Αρμένιοι της Κύπρου: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
→‎Εκλογές: παντού ονόματα με bold letters και italics μαζι!
αφαίρεση bold + επαναλαμβ. ταυτόσημων βικισυνδ. - επιμέλ. βιβλιογρ.
Γραμμή 1:
[[File:Armenian Cyprus map EL.jpg|thumb|right|240px|Χώροι αρμενικού ενδιαφέροντος στην [[Κύπρος|Κύπρο]]]]
 
Οι '''Αρμένιοι της Κύπρου''' ή '''Αρμενοκύπριοι''' ([[Αρμενική γλώσσα|Αρμενικά]]: Կիպրահայեր, [[Αγγλική γλώσσα|Αγγλικά]]: Armenian-Cypriots, [[Τουρκική γλώσσα|Τουρκικά]]: Kıbrıs Ermenileri) είναι [[Αρμένιοι|αρμενική]] εθνοτική μειονότητα με παρουσία στην [[Κύπρος|Κύπρο]]. Η σχέση των Αρμενίων με την Κύπρο και η παρουσία τους στο νησί είναι πολύ παλιά και έχει υπάρξει μια αμοιβαία οικονομική και πολιτιστική συνάφεια για πολλούς αιώνες. Οι Αρμένιοι της Κύπρου είναι μια δομημένη κοινότητα με μακρά ιστορία και η παρουσία τους έχει εμπλουτίσει το νησί με αρκετούς τρόπους· αποτελούν αναγνωρισμένη μειονότητα με τη δική της γλώσσα, σχολεία, εκκλησίες, κοιμητήρια, μνημεία, μέσα ενημέρωσης, κοινωνικούς φορείς, έθιμα, παραδόσεις και πολιτιστική ζωή. Κατά τα τελευταία 55-60 χρόνια, ο αριθμός των Αρμενίων της Κύπρου έχει μειωθεί λόγω μεταναστεύσεων σε άλλες χώρες και ενσωμάτωση στην ευρύτερη κυπριακή κοινωνία, συμπεριλαμβανομένων μεικτών γάμων· ο αριθμός της σήμερα είναι μικρότερος απ' ό,τι ήταν πριν από 80 ή 90 χρόνια πριν. Από οικονομική άποψη, οι Αρμενοκύπριοι έχουν την τάση να είναι αυτοεργοδοτούμενοι επιχειρηματίες/έμποροι, επαγγελματίες και τεχνίτες.
 
Παρά το σχετικά μικρό αριθμό Αρμενίων που ζουν στην Κύπρο, η αρμενοκυπριακή κοινότητα είχε σημαντικό αντίκτυπο στην [[Αρμενία#Διασπορά|Αρμενική Διασπορά]] και το [[Αρμένιοι|αρμενικό έθνος]] γενικότερα: κατά το [[Μεσαίωνας|Μεσαίωνα]], η Κύπρος είχε μια εκτεταμένη σύνδεση με το [[Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας]], ενώ η Μονή του Καντσβώρ είχε σημαντική παρουσία στην [[Αμμόχωστος|Αμμόχωστο]]· κατά την Τουρκοκρατία, η Εκκλησία της Παρθένου Μαρίας και το ''Αρμενομονάστηρο'' ήσαν πολύ διαπρεπή. Σε πιο πρόσφατες εποχές, το βραχύβιο ''Εθνικό Εκπαιδευτήριο-Ορφανοτροφείο'' και το ''Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο Μελκονιάν'' άσκησαν μεγάλη επιρροή, όπως ήταν και η παρουσία της ''Αρμενικής Λεγεώνας'' στην Κύπρο, ενώ η μετανάστευση μεγάλου αριθμού Αρμενοκυπρίων στο [[Ηνωμένο Βασίλειο]] ουσιαστικά διαμόρφωσε τη σημερινή αρμενική παροικία της Βρετανίας. Ορισμένοι Αρμενοκύπριοι υπήρξαν ή είναι πολύ εξέχοντες σε παναρμενικό ή διεθνές επίπεδο και το γεγονός ότι, για σχεδόν μισό αιώνα, οι επιζώντες της [[Γενοκτονία των Αρμενίων|Αρμενικής Γενοκτονίας]] συνεργάζονταν και συνυπήρχαν μαζί με τους Τουρκοκύπριους, ίσως ένα μοναδικό φαινόμενο σε ολόκληρη την Αρμενική Διασπορά. Επιπρόσθετα, η ιστορία και οι διάφορες άλλες πτυχές της αρμενικής κοινότητας της Κύπρου είναι εξαιρετικά καλά τεκμηριωμένες. Τέλος, η Κύπρος υπήρξε η πρώτη χώρα που έφερε το ζήτημα της αναγνώρισης της Αρμενικής Γενοκτονίας στην ολομέλεια της [[Γενική Συνέλευση του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών|Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ]] το 1965 και η δεύτερη χώρα στον κόσμο που αναγνώρισε την Αρμενική Γενοκτονία το 1975.
Γραμμή 23:
===Λατινοκρατία (1191–1570)===
[[File:Lazarus Larnaca.jpg|thumb|right|Η βασιλική του Αγίου Λαζάρου στη Λάρνακα]]
Μετά την αγορά της Κύπρου από τον τιτουλάριο [[Φράγκοι|Φράγκο]] [[Βασίλειο της Ιερουσαλήμ|Βασιλιά της Ιερουσαλήμ]] Γκυ ντε Λουζινιάν το 1192, στην προσπάθειά του να ιδρύσει ένα φεουδαρχικό βασίλειο δυτικού τύπου, ο τελευταίος έστειλε απεσταλμένους στην Ευρώπη, την Κιλικία και το [[Λεβάντες|Λεβάντε]], με αποτέλεσμα να λάβει χώρα μια μαζική μετανάστευση Αρμενίων και άλλων λαών (Φράγκοι, [[Λατίνοι]], [[Μαρωνίτες της Κύπρου|Μαρωνίτες]], καθώς επίσης Αιθίοπες, Γεωργιανοί, [[Εβραίοι]], Ιακωβίτες, Κόπτες, Μελκίτες, Νεστοριανοί και άλλοι). Σε αυτούς τους πολυάριθμους αστούς, ευγενείς, ιππότες και πολεμιστές, παραχωρήθηκαν απλόχερα αξιώματα, γαίες, τιμάρια, φέουδα και διάφορα προνόμια. Λόγω της εγγύτητάς τους, των εμπορικών τους δεσμών και μιας σειράς βασιλικών και αριστοκρατικών γάμων, το [[Βασίλειο της Κύπρου]] και το Βασίλειο της Κιλικίας αλληλοσυνδέθηκαν αναπόσπαστα. Στους μετέπειτα αιώνες, χιλιάδες Κιλικιοαρμένιοι αναζήτησαν καταφύγιο στην Κύπρο διαφεύγοντας από τις μουσουλμανικές επιθέσεις: την Πτώση της [[Αντιόχεια]]ς (1268), την Κατάκτηση της [[Άκρα]]ς (1291), την επίθεση των [[Σαρακηνοί|Σαρακηνών]] (1322), τις επιθέσεις των [[Μαμελούκοι|Μαμελούκων]] (1335 και 1346) και την οθωμανική κατάκτηση της Κιλικίας (1403 και 1421). Η Κύπρος κατέστη τώρα το ανατολικότερο προπύργιο του Χριστιανισμού• το 1441 οι αρχές της Αμμοχώστου προσκάλεσαν Αρμένιους από την Κιλικία να εγκατασταθούν εκεί.
 
Μετά την αγορά της Κύπρου από τον τιτουλάριο [[Φράγκοι|Φράγκο]] [[Βασίλειο της Ιερουσαλήμ|Βασιλιά της Ιερουσαλήμ]] Γκυ ντε Λουζινιάν το 1192, στην προσπάθειά του να ιδρύσει ένα φεουδαρχικό βασίλειο δυτικού τύπου, ο τελευταίος έστειλε απεσταλμένους στην Ευρώπη, την Κιλικία και το [[Λεβάντες|Λεβάντε]], με αποτέλεσμα να λάβει χώρα μια μαζική μετανάστευση Αρμενίων και άλλων λαών (κυρίως Φράγκοι, [[Λατίνοι]], [[Μαρωνίτες της Κύπρου|Μαρωνίτες]] και [[Φράγκοι]], καθώς επίσης Αιθίοπες, Γεωργιανοί, [[Εβραίοι]], Ιακωβίτες, Κόπτες, Μελκίτες, Νεστοριανοί και άλλοι). Σε αυτούς τους πολυάριθμους αστούς, ευγενείς, ιππότες και πολεμιστές, παραχωρήθηκαν απλόχερα αξιώματα, γαίες, τιμάρια, φέουδα και διάφορα προνόμια. Λόγω της εγγύτητάς τους, των εμπορικών τους δεσμών και μιας σειράς βασιλικών και αριστοκρατικών γάμων, το [[Βασίλειο της Κύπρου]] και το Βασίλειο της Κιλικίας αλληλοσυνδέθηκαν αναπόσπαστα. Στους μετέπειτα αιώνες, χιλιάδες [[Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας|Κιλικιοαρμένιοι]] αναζήτησαν καταφύγιο στην Κύπρο διαφεύγοντας από τις μουσουλμανικές επιθέσεις: την Πτώση της [[Αντιόχεια]]ς (1268), την Κατάκτηση της [[Άκρα]]ς (1291), την επίθεση των [[Σαρακηνοί|Σαρακηνών]] (1322), τις επιθέσεις των [[Μαμελούκοι|Μαμελούκων]] (1335 και 1346) και την οθωμανική κατάκτηση της Κιλικίας (1403 και 1421). Η Κύπρος κατέστη τώρα το ανατολικότερο προπύργιο του Χριστιανισμού• το 1441 οι αρχές της Αμμοχώστου προσκάλεσαν Αρμένιους από την Κιλικία να εγκατασταθούν εκεί.
Η Πτώση της Σις τον Απρίλιο του 1375 έθεσε τέρμα στο Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας• στον τελευταίο του Βασιλιά, [[Λέων Ε΄ της Αρμενίας|Λέοντα Ε’]], παραχωρήθηκε ασφαλής διέλευση στην Κύπρο και πέθανε σε εξορία στο [[Παρίσι]] το 1393, αφού αξίωσε μάταια άλλη μια Σταυροφορία. Το 1396 ο τίτλος του και τα προνόμιά του μεταφέρθηκαν στον εξάδελφό του, Βασιλιά [[Ιάκωβος Α΄ της Κύπρου|Ιάκωβο Α’ Λουζινιανό]], στον [[Τέμενος Σελιμιγιέ Λευκωσίας|καθεδρικό ναό της Αγίας Σοφίας]]• στη συνέχεια, ο βασιλικός θυρεός της δυναστείας των Λουζινιανών έφερε επίσης το λέοντα της Αρμενίας. Έτσι τέλειωσε η τελευταία πλήρως ανεξάρτητη αρμενική οντότητα του Μεσαίωνα, μετά από σχεδόν τρεις αιώνες κυριαρχίας και άνθισης• τον τίτλο του «Βασιλιά της Αρμενίας» διατηρούσε διαμέσου των αιώνων μέχρι τη σύγχρονη εποχή ο [[Οίκος της Σαβοΐας]], μέσω του γάμου της Βασίλισσας [[Καρλόττα της Κύπρου|Καρλόττας της Κύπρου]] με το Λουδοβίκο της Σαβοΐας. Παρόλον ότι οι Αιγύπτιοι Μαμελούκοι είχαν καταλάβει την Κιλικία, δεν ήταν σε θέση να συνεχίσουν να την κρατούν• εν τέλει τουρκικά φύλα κινήθηκαν προς την περιοχή και εγκαταστάθηκαν εκεί, οδηγώντας στην κατάκτηση της Κιλικίας από τον [[Ταμερλάνος|Ταμερλάνο]]. Ως αποτέλεσμα, 30.000 Αρμένιοι έφυγαν από την [[Κιλικία]] το 1403 και εγκαταστάθηκαν στην Κύπρο, που συνέχισε να κυβερνάται από τη δυναστεία των Λουζινιανών μέχρι το 1489 <ref name="Hadjilyras-2">{{cite web|url=http://www.hayk.net/docs/The_Armenians_of_Cyprus.pdf|title=Book The Armenians of Cyprus|last=Hadjilyra|first=Alexander-Michael|date=May 2009|publisher=Kalaydjian Foundation|accessdate=16 May 2010}}</ref>.
Γραμμή 31 ⟶ 30 :
 
Σύμφωνα με τους χρονικογράφους [[Λεόντιος Μαχαιράς]] (1369-1458), [[Γεώργιος Βουστρώνης|Γεώργιο Βουστρώνιο]] (1430-1501) και Φλώριο Βουστρώνιο (1500-1570), οι Αρμένιοι της Λευκωσίας είχαν τη δική τους Μητρόπολή και ζούσαν στη δική τους συνοικία, που ονομαζόταν ''Αρμενία'' ή ''Αρμενογειτονιά''. Αρχικά είχαν τρεις εκκλησίες: ''Σουρπ Κεβόρκ'', ''Σουρπ Μπογός-Πετρός'' (Άγιοι Παύλος και Πέτρος) και ''Σουρπ Χατς'' (Τίμιος Σταυρός) - που πιστεύεται ότι είναι το σημερινό τζαμί Αραπλάρ ή Σταυρός του Μισσιρίκου. Στην Αμμόχωστο ιδρύθηκε Επισκοπή στα τέλη του 12ου αιώνα και οι Αρμένιοι ζούσαν γύρω από τη συριακή ενορία. Ιστορικά έγγραφα υποδηλώνουν την παρουσία ενός σημαντικού μοναστικού και θεολογικού κέντρου εκεί, όπου λέγεται ότι είχε σπουδάσει ο Άγιος Νερσής ο Λαμπροναίος (1153-1198)• από τις τρεις αρμενικές εκκλησίες της περιτειχισμένης Αμμοχώστου [''Σουρπ Αστβατζατζίν'' (Παναγίας), ''Σουρπ Σαρκίς'' και ''Σουρπ Χατς'' - που πιστεύεται ότι είναι η αταύτιστη εκκλησία ανάμεσα στην εκκλησία των Καρμελιτών και της Αγίας Άννας], μόνο η εκκλησία του Καντσβώρ διασώζεται, κτισμένη το 1346.
 
 
 
Κατά το Μεσαίωνα, οι Αρμένιοι της Κύπρου ασχολούνταν ενεργά με το εμπόριο, ενώ κάποιοι απ’ αυτούς σχημάτισαν στρατιωτικές φρουρές στην [[Κερύνεια]] (1322) και αλλού. Ένας αριθμός Αρμενίων υπερασπίστηκε το Φράγκικο Βασίλειο της Κύπρου κατά των [[Γενουάτες|Γενουατών]] (1373) στον Ξερό, κατά των Σαρακηνών (1425) στο χωριό Στύλλοι και κατά των Μαμελούκων (1426) στη Λεμεσό και τη [[Χοιροκοιτία]]. Μέχρι το 1425, το φημισμένο Αρμενομονάστηρο - αρχικά το κοπτικό μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου κοντά στη Χαλεύκα (περιοχή [[Πενταδάκτυλος|Πενταδακτύλου]]) - περιήλθε στην κατοχή των Αρμενίων, όπως συνέβη κάποια στιγμή πριν το 1504 με τη βενεδικτινή/καρθουσιανή μονή της Παναγίας της Τύρου ή Τορτόζας (''Σουρπ Αστβατζατζίν'') στην περιτειχισμένη Λευκωσία• πολλές από τις μοναχές της ήσαν αρμενικής καταγωγής (όπως η πριγκήπισσα Φημή, κόρη του Αρμένιου Βασιλιά [[Χετούμ Β΄ της Αρμενίας|Χετούμ Β’]]). Κατά τη Λατινοκρατία, υπήρχε επίσης ένας μικρός αριθμός Αρμενοκαθολικών στη Λευκωσία, την Αμμόχωστο και το [[Αββαείο Μπελαπάις|Αββαείο του Μπέλλα-Πάις]], όπου υπηρέτησε ως μοναχός ο Άρχοντας Χετούμ της Κωρύκου.
Γραμμή 40 ⟶ 37 :
===Τουρκοκρατία (1570-1878)===
[[File:Magaravank1974.jpg|thumb|right|Το Αρμενομονάστηρο (1967)]]
 
Κατά την [[οθωμανική εισβολή στην Κύπρο|οσμανική κατάληψη της νήσου (1570-1571)]], στρατολογήθηκαν περίπου 40.000 Οθωμανοαρμένιοι τεχνίτες (κυρίως σκαπανείς). Η νέα τάξη πραγμάτων επηρέασε και την αρμενική κοινότητα: πολλοί από τους Οθωμανοαρμένιους που επέζησαν της κατάκτησης εγκαταστάθηκαν κυρίως στη Λευκωσία, αυξάνοντας τον αρμενικό της πληθυσμό, ενώ η Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου αναγνωρίστηκε ως Εθναρχία (''Ազգային Իշխանութիւն'', ''Αζκαΐν Ισχανουτιούν''), μέσω του θεσμού των ''[[μιλλέτ]]''. Ωστόσο, η Επισκοπή στην Αμμόχωστο καταργήθηκε, καθώς ο χριστιανικός πληθυσμός σφαγιάστηκε ή εκδιώχθηκε και ολόκληρη η περιτειχισμένη πόλη κατέστη απαγορευμένη για μη Μουσουλμάνους μέχρι τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας. Ως ανταμοιβή για τις υπηρεσίες τους κατά την κατάκτηση (την ακριβή φύση των οποίων μπορούμε μόνο να υποθέσουμε), παραχωρήθηκε στους Αρμένιους της Λευκωσίας το δικαίωμα να φυλάσσουν την Πύλη Πάφου (το προνόμιο αυτό χρησιμοποιήθηκε μόνο για μικρό χρονικό διάστημα, εξαιτίας των μεγάλων δαπανών που απαιτούνταν) και, με [[φιρμάνι]] του Μαΐου του 1571, τους επιστράφηκε η εκκλησία της Παναγίας της Τύρου (γνωστή και ως Τορτόζα), την οποία οι Οθωμανοί είχαν μετατρέψει σε αποθήκη άλατος. Επιπρόσθετα, το μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου είχε αποκτήσει την εύνοια των Οθωμανών και κατέστη σημαντικός ενδιάμεσος σταθμός για Αρμένιους και άλλους προσκυνητές καθοδόν προς τους [[Άγιοι Τόποι|Αγίους Τόπους]], καθώς και χώρος ανάπαυσης για περιηγητές και Καθόλικους (Πατριάρχες) και άλλους κληρικούς από την Κιλικία και την [[Ιερουσαλήμ]].
 
