μ.Τ., ασφαλώς ο Ντενκτάς θα είχε υπ’ όψιν και θα ενέκρινε και ενέργειες της τρομοκρατικής αυτής οργανώσεως, όπως την ανατίναξη του ίδιου του του δικηγορικού γραφείου, καθώς και δύο [[τέμενος|τεμενών]], μέσα στο [[1962]]. Το ίδιο έτος κατηγορήθηκε, εξάλλου, ως ηθικός αυτουργός της δολοφονίας των προοδευτικών Τουρκοκυπρίων δημοσιογράφων [[Αϊχάν Χικμέτ]] και Αχμέτ Μουσαφέρ Γκιουρκάν, οι οποίοι αρθρογραφούσαν υπέρ της συνεργασίας των δύο «κοινοτήτων».
Κατά την διάρκεια των αιματηρών γεγονότων της τουρκοκυπριακής ανταρσίας, που ξέσπασαν τον Δεκέμβριο του 1963 εξ αφορμής της προτάσεως του [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄|Αρχιεπισκόπου Μακαρίου]] για τροποποίηση δεκατριών σημείων του Συντάγματος, ο Ντενκτάς είχε πρωταγωνιστικό ρόλο.
 
Τον Ιανουάριο του [[1964]] έλαβε μέρος στην πενταμερή διάσκεψη του [[Λονδίνο|Λονδίνου]] για το [[Κυπριακό ζήτημα]] και τον επόμενο μήνα εμφανίσθηκε ως εκπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων στα [[ΟΗΕ|Ηνωμένα Έθνη]], όπου υπεραμύνθηκε των τουρκοκυπριακών θέσεων και, διαστρέφοντας τα γεγονότα της ένοπλης τουρκοκυπριακής ανταρσίας, προσήψε ψευδείς κατηγορίες κατά της Κυπριακής Κυβερνήσεως. Ένεκα τούτου η κυβέρνηση της Δημοκρατίας τον κήρυξε ανεπιθύμητο πρόσωπο και του απαγόρευσε την επάνοδο στην Κύπρο.
Γραμμή 20:
Τον Αύγουστο του 1964, κατά την διάρκεια των μαχών που έγιναν στην περιοχή της [[Τηλλυρία|Τηλλυρίας]], ο Ντενκτάς αποβιβάσθηκε στην περιοχή της των Κοκκίνων μαζί με αξιωματικούς από την [[Τουρκία]] και φοιτητές. Λόγω της σφοδρής αντεπιθέσεως των δυνάμεων της Εθνικής Φρουράς στην περιοχή, ο Ντενκτάς και οι σύντροφοί του αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν με τουρκικό πολεμικό πλοίο για να αποφύγουν την σύλληψη.
 
Τον Οκτώβριο του [[1967]], ο Ντενκτάς επεχείρησε για δεύτερη φορά να εισέλθει παράνομα στην Κύπρο. Λόγω όμως των άσχημων καιρικών συνθηκών το ψαροκάικο που τον μετέφερε αναγκάστηκε να τον αποβιβάσει σε ακτή της [[Καρπασία|Καρπασίας]], αντί στη [[Λάρνακα]], όπως προβλέπετο. Σε λίγο συνελήφθη από αγροφύλακα και παραδόθηκε στην Εθνική Φρουρά. Ανακρίθηκε από Ελλαδίτες αξιωματικούς και ομολόγησε ότι ήλθε στην Κύπρο κατ’ εντολήν των τουρκικών αρχών. Το γεγονός της συλλήψεως του Ντενκτάς είχε όμως διαρρεύσει, συνεπώς, εκτός από την [[Τουρκία]], οι διπλωματικές αποστολές των [[ΗΠΑ]] και της [[Μεγάλη Βρετανία|Μ. Βρετανίας]], ζήτησαν φορτικά την απόλυσή του. Με παρέμβαση του [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄|Μακαρίου]] μεταφέρθηκε από τα στρατιωτικά κρατητήρια στις Κεντρικές Φυλακές και σε 48 ώρες απελάθηκε στην Τουρκία, εις ένδειξιν «καλής θελήσεως» εκ μέρους της Κυβερνήσεως. Προηγουμένως υπέγραψε και απέστειλε στον Γενικό Εισαγγελέα δήλωση μετάνοιας και σεβασμού στους νόμους της Κυπριακής Δημοκρατίας.
 