Γραμμή 46 ⟶ 42 :
 
[[File:Eramian Farm House.jpg|thumb|left|Η Έπαυλη των Εραμιάν στη Δευτερά]]
Σταδιακά, μετά τα αιματηρά γεγονότα του 1821 - όταν, ως απάντηση στην κυπριακή στήριξη στην [[Ελληνική Επανάσταση του 1821|Ελληνική Επανάσταση]], οι Οθωμανοί κατέστρεψαν τα μέγαρα των Αρμενίων και των Ελλήνων, απαγόρευσαν στους [[Ελληνοκύπριοι|Έλληνες]], τους Φράγκους, τους Αρμένιους και τους Μαρωνίτες να φέρουν όπλα και απαγχόνισαν ή έσφαξαν 470 πρόκριτους, ανάμεσά τους και τον Αρμένιο εφημέριο της Λευκωσίας, ντερ Πετρός -, παρατηρήθηκαν κάποιες βελτιώσεις κατά την περίοδο του [[Τανζιμάτ]] (1839-1876). Στο πνεύμα του [[Χαττ-ι-Σερίφ|Χάττ-ι Σερίφ του Γκιουλχανέ]] (1839), ο Αρμένιος Επίσκοπος, ο Έλληνας Αρχιεπίσκοπος και ο Μαρωνίτης Χωρεπίσκοπος συμμετείχαν στο Διοικητικό Συμβούλιο (''Μετζλίς Ιταρέ''), το οποίο συστάθηκε το 1840. Μετά το 1850, μερικοί Αρμένιοι εργοδοτήθηκαν στη δημόσια υπηρεσία, ενώ το 1860 η αρμενική εκκλησία της Λευκωσίας έγινε ανάμεσα στις πρώτες στην Κύπρο που απόκτησαν καμπαναριό - δωρεά του Κωνσταντινουπολίτη Αρμένιου Χαπετίκ Νεβρουζιάν. Επιπρόσθετα, το άνοιγμα της [[Διώρυγα Σουέζ|Διώρυγας του Σουέζ]] το 1869 ωφέλησε τους Αρμένιους και άλλους έμπορους του νησιού, ενώ το 1870 ιδρύθηκε το πρώτο αρμενικό σχολείο στη Λευκωσία από το νεοαφιχθέντα Αρχιμανδρίτη Βαρτάν Μαμιγκονιάν. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα του [[Χαττ-ι Χουμαγιούν|Χάττ-ι Χουμαγιούν]] το 1856, αναγνωρίστηκε επίσημα η διοικητική αυτονομία της Αρμενικής Μητρόπολης Κύπρου.
 
Σταδιακά, μετά τα αιματηρά γεγονότα του 1821 - όταν, ως απάντηση στην κυπριακή στήριξη στην [[Ελληνική Επανάσταση του 1821|Ελληνική Επανάσταση]], οι Οθωμανοί κατέστρεψαν τα μέγαρα των Αρμενίων και των Ελλήνων, απαγόρευσαν στους [[Ελληνοκύπριοι|Έλληνες]], τους Φράγκους, τους Αρμένιους και τους [[Μαρωνίτες της Κύπρου|Μαρωνίτες]] να φέρουν όπλα και απαγχόνισαν ή έσφαξαν 470 πρόκριτους, ανάμεσά τους και τον Αρμένιο εφημέριο της Λευκωσίας, ντερ Πετρός -, παρατηρήθηκαν κάποιες βελτιώσεις κατά την περίοδο του [[Τανζιμάτ]] (1839-1876). Στο πνεύμα του [[Χαττ-ι-Σερίφ|Χάττ-ι Σερίφ του Γκιουλχανέ]] (1839), ο Αρμένιος Επίσκοπος, ο Έλληνας Αρχιεπίσκοπος και ο Μαρωνίτης Χωρεπίσκοπος συμμετείχαν στο Διοικητικό Συμβούλιο (''Μετζλίς Ιταρέ''), το οποίο συστάθηκε το 1840. Μετά το 1850, μερικοί Αρμένιοι εργοδοτήθηκαν στη δημόσια υπηρεσία, ενώ το 1860 η αρμενική εκκλησία της Λευκωσίας έγινε ανάμεσα στις πρώτες στην Κύπρο που απόκτησαν καμπαναριό - δωρεά του Κωνσταντινουπολίτη Αρμένιου Χαπετίκ Νεβρουζιάν. Επιπρόσθετα, το άνοιγμα της [[Διώρυγα Σουέζ|Διώρυγας του Σουέζ]] το 1869 ωφέλησε τους Αρμένιους και άλλους έμπορους του νησιού, ενώ το 1870 ιδρύθηκε το πρώτο αρμενικό σχολείο στη Λευκωσία από το νεοαφιχθέντα Αρχιμανδρίτη Βαρτάν Μαμιγκονιάν. Επιπλέον, ως αποτέλεσμα του [[Χαττ-ι Χουμαγιούν|Χάττ-ι Χουμαγιούν]] το 1856, αναγνωρίστηκε επίσημα η διοικητική αυτονομία της Αρμενικής Μητρόπολης Κύπρου.
 
Καθ’ όλη την Τουρκοκρατία, η συντριπτική πλειοψηφία του αρμενικού πληθυσμού της Κύπρου υπήρξε [[Αρμενική Αποστολική Εκκλησία|αρμενορθόδοξη]], παρόλον ότι υπάρχει επίσης μια αναφορά για μια μικρή αρμενοκαθολική κοινότητα στη Λάρνακα. Από τις τρεις θρησκευτικές ομάδες, οι Αρμένιοι είναι οι μόνοι που είχαν συνεχή παρουσία ιεραρχών καθ’ όλη την οσμανική κατοχή. Με βάση διάφορες εκτιμήσεις, η αρμενοκυπριακή κοινότητα του 19ου αιώνα αριθμούσε μεταξύ 150-250 άτομα, η πλειοψηφία των οποίων ζούσε στη Λευκωσία, με μικρότερους αριθμούς να ζούσαν στην Αμμόχωστο, τη Λάρνακα, βόρεια και νότια της πρωτεύουσας (ιδιαίτερα στη Δευτερά και την [[Κυθρέα]]) και, φυσικά, γύρω από το Αρμενομονάστηρο <ref name="Hadjilyras-1"/>.
Γραμμή 57 ⟶ 52 :
 
Εκ φύσεως νομοταγείς, οι Αρμενοκύπριοι πάντοτε είχαν υψηλό προφίλ με τη βρετανική διοίκηση και πολλοί έγιναν ευσυνείδητοι δημόσιοι λειτουργοί και πειθαρχημένοι αστυνομικοί ή εργοδοτούνταν στον [[Κυπριακός Κυβερνητικός Σιδηρόδρομος|Κυπριακό Κυβερνητικό Σιδηρόδρομο]] και την ''Cable and Wireless''. Κατά τις δεκαετίες 1920-1950, πολλοί εργάζονταν στα μεταλλεία αμιάντου στον Αμίαντο και στα μεταλλεία χαλκού στο Μαυροβούνι και τη Σκουριώτισσα, μερικοί από τους οποίους υπήρξαν συνδικαλιστές. Κάποιοι Αρμενοκύπριοι συμμετείχαν στον [[Ελληνοτουρκικός πόλεμος του 1897|Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1897]], τους δύο Παγκόσμιους Πολέμους (1914-1918 - στο Κυπριακό Σώμα Ημιονηγών - & 1939-1945 - τόσο στο Κυπριακό Σύνταγμα όσο και στην Κυπριακή Εθελοντική Δύναμη) και τον απελευθερωτικό αγώνα της [[ΕΟΚΑ]] (1955-1959). Επίσης, η Ανατολική Λεγεώνα (αργότερα ονομάστηκε Αρμενική Λεγεώνα) συγκροτήθηκε και εκπαιδεύτηκε μεταξύ Δεκεμβρίου 1916 και Μαΐου 1918 στο χωριό Μοναρκά, κοντά στο Μπογάζι, αποτελούμενη από πέραν των 4.000 εθελοντών Αρμενίων της Διασποράς που πολέμησαν κατά της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μερικοί Αρμένιοι πρόσφυγες κατέφθασαν από την [[Παλαιστίνη]] (1947-1949) και την [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]] (1956-1957) <ref name="Hadjilyras-2"/>.
 
 
 
Η αρμενοκυπριακή κοινότητα ευημερούσε καθ’ όλη τη διάρκεια της Αγγλοκρατίας (1878-1960), ιδρύοντας συλλόγους, χορωδίες, ομάδες προσκόπων, αθλητικές ομάδες, μουσικά σύνολα, εκκλησίες, κοιμητήρια και σχολεία, συμπεριλαμβανομένου του περίφημου Εκπαιδευτικού Ινστιτούτου Μελκονιάν. Με πολλούς τρόπους μοναδικό σε ολόκληρη την Αρμενική Διασπορά, κτίστηκε λίγο έξω από τη Λευκωσία μεταξύ 1924-1926, με τη γενναιόδωρη και φιλάνθρωπη δωρεά των Αιγυπτιοαρμενίων καπνεμπόρων αδελφών Κρικόρ και Καραμπέτ Μελκονιάν, με αρχικό σκοπό να στεγάσει και να εκπαιδεύσει 500 ορφανά της Γενοκτονίας, τα οποία φύτεψαν τα δέντρα μπροστά από το σχολείο εις μνήμην των σφαγιασθέντων συγγενών τους. Από ορφανοτροφείο (1926-1940), σταδιακά κατέστη διεθνούς φήμης δευτεροβάθμια σχολή με οικοτροφείο (1934-2005) <ref name="EPASI">{{cite web|url=http://epasi.eu/CountryReportCY.pdf|title=Education Policies to Address Social Inequalities: Cyprus Country Report|last=Spinthourakis|first=Julia-Athena|coauthors=''et al.''|date=November 2008|work=Department of Elementary Education|publisher=[[Πανεπιστήμιο Πατρών|University of Patras]]|page=4|accessdate=11 February 2010}}</ref>.
Γραμμή 65 ⟶ 58 :
 
===Περίοδος Ανεξαρτησίας (1960-σήμερα)===
 
 
Η λήξη του απελευθερωτικού αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959) βρήκε τους Αρμενοκύπριους να είχαν σφυρηλατήσει ισχυρούς δεσμούς με τους υπόλοιπους Κύπριους. Η Ανεξαρτησία του 1960 έφερε μια νέα εποχή για τους Αρμένιους της Κύπρου, οι οποίοι - μαζί με τους Μαρωνίτες και τους Λατίνους - αναγνωρίστηκαν ως «θρησκευτική ομάδα» από το Σύνταγμα (Άρθρο 2 § 3) και αντιπροσωπεύονταν πλέον από εκλελεγμένο Εκπρόσωπο - αρχικά μέλος της Ελληνικής Κοινοτικής Συνέλευσης (Άρθρο 109) και, από το 1965, μέλος της Βουλής των Αντιπροσώπων (Νόμος 12/1965). Το μέγεθος της κοινότητας, ωστόσο, είχε μειωθεί λόγω της μετανάστευσης περίπου 900 Αρμενοκυπρίων προς το Ηνωμένο Βασίλειο, λόγω της έκτακτης κατάστασης που προκλήθηκε από τον απελευθερωτικό αγώνα της ΕΟΚΑ (1955-1959) και της κακής κατάστασης της τοπικής οικονομίας. Ένας δεύτερος παράγοντας που συνέβαλε στη μείωση του μεγέθους της κοινότητας ήταν η μετανάστευση περίπου 600 Αρμενοκυπρίων προς τη Σοβιετική Αρμενία, ως μέρος του παναρμενικού κινήματος για «επαναπατρισμό» κατά την περίοδο 1962-1964 (''νερκάγτ'') <ref name="Gibrahayer4">{{cite web|url=http://www.gibrahayer.com/index.php5?&page_id=150&path=150|title=From the past of the community: Nerkaght|date=April 2011|accessdate=18 September 2011}}</ref>.
 
Κατά τις [[Κυπριακό πρόβλημα#Η Συνταγματική Κρίση και οι Διακοινοτικές Ταραχές|διακοινοτικές ταραχές του 1963-1964]], η αρμενοκυπριακή κοινότητα υπέστη σοβαρότητες απώλειες, καθώς η αρμενική συνοικία της Λευκωσίας καταλήφθηκε από εξτρεμιστές Τουρκοκύπριους: καταλήφθηκαν το κτίριο της Μητρόπολης, η μεσαιωνική εκκλησία της Παρθένου Μαρίας, το σχολείο Μελικιάν-Ουζουνιάν, το ιστορικό Μνημείο της Γενοκτονίας, τα οικήματα της Αρμενικής Λέσχης, της ΑΫΜΑ και του AGBU, καθώς και η Αρμενική Ευαγγελική εκκλησία• καταλήφθηκε επίσης η μεσαιωνική εκκλησία του Καντσβώρ στην Αμμόχωστο. Συνολικά, 231 αρμενοκυπριακές οικογένειες κατέστησαν τουρκόπληκτες ή/και έχασαν τα καταστήματα και τις επιχειρήσεις τους. Ως αποτέλεσμα, εκατοντάδες Αρμενοκύπριοι έφυγαν για τη [[Μεγάλη Βρετανία]], τον [[Καναδάς|Καναδά]], την [[Αυστραλία]] και τις [[Ηνωμένες Πολιτείες]] <ref name="Gibrahayer5"/>. Μετά την [[τουρκική εισβολή στην Κύπρο|τουρκική εισβολή του 1974]], η αρμενοκυπριακή κοινότητα υπέστη επιπρόσθετες απώλειες: προσφυγοποιήθηκαν 4-5 οικογένειες που ζούσαν στην [[Κερύνεια]], περίπου 30 οικογένειες στη Λευκωσία και 40-45 οικογένειες στην Αμμόχωστο, ενώ μια Αρμενοκύπρια (η Ρόζα Μπακαλιάν) είναι έκτοτε αγνοούμενη• το φημισμένο Αρμενομονάστηρο στον Πενταδάκτυλο καταλήφθηκε από τα τουρκικά στρατεύματα, ο κοιτώνας των αγοριών του Μελκονιάν βομβαρδίστηκε από την Τουρκική Αεροπορία, ενώ το αρμενικό κοιμητήριο του [[Άγιος Δομέτιος Λευκωσίας|Αγίου Δομετίου]] πλήγηκε από όλμους και περιήλθε εντός της νεκρής ζώνης. Ως αποτέλεσμα, δεκάδες Αρμενοκύπριοι αποδήμησαν, κυρίως προς τη Μεγάλη Βρετανία - συνολικά, περίπου 1.300 Αρμενοκύπριοι έφυγαν από την Κύπρο κατά τις δεκαετίες του 1960 και 1970, επιπρόσθετα με αυτούς που μετανάστευσαν στη Σοβιετική Αρμενία.<ref name="Hadjilyras-1"/>
 
[[File:Armenian compound-Nicosia.jpg|thumb|left|Το αρμενικό σύμπλεγμα στο [[Στρόβολος|Στρόβολο]], Λευκωσία]]
Γραμμή 76 ⟶ 67 :
 
==Δημογραφία==
 
Δεν υπάρχουν ακριβείς πληροφορίες ως προς τον αριθμό των Αρμενίων που ζούσαν στην Κύπρο κατά τη Βυζαντινή περίοδο. Παρόλον ότι κατά την πρώιμη [[Βασίλειο της Κύπρου|Φραγκοκρατία]] υπήρχαν δεκάδες χιλιάδες Αρμένιοι που ζούσαν στην Κύπρο (κυρίως στη Λευκωσία και την Αμμόχωστο - όπου στην τελευταία αριθμούσαν γύρω στις 1.500 ψυχές το 1360), μέχρι την ύστερη Φραγκοκρατία και σίγουρα κατά τη διάρκεια της Ενετοκρατίας, ο αριθμός των Αρμενίων στην Κύπρο έφθινε - για ένα αριθμό λόγων: αυτό οφειλόταν στην τυραννική διακυβέρνηση της βενετικής διοίκησης, σε συνδυασμό με τις αντίξοες φυσικές συνθήκες (οι οποίες επηρέασαν όλους τους Κυπρίους), καθώς και τον εξελληνισμό των διαφόρων μειονοτήτων του νησιού. Μάλιστα δε, η έρευνα του πληθυσμού και ιδιοκτησίας της Λευκωσίας του 1572 μετά την [[Οθωμανική εισβολή στην Κύπρο|οθωμανική κατάκτηση]], υπό τον [[Μπεηλέρμπεης|μπεηλέρμπεη]] Σινάν Πασιά, κατέγραψε 90-95 ντόπιους Αρμένιους στη Λευκωσία, σε σύνολο περίπου 1.100 κατοίκων - όλους με πλήρως εξελληνισμένα ονόματα.
 
Γραμμή 105 ⟶ 95 :
 
==Πολιτική==
 
Οι Αρμενοκύπριοι είναι οργανωμένοι πολιτικά από τα τέλη του 19ου αιώνα. Η πιο κάτω παράθεση εξετάζει την ανάμιξή τους στην τοπική αυτοδιοίκηση, την κυπριακή πολιτική και την αρμενική πολιτική.
 
Γραμμή 114 ⟶ 103 :
 
===Κυπριακή πολιτική===
Με εξαίρεση των εκλεγμένων Εκπροσώπων, μέχρι τώρα υπήρξε μόνο ένας Αρμενοκύπριος [[Βουλευτής]], ο [[Μάριος Καρογιάν]]. Εξελέγη ως Βουλευτής για την [[επαρχία Λευκωσίας]] στις 21 Μαΐου 2006 με το [[Δημοκρατικό Κόμμα (Κύπρος)|Δημοκρατικό Κόμμα]] και τον Οκτώβριο του 2006 έγινε ο Πρόεδρος του κόμματος. Μετά την εκλογή του [[Δημήτρης Χριστόφιας|Δημήτρη Χριστόφια]] ως [[Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατίας]] το Φεβρουάριο του 2008, ο Μάριος Καρογιάν ψηφίστηκε Πρόεδρος της Βουλής των Αντιπροσώπων στις 6 Μαρτίου 2008, το δεύτερο υψηλότερο πολιτικό αξίωμα στην Κύπρο. Επανεξελέγη ως Βουλευτής για την [[επαρχία Λευκωσίας]] στις 22 Μαΐου 2011 και υπηρέτησε ως Πρόεδρος της Βουλής μέχρι τις 2 Ιουνίου 2011.
 
 
Γραμμή 144 ⟶ 133 :
[[File:Limassoli srah.jpg|thumb|right|Η αίθουσα της αρμενικής εκκλησίας [[Λεμεσός|Λεμεσού]]]]
 
Η αρμενοκυπριακή κοινότητα παραδοσιακά έχει ενεργή και δομημένη κοινωνική ζωή. Διοργανώνονται διάφορα εκπαιδευτικές, κοινωνικές, πολιτιστικές και φιλανθρωπικές εκδηλώσεις, όπως έρανοι/παζαράκια, εκθέσεις τέχνης/βιβλίου, παραστάσεις χορού/θεάτρου, χοροεσπερίδες, μεσημεριανά γεύματα, προβολές ταινιών, κατασκηνώσεις/εκδρομές στην Κύπρο και το εξωτερικό (παναγκούμ), καθώς και διαλέξεις και εκδηλώσεις μνήμης σχετικά με την [[Αρμενία]], το [[Ναγκόρνο-Καραμπάχ]], την Αρμενική Διασπορά και την [[Γενοκτονία των Αρμενίων|Αρμενική Γενοκτονία]].
 
Ο κύριος χώρος διεξαγωγής κοινοτικών εκδηλώσεων είναι το οίκημα της [[ΑΫΜΑ Λευκωσίας|ΑΫΜΑ]] και η Αίθουσα “Βαχράμ Ουτιτζιάν”, στο υπόγειο του κτιρίου της Αρμενικής Μητρόπολης, και τα δύο στο Στρόβολο, στη Λευκωσία. Στο παρελθόν, πολυάριθμες εκδηλώσεις διοργανώνονταν στο Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο Μελκονιάν στην [[Αγλαντζιά]], στην αίθουσα της Αρμενικής Λέσχης στη Λευκωσία ή στην αίθουσα του παλαιού οικήματος του AGBU στη Λευκωσία. Οι σχολικές εκδηλώσεις λαμβάνουν χώρα στο ανοικτό αμφιθέατρο ή τη νεόκτιστη αίθουσα εκδηλώσεων του Αρμενικού Σχολείου Ναρέκ Λευκωσίας. Πιο πρόσφατα, μερικές κοινοτικές εκδηλώσεις διοργανώθηκαν στην Αρμενική Λέσχη [[Λάρνακα]]ςΛάρνακας ή στην αίθουσα της αρμενικής εκκλησίας Λεμεσού.
 
Αρχικά, η αίθουσα της αρμενικής εκκλησίας Λεμεσού ήταν μια παράγκα που μεταφέρθηκε στα τέλη του 1959 από ένα βρετανικό στρατόπεδο δυτικά της [[Λευκωσία]]ςΛευκωσίας, με την ονομασία Wayne's Keep, και επανασυναρμολογήθηκε στη Λεμεσό από τον εργολάβο Ευαγόρα Κωνσταντίνου. Ανακαινίστηκε στις αρχές του 1970, υπό τη φροντίδα του Τζωρτζ Ντιντονιάν και χρησιμοποιόταν από το τοπικό παράρτημα του AGBU μέχρι το 2002• έτυχε ριζικής αποκατάστασης το 2009, με δαπάνες από την Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου και στις 8 Μαΐου 2010 εγκαινιάστηκε από τον Αρχιεπίσκοπο Βαρουζάν Χεργκελιάν και τον Εκπρόσωπο Βαρτκές Μαχτεσιάν. Έκτοτε, χρησιμοποιείται από κοινού από την εκκλησία, το τοπικό παράρτημα του AGBU και το LHEM.
 
Η Αίθουσα “Βαχράμ Ουτιτζιάν” διαμορφώθηκε το 1998 με πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Βαρουζάν Χεργκελιάν, από τα έσοδα της δημοπρασίας το 1994 της συλλογής έργων τέχνης που ο συλλέκτης αντικών Βαχράμ είχε δωρίσει στη Μητρόπολη το 1954. Εγκαινιάστηκε στις 3 Φεβρουαρίου 1999 από τον Καθόλικο (Πατριάρχη) Αράμ Α’. Μέσα στην αίθουσα υπάρχει ένας μεγάλος πίνακας των Τζων Γκεβεριάν και Σεμπούχ Απκαριάν, ο οποίος γιορτάζει τα 1700 χρόνια Χριστιανισμού στην Αρμενία. Πάνω από το στέγαστρο που καλύπτει την είσοδο στην Αίθουσα “Βαχράμ Ουτιτζιάν”, υπάρχει μια επιγραφή σε κοκκινωπή πέτρα τουφ στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]] που γράφει:
Γραμμή 155 ⟶ 144 :
 
===Υφιστάμενοι οργανισμοί===
 
Σήμερα, λειτουργούν τα ακόλουθα αρμενικά σωματεία στην Κύπρο:
 
* Η [[ΑΫΜΑ Λευκωσίας|ΑΫΜΑ]] (''Armenian Young Men’s Association''/''Հայ Երիտասարդաց Միութիւն'' [Χάι Γεριτασταρτάτς Μιουτιούν]/''Ένωση Αρμενίων Νέων''). Ιδρύθηκε από μια ομάδα νέων Αρμενίων στη Λευκωσία τον Οκτώβριο του 1934, είναι δε ο κυριότερος αρμενοκυπριακός σύλλογος και το επίκεντρο της κοινωνικής, αθλητικής και πολιτιστικής ζωής της αρμενοκυπριακής κοινότητας. Αφού στεγάστηκε σε διάφορους ενοικιαζόμενους χώρους, απέκτησε το δικό της οίκημα το 1961 στην οδό Τανζιμάτ, το οποίο αγοράστηκε για το ποσό των £6.000. Καθώς το οίκημα καταλήφθηκε κατά την [[Κυπριακό πρόβλημα|τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964]], η [[ΑΫΜΑ Λευκωσίας|ΑΫΜΑ]] κατέστη τουρκόπληκτη, όπως και η υπόλοιπη ιστορική αρμενική συνοικία της Λευκωσίας. Αργότερα στεγαζόταν σε διάφορους ενοικιαζόμενους χώρους. Ο δικός της χώρος, που κτίστηκε μεταξύ 1985–1986 από τους αρχιτέκτονες Μάριο & Νίκο Σανταμά, βρίσκονται στη γωνιά των οδών Αλασίας και Βαλτετσίου, κοντά στην εκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου στο [[Στρόβολος|Στρόβολο]] στη Λευκωσία, σε γη που εκμισθώθηκε από την κυβέρνηση (Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 21.188/17–12–1981), και εγκαινιάστηκε στις 30 Μαΐου 1987 από τον Πρόεδρο [[Σπύρος Κυπριανού|Σπύρο Κυπριανού]]. Υπάρχει ένα καλά οργανωμένο δωμάτιο βιβλιοθήκης στο οίκημα. Η ανακαινισμένη και επεκταμένη αίθουσα εκδηλώσεων εγκαινιάστηκε στις 28 Φεβρουαρίου 2010 από τον Εκπρόσωπο Βαρτκές Μαχτεσιάν. Η [[ΑΫΜΑ Λευκωσίας|ΑΫΜΑ]] συσχετίζεται με την παναρμενική οργάνωση ''Χομενετμέν''.
 
Μπροστά από το οίκημα της ΑΫΜΑ υπάρχει ένας λευκός μαρμάρινος τύμβος-οστεοφυλάκιο που περιέχει μερικά λείψανα μαρτύρων της Αρμενικής Γενοκτονίας που έφερε στην Κύπρο μια αποστολή της Αρμενικής Νεολαίας Κύπρου από την έρημο του [[Ντέιρ αλ-Ζορ|Ντερ Ζορ]] στη Συρία το 2011• κατασκευάστηκε από μέλη της Αρμενικής Νεολαίας Κύπρου και αποκαλύφθηκε στις 28 Απριλίου 2002 από τον Αρχιεπίσκοπο Βαρουζάν Χεργκελιάν.
 
Στα αριστερά του τοίχου πριν από την είσοδο του οικήματος, υπάρχει σύνθεση από πλακάκια με το έμβλημα της ΑΫΜΑ, η οποία φέρει την ακόλουθη αφιέρωση στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα:
 
<blockquote>'''Յիշատակ Պետրոսեան ընտանիքի կողմէ 1991''' (''Εις μνήμην της οικογένειας Πετροσιάν 1991'')</blockquote>
 
* Το ''AGBU'' (''Armenian General Benevolent Union''/''Հայկական Բարեգործական Ընդհանուր Միութիւն'' [Χαϊγκαγκάν Παρεκορτζακάν Εντανούρ Μιοτιούν]/''Αρμενική Γενική Ένωση Αγαθοεργίας''), με παραρτήματα στη Λευκωσία (1913), τη [[Λάρνακα]] (1912) και τη Λεμεσό (1936). Το AGBU Λευκωσίας απέκτησε το δικό της κτίριο το 1957, όταν ο επιχειρηματίας Μοβσές Σουλτανιάν δώρισε ένα τριώροφο κτίριο στην οδό Βικτωρίας. Καθώς το οίκημα καταλήφθηκε κατά την [[κυπριακό πρόβλημα|τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964]], το AGBU Λευκωσίας κατέστη τουρκόπληκτο, όπως και η υπόλοιπη ιστορική αρμενική συνοικία της Λευκωσίας. Αργότερα στεγαζόταν σε διάφορους ενοικιαζόμενους χώρους, μέχρι που κτίστηκε το οίκημά του μεταξύ 1987–1989 από τους αρχιτέκτονες Ιάκωβο & Ανδρέα Φιλίππου δίπλα από το Εκπαιδευτικό Ινστιτούτου Μελκονιάν. Το AGBU [[Λάρνακα]]ςΛάρνακας είναι ένα από τα παλαιότερα παραρτήματα στον κόσμο• από το 1957 στεγαζόταν σε διάφορους ενοικιαζόμενους χώρους, μέχρι που έκτισε το δικό της κτίριο το 1972, που βρίσκεται απέναντι από το Επαρχιακό Αρχαιολογικό Μουσείο. Μεταξύ 2010-2011 κτίστηκε καινούργιο οίκημα από τον αρχιτέκτονα Μερουζιάν Σαρκισιάν. Το παράρτημα της [[Λεμεσός|Λεμεσού]] δεν διαθέτει σήμερα οίκημα• από το 1959 μέχρι και το 2002 στεγαζόταν στην αίθουσα της αρμενικής εκκλησίας Λεμεσού. Υπήρχε επίσης παράρτημα στην [[Αμμόχωστος|Αμμόχωστο]] (1949-1974), χωρίς οίκημα. Τόσο το AGBU Λευκωσίας όσο και το AGBU [[Λάρνακα]]ςΛάρνακας διαθέτουν μεγάλες βιβλιοθήκες και είναι παραρτήματα της παναρμενικής οργάνωσης ''AGBU''. Από το 1955 υπάρχει επίσης ο βοηθητικός φορέας του AGBU, η Ένωση Γυναικών (''Տիկնանց Մարմին'' [Ντιγκνάντς Μαρμίν]).
 
Το κτίριο της Λευκωσίας, στη Λεωφόρο Λεμεσού στην [[Αγλαντζιά]], εγκαινιάστηκε στις 22 Οκτωβρίου 1989 από την Πρόεδρο του AGBU, Λουίζ Σιμόν-Μανουκιάν, ενώ το κτίριο της [[Λάρνακα]]ς, που κτίστηκε μεταξύ 2010-2011 στην οδό Κιλκίς, εγκαινιάστηκε στις 5 Μαΐου 2011 από τον [[Πρόεδρος|Πρόεδρο]] [[Δημήτρης Χριστόφιας|Δημήτρη Χριστόφια]]. Στο πλάι του οικήματος της Λευκωσίας, τοποθετήθηκε το 1991 η αμμολίθινη προτομή του ιδρυτή του AGBU Μπογός Νουμπάρ Πασιά. Μέσα στην αίθουσα εκδηλώσεων του AGBU Λευκωσίας υπάρχει μια άσπρη μαρμάρινη αναμνηστική πλακέτα στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]] που γράφει:
Γραμμή 184 ⟶ 172 :
[[File:Armenian-Cypriot Representatives (1960-2011).jpg|thumb|left|Οι Εκπρόσωποι των Αρμενίων, 1960–2013]]
 
Με την Ανεξαρτησία της Κύπρου, στις 16 Αυγούστου 1960, σύμφωνα με το Άρθρο 2 § 3 του Συντάγματος, οι Αρμένιοι, οι Λατίνοι και οι Μαρωνίτες αναγνωρίστηκαν ως “''θρησκευτικές ομάδες''”. Στο δημοψήφισμα που διεξάχθηκε στις 13 Νοεμβρίου 1960, και οι τρεις θρησκευτικές ομάδες επέλεξαν να ανήκουν στην ομόθρησκη [[Ελληνοκύπριοι|ελληνοκυπριακή]] κοινότητα (όπως ήταν αναμενόμενο), κάτι το οποίο κατά συνέπεια καθόρισε τις πολιτικές τους επιλογές στο παιγνίδι της διακοινοτικής διαμάχης και επηρέασε κάπως τις σχέσεις τους με τους [[Τουρκοκύπριοι|Τουρκοκύπριους]], οι οποίοι με τη σειρά τους τις έβλεπαν ως προέκταση των ελληνοκυπριακών πολιτικών επιλογών. Είναι γι’ αυτό που οι θρησκευτικές ομάδες είχαν παρόμοια ή και χειρότερη αντιμετώπιση κατά τις [[Κυπριακό πρόβλημα#Νέες ταραχές και εγκατάσταση ειρηνευτικής δύναμης (1963-1964)|διακοινοτικές ταραχές]] (1963–1964) και τη βάρβαρη και άνομη [[τουρκική εισβολή στην Κύπρο|τουρκική εισβολή]] (1974).
 
Το ''Άρθρο 110 § 3'' αναγνωρίζει τη διοικητική αυτονομία των Εκκλησιών των θρησκευτικών ομάδων, όπως αυτή καθιερώθηκε με το [[Χαττ-ι Χουμαγιούν|Χάττ-ι Χουμαγιούν]] το 1856. Σύμφωνα με το ''Άρθρο 111'', οι τρεις Εκκλησίες διατηρούν τις αρμοδιότητές τους σχετικά με ζητήματα προσωπικού θεσμού. Ο Νόμος 95/1989 μεταβίβασε τη δικαιοδοσία των εκκλησιαστικών δικαστηρίων στα οικογενειακά δικαστήρια, η σύνθεση των οποίων καθορίστηκε από το Νόμο 87(I)/1994• από τις τρεις θρησκευτικές ομάδες, μόνο οι Αρμένιοι συμμετέχουν στις διεργασίες τους.
Γραμμή 220 ⟶ 208 :
 
[[File:Armenian Ethnarchy of Cyprus.JPG|thumb|right|Η Αρμενική Εθναρχία Κύπρου με τον Καθόλικο (Πατριάρχη) Αράμ Α’ (2008)]]
 
Το σημερινό Καταστατικό της Μητρόπολης, που καταρτίστηκε το 1945 και επικυρώθηκε το 1950, αποτελείται από 102 άρθρα και, στην παρούσα του μορφή, ισχύει από τις 3 Σεπτεμβρίου 2010. Τη διοίκηση ασκεί η ''Αρμενική Εθναρχία'' (Ազգային Իշխանութիւն), μέσω του Θρονικού Συμβουλίου (Թեմական Ժողով), αποτελούμενο από το Μητροπολίτη, δύο ιερείς και δώδεκα εκλελεγμένους λαϊκούς (7 για τη Λευκωσία, 3 για τη Λάρνακα, 1 για τη Λεμεσό και 1 για την Αμμόχωστο) και του Εκτελεστικού Συμβουλίου (Վարչական Ժողով, προεδρευόμενο από το Μητροπολίτη και αποτελούμενο από επτά λαϊκούς διορισμένους από το Τεμαγκάν), με Προέδρους το Σεμπούχ Ταβιτιάν (από το 2007) και το Τζων Γκεβεριάν (από το 2011) αντίστοιχα. Από το 1998, ο εκλελεγμένος Εκπρόσωπος είναι ex officio μέλος του Θρονικού Συμβουλίου. Υπάρχουν, επίσης, οι τοπικές Ενοριακές Επιτροπές (թաղական հոգաբարձութիւններ, μία στη Λευκωσία, μία στη Λάρνακα και μία στη Λεμεσό), η Επιτροπή Χριστιανικής Κατήχησης (Քրիստոնէական դաստիարակութեան յանձնախումբ) και η Επιτροπή κΚυριών (Տիկնանց յանձնախումբ). Στην Επιτροπή Χριστιανικής Κατήχησης υπάγονται τα Κατηχητικά σχολεία (Կիրակնօրեայ վարժարաններ) και η Επιτροπή Νεολαίας (երիտասարդական յանձնախումբ).
 
Γραμμή 236 ⟶ 223 :
===Αρμενική Καθολική Εκκλησία===
[[File:Bellapais Abbey.jpg|thumb|right|Το [[Αββαείο Μπελαπάις|Αββαείο του Μπέλλα-Πάις]] (αρχές του 20ου αιώνα)]]
Οι Αρμενοκαθολικοί πρωτοήλθαν στο νησί κατά τη [[Βασίλειο της Κύπρου|Φραγκοκρατία]] από το γειτονικό [[Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας]]. Δεν είναι σαφές κατά πόσον είχαν τη δική τους δομή κατά τη Λατινοκρατία ή αν βρίσκονταν υπό τη Λατινική Εκκλησία Κύπρου, όπως συμβαίνει από την Τουρκοκρατία και μετά. Αυτό που γνωρίζουμε είναι ότι οι Αρμενοκαθολικοί χρησιμοποιούσαν τη βασιλική του Αγίου Λαζάρου στη Λάρνακα, την εκκλησία του Τιμίου Σταυρού στη Λευκωσία (πιθανότατα το Αραμπλάρ Τζαμί/Σταυρός του Μισσιρίκου) και την Παναγία των Πρασίνων (de Vert) στην Αμμόχωστο, η οποία κτίστηκε μεταξύ 1311-1317. Αρμενοκαθολικοί μοναχοί και μοναχές υπηρετούσαν επίσης στο πρεμονστρατενσιανό Αββαείο του Μπέλλα-Πάις και στη βενεδικτινή μονή της Παναγίας της Τύρου στη Λευκωσία, αντίστοιχα. Τα μόνα ονόματα Αρμενοκαθολικών Επισκόπων που έχουν διασωθεί μέχρι σήμερα είναι του Γεώργιου Νορέγη, που διορίστηκε από το Λατίνο Αρχιεπίσκοπο Κύπρου Ηλία ντε Ναμπινώ γύρω στο 1340, και του δομινικανού Ιούλιου ή Ιουλιανού Σταυριανού, που υπηρέτησε ως Επίσκοπος των Αρμενίων (1561-1567) και αργότερα έγινε Επίσκοπος των Μαρωνιτών (1567-1570)• ξεκίνησε ως [[Αρμενική Αποστολική Εκκλησία|Αρμενορθόδοξος]] και αργότερα ασπάστηκε τον Καθολικισμό. Το ποίμνιο του τελευταίου περιλάμβανε περίπου 1.000 Αρμένιους και χρησιμοποιούσε την εκκλησία του Αγίου Σεργίου στην Αμμόχωστο.
 
Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας, υπήρχε ένας πολύ περιορισμένος προσηλυτισμός Αρμενορθόδοξων στον [[Καθολικισμός|Καθολικισμό]], κυρίως λόγω των προσηλυτιστικών δραστηριοτήτων της φραγκισκανικής αποστολής στη Λευκωσία και τη Λάρνακα, ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια του 17ου και του 18ου αιώνα• ωστόσο, αυτοί θα πρέπει να ήταν προσωρινές αλλαξοπιστίες και ο αριθμός τους δεν υπερέβη ποτέ τις 50 σε οποιαδήποτε στιγμή. Το 1794 στη μικρή (και ίσως νεοδημιουργηθείσα) αρμενοκαθολική κοινότητα της Λάρνακας δόθηκαν κάποια ιερά σκεύη από τη δημοπρασία των υπαρχόντων της παλαιάς μονής των [[Καπουτσίνοι|Καπουτσίνων]] της πόλης.
Γραμμή 263 ⟶ 250 :
Αφιερωμένη στη μνήμη των μαρτύρων της σφαγής των Αδάνων, είναι το πρώτο μνημείο σε ολόκληρη την Αρμενική Διασπορά εις μνήμη των αρμενικών σφαγών στην [[Οθωμανική Αυτοκρατορία]]. Πάνω από την πρόσοψη της εκκλησίας υπάρχει μια αναμνηστική σύνθεση που παρουσιάζει τον Αρμένιο εθνάρχη Χάικ, τον τελευταία Βασιλιά του [[Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας|Αρμενικού Βασιλείου της Κιλικίας]], [[Λέων Ε΄ της Αρμενίας|Λέοντα Ε’]], μια περγαμηνή που κρατά ένα χέρι - που αντιπροσωπεύει τις [[Δέκα Εντολές]] - και τα τέσσερα σύμβολα των Τεσσάρων Ευαγγελιστών.
 
Η εκκλησία εγκαινιάστηκε στις 20 Μαΐου 1914 από τον Ανώτερο Αρχιμανδρίτη Σεροβπέ Σαμβελιάν και καθαγιάστηκε στις 30 Ιουνίου 1918 από τον Αρχιεπίσκοπο Τανιέλ Χακοπιάν. Μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του 1940, υπήρχε ένας μικρός οκταγωνικός τρούλλος πάνω από την εκκλησία. Η εκκλησία ανακαινίστηκε μεταξύ 1956-1957 και ξανά το 1998. Στα αριστερά και στα δεξιά της εισόδου, υπάρχουν δύο μαρμάρινες επιγραφές. Τελούνται Λειτουργίες κάθε δεύτερη Κυριακή, εναλλάξ με την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη [[Λεμεσός|Λεμεσό]]. Η εκκλησία γιορτάζει στις 25 Δεκεμβρίου, εορτή του Αγίου Στεφάνου. Ο εφημέριος είναι (από το 1992) ο π. Μαστότς Ασκαριάν.
 
===Λεμεσός===
Γραμμή 272 ⟶ 259 :
====Λευκωσία====
[[File:Asdvadzadzin 2005.jpg|thumb|left|Η παλαία εκκλησία της Παρθένου Μαρίας στην παλιά [[Λευκωσία]] πριν από την αποκατάστασή της]]
Ο παλαιός καθεδρικός ναός της Παρθένου Μαρίας [Սուրբ Աստուածածին (Σουρπ Αστβατζατζίν)] στην οδό Βικτωρίας, σήμερα στο τουρκοκρατούμενο τμήμα της περιτειχισμένης [[Λευκωσία]]ςΛευκωσίας κοντά στην Πύλη Πάφου, γνωστός και ως Παναγία της Τύρου (Notre Dame de Tyre) ή της Τορτόζας (Tortosa), ήταν αρχικά ένα βενεδικτινό/καρθουσιανό Αββαείο που κτίστηκε μεταξύ 1308–1310, στο χώρο παλαιότερης εκκλησίας που είχε αρχικά κτιστεί το 1116 και καταστράφηκε από ένα σεισμό το 1303, όπου υπηρετούσαν Αρμενοκαθολικές καλογριές. Κάποια στιγμή πριν το 1504 πέρασε στα χέρια της Αρμενικής Μητρόπολης Κύπρου και αποτελούσε το επίκεντρο της αρμενικής κοινότητας της Κύπρου μέχρι που καταλήφθηκε, μαζί με την υπόλοιπη αρμενική συνοικία, από Τουρκοκύπριους εξτρεμιστές κατά τη διάρκεια της [[Κυπριακό πρόβλημα#Νέες ταραχές και εγκατάσταση ειρηνευτικής δύναμης (1963-1964)|τουρκοκυπριακής ανταρσίας του 1963-1964]] και κατακτήθηκε από την Τουρκία κατά τη διάρκεια της την [[Τουρκική εισβολή στην Κύπρο|τουρκικής εισβολής του 1974]]. Μετά την οσμανική κατοχή της Κύπρου το 1570, χρησιμοποιήθηκε προσωρινά ως αποθήκη αλατιού, μέχρι που επιστράφηκε στην αρμενική κοινότητα με [[φιρμάνι]] το Μάιο του 1571• η αρμενική ιδιοκτησία της εκκλησίας επιβεβαιώθηκε περαιτέρω από άλλο [[φιρμάνι]] το Μάιο του 1614. Κατά την περίοδο της [[Αρμενική Γενοκτονία|Αρμενικής Γενοκτονίας]] πολλοί κατατρεγμένοι Αρμένιοι πρόσφυγες αναζήτησαν καταφύγιο στη βεράντα της. Βρισκόταν δίπλα από το παλαιό κτίριο της Μητρόπολης, το σχολείο Μελικιάν-Ουζουνιάν, το μνημείο της Αρμενικής Γενοκτονίας και το αρχοντικό της οικογένειας Μελικιάν.
 
Κατά τη διάρκεια των αιώνων που υπηρετούσε τη μικρή αλλά εύπορη αρμενική παροικία της Λευκωσίας, η εκκλησία δέχθηκε διάφορες τροποποιήσεις: το 1688 ανακαινίστηκε, το 1788 κατασκευάστηκε το βαπτιστήριο, το 1858 κτίστηκαν οι καμάρες της βόρειας βεράντας, το 1860 κατασκευάστηκε το καμπαναριό - από τα πρώτα στην οθωμανική Κύπρο, δωρεά του Κωνσταντινουπολίτη Χαπετίκ Νεβρουζιάν -, το 1884 αναστηλώθηκε, το 1904 ξανακτίστηκε η στέγη και έγινε ανακαίνιση, το 1945 κατασκευάστηκε το άνω διάζωμα για τη χορωδία (με δωρεά του Αράμ Ουζουνιάν), το 1950 συντηρήθηκε το καμπαναριό, ενώ το 1960-1961 το Τμήμα Αρχαιοτήτων τοποθέτησε καινούργιο πάτωμα - αφού αφαίρεσε τις μεσαιωνικές ταφόπλακες που προηγουμένως κάλυπταν τα χαλιά. Η εκκλησία γιόρταζε την πλησιέστερη Κυριακή προς την 21η Νοεμβρίου, εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου.
Γραμμή 279 ⟶ 266 :
 
[[File:Nicosia Armenian Evangelical.jpg|thumb|right|Η παλαιά Αρμενική Ευαγγελική εκκλησία στην παλιά [[Λευκωσία]]]]
Υπήρχε επίσης μια μικρή αρμενική ευαγγελική εκκλησία, που βρισκόταν στην οδό Μαχμούτ Πασιά, στο τουρκοκρατούμενο τμήμα της περιτειχισμένης πόλης της Λευκωσίας - πίσω από το παλαιό κτίριο της Αμερικανικής Ακαδημίας, κοντά στο τέμενος Αράπ Αχμέτ. Πριν την ανέγερσή της, οι Αρμένιοι Ευαγγελικοί λάτρευαν το Θεό στη Μεταρρυθμισμένη Πρεσβυτεριανή εκκλησία στην οδό Αποστόλου Βαρνάβα, απέναντι από την παλαιά Ηλεκτρική και πίσω από το κτίριο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου. Η εκκλησία - όραμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 - κτίστηκε τελικά χάρη στην πρωτοβουλία του πάστορα Γιοχάννα ντερ Μεγκερντιτσιάν, με την οικονομική συμβολή της Μεταρρυθμισμένης Πρεσβυτεριανής Εκκλησίας και των Αρμενίων Ευαγγελικών πιστών· ο αρχιτέκτονάς της ήταν ο Ντικράν Χ. Νταβιτιάν. Η θεμέλια λίθος της κατατέθηκε στις 28 Ιουλίου 1946 από τον πάστορα Γιοχάννα ντερ Μεγκερντιτσιάν, ο οποίος την αφιέρωσε την 1η Ιουλίου 1947. Η εκκλησία ανακαινίστηκε το 1955, έτος που κτίστηκαν η περίφραξη και η πύλη• το 1959 προστέθηκε μια κουζίνα.
 
Υπήρχε επίσης μια μικρή αρμενική ευαγγελική εκκλησία, που βρισκόταν στην οδό Μαχμούτ Πασιά, στο τουρκοκρατούμενο τμήμα της περιτειχισμένης πόλης της [[Λευκωσία]]ς - πίσω από το παλαιό κτίριο της Αμερικανικής Ακαδημίας, κοντά στο τέμενος Αράπ Αχμέτ. Πριν την ανέγερσή της, οι Αρμένιοι Ευαγγελικοί λάτρευαν το Θεό στη Μεταρρυθμισμένη Πρεσβυτεριανή εκκλησία στην οδό Αποστόλου Βαρνάβα, απέναντι από την παλαιά Ηλεκτρική και πίσω από το κτίριο της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κύπρου. Η εκκλησία - όραμα ήδη από τις αρχές της δεκαετίας του 1930 - κτίστηκε τελικά χάρη στην πρωτοβουλία του πάστορα Γιοχάννα ντερ Μεγκερντιτσιάν, με την οικονομική συμβολή της Μεταρρυθμισμένης Πρεσβυτεριανής Εκκλησίας και των Αρμενίων Ευαγγελικών πιστών· ο αρχιτέκτονάς της ήταν ο Ντικράν Χ. Νταβιτιάν. Η θεμέλια λίθος της κατατέθηκε στις 28 Ιουλίου 1946 από τον πάστορα Γιοχάννα ντερ Μεγκερντιτσιάν, ο οποίος την αφιέρωσε την 1η Ιουλίου 1947. Η εκκλησία ανακαινίστηκε το 1955, έτος που κτίστηκαν η περίφραξη και η πύλη• το 1959 προστέθηκε μια κουζίνα.
 
Ωστόσο, κατά τη διάρκεια των [[Κυπριακό πρόβλημα#Νέες ταραχές και εγκατάσταση ειρηνευτικής δύναμης (1963-1964)|διακοινοτικών ταραχών του 1963-1964]], η εκκλησία καταλήφθηκε από εξτρεμιστές Τουρκοκύπριους. Μεταξύ 1964-1974, η εκκλησία και τα περιβάλλοντα κτίρια χρησιμοποιούνταν ως σχολείο για κάποιο χρονικό διάστημα και ύστερα ως το κύριο στρατιωτικό αρχηγείο (sancaktarlık). Μετά απ' αυτό, για αρκετό καιρό τα κτίρια παρέμειναν κενά. Αργότερα, η εκκλησία χρησιμοποιόταν ως κέντρο τουρκικής λαϊκής μουσικής (1987-1997) και ως Συνεργατική Χειροτεχνίας (1997-2011)· από το 2011 χρησιμοποιείται ως μουσικό κέντρο. Όπως και με την παλαιά εκκλησία της Παρθένου Μαρίας, δεν έχουν τελεστεί Λειτουργίες από το 1964 <ref name="Hadjilyras-2"/>.
Γραμμή 290 ⟶ 276 :
 
[[File:Ganchvor-Carmelite church.jpg|thumb|right|Η εκκλησία των Καρμελιτών και η εκκλησία του Καντσβώρ]]
Η πρώτη Λειτουργία και ο επανακαθαγιασμός της τελέστηκαν στις 14 Ιανουαρίου 1945 από τον Αρχιμανδρίτη Κρικόρ Μπαχλαβουνί (γνωστό και ως “Τοπάλ Βαρταμπέτ”). Στις 8 Μαρτίου 1957 κάηκε μερικώς από Τουρκοκύπριους, αλλά συνέχισε να χρησιμοποιείται ως εκκλησία μέχρι το 1962• έκτοτε, η αρμενική κοινότητα της Αμμοχώστου χρησιμοποιούσε την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στα Κάτω Βαρώσια, την οποία παραχώρησε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Η εκκλησία γιόρταζε την πλησιέστερη Κυριακή προς την 15η Αυγούστου, εορτή της [[Κοίμηση της Θεοτόκου|Κοίμησης της Θεοτόκου]]. Τον Ιανουάριο του 1964 καταλήφθηκε από εξτρεμιστές Τουρκοκύπριους κατά την [[Κυπριακό πρόβλημα#Νέες ταραχές και εγκατάσταση ειρηνευτικής δύναμης (1963-1964)|τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964]] και καταλήφθηκε από την [[Τουρκία]] τον Αύγουστο του 1974 κατά την [[Τουρκική εισβολή στην Κύπρο|τουρκική εισβολή του 1974]]. Μεταξύ 1964-1974, χρησιμοποιόταν ως κατοικία, παρά τις προσπάθειες από το Σουηδικό Απόσπασμα (SWEDCON) της [[Ειρηνευτική δύναμη των Η.Ε. στην Κύπρο|ΟΥΝΦΙΚΥΠ]] και άλλων για να γίνουν άλλες διευθετήσεις για τη διαμένουσα οικογένεια. Κατά την περίοδο 1974-2005, έτος κατά το οποίο πλέον αποχαρακτηρίστηκε από “στρατιωτική περιοχή”, χρησιμοποιόταν ως οικία, στάβλος και αποθήκη. Μέχρι το 1974, υπήρχαν όμορφες τοιχογραφίες στους τοίχους, οι οποίες σήμερα έχουν εξαφανιστεί. Έχει αφεθεί στο έλεος της φύσης και των βανδάλων και χρειάζεται επιδιορθώσεις. Δεν έχουν τελεστεί Λειτουργίες από το 1964 <ref name="Hadjilyras-2"/>.
 
Η πρώτη Λειτουργία και ο επανακαθαγιασμός της τελέστηκαν στις 14 Ιανουαρίου 1945 από τον Αρχιμανδρίτη Κρικόρ Μπαχλαβουνί (γνωστό και ως “Τοπάλ Βαρταμπέτ”). Στις 8 Μαρτίου 1957 κάηκε μερικώς από [[Τουρκοκύπριοι|Τουρκοκύπριους]], αλλά συνέχισε να χρησιμοποιείται ως εκκλησία μέχρι το 1962• έκτοτε, η αρμενική κοινότητα της Αμμοχώστου χρησιμοποιούσε την εκκλησία της Αγίας Παρασκευής στα Κάτω Βαρώσια, την οποία παραχώρησε η Ιερά Αρχιεπισκοπή Κύπρου. Η εκκλησία γιόρταζε την πλησιέστερη Κυριακή προς την 15η Αυγούστου, εορτή της [[Κοίμηση της Θεοτόκου|Κοίμησης της Θεοτόκου]]. Τον Ιανουάριο του 1964 καταλήφθηκε από εξτρεμιστές Τουρκοκύπριους κατά την [[Κυπριακό πρόβλημα#Νέες ταραχές και εγκατάσταση ειρηνευτικής δύναμης (1963-1964)|τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964]] και καταλήφθηκε από την [[Τουρκία]] τον Αύγουστο του 1974 κατά την [[Τουρκική εισβολή στην Κύπρο|τουρκική εισβολή του 1974]]. Μεταξύ 1964-1974, χρησιμοποιόταν ως κατοικία, παρά τις προσπάθειες από το Σουηδικό Απόσπασμα (SWEDCON) της [[Ειρηνευτική δύναμη των Η.Ε. στην Κύπρο|ΟΥΝΦΙΚΥΠ]] και άλλων για να γίνουν άλλες διευθετήσεις για τη διαμένουσα οικογένεια. Κατά την περίοδο 1974-2005, έτος κατά το οποίο πλέον αποχαρακτηρίστηκε από “στρατιωτική περιοχή”, χρησιμοποιόταν ως οικία, στάβλος και αποθήκη. Μέχρι το 1974, υπήρχαν όμορφες τοιχογραφίες στους τοίχους, οι οποίες σήμερα έχουν εξαφανιστεί. Έχει αφεθεί στο έλεος της φύσης και των βανδάλων και χρειάζεται επιδιορθώσεις. Δεν έχουν τελεστεί Λειτουργίες από το 1964 <ref name="Hadjilyras-2"/>.
 
Η αρμενορθόδοξη εκκλησία της Παναγίας του Καντσβώρ δεν θα πρέπει να συγχέεται με την αρμενοκαθολική εκκλησία της Παναγίας των Πρασίνων (de Vert), της οποίας η τοποθεσία είναι άγνωστη.
Γραμμή 298 ⟶ 283 :
[[File:Magaravankcolour.jpg|thumb|left|Πανοραμική άποψη του Αρμενομονάστηρου (1926)]]
[[File:Magaravank-multiple.jpg|thumb|left|Πολλαπλές όψεις του εσωτερικού και εξωτερικού του Αρμενομονάστηρου (δεκαετία του 1940)]]
Σπουδαία σημασία έχει το μοναστήρι του Αγίου Μακαρίου [Սուրբ Մակար (Σουρπ Μαγκάρ)], [Մակարավանք (Μαγκαραβάνκ), γνωστό και ως Αρμενομονάστηρο ([[Ελληνικήστα γλώσσα|Ελληνικά]]),τουρκικά: Ermeni Manastırı ([[Τουρκική γλώσσα|Τουρκικά]]) και Armenian Monastery ([[Αγγλική γλώσσα|Αγγλικά]])], που βρίσκεται μέσα στο δάσος της Πλατανιώτισσας κοντά στην τουρκοκρατούμενη Χαλεύκα, επί της οροσειράς του [[Πενταδάκτυλος|Πενταδακτύλου]] - σε υψόμετρο 530 mμ. Η τεράστια έκτασή του (περίπου 8.500 σκάλες), που εκτείνεται μέχρι και την ακτή, περιλάμβανε γύρω στις 30.000 ελιές και χαρουπιές, η εκμετάλλευση των οποίων αποτελούσε την κύρια πηγή εισοδήματος για την Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου μέχρι το 1974. Το μοναστήρι ιδρύθηκε αρχικά από Κόπτες περί το έτος 1000 σε τοποθεσία στην οποία λέγεται ότι ασκήτεψε ο Άγιος Μακάριος• η εικόνα του θεωρείτο θΑΫΜΑτουργή και, μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, οι Αρμένιοι κάτοικοι της περιοχής - μερικοί εκ των οποίων είχαν βρει καταφύγιο μετά τις χαμιτικές σφαγές (1894-1896) - πίστευαν ότι μπορούσαν να ακούσουν τον Άγιο να καλπάζει με το άλογό του τη νύχτα.
 
Το μοναστήρι πέρασε στα χέρια των Αρμενίων κάποια στιγμή πριν από το 1425. Κατά τη Λατινοκρατία, οι μοναχοί του ήταν γνωστοί για την αυστηρή τους δίαιτα, ενώ κατά την Τουρκοκρατία ήταν γνωστό ως το '''''Κυανούν Μοναστήρι''''' ([[Αρμενική γλώσσα|Αρμενικά]]: '''''Կապոյտ Վանք/Կէօք Մանասթըր''''', [[Τουρκικήστα γλώσσα|Τουρκικά]]τουρκικά: '''''Mavi Manastır''''', [[Αγγλική γλώσσα|Αγγλικά]]: '''''Blue Monastery'''''), από το χρώμα των πορτών και των παραθυρόφυλλων του. Για αιώνες, υπήρξε δημοφιλής χώρος προσκυνήματος για Αρμένιους και μη Αρμένιους ομοίως, ενδιάμεσος σταθμός για προσκυνητές καθοδόν προς τους [[Άγιοι Τόποι|Αγίους Τόπους]], καθώς και χώρος ανάρρωσης και ανάπαυσης για Αρμένιους Καθόλικους (Πατριάρχες) και ιερωμένους από την [[Κιλικία]] και την [[Ιερουσαλήμ]] [(αποτελούσε το αγαπημένο θέρετρο διακοπών του Καθόλικου ([Πατριάρχη)] Σαχάκ Β’, που συνήθιζε να ιππεύει το άλογό του γύρω από τις τεράστιες εκτάσεις του]). Ανάμεσα στους φιλοξενούμενούς του ήταν ο Αββάς [[Μεχιτάρ της Σεβαστείας]], που πέρασε λίγο καιρό εδώ το 1695 καθοδόν προς τη Ρώμη, καθώς και ο Χοβσέπ Σισμανιάν (Τζερέντς), ο οποίος - εμπνευσμένος από το ορατό περίγραμμα των μακρινών [[Ταύρος (οροσειρά)|βουνών του Ταύρου]], το 1875 - έγραψε την ιστορική νουβέλα Toros Levoni, που τοποθετείται στους καιρούς του [[Αρμενικό Βασίλειο της Κιλικίας|Αρμενικού Βασιλείου της Κιλικίας]]•Κιλικίας• σύμφωνα με την παράδοση, το 1140 ο πρίγκηπας της Κιλικίας Τορός Β’ κατέφυγε εδώ για να γλυτώσει από τους καταδιώκτες του.
 
Το μοναστήρι κέρδισε την εύνοια των [[Οθωμανοί|Οθωμανών]]: ένα φιρμάνι του 1642 εξαιρούσε τους Αρμένιους από την καταβολή φόρων για το μοναστήρι, του οποίου οι όροι ανανεώθηκαν το 1660 και το 1701. Η περίοδος 1650-1750 θεωρείται ο “χρυσός αιώνας” του, καθώς τεράστιες εκτάσεις γης αγοράστηκαν ή δόθηκαν στο μοναστήρι. Μεγάλης κλίμακας ανακαίνιση έλαβε χώρα μεταξύ 1734–1735 από τον Αρχιμανδρίτη Χαρουτιούν, ενώ μεταξύ 1811–1818 ο Συμεών Αγάς της Κριμέας χρηματοδότησε πλήρη επιδιόρθωση και έκτισε το σημερινό παρεκκλήσι του μοναστηριού. Το αρχικό παρεκκλήσι, στο κέντρο του μοναστικού συμπλέγματος, καταστράφηκε από σεισμούς και φυσικές συνθήκες• το σημερινό παρεκκλήσι, δίπλα από το αρχικό, εγκαινιάστηκε στις 3 Ιανουαρίου 1814. Ανακαινίσεις και αναστηλώσεις έλαβαν χώρα επίσης το 1866 (με δαπάνες του Αρμένιου Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης Μπογός Τακτακιάν), το 1926 (με δαπάνες των Ντικράν Ουζουνιάν, Ασιότ Ασλανιάν και Γκαρό Μπαλιάν), το 1929 (με δαπάνες των Μπογός και Άννα Μακαριάν), μεταξύ 1947–1949 (με δαπάνες των Χοβαννές και Μαίρης Σιακαριάν) και ξανά το 1973 (με πρωτοβουλία της Αρμενικής Εθναρχίας Κύπρου). Ο δρόμος που ενώνει το μοναστήρι με το Χαλεύκα κατασκευάστηκε το 1926-1927, με δαπάνες του Αγά Καραμπέτ Μελκονιάν, ενώ η πλατεία, στα ανατολικά του μοναστηριού, κατασκευάστηκε το 1933 με δαπάνες του Καθόλικου (Πατριάρχη) Σαχάκ Β’.
 
Για αιώνες, το μοναστήρι υπήρξε σημαντικό πνευματικό κέντρο. Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, φυλασσόταν εδώ ένας μεγάλος αριθμός εξαίρετων και ανεκτίμητων χειρογράφων που γράφτηκαν στο σκριπτόριο της μονής μεταξύ 1202-1740, καθώς και πολυάριθμα πολύτιμα εκκλησιαστικά σκεύη, προτού μετακινηθούν στη [[Λευκωσία]] για ασφαλή φύλαξη• από το 1947, 56 εικονογραφημένα χειρόγραφα βρίσκονται στο Καθολικάτο (Πατριαρχείο) της Κιλικίας στο Αντηλιάς. Φαίνεται ότι οι τελευταίοι μοναχοί ζούσαν μόνιμα μέχρι περίπου το 1800. Υπάρχουν δύο μνημεία στην περιοχή: μια αναμνηστική πέτρινη στήλη στην πλατεία του μοναστηριού, την οποία αποκάλυψε στις 8 Σεπτεμβρίου 1933 ο Καθόλικος (Πατριάρχης) Σαχάκ Β’, και ένας τσιμεντένιος οβελίσκος αφιερωμένος στον Αββά Μεχιτάρ, πάνω στον ομώνυμο λόφο στα βορειοδυτικά του μοναστηριού, τον οποίο αποκάλυψαν στις 2 Αυγούστου ο Καθόλικος (Πατριάρχης) Σαχάκ Β’ και ο Αρχιεπίσκοπος Πετρός Σαρατζιάν.
 
[[File:Magaravank-1970.jpg|thumb|left|Το εσωτερικό του Αρμενομονάστηρου το 1970]]
 
Μεταξύ 1897-1904, το Εθνικό Εκπαιδευτήριο-Ορφανοτροφείο του Βαχάν Κιουρκτζιάν (Παγκουράν) είχε εδώ τις θερινές του εργασίες, όπως και - για ολόκληρο το χρόνο - ένα μικρό αρμενικό σχολείο για τα παιδιά της περιοχής μέχρι το 1914. Η περιοχή χρησιμοποιόταν ως θερινό θέρετρο και χώρος κατασκήνωσης για Αρμένιους πρόσκοπους και μαθητές. Το 1948 ανεγέρθηκε η πηγή των Αρχαγγέλων, με δαπάνες των Καπριέλ και Αρσιαλούις Κασπαριάν, που ευλογήθηκε επίσημα από τον Επίσκοπο Γεβόντ Τσεμπεγιάν στις 2 Μαΐου 1948. Το 1949 ο Σαρκίς και η Σουρπίκ Μαρασλιάν χρηματοδότησαν το δίκτυο υδροδότησης, την τουρμπίνα και την ηλεκτρογεννήτρια. Το παρεκκλήσι του μοναστηριού ήταν αγαπημένος χώρος για βαφτίσεις. Ένα νέο βαπτιστήριο κατασκευάστηκε το 1968 από τον Καρνίκ Κουγιουμτζιάν. Μέχρι το 1974, ένας μεγάλος αριθμός αρμενοκυπριακών οικογενειών ενοικίαζε δωμάτια στο μοναστήρι διέμενε στη γύρω περιοχή κατά τα σαββατοκυρίακα και τις διακοπές. Το πρώτο σαββατοκυρίακο του Μάη, εορτή του Αγίου Μακαρίου, πολλοί Αρμενοκύπριο επισκεπτόταν το Αρμενομονάστηρο και κάποιοι απ' αυτούς ενοικίαζαν δωμάτια και βοηθούσαν στην προετοιμασία του χερισσά (ρέσι). Την Κυριακή τελείτο Λειτουργία στο παρεκκλήσι του μοναστηριού και προσφερόταν ρέσι μετά.
 
Γραμμή 316 ⟶ 300 :
Οι Αρμένιοι πάντοτε έδιναν ιδιαίτερη έμφαση στην εκπαίδευση, η οποία - σε συνδυασμό με την Εκκλησία - είναι το θεμέλιο για τη διατήρηση της εθνικής και πολιτιστικής τους κληρονομίας. Τα αρμένικα σχολείο διδάσκουν και καλλιεργούν την αρμενοφωνία, την αρμενογνωσία, την πανάρχαια αρμενική ιστορία και τις πλούσιες αρμενικές παραδόσεις, εξασφαλίζοντας έτσι τη διαιώνιση του αρμενισμού από γενιά σε γενιά. Η ίδια η ύπαρξη αρμενικών εκπαιδευτικών ιδρυμάτων στις χώρες της Αρμενικής Διασποράς δείχνει ακριβώς τη σημασία, την επιμονή και τις άοκνες προσπάθειες που οι πολυάριθμες αρμενικές παροικίες καταβάλλουν για να αποφύγουν τη “λευκή σφαγή”, την αφομοίωση και την ειρηνική διάλυση του αρμενικού έθνους. Επομένως, κατά κάποιο τρόπο, η συνέχιση της αρμενικής παιδείας μέχρι τις ημέρες μας είναι ένα σημάδι νίκης έναντι της “ερυθράς σφαγής”, της Γενοκτονίας.
 
Η εκπαίδευση είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι της αρμενικής κοινότητας της Κύπρου. Πρωτοεμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, στα πλαίσια των μεταρρυθμίσεων του [[Τανζιμάτ]]. Το πρώτο αρμενικό σχολείο στην [[Κύπρος|Κύπρο]], που ιδρύθηκε από το νεοαφιχθέντα Αρχιμανδρίτη Βαρτάν Μαμιγκονιάν, άνοιξε τις πόρτες του στη [[Λευκωσία]] το 1870• ακολούθησαν αρμενικά σχολεία στη [[Λάρνακα]] (1909), την [[Αμμόχωστος|Αμμόχωστο]] (1927) και τη [[Λεμεσός|Λεμεσό]] (1928). Μικρά αρμενικά σχολεία, άλλα δημόσια και άλλα ιδιωτικά, λειτουργούσαν επίσης στο Αρμενομονάστηρο (1897-1914), στον οικισμό της Αττάλου κοντά στη Χάρτζια (1910-1922), στον Αμίαντο (1928-1939 & 1942-1948), στο Μαυροβούνι (1939-1942), στη [[Λευκωσία]] (1900-1905) και στη [[Λάρνακα]] (1896-1899, 1916-1918, 1921-1936), καθώς και σε διάφορα χωριά κατά τη διάρκεια της εκκένωσης του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου. Από τα ιδιωτικά αρμενικά σχολεία του νησιού, αξιοσημείωτα είναι το βραχύβιο '''Εθνικό Εκπαιδευτήριο-Ορφανοτροφείο''' (''Ազգային Կրթարան-Որբանոց, 1897–1904''), που ιδρύθηκε στη [[Λευκωσία]] από το Βαχάν Μ. Κιουρκτζιάν (Παγκουράν), και το '''Εκπαιδευτικό Ινστιτούτο Μελκονιάν''' (''Մելգոնեան Կրթական Հաստատութիւն, 1926–2005''), που ιδρύθηκε στη [[Λευκωσία]] από τους αδελφούς Κρικόρ και Καραμπέτ Μελκονιάν και τύγχανε διαχείρισης από την Αρμενική Γενική Ένωση Αγαθοεργίας.
 
Το 1972, και τα τέσσερα Αρμενικά Δημοτικά Σχολεία στην Κύπρο ονομάστηκαν '''Εθνικά Σχολεία Ναρέκ''' (''Նարեկ Ազգային Վարժարաններ''), εις μνήμην του μεγάλου Αρμένιου μοναχού, ποιητή, μυστικιστή φιλοσόφου και θεολόγου Αγίου Γρηγορίου του Ναρεκηνσίου (951–1003), του οποίου το αμμολίθινο άγαλμα λαξεύτηκε το 1991 από τον Αρμένιο γλύπτη Λεβόν Τοκματζιάν και τοποθετήθηκε μπροστά από το Ναρέκ Λευκωσίας• τα αποκαλυπτήριά του τέλεσε ο Εκπρόσωπος Αράμ Καλαϊτζιάν στις 24 Μαρτίου 1991. Επίσης το 1991, και τα τρία Αρμενικά Δημοτικά Σχολεία υιοθέτησαν το σημερινό τους όνομα: '''Αρμενικά Σχολεία Ναρέκ''' (''Նարեկ Հայկական Վարժարաններ''). Σήμερα, υπάρχει ένα σχολείο Ναρέκ στη [[Λευκωσία]], ένα στη [[Λάρνακα]] και ένα στη [[Λεμεσός|Λεμεσό]]. Στη [[Λευκωσία]] το Ναρέκ λειτουργεί και ως Γυμνάσιο, από το Σεπτέμβριο του 2005, λόγω του άδικου κλεισίματος του Εκπαιδευτικού Ινστιτούτου Μελκονιάν. Σήμερα το τμήμα του Γυμνασίου, έχειμε περίπου 10 μαθητές.
 
Από το 1960, ο ετήσιος προϋπολογισμός καλύπτεται πλήρως από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού και η εκπαίδευση παρέχεται δωρεάν• προηγουμένως, τον προϋπολογισμό κάλυπταν μερικώς η Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου (κυρίως από την εκμετάλλευση της παραγωγής των χαρουπόδεντρων και ελαιόδεντρων του Αρμενομονάστηρου) και μερικώς τα δίδακτρα φοίτησης. Τα σχολεία είναι ανοικτά προς όλα τα παιδιά αρμενικής καταγωγής. Το διδακτικό και διοικητικό προσωπικό διορίζεται από τη Σχολική Εφορεία, με εξαίρεση τους δασκάλους Ελληνικής γλώσσας και ιστορίας, οι οποίοι παρέχονται από το Υπουργείο Παιδείας και Πολιτισμού. Το 1998 η κυβέρνηση ενέκρινε τη συνταξιοδοτική κάλυψη για το προσωπικό των Σχολείων Ναρέκ, με τους ίδιους όρους και συνθήκες που επωφελούνται οι Ελληνοκύπριοι συνάδελφοί τους.
 
Σήμερα, τα αρμένικα σχολεία στην Κύπρο έχουν περίπου 205 μαθητές ([[Λευκωσία]]: 135, [[Λάρνακα]]: 30, [[Λεμεσός]]: 40). Το διαχειριστικό τους σώμα είναι η 11μελής '''Σχολική Εφορεία Αρμενικών Σχολείων''' (''Կիպրահայ Վարժարաններու Հոգաբարձութիւն''), η οποία - σύμφωνα με το '''''Νόμο 103(I)/1999''''' - έχει 5ετή θητεία και διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο ύστερα από την εισήγηση του Υπουργού Παιδείας και Πολιτισμού, ο οποίος διαβουλεύεται με τον Εκπρόσωπο των Αρμενίων• από το Νοέμβριο του 2009, επικεφαλής της 11μελούς Σχολικής Εφορείας είναι ο Βαρτάν Ταστζιάν. Η σημερινή Σχολική Εφορεία διορίστηκε με την '''«Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 69.557/18–11–2009''' »,<ref name="Hokapartsoutiun">{{cite web|url=http://www.azad-hye.net/news/viewnews.asp?newsId=418aagf53|title=Armenian Schools Committee formed after disagreement|date=November 2012|accessdate=18 November 2012}}</ref>, ενώ η '''«Απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου 70.780/14–07–2010'''» αντικατέστησε ένα μέλος που είχε παραιτηθεί. Εκτός από τον κοκ. Ταστζιάν, η Σχολική Εφορεία σήμερα αποτελείται από τα ακόλουθα μέλη: Σεμπούχ Ταβιτιάν, Μασίς ντερ Παρτόγ, Αβεντίς Τσουλτζιάν, Γεράν Κιουγιουμτζιάν, Ασαντούρ Ντεβλετιάν, Ραφφί Μαχτεσιάν, Ναϊρί (ντερ Αρακελιάν) Μερχεζέ, Ρίτα Κασπαριάν, Δρ. Μισάκ Κεσισιάν και Χαρουτιούν Κασαπιάν.
 
Αρχικά, η Σχολική Εφορεία διοριζόταν από την Αρμενική Εθναρχία Κύπρου μέχρι το 1921, όταν πλέον τα μέλη της διορίζονταν από τον Ύπατο Αρμοστή/Κυβερνήτη ('''''Αποικιακός Νόμος XXIV/1920''''')• μεταξύ 1960–1965 διοριζόταν από την Ελληνική Κοινοτική Συνέλευση, ενώ από το 1966 διορίζεται από το Υπουργικό Συμβούλιο. Το 1961, τα μεμονωμένα δημόσια αρμενικά σχολεία στην Κύπρο τέθηκαν υπό την ενιαία διεύθυνση ενός Διευθυντή στη [[Λευκωσία]], με τη βοήθεια ενός υπεύθυνου δασκάλου στη [[Λάρνακα]] και ενός υπεύθυνου δασκάλου στη [[Λεμεσός|Λεμεσό]]•Λεμεσό• το Αρμενικό Σχολείο [[Αμμόχωστος|Αμμοχώστου]] είχε μόνο μία δασκάλα. Από το Σεπτέμβριο του 2009, η Διευθύντρια των σχολείων είναι η Βέρα Ταχμαζιάν.
 
Με την πάροδο του χρόνου, τα ακαδημαϊκά προγράμματα αυτών των σχολείων συμβαδίζονυ με τις ανάγκες και προκλήσεις του αυξομειούμενου πληθυσμού της κοινότητας και τις απαιτήσεις της κυβέρνησης. Σήμερα, τα σχολεία είναι τρίγλωσσα (''Αρμένικα'', ''Ελληνικά'', ''Αγγλικά'') και η σχολική τους ύλη είναι αντίστοιχη με αυτή των δημοσίων σχολείων, ενισχυμένη με μαθήματα Αρμενικής γλώσσας, ιστορίας και γεωγραφίας, καθώς και δραστηριότητες που καλλιεργούν τον αρμενισμό, την αρμενογνωσία και την αρμενική κουλτούρα. Δεν μπορούμε να παραβλέψουμε το γεγονός ότι όλα τα αρμενικά σχολεία στην [[Κύπρος|Κύπρο]] γειτνιάζουν με τις τοπικές εκκλησίες, με την ενεργή συμβολή των ηγετών της Εκκλησίας, μια ζωντανή απόδειξη του παραδοσιακού δεσμού σχολείου-εκκλησίας που υπήρχε για αιώνες στην αρμενική πραγματικότητα <ref>[http://www.hayk.net/destinations/cyprus/schools/]{{Dead link|date=June 2015}}</ref>.
Γραμμή 337 ⟶ 321 :
Πάνω από την είσοδο με τη σιδερένια πύλη υπάρχει η ακόλουθη μαρμάρινη πλάκα στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]:
 
<blockquote>'''“Խաչն փայլի † յարեւելից ե˝օ” – ՚Ի հիմանց կառուցաւ շրջապատ Գերեզմանատանս Լուսաւրչ՟կ՟ն Հայոց արդեամբք ժողովրդեան. յամին 1888։''' (''“Ο σταυρός έλαμψε † από την Ανατολή” – Το περιτείχισμα αυτού του Γρηγοριανού Κοιμητηρίου κατασκευάστηκε εκ θεμελίων με λαϊκή δαπάνη, το έτος 1888.'')</blockquote>
 
[[File:Sourp Haroutiun.jpg|thumb|right|Το παλιό αρμενικό κοιμητήριο στον Άγιο Δομέτιο]]
Γραμμή 346 ⟶ 330 :
Το κοιμητήριο Πεν ιδρύθηκε το 1931 στα δυτικά του [[Άγιος Δομέτιος Λευκωσίας|Αγίου Δομετίου]], κοντά στο πολεμικό κοινοπολιτειακό κοιμητήριο της Λευκωσίας, και ήταν το μόνο αρμενικό κοιμητήριο σε χρήση στη Λευκωσία μέχρι το 1998. Το 1938 κτίστηκε μέσα στο κοιμητήριο το παρεκκλήσι της Αγίας Αναστάσεως, με δωρεά του Χαρουτιούν Μποτζιαλιάν• καθαγιάστηκε το 1949. Το 1963 τα λείψανα περίπου 100 ανθρώπων θαμμένων στο κοιμητήριο Άυπ μεταφέρθηκαν εδώ, λόγω της κατεδάφισης ενός μικρού τμήματος του κοιμητηρίου Άυπ. Από την τουρκική εισβολή του 1974, το κοιμητήριο Πεν είναι πολύ κοντά στις τουρκοκρατούμενες περιοχές• καθώς βρίσκεται εντός της νεκρής ζώνης, οι επισκέψεις επιτρέπονται μόνο τα μεσημέρια της Κυριακής. Απαιτείται ειδική άδεια από την [[Ειρηνευτική δύναμη των Η.Ε. στην Κύπρο|ΟΥΝΦΙΚΥΠ]] για ταφές εκεί. Υπάρχουν 1630 άνθρωποι θαμμένοι σε αυτό το κοιμητήριο.
 
Στο κέντρο του κοιμητηρίου υπάρχει μια βρύση. Φέρει την τις ακόλουθες μαρμάρινες επιγραφές στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα:
 
<blockquote>'''Դուստր նոցա Նուարդ''' (''Η κόρη τους Νβαρτ'')</blockquote>
 
<blockquote>'''† Ի յիշատակ հանգուցեալ Աբիսողոմ եւ Վերժինէ Իւթիւճեաններու 1952''' (''† Εις μνήμην των κεκοιμημένων Απισογόμ και Βερζινέ Ουτιτζιάν 1952'')</blockquote>
 
Το 1998 το κοιμητήριο Κιμ ιδρύθηκε στα νότια του δρόμου μεταξύ [[Λακατάμια]]ς and [[Άγιοι Τριμιθιάς|Αγίων Τριμιθιάς]]. Το κοιμητήριο δεν έχει παρεκκλήσι και διοικητικά ανήκει στην Κάτω Δευτερά. Υπάρχουν 155 άνθρωποι θαμμένοι σε αυτό το κοιμητήριο.
Γραμμή 357 ⟶ 341 :
[[File:Shelter-Kim cemetery.jpg|thumb|left|Στέγαστο στο κοιμητήριο Κιμ]]
 
<blockquote>'''Կառուցաւ աղբիւրս արդեամբ Փերուզ Տէլիֆէրի Մկրտիչեամ եւ Տէլիֆէր գերդաստանի յիշատակին – 2000''' (''Η βρύση αυτή κατασκευάστηκε με δαπάνες της Περούζ Ντελυφέρ εις μνήμην ης οικογένειας Μεγκερντιτσιάν και Ντελυφέρ – 2000'')</blockquote>
 
Πάνω από τη βρύση κατασκευάστηκε στέγαστρο• στο πλάι του στεγάστρου υπάρχει η ακόλουθη επιγραφή από πλέξιγκλας στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα, που είναι τοποθετημένη πάνω σε μια πέτρινη στήλη
 
<blockquote>'''Այս ամպհովանին կառուցուեցաւ նուիրատուութեամբ՝ Ռօզ Օղասապեանի, Անահիտ Զարդարեանի եւ Պետրոս Նահապեսեանի իրենց ծնողքին՝ Նահապետ եւ Վերժին Նահապետեաններու յիշատակին – Հոկտեմբեր 2010''' (''Αυτό το υπόστεγο κατασκευάστηκε με δωρεά των Ροζ Ογασαμπιάν, Αναχίτ Ζαρταριάν και Πετρός Ναχαμπετιάν εις μνήμην των γονέων τους, Ναχαμπέτ και Βερζίν Ναχαμπετιάν - Οκτώβριος 2010'')</blockquote>
 
[[File:Gamavorner-Larnaca.jpg|thumb|left|Η ταφόπλακα των Αρμένιων Λεγεωνάριων στη Λάρνακα]]
Γραμμή 368 ⟶ 352 :
 
===Λάρνακα===
 
Το αρμενικό κοιμητήριο στη Λάρνακα ιδρύθηκε το 1897, ως προσωρινός χώρος ανάπαυσης σε γη που δόθηκε από τη Μητρόπολη Κιτίου. Επίσημα παραχωρήθηκε στην κοινότητα το 1923 και επεκτάθηκε προς τα νότια στις αρχές της δεκαετίας του 1930. Βρίσκεται δίπλα από το λατινικό κοιμητήριο. Υπάρχουν 635 άνθρωποι θαμμένοι σε αυτό το κοιμητήριο.
 
Ανάμεσα στα μνήματα και τους τάφους εκείνου του κοιμητηρίου είναι ο κοινός τάφος για 9 γκαμαβορνέρ (εθελοντές) της Αρμενικής Λεγεώνας, η οποία σχηματίστηκε και εκπαιδεύτηκε στη Μοναρκά της Κύπρου, μεταξύ Δεκεμβρίου 1916 και Μαΐου 1918. Τα ονόματά τους είναι: ''Μοβσές Απραχαμιάν'', ''Παρσέγ Κλεντζιάν'', ''Χακόπ Μποζαγιάν'', ''Λεβόν Σαρατζιάν'', ''Χοβαννές Σιλαχλιάν'', ''Αρτίν Σογομονιάν'', ''Χατσίκ Τσιουκουριάν'', ''Καλούστ Χοβαννεσιάν'' και ''Χοβαννές Χοβαννεσιάν''. Ο τάφος και η ταφόπλακά τους κατασκευάστηκαν με δαπάνες του γαλλικού προξενείου στην Κύπρο.
 
Απέναντι από το χατσκάρ (σταυτόπετρα), στην ανατολική πλευρά του κοιμητηρίου, υπάρχει μια βρύση, που δωρήθηκε από τους Μιχράν και Ζιακλίν Μπογιατζιάν. Στην κορυφή της, υπάρχει μια καφέ αναμνηστική πλάκα από πέτρα τουφ που φέρει το αρμενικό σύμβολο για την αιωνιότητα, τα αρχικά του γλύπτη της Γκρισιά Αβεντισιάν ['''Գ''' (πάνω αριστερή πλευρά) και '''Ա''' (πάνω δεξιά πλευρά)] και τη χρονιά που κατασκευάστηκε 2011 ['''20''' (κάτω αριστερή πλευρά) και '''11''' (κάτω δεξιά πλευρά)]. Στο επίπεδο του ματιού, υπάρχει μια αλουμινένια επιγραφή στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα:
 
<blockquote>'''Յիսուս ըսաւ - Ով որ այս ջուրէն խմէ` դարձեալ պիտի ծարաւնայ բայց ով որ իմ տալիք ջուրէն խմէ` յաւիտեան պիտի չծարաւնայ: Ընդհակառակը, ջուրը որ ես պիտի տամ անոր մէջ պիտի վերածուի աղբիւրի մը որ ջուր կը ցայտէ եւ յաւիտեան կեանք կու տայ: Յովհաննէս (Դ. 13–14)''' [''Είπε ο Ιησούς - Όποιος πιει απ’ αυτό το νερό θα ξαναδιψάσει, αλλά όποιος πει από το νερό που θα προσφέρω αιωνίως δεν θα ξαναδιψάσει. Τουναντίον, το νερό που θα του δώσω θα μετατραπεί σε πηγή, της οποίας το νερό αναβλύζει και δίνει αιώνια ζωή. (Ιωάννης 4:13–14)'']</blockquote>
 
Τέλος, κάτω, υπάρχει η ακόλουθη αλουμινένια επιγραφή στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα:
 
<blockquote>'''Ի Յիշատակ Լէւոն եւ Զարուհի Պօյաճեաններու 2007''' (''Εις μνήμην των Λεβόν και Ζαρουχί Μπογιατζιάν 2007'')</blockquote>
 
Πάνω από τη βόρεια είσοδο, υπάρχει ένας λευκός μαρμάρινος σταυρός, τον οποίο δώρισε ο Ζιαν-Ζιακ Γκιουβλεκτζιάν.
Γραμμή 389 ⟶ 372 :
Το αρμενικό κοιμητήριο της Λεμεσού παραχωρήθηκε στην κοινότητα το 1946, αλλά δεν ήταν μέχρι το 1960 που ξεκίνησε τη λειτουργία του, όταν ο Δήμαρχος της Λεμεσού [[Κώστας Παρτασίδης]] κατασκεύασε τον τοίχο του. Στις 15 Ιουλίου 1961 ο Δήμαρχος Παρτασίδης παρέδωσε το χρυσό κλειδί του κοιμητηρίου στο Μιχράν Μπαστατζιάν, Πρόεδρο της αρμενικής εκκλησιαστικής επιτροπής Λεμεσού <ref name="Hadjilyras-4">{{cite web|url=http://www.gibrahayer.com/index.php5?&page_id=199&path=199|title=The Armenian cemetery of Limassol|accessdate=1 April 2012}}</ref>. Το κοιμητήριο βρίσκεται στα δυτικά του δρόμου Λεμεσού-Πλατρών και αποτελεί την αρχή του γραμμικού πάρκου του ποταμού Γαρύλλη. Διοικητικά, ανήκει στα [[Κάτω Πολεμίδια Λεμεσού|Κάτω Πολεμίδια]]. Υπάρχουν 150 άνθρωποι θαμμένοι σε αυτό το κοιμητήριο.
 
Στο κέντρο του κοιμητηρίου, υπάρχει μια σκούρα μωβ γρανιτένια βρύση, καλυμμένη με μπεζ πέτρα. Στην κορυφή της, φέρει την ακόλουθη πέτρινη επιγραφή στα [[Αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα:
 
<blockquote>'''Ի յիշատակ Կարապետ Կարապետեանի Աղբարիկ 2001''' (''Εις μνήμην του Καραμπέτ Καραμπετιάν Αγπαρίκ 2001'')</blockquote>
 
===Αμμόχωστος===
Γραμμή 402 ⟶ 385 :
Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις που υποδηλώνουν ότι η αρχική αρμενική συνοικία (13ος - τέλη 15ου/αρχές 16ου αιώνα) βρισκόταν στο ανατολικό τμήμα της φράγκικης Λευκωσίας και πως οι Αρμένιοι απέκτησαν τη νέα τους συνοικία εντός του 16ου αιώνα. Αυτό που γνωρίζουμε με βεβαιότητα είναι ότι, μετά την κατάληψη της πόλης το 1570, οι Οθωμανοί μετονόμασαν την υφιστάμενη αρμενική ενορία σε “Karamanzade mahallesi” (κυριολεκτικά: ενορία του γιου του Καραμάν), προς τιμήν ενός από τους Στρατηγούς που έλαβαν μέρος στην [[Οθωμανική εισβολή στην Κύπρο|κατάληψη της Κύπρου]] και προερχόταν από το [[Βιλαέτι|εγιαλέτι]] της [[Επαρχία Καραμάν|Καραμανιάς]].
 
Από το Μεσαίωνα μέχρι και το Δεκέμβριο του 1963, το δυτικό τμήμα της εντός των τειχών Λευκωσίας αποτελούσε τοτον γνωστό σε εμάς '''Αρμενομαχαλλά''' ['''''(Հայկական թաղ''''', (στα [[αρμενικήτουρκικά: γλώσσα|Αρμένικα]]), '''''Ermeni mahallesi''''' (στα [[τουρκική γλώσσα|Τουρκικά]]) ή '''''Armenian quarter''''' (στα [[αγγλική γλώσσα|Αγγλικά]])], που θα μπορούσε να οριστεί ως εξής: βόρεια της Πύλης Πάφου, Ανατολικά της τάφρου, νότια της φουντάνας της οδού Ζαχρά και δυτικά της νοητής γραμμής που σχημάτιζε η προέκταση της οδού Αθανάσιου Διάκου προς τον προμαχώνα Μούλα. Διοικητικά, ο Αρμενομαχαλλάς περιλάμβανε τόσο την ενορία Καραμάν Ζατέ, όσο και την ενορία Αράπ Αχμέτ Πασιά.
 
Αφού οι Βρετανοί κατέλαβαν την Κύπρο, αυτό το μέρος της πόλης στέγαζε αρκετούς Βρετανούς αξιωματικούς. Η παρουσία τους, μαζί με αυτή των Λατίνων (λόγω της ύπαρξης του καθεδρικού ναού του Τιμίου Σταυρού και της σχολής Τέρρα Σάντα, και αργότερα της σχολής και της μονής του Αγίου Ιωσήφ), του έδωσε την ανεπίσημη ονομασία “Φραγκομαχαλλάς”, ενώ ήταν στην οδό Βικτωρίας που άνοιξαν τα πρώτα ξενοδοχεία της Λευκωσίας (σε αντιδιαστολή με τα πολυάριθμα χάνια που υπήρχαν), το “Αρμένικο Ξενοδοχείο” (περ. 1875- περ. 1925) και το “Army & Navy Hotel” (1878- περ. 1890). Επομένως, το πρώτο άνοιγμα στα ενετικά τείχη έγινε στο τέλος της οδού Βικτωρίας στην Πύλη Πάφου το 1879. Ομοίως, όχι πολύ μακριά από εκεί, οι Αγγλικανοί έκτισαν τον καθεδρικό τους ναό, αφιερωμένο στον Άγιο Παύλο, το 1885. Τέλος, για ένα χρονικό διάστημα, στην οδό Βικτωρίας βρισκόταν το “Nicosia Club” - γνωστό και ως “English Club” - (1884-1896), ο καθολικός “Σύλλογος Κονκόρντια” (1903-1954), αλλά και το [[Κυπριακό Μουσείο]] (1889-1909).
Γραμμή 408 ⟶ 391 :
Παραδοσιακά, ο Αρμενομαχαλλάς είχε τη μεγαλύτερη συγκέντρωση Αρμενίων στη Λευκωσία, καθώς περιλάμβανε το αρμενικό σύμπλεγμα (εκκλησία Παρθένου Μαρίας, Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου, Σχολείο Μελικιάν-Ουζουνιάν, μνημείο Αρμενικής Γενοκτονίας), τα οικήματα της Αρμενικής Λέσχης, του AGBU και της AYMA, καθώς και μεγάλο αριθμό αρμενικών σπιτιών και καταστημάτων. Πάνω στον προμαχώνα Ρόκκας υπήρχε ένα μικρό άλσος (στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]: անտառ), που ήταν χώρος αναψυχής για την περιοχή.
 
Παρόλον ότι η πλειοψηφία των κατοίκων του ήσαν Αρμενοκύπριοι, ο Αρμενομαχαλλάς κάθε άλλο παρά “μονόχρωμος” ήταν, καθώς εκεί ζούσαν αρκετοί [[Τουρκοκύπριοι]], καθώς και μερικοί [[Ελληνοκύπριοι]], [[Μαρωνίτες της Κύπρου|Μαρωνιτοκύπριοι]], Λατινοκύπριοι και Βρετανοί. Μάλιστα δε, μέχρι τα πρώτα χρόνια της Αγγλοκρατίας, η περιοχή ήταν γνωστή και ως Φραγκομαχαλλάς• αργότερα, διαχωρίστηκε στις ενορίες Καραμάν Ζατέ και Αράπ Αχμέτ Πασιά. Ωστόσο, καθώς η πλειοψηφία των κατοίκων ήσαν Αρμενοκύπριοι, από το 1927 οι μουχτάρηδες (κοινοτάρχες) είναι Αρμενοκύπριοι: ο '''Μελίκ Μελικιάν''' (1927–1949), ο '''Κασπάρ Ντελυφέρ''' (1949–1956), ο '''Βαχέ Κουγιουμτζιάν''' (1956–2009) και ο '''Μγκο Κουγιουμτζιάν''' (2011-σήμερα).
 
[[File:Excursion of the Armenian kindergarten on Roccas bastion (1946).jpg|thumb|Εκδρομή της αρμενικής προδημοτικής στην προμαχώνα Ρόκκας (1946)]]
 
[[File:Bilingual Tanzimat street sign.jpg|thumb|right|Δίγλωσση πινακίδα της οδού Τανζιμάτ]]
Η καρδιά του Αρμενομαχαλλά ήταν η ''οδός Βικτωρίας'' (Վիքթորիա փողոց / Viktorya sokağı), επί της οποίας βρισκόταν το αρμενικό σύμπλεγμα, καθώς και πολλά σπίτια και, αργότερα, το οίκημα του AGBU• κατά καιρούς, βρισκόταν εκεί και το οίκημα της AYMA. Η οδός Βικτωρίας ήταν ο δρόμος που κάθε Αρμενοκύπριος θα περπατούσε για να πάει στην εκκλησία, στο σχολείο, στις λέσχες, για να επισκεφθεί την οικογένεια, τους συγγενείς και τους φίλους κτλ. Μπορούσες να βλέπεις συνεχώς Αρμενοκύπριους να περιπλανιούνται στα στενά δρομάκια με τα πανέμορφα πετρόκτιστα σπίτια, ανάμεσα σε μια αφθονία από ανατολίτικες μυρωδιές και μια φλυαρία στα Αρμένικα. Η οδός, γεμάτη από πανέμορφα πετρόκτιστα κτίρια, ξεκινούσε από τη λατινική εκκλησία του Τιμίου Σταυρού και τέλειωνε στο τέμενος του Αράπ Αχμέτ Πασιά, έχοντας την οδό Μαχμούτ Πασιά ως προέκτασή της (όπου μεταξύ 1922-1955 βρισκόταν η Αμερικανική Ακαδημία Λευκωσίας και από το 1946 η αρμενική ευαγγελική εκκλησία). Καθώς ήταν μονόδρομος, η κυκλοφορία επιτρεπόταν μόνο από τα βόρεια προς τα νότια.
 
Ο άλλος κύριος δρόμος του Αρμενομαχαλλά ήταν η ''οδός Τανζιμάτ'' (Թանզիմաթ փողոց / Tanzimât sokağı). Καθώς αντίκρυζε την τάφρο, οι ποδοσφαιρικοί αγώνες ανάμεσα σε αρμενοκυπριακές και άλλες ομάδες προσέλκυαν μεγάλο αριθμό Αρμενοκυπρίων θεατών σε αυτήν. Σε κατοπινό στάδιο, βρισκόταν εκεί το οίκημα της AYMA. Καθώς ήταν και αυτός μονόδρομος, η κυκλοφορία επιτρεπόταν μόνο από τα νότια στα βόρεια. Διάφοροι παράδρομοι συνέδεαν την οδό Τανζιμάτ με την οδό Βικτωρίας. Μετά την κατάληψη της περιοχής από τουρκοκυπριακές παραστρατιωτικές οργανώσεις, μολονότι η οδός Τανζιμάτ διατήρησε την ονομασία της, η οδός Βικτωρίας μετονομάστηκε παράνομα σε οδό Şehit Salahi Şevket.
Η καρδιά του Αρμενομαχαλλά ήταν η '''οδός Βικτωρίας''' ('''''Վիքթորիա փողոց/Victoria street/Viktorya sokağı'''''), επί της οποίας βρισκόταν το αρμενικό σύμπλεγμα, καθώς και πολλά σπίτια και, αργότερα, το οίκημα του AGBU• κατά καιρούς, βρισκόταν εκεί και το οίκημα της AYMA. Η οδός Βικτωρίας ήταν ο δρόμος που κάθε Αρμενοκύπριος θα περπατούσε για να πάει στην εκκλησία, στο σχολείο, στις λέσχες, για να επισκεφθεί την οικογένεια, τους συγγενείς και τους φίλους κτλ. Μπορούσες να βλέπεις συνεχώς Αρμενοκύπριους να περιπλανιούνται στα στενά δρομάκια με τα πανέμορφα πετρόκτιστα σπίτια, ανάμεσα σε μια αφθονία από ανατολίτικες μυρωδιές και μια φλυαρία στα Αρμένικα. Η οδός, γεμάτη από πανέμορφα πετρόκτιστα κτίρια, ξεκινούσε από τη λατινική εκκλησία του Τιμίου Σταυρού και τέλειωνε στο τέμενος του Αράπ Αχμέτ Πασιά, έχοντας την οδό Μαχμούτ Πασιά ως προέκτασή της (όπου μεταξύ 1922-1955 βρισκόταν η Αμερικανική Ακαδημία Λευκωσίας και από το 1946 η αρμενική ευαγγελική εκκλησία). Καθώς ήταν μονόδρομος, η κυκλοφορία επιτρεπόταν μόνο από τα βόρεια προς τα νότια.
 
Ο άλλος κύριος δρόμος του Αρμενομαχαλλά ήταν η '''οδός Τανζιμάτ''' ('''''Թանզիմաթ փողոց/οδός Τανζιμάτ/Tanzimât sokağı'''''). Καθώς αντίκρυζε την τάφρο (στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]: պարիսպ), οι ποδοσφαιρικοί αγώνες ανάμεσα σε αρμενοκυπριακές και άλλες ομάδες προσέλκυαν μεγάλο αριθμό Αρμενοκυπρίων θεατών σε αυτήν. Σε κατοπινό στάδιο, βρισκόταν εκεί το οίκημα της AYMA. Καθώς ήταν και αυτός μονόδρομος, η κυκλοφορία επιτρεπόταν μόνο από τα νότια στα βόρεια. Διάφοροι παράδρομοι συνέδεαν την οδό Τανζιμάτ με την οδό Βικτωρίας. Μετά την κατάληψη της περιοχής από τουρκοκυπριακές παραστρατιωτικές οργανώσεις, μολονότι η οδός Τανζιμάτ διατήρησε την ονομασία της, η οδός Βικτωρίας μετονομάστηκε παράνομα σε οδό Şehit Salahi Şevket.
 
Κατά την [[Κυπριακό πρόβλημα#Νέες ταραχές και εγκατάσταση ειρηνευτικής δύναμης (1963-1964|τουρκοκυπριακή ανταρσία του 1963-1964]], μεγάλο μέρος του Αρμενομαχαλλά της Λευκωσίας σταδιακά καταλήφθηκε από Τουρκοκύπριους εξτρεμιστές μεταξύ 21 Δεκεμβρίου 1963 και 19 Ιανουαρίου 1964. Δέκα ημέρες μετά, λεηλάτησαν την εκκλησία της Παρθένου Μαρίας και κράτησαν αιχμάλωτους για λίγες ώρες το Μητροπολίτη, Ανώτερο Αρχιμανδρίτη Γερβάντ Απελιάν, τον εφημέριο, ντερ Βαζκέν Σαντρουνί, τον Πρόεδρο του Εκτελεστικού Συμβουλίου της Αρμενικής Εθναρχίας, Βαχράμ Τουντζιάν (Τουνταγιάν), και το διάκονο Χραντ Μαμιγκονιάν.
Γραμμή 442 ⟶ 424 :
 
==Επαναπατρισμός στην Αρμενία==
Το κίνημα του '''“νερκάγτ”'''«νερκάγτ» [ներգաղթ=επαναπατρισμός, γνωστό και ως '''հայրենադարձութիւն''' (χαϊρεναταρτσουτιούν=παλιννόστηση)] ήταν ένα παναρμενικό κίνημα μετανάστευσης Αρμενίων της Διασποράς προς τη [[Αρμενία#Σοβιετική Αρμενία|Σοβιετική Αρμενία]], στο πλαίσιο μιας συντονισμένης προσπάθειας της Αρμενικήςρμενικής ΣΣΔ και της [[Αρμενική Αποστολική Εκκλησία|Εκκλησίας της Αρμενίας]] για να ενισχύσουν τις αξιώσεις τους επί των εδαφών της ιστορικής Αρμενίας, κάνοντας έκκληση στα πατριωτικά αισθήματα των Αρμενίων της Διασποράς• ιδιαίτερα μετά τον [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο]], το νερκάγτ ήταν και ένας τρόπος για να αντικατασταθεί μερικώς ο μεγάλος αριθμός των Αρμενίων που χάθηκε κατά τον Πόλεμο. Πραγματοποιήθηκε μαζική προπαγάνδα, σε συνεργασία το AGBU και το κόμμα Ραμγκαβάρ, ξεσηκώνοντας μια θύελλα ενθουσιασμού στις αρμενικές κοινότητες της Διασποράς και δημιουργώντας υψηλές προσδοκίες για την εγκατάστασή τους στην “πατρίδα”, την οποία αντιλαμβάνονταν ως τον τελικό τους προορισμό. Εκ των υστέρων, το νερκάγτ θα μπορούσε να θεωρηθεί και μια σοβιετική μανούβρα στην εποχή του [[Ψυχρός Πόλεμος|Ψυχρού Πολέμου]].
 
Τα κύματα του νερκάγτ έλαβαν χώρα μεταξύ 1921–1925 (19.688 άτομα), 1926–1929, 1932–1933, 1936 (22.598), 1946–1949 (το μεγαλύτερο κύμα, με 89.780 επαναπατρισθέντες) και 1962–1982 (31.920 άτομα), όταν συνολικά 163.986 Αρμένιοι μετανάστευσαν στη [[Αρμενία#Σοβιετική Αρμενία|Σοβιετική Αρμενία]] από το [[Ιράν]], την [[Ελλάδα]], τη [[Συρία]], το [[Λίβανος|Λίβανο]], το [[Ιράκ]], τη [[Γαλλία]], τη [[Βουλγαρία]], την [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]], την [[Τουρκία]], τη [[Ρουμανία]], την [[Παλαιστίνη]], την [[Ιορδανία]], την '''Κύπρο''', τις [[Ηνωμένες Πολιτείες]], τη [[Μεγάλη Βρετανία]], την [[Αργεντινή]], την [[Κίνα]], το [[Ισραήλ]] και αλλού <ref name="AGBU">{{cite web|url=http://agbu.org/news-item/realizing-the-dream-then-and-now/|title=Realizing a Dream: Then and Now|date=April 2011|accessdate=17 July 2013}}</ref>.
 
Μεταξύ 1944-1948, υπήρχε ο ''Σύνδεσμος Φίλων της Αρμενίας'' [Հայաստանի Բարեկամաց Միութիւն (Χαγιαστανί Παρεγκαμάτς Μιουτιούν)], ο οποίος ιδρύθηκε από υποστηρικτές του AGBU και του κόμματος Ραμγκαβάρ, με σκοπό την προώθηση της αγάπης για την αρμενική “πατρίδα” και τη γνωριμία με τον πολιτισμό της. Εκτός από τις διάφορες άλλες αθλητικές, πολιτιστικές, κοινωνικές, φιλανθρωπικές και άλλες εκδηλώσεις, γινόταν μαζική προπαγάνδα υπέρ του κινήματος του νερκάγτ, συμπεριλαμβανομένων δημοσιευμάτων στην εφημερίδα του Συνδέσμου “Νορ Αράξ”, καθώς και στην ελληνοκυπριακή κομμουνιστική εφημερίδα “Δημοκράτης”, διαλέξεις και άλλες εκδηλώσεις. Παρά την αντίσταση του κόμματος Τασνακτσουτιούν και της αποικιακής κυβέρνησης, είχαν εγγραφεί περίπου 2.000 Αρμενοκύπριοι• τελικά, όμως, προτιμήθηκαν Αρμένιοι από φτωχότερες χώρες της Μέσης Ανατολής και των Βαλκανίων. Ωστόσο, υπήρχαν 4–5 μεμονωμένες αρμενοκυπριακές οικογένειες που μετανάστευσαν στη [[Αρμενία#Σοβιετική Αρμενία|Σοβιετική Αρμενία]] από μόνες τους το 1947.
Γραμμή 462 ⟶ 444 :
Σήμερα, η αρμενοκυπριακή κοινότητα διαθέτει τα ακόλουθα έντυπα, ηλεκτρονικά και διαδικτυακά μέσα ενημέρωσης:
 
* Το ''αρμενικόΑρμενικό ραδιοφωνικό πρόγραμμα'' μεταδίδεται από τον Νοέμβριο του 1953 από το [[Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου|ΡΙΚ]]. Αρχικά, μεταδιδόταν από το πρώτο πρόγραμμα του [[Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου|ΡΙΚ]] (ΡΙΚ 1, 1953–1955), ενώ αργότερα (1955–1963) μεταδιδόταν και από τα δύο προγράμματα του [[Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου|ΡΙΚ]]• το 1964 μεταδιδόταν μόνο από το ΡΙΚ 1, μέχρι που το 1965 μεταφέρθηκε στο δεύτερο πρόγραμμα (ΡΙΚ 2). Για πολλά χρόνια, ήταν η μόνη μετάδοση στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]] στη Μέση Ανατολή, με ακροατήρια από ολόκληρη την περιοχή. Αρχικά μεταδιδόταν μόνο τις Τρίτες (1953–1954), αργότερα μεταδιδόταν μόνο τις Κυριακές (1955–1970), τις Κυριακές και τις Τετάρτες (1970–1975) και μετά τις Κυριακές, Τετάρτες και Σάββατα (1976–1977). Μεταξύ 1978–1980, μεταδιδόταν τις Κυριακές, Δευτέρες, Τετάρτες, Παρασκευές και Σάββατα, ενώ - από το 1981 - το πρόγραμμα μεταδίδεται καθημερινά• από το 1996, είναι στον αέρα καθημερινά μεταξύ 17:00–18:00.
* Το '''Αρτσακάνκ''' (Արձագանգ, Ηχώ) ιδρύθηκε το Μάρτιο του 1995 ([http://www.artsakank.com.cy/ ιστοσελίδα ''Αρτσακάνκ'']). Είναι μηνιαία εφημερίδα στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα, που εκδίδεται από το Αρμενικό Κέντρο Νεολαίας “Αζαταμάρτ”, με αρχισυντάκτη τον Άρτο Ταβιτιάν.
* Το '''Αζάτ Τσάιν''' (Ազատ Ձայն, Ελεύθερη Φωνή) ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 2003. Είναι μηνιαία εφημερίδα στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα, που εκδίδεται από τον Κεβόρκ Ζεϊτουντσιάν, ο οποίος από το 2012 είναι και ο αρχισυντάκτης της• προηγουμένως, η αρχισυντάκτης της ήταν η Γεράν Κουγιουμτζιάν.
* Το '''Κεγάρτ''' (Գեղարդ, Λόγχη), μηνιαίο ενημερωτικό δελτίο στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα, ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 1997 και εκδίδεται από την Αρμενική Μητρόπολη Κύπρου χάρη στην πρωτοβουλία του Αρχιεπισκόπου Βαρουζάν Χεργκελιάν, που είναι και ο αρχισυντάκτης του.
* Το '''Λραντού''' (Լրատու, Ενημερωτικό Δελτίο), τριμηνιαίο ενημερωτικό δελτίο στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]]αρμένικα, ιδρύθηκε τον Οκτώβριο του 2006 και εκδίδεται από το Γραφείο του Εκπροσώπου των Αρμενίων. Η αρχισυντάκτριά του είναι η βοηθός του Αρμένιου Εκπροσώπου, Ναϊρί Μουρατιάν ([http://www.cyprusarmenians.com/en/p/lradou ιστοσελίδα ''Λραντού'']).
* Το '''Gibrahayer''' (Αρμενοκύπριοι), που ιδρύθηκε το Σεπτέμβριο του 1999, είναι ένα διαδικτυακό ενημερωτικό δελτίο που κυκλοφορεί κάθε Πέμπτη από το 2010 (μεταξύ 1999-–2010 κυκλοφορούσε κάθε Τετάρτη) σε μηνιαία βάση από το 2012 (μεταξύ 1999–2012 κυκλοφορούσε σε εβδομαδιαία βάση) ([http://www.gibrahayer.com/ ιστοσελίδα ''Gibrahayer'']). Η σελίδα των ειδήσεων έχει τα πλείστα περιεχόμενά της στα [[αγγλική γλώσσα|Αγγλικάαγγλικά]], αλλά περιλαμβάνει και μερικά [[αρμενική γλώσσα|αρμενικά]], [[ελληνική γλώσσα|ελληνικά]] και [[τουρκική γλώσσα|τουρκικά]] άρθρα. Ο αρχισυντάκτης και ιδιοκτήτης του είναι ο Σιμόν Αϊνετζιάν. Τον Οκτώβριο του 2010, το e-magazine κέρδισε Διεθνές Βραβείο Μέσων Ενημέρωσης από το Αρμενικό Υπουργείο Διασποράς στο Στεπανακέρτ, την πρωτεύουσα του [[Ναγκόρνο-Καραμπάχ]].
* Το '''Αζάτ Χοσκ''' (Ազատ Խօսք, Ελεύθερος Λόγος), που ιδρύθηκε τον Απρίλιο του 2011, είναι μηνιαίο διαδικτυακό περιοδικό στα [[αρμενική γλώσσα|Αρμένικα]] ([http://wwwαρμένικα.azadkhosk.com/ ιστοσελίδα ''Αζάτ Χοσκ'']). Η αρχισυντάκτριάΑρχισυντάκτριά του είναι η Γεράν Κουγιουμτζιάν.
 
===Μέσα ενημέρωσης του παρελθόντος===
Γραμμή 671 ⟶ 653 :
* '''23 Μαρτίου 2001:''' Ο Δήμος [[Αγλαντζιά]]ς μετονομάζει την οδό Εφέσου σε οδό Μελκονιάν. Η πινακίδα αποκαλύπτεται επίσημα στις 7 Απριλίου 2001 από το Δήμαρχο Ανδρέα Πέτρου.
* '''27 Μαΐου 2001:''' Ο Πετρός Καλαϊτζιάν επανεκλέγεται Εκπρόσωπος των Αρμενίων στη [[Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου|Βουλή των Αντιπροσώπων]], εξασφαλίζοντας το 57,13% των ψήφων.
* '''21 Οκτωβρίου 2001:''' Ο Προεδρικός Επίτροπος Μανώλης Χριστοφίδης αποκαλύπτει το μαρμάρινο χατσκάρ (σταυρόπετρα) αφιερωμένο στην αιώνια φιλία των Αρμενίων και των Ελλήνων της Κύπρου, μπροστά από την εκκλησία της Παναγίας Θεοτόκου στο [[Στρόβολος|Στρόβολο]], Λευκωσίατης Λευκωσίας.
* '''28 Απριλίου 2002:''' Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν αποκαλύπτει το μαρμάρινο τύμβο-οστεοφυλάκιο μπροστά από το οίκημα της ΑΫΜΑ.
* '''1 Δεκεμβρίου 2002:''' Η [[Αρμενική γλώσσα|Αρμενική]]αρμενική αναγνωρίζεται ως μειονοτική γλώσσα της Κύπρου.
* '''1 Μαΐου 2005:''' Ο δωρητής Αλέκο Μπεζικιάν αποκαλύπτει την μπρούντζινη προτομή του Αρχιεπισκόπου Ζαρέχ Αζναβοριάν στο προαύλιο της εκκλησίας της Παναγίας Θεοτόκου στο [[Στρόβολος|Στρόβολο]], Λευκωσία.
* '''9 Οκτωβρίου 2005:''' Ο Δρ. Βαχάκν Αταμιάν εκλέγεται Εκπρόσωπος των Αρμενίων στη [[Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου|Βουλή των Αντιπροσώπων]] σε αναπληρωματική εκλογή, εξασφαλίζοντας το 52,03% των ψήφων.
* '''21 Μαΐου 2006:''' Ο Βαρτκές Μαχτεσιάν εκλέγεται Εκπρόσωπος των Αρμενίων στη [[Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου|Βουλή των Αντιπροσώπων]], εξασφαλίζοντας το 52,60% των ψήφων.
* '''28 Ιουνίου 2006:''' Ο Πρόεδρος [[Τάσσος Παπαδόπουλος]] εγκαινιάζει την πτέρυγα «Αλίς και Αρουσιάκ Ραφαελιάν» του Μελάθρου Ευγηρίας Καλαϊτζιάν.
* '''24 Νοεμβρίου 2006:''' Ο Αρμένιος Πρόεδρος [[Ρομπέρτ Κοτσαριάν|Ρομπέρτ Κοτσιαριάν]] καταθέτει τη θεμέλια λίθο για το Μνημείο της Αρμενικής Γενοκτονίας στη Λάρνακα.
* '''28 Μαΐου 2008:''' Ο Πρόεδρος [[Δημήτρης Χριστόφιας]] αποκαλύπτει το Μνημείο της Αρμενικής Γενοκτονίας στη Λάρνακα.
* '''28 Σεπτεμβρίου 2008:''' Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν αποκαλύπτει το χατσκάρ (σταυρόπετρα) από πέτρα τουφ μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Λεμεσό.
* '''5 Νοεμβρίου 2008:''' Ο Πρόεδρος [[Δημήτρης Χριστόφιας]] εγκαινιάζει το νέο Σχολείο Ναρέκ στη Λεμεσό.
* '''28 Φεβρουαρίου 2010:''' Ο Εκπρόσωπος Βαρτκές Μαχτεσιάν εγκαινιάζει τη νέα αίθουσα της ΑΫΜΑ.
* '''11 Απριλίου 2010:''' Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν επανακαθαγιάζει το παρεκκλήσι του Αγίου Παύλου στο παλαιό αρμενικό κοιμητήριο της Λευκωσίας και τελεί την πρώτη Λειτουργία από το 1963. Επίσημη παρουσίαση της επιγραφής που περιέχει τα ονόματα των εκεί 419 ταφέντων.
* '''8 Μαΐου 2010:''' Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν και ο Εκπρόσωπος Βαρτκές Μαχτεσιάν εγκαινιάζουν την ανακαινισμένη αίθουσα εκδηλώσεων δίπλα από την εκκλησία του Αγίου Γεωργίου στη Λεμεσό.
* '''5 Μαΐου 2011:''' Ο Πρόεδρος [[Δημήτρης Χριστόφιας]] εγκαινιάζει το νέο οίκημα του AGBU Λάρνακας.
* '''17 Μαΐου 2011:''' Ο Υπουργός Παιδείας και Πολιτισμού Δρ. Ανδρέας Δημητρίου εγκαινιάζει τη νέα αίθουσα εκδηλώσεων του Ναρέκ Λευκωσίας.
* '''22 Μαΐου 2011:''' Ο Βαρτκές Μαχτεσιάν επανεκλέγεται ως Εκπρόσωπος των Αρμενίων στη [[Βουλή των Αντιπροσώπων της Κύπρου|Βουλή των Αντιπροσώπων]], εξασφαλίζοντας το 67,67% των ψήφων.
* '''25 Δεκεμβρίου 2011:''' Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν καθαγιάζει το χατσκάρ (σταυρόπετρα) από πέτρα τουφ αφιερωμένο στην εκατονταετηρίδα της σφαγής των Αδάνων και τις μυριάδες του αρμενικού έθνους, που βρίσκεται μπροστά από την εκκλησία του Αγίου Στεφάνου στη Λάρνακα.
* '''26 Φεβρουαρίου 2012:''' Ο Αρχιεπίσκοπος Βαρουζάν Χεργκελιάν και ο π. Μαστότς Ασκαριάν καθαγιάζουν το χατσκάρ (σταυρόπετρα) από πέτρα τουφ, αφιερωμένο σε όλους τους κεκοιμημένους του αρμενικού έθνους στη [[Λάρνακα]], που βρίσκεται στο αρμενικό κοιμητήριο της Λάρνακας.
 
==Παραπομπές==
Γραμμή 738 ⟶ 720 :
* Նարեկ Հայկական Վարժարաններ: ''Նարեկ Վարժարաններ Կիպրոս – 40'' (Նիկոսիա: 2012).
 
====ΛοιπέςΣτα γλώσσεςαγγλικά====
* Melkonian Educational Institute: ''75 Տարի/75 Χρόνια/75 Years – Ադամանդեայ Յոբելինական Հանդիսութիւններ – Εορτασμοί Διαμαντένιας Επετείου – Diamond Jubilee Celebrations'' (Λευκωσία: 2001).
* Achilles Emilianides: ''Religion and Law in Cyprus'' (Kluwer Law International, The Hague:Χάγη 2011).
* Sossie Kasbarian: ''Rooted and Routed: The contemporary Armenian Diaspora in Cyprus and Lebanon'' (Ph.D. Thesis, University of London, School of Oriental and African studies, 2006).
* John Matossian: ''Silent partners: the Armenians and Cyprus 578–1878'' (Lusignan Press, Nicosia: 2009).
* Susan Paul Pattie: ''Faith in Histor:: Armenians rebuilding community'' (Smithsonian Institution Press, Washington: 1997).
* Andrekos Varnava, Nicholas Courea and Marina Elia (επιμ.): ''The minorities of Cyprus, development patterns and the identity of the internal-exclusion'' (Cambridge Scholars Publishing, Newcastle: 2009).
 
* Halil Aytekin: ''Kıbrıs'ta Monarga (Boğaztepe) Ermeni Lejyonu Kampı'' (Türk Tarih Kurumu Yayınları, Ankara: 2000).
====Στα τουρκικά====
* Ulvi Keser: ''Kıbrıs-Anadolu Ekseninde: Ermeni Doğu Lejyonu'' (Kıbrıs Türk Kültür Derneği, Ankara: 2007).
* Halil Aytekin: ''Kıbrıs'ta Monarga (Boğaztepe) Ermeni Lejyonu Kampı'' (Türk Tarih Kurumu Yayınları, Άγκυρα 2000).
* Ulvi Keser: ''Kıbrıs-Anadolu Ekseninde: Ermeni Doğu Lejyonu'' (Kıbrıs Türk Kültür Derneği, Άγκυρα 2007).
 
===Αρθρογραφία===
====Στα ελληνικά====
* '''Emma Cons:''' ''Armenian Exiles in Cyprus'' [Contemporary Review, No. 70, p.&nbsp;888–895], London: 1896.
* Νίκος Κουρέας: «Οι δυναστικές και στρατιωτικές σχέσεις μεταξύ της Κύπρου και της Μικρής Αρμενίας κατά την περίοδο 1195–1375». ''Επιστημονική Επετηρίς της Κυπριακής Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών'' Γ' (1996), 9–28. Λευκωσία: 1997.
* '''Mr and Mrs Patrick Geddes:''' ''Cyprus And Its Power to Help the East'' [text in Report of the International Conference on Armenian Aid, p.&nbsp;2–15], London: 1897.
* Λουκής Παπαφιλίππου: «Συνταγματικά προβλήματα από την εκπροσώπηση των θρησκευτικών ομάδων των Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών στη Βουλή των Αντιπροσώπων». ''Κυπριακό Νομικό Βήμα'' 4 (1991), 626–638. Λευκωσία.
* '''Արշակ Ալպօյաճեան:''' ''Կիպրոս Կղզին, իր անցեալն ու ներկան'' [Թէոդիկի Ամէնուն Տարեցոյցը, 21րդ Տարի (1926), էջ. 192–239], Փարիզ: 1927.
* Σαμβέλ Ραμαζιάν: «Αρμενική Κιλικία και Κύπρος. Αρμενο-κυπριακές στρατιωτικές σχέσεις» ''Ιστορία των αρμενο-ελληνικών στρατιωτικών σχέσεων και συνεργασίας'', Αθήνα 2010, 126–133.
* '''Noubar Maxoudian:''' ''An Early Colony: History of the Armenians in Cyprus'' [Armenian Review, Vol. XI, No. 1 (Spring 1958), p.&nbsp;73–77], Watertown, Massachusetts: 1958.
 
* '''Կարօ Գէորգեան:''' ''Պատմութիւն Կիպրոսի եւ Կիպրահայ Գաղութը'' [Ամենուն Տարեգիրքը, Ը Տարի (1960), էջ. 333–426], Պէյրութ: 1961.
* Αχιλλεύς Αιμιλιανίδης: ''Γνωμάτευση: Ποιοι Θεωρούνται ως Μέλη Θρησκευτικών Ομάδων σύμφωνα με το Κυπριακό Σύνταγμα'', [Λυσίας, No. 1 (2006), σελ. 26–31], Λευκωσία: 2006.
* '''Greek Communal Chamber:''' ''Minorities in Cyprus'' [Cyprus Today, Vol. II, No. 1 (January–February 1964), p.&nbsp;9–20], Nicosia: 1964.
* Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας: ''Η αρμενοκυπριακή κοινότητα'' [Ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας, τόμος 3ος (1980–1989), σελ. 182–201], Λευκωσία: 2011.
* '''Avedis K. Sanjian:''' ''The Diocese of Cyprus'' [part of Chapter VI, The Armenian Communities in Syria under Ottoman Dominion, p.&nbsp;160–167], Harvard: 1965.
* Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας: ''Η διαχρονική παρουσία της αρμενοκυπριακής κοινότητας'' [Ενατενίσεις, Νο. 14 (Μάιος–Αύγουστος 2011), σελ. 141–149], Λευκωσία: 2011.
* '''Costas P. Kyrris:''' ''Military Colonies in Cyprus in the Byzantine Period, their Character, Purpose and Extent'' [Byzantinoslavica, Issue XXXI (1970), p.&nbsp;157–181], Prague: 1970.
 
* '''Criton G. Tornaritis:''' ''The legal position of the Armenian religious group (1961)'' [Constitutional and legal problems of the Republic of Cyprus, p.&nbsp;83–90], Nicosia: 1972.
====Στα αρμενικά====
* '''Noubar Maxoudian:''' ''A brief history of the Armenians in Cyprus (1936)'' [Armenian Review, Vol. XXVII, No. 4 (Winter 1974), p.&nbsp;398–416], Watertown, Massachusetts: 1974.
* Արշակ Ալպօյաճեան: «Կիպրոս Կղզին, իր անցեալն ու ներկան». ''Թէոդիկի Ամէնուն Տարեցոյցը'', 21րդ Տարի (1926), 192–239. Փարիզ 1927.
* '''Paul Sergy:''' ''Les petites minorités à Chypre (Maronites, Arméniens, et «Latins»)'' [Revue Française d’Etudes Politiques Méditerranéennes, No. 18–19, p.&nbsp;75–82]. Paris: 1976.
* Կարօ Գէորգեան: «Պատմութիւն Կիպրոսի եւ Կիպրահայ Գաղութը» ''Ամենուն Տարեգիրքը'', Ը Տարի (1960), 333–426. Պէյրութ 1961.
* '''Λουκής Παπαφιλίππου:''' ''Συνταγματικά προβλήματα από την εκπροσώπηση των θρησκευτικών ομάδων των Αρμενίων, Λατίνων και Μαρωνιτών στη Βουλή των Αντιπροσώπων'' [Κυπριακό Νομικό Βήμα, Νο. 4 (1991), σελ. 626–638]. Λευκωσία: 1991.
* Գևորգ Քեշիշյան & Մարգարիտ Բաղդասարյան: ''Կիպրոս'' [Հայ Սփյուռք Հանրագիտարան, Էջ. 343–349], Երևան: 2003.
* '''Susan Pattie:''' ''Armenian Diaspora Life in Cyprus and London'' [Armenian Review, Vol. XLIV, No. 1 (Spring 1991), p.&nbsp;37–57], Watertown, Massachusetts: 1991.
 
* '''Gérard Dédéyan:''' ''Les Arméniens à Chypre de la fin du XIe au début du XIIIe siècle'' [Les Lusignans et L’Outre-Mer, Actes du Colloque (1993), p.&nbsp;122–131]. Poitiers: Université de Poitiers: 1994.
====Στα αγγλικά====
* '''Nicholas Coureas:''' ''Lusignan Cyprus and Lesser Armenia (1195–1375)'' [Επετηρίς Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου, Vol. XXI, p.&nbsp;35–66], Nicosia: 1995.
* Emma Cons: «Armenian Exiles in Cyprus». ''Contemporary Review'' 70, 888–895, Λονδίνο 1896.
* '''Caesar V. Mavratsas:''' ''The Armenians of Cyprus: A Study in Ethnic Identity and Institutions'' [Travaux de la Maison de l’ Orient Méditerranéen No. 25 (1994), p.&nbsp;103–109], Lyon: 1996.
* Nicholas Coureas: «Lusignan Cyprus and Lesser Armenia (1195–1375)». ''Επετηρίς Κέντρου Επιστημονικών Ερευνών Κύπρου'' XXI (1995), 35–66. Λευκωσία.
* '''Νίκος Κουρέας:''' ''Οι δυναστικές και στρατιωτικές σχέσεις μεταξύ της Κύπρου και της Μικρής Αρμενίας κατά την περίοδο 1195–1375'' [Επιστημονική Επετηρίς της Κυπριακής Εταιρείας Ιστορικών Σπουδών, τόμος Γ' (1996), σελ. 9–28], Λευκωσία: 1997.
* Mr and Mrs Patrick Geddes: «Cyprus And Its Power to Help the East» στο: ''Report of the International Conference on Armenian Aid'', Λονδίνο 1897, 2–15.
* '''Emel Akçalı:''' ''The ‘Other’ Cypriots and their Cyprus Questions'' [The Cyprus Review, Vol. 19, No. 2 (Fall 2007), p.&nbsp;57–82], Nicosia: 1997.
* Greek Communal Chamber: «Minorities in Cyprus». ''Cyprus Today' II (1964), 9–20.
* '''Guévork Gotikian:''' ''La Légion d'Orient et le mandat français en Cilicie (1916–1921)'' [Revue d'histoire arménienne contemporaine, Tome III (1999), p.&nbsp;251–324], Paris: 1999.
* Costas P. Kyrris: «Military Colonies in Cyprus in the Byzantine Period: their Character, Purpose and Extent». ''Byzantinoslavica'' XXXI (1970), 157–181.
* '''Jacob G. Ghazarian:''' ''Cyprus: a stepping stone'' [The Armenian Kingdom in Cilicia during the Crusades: The integration of Cilician Armenians with the Latins, 1080–1393, p.&nbsp;131–154]. London: Routledge, 2000.
* '''GillesCaesar GrivaudV. Mavratsas:''' ''Les«The minoritésArmenians orientalesof àCyprus: ChypreA (ÉpoquesStudy in Ethnic médiévaleIdentity etand Institutions». moderne)'' [Travaux de la Maison de l’l’orient Orient Méditerranéen No.méditerranéen'' 3125 (19971994), p.&nbsp;43–70]103–109. Lyon:Λυόν 20001996.
* '''Caesar V. Mavratsas:''' ''«Armenian Identity and Greek Nationalism in Cyprus». '' [Travaux de la Maison de l’l’orient Orient Méditerranéen No.méditerranéen'' 31 (1997), p197–205.&nbsp;197–205], Lyon:Λυόν 2000.
* Caesar V. Mavratsas: «The Armenians and the Maronites of Cyprus: Comparative Considerations Considering Ethnic Assimilation». ''Travaux de la Maison de l’οrient méditerranéen'' 37 (2001), 205–210. Λυόν 2003.
* '''Nicholas Coureas:''' ''Non-Chalcedonian Christians on Latin Cyprus'' [Dei gesta per Francos: Crusade Studies in Honour of Jean Richard, p.&nbsp;349–360], Surrey: 2001.
* Noubar Maxoudian: «An Early Colony: History of the Armenians in Cyprus». ''Armenian Review'' XI (1958), 73–77.
* '''Kevork Keshishian:''' ''The Armenian community of Cyprus: 6th century AD to present day (1995)'' [ed. Ruth Keshishian; Cyprus Today, Vol. XL, No 1 (January–April 2002) p.&nbsp;22–40], Nicosia: 2002.
* Noubar Maxoudian: «A brief history of the Armenians in Cyprus (1936)». ''Armenian Review'' XXVII (1974), 398–416.
* '''Akif Erdoğru:''' ''Kıbrıs Ermenileri Üzerine Notlar (1580–1640)'' [Tarih İncelemeleri Dergisi, Vol. XVII, No. 1 (Temmuz 2002), s. 1–12], İzmir: 2002.
* Susan Pattie: «Armenian Diaspora Life in Cyprus and London». ''Armenian Review'' XLIV (1991), 37–57.
* '''Գևորգ Քեշիշյան & Մարգարիտ Բաղդասարյան:''' ''Կիպրոս'' [Հայ Սփյուռք Հանրագիտարան, Էջ. 343–349], Երևան: 2003.
* Avedis K. Sanjian: «The Diocese of Cyprus», στο: ''The Armenian Communities in Syria under Ottoman Dominion'' (1965), 160–167.
* '''Caesar V. Mavratsas:''' ''The Armenians and the Maronites of Cyprus: Comparative Considerations Considering Ethnic Assimilation'' [Travaux de la Maison de l’ Orient Méditerranéen No. 37 (2001), p.&nbsp;205–210], Lyon: 2003.
* Criton G. Tornaritis: ''The legal position of the Armenian religious group (1961)'' [Constitutional and legal problems of the Republic of Cyprus, p.&nbsp;83–90], Nicosia: 1972.
* '''Charalambos K. Papastathis:''' ''Le statut légal des religions dans la République de Chypre'' [L’année canonique, No. XLV (2003), p.&nbsp;267–286], Paris: 2003.
 
* '''Achilles Emilianides:''' ''State and Church in Cyprus'' [State and Church in the European Union, p.&nbsp;231–252], Baden: 2005.
* Jacob G. Ghazarian: ''Cyprus: a stepping stone'' [The Armenian Kingdom in Cilicia during the Crusades: The integration of Cilician Armenians with the Latins, 1080–1393, p.&nbsp;131–154]. London: Routledge, 2000.
* '''Αχιλλεύς Αιμιλιανίδης:''' ''Γνωμάτευση: Ποιοι Θεωρούνται ως Μέλη Θρησκευτικών Ομάδων σύμφωνα με το Κυπριακό Σύνταγμα'', [Λυσίας, No. 1 (2006), σελ. 26–31], Λευκωσία: 2006.
* Nicholas Coureas: ''Non-Chalcedonian Christians on Latin Cyprus'' [Dei gesta per Francos: Crusade Studies in Honour of Jean Richard, p.&nbsp;349–360], Surrey: 2001.
* '''Dr. Mehmet Demiryürek:''' ''Ermeni Olayları ve Kıbrıs (1888–1912)'' [Ermeni Araştırmaları, No. 20–21 (Kış 2005 – İlkbahar 2006), s. 115–136], Ankara: 2006.
* '''AchillesKevork EmilianidesKeshishian:''' ''IlThe finanziamentoArmenian dellecommunity cinqueof religioniCyprus: il6th casocentury cipriotaAD to present day (1995)'' [Quadernied. diRuth dirittoKeshishian; eCyprus politicaToday, Vol. ecclesiasticaXL, No. 1 (AprileJanuary–April 20062002), p.&nbsp;107–12422–40], BolognaNicosia: 20062002.
* Emel Akçalı: ''The ‘Other’ Cypriots and their Cyprus Questions'' [The Cyprus Review, Vol. 19, No. 2 (Fall 2007), p.&nbsp;57–82], Nicosia: 1997.
* '''Achilles Emilianides:''' ''Religion and the State in Dialogue: Cyprus'' [Religion and Law in Dialogue: Covenantal and Non-Covenantal Cooperation Between