Μετά τα γεγονότα της Κοφίνου, τον Νοέμβριο του [[1967]], και την αποχώρηση της ελληνικής μεραρχίας, που ευρίσκετο στην νήσο από το [[1964]], ο [[Αρχιεπίσκοπος Μακάριος]] αναγκάσθηκε να αλλάξει πολιτική. Ξεκίνησαν συνομιλίες με την τουρκοκυπριακή πλευρά τον Απρίλιο του [[1968]], οι οποίες διευρύνθηκαν αργότερα με την συμμετοχή του Έλληνα συνταγματολόγου Μιχ. Δεκλερή και του Τούρκου Ορχάν Αλντικαστί. Ο Ντενκτάς, επέστρεψε, τότε, νομίμως στην Κύπρο και ορίστηκε εκπρόσωπος των Τουρκοκυπρίων. Στις συνομιλίες που διήρκεσαν μέχρι τις παραμονές της τουρκικής εισβολής, ο Ντενκτάς φάνηκε επιδέξιος διαπραγματευτής. Ακολούθησε παρελκυστική πολιτική, μέχρι που έγινε η τουρκική εισβολή, η οποία κατέληξε στην κατοχή του 37% του εδάφους της Κυπριακής Δημοκρατίας. Εν τω μεταξύ, συνέχισε να κρατά εγκλωβισμένες μεγάλες μάζες Τουρκοκυπρίων σε θυλάκους ελεγχόμενους πλήρως από τους εξτρεμιστές και να παρακωλύει την συνεργασία των ομοθρήσκων του με τους Ελληνοκυπρίους.
Γραμμή 28:
Μετά την τουρκική εισβολή (20-[[22 Ιουλίου]] και 14-[[16 Αυγούστου]] [[1974]]), ο Ραούφ Ντενκτάς κατέστη παντοδύναμος, έχοντας, εξάλλου, την πλήρη υποστήριξη των κατοχικών στρατευμάτων. Έπραξε το παν διά την εδραίωση του εδαφικού και πληθυσμιακού διαχωρισμού της Κύπρου. Εκδίωξε είκοσι περίπου χιλιάδες εγκλωβισμένους [[Ελληνοκύπριοι|Ελληνοκυπρίους]] που ζούσαν στην χερσόνησο της [[Καρπασία|Καρπασίας]], ενώ εξανάγκασε και χιλιάδες [[Τουρκοκύπριοι|Τουρκοκυπρίους]] που ζούσαν στις ελεύθερες περιοχές να μεταβούν στα κατεχόμενα από τον τουρκικό στρατό εδάφη. Ανακήρυξε στις [[13 Φεβρουαρίου]] του [[1975]] τα κατεχόμενα εδάφη σε «Ομόσπονδο Τουρκοκυπριακό Κράτος», ενώ στις [[15 Νοεμβρίου]] του [[1983]] προέβη στην ανακήρυξη της «[[Τουρκική Δημοκρατία της Βόρειας Κύπρου|Τουρκικής Δημοκρατίας Βορείου Κύπρου]]», ενός «κράτους» που αναγνωρίζεται μόνο από την [[Τουρκία]]. Ακόμη, μετέφερε δεκάδες χιλιάδες εποίκους από την Τουρκία με σκοπό την αλλοίωση του δημογραφικού χαρακτήρος της Κύπρου.
 
Ο Ντενκτάς είχε συνομιλήσει μετά την τουρκική εισβολή με όλους τους προέδρους της [[Κυπριακή Δημοκρατία|Κυπριακής Δημοκρατίας]], δηλαδή με τους [[Αρχιεπίσκοπος Κύπρου Μακάριος Γ΄|Αρχιεπίσκοπο Μακάριο]], [[Σπύρος Κυπριανού|Σπύρο Κυπριανού]], [[Γιώργος Βασιλείου|Γιώργο Βασιλείου]], [[Γλαύκος Κληρίδης|Γλαύκο Κληρίδη]] και [[Τάσσος Παπαδόπουλος|Τάσσο Παπαδόπουλο]]. Στις συνομιλίες πάντοτε φαινόταν σκληρός, αδιάλλακτος και ανυποχώρητος στις αρχικές του θέσεις.
 
Ο Ραούφ Ντενκτάς εργάστηκε μεθοδικά υπέρ των συμφερόντων της Τουρκίας, αγνοώντας τους Τουρκοκυπρίους, οι οποίοι υπέφεραν και αυτοί από την πολιτική του, τόσο κατά το διάστημα [[1955]]-[[1974]], όσο και κατά το διάστημα μετά την τουρκική εισβολή. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι μισοί περίπου γηγενείς Τουρκοκύπριοι αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν την Κύπρο μετά την εισβολή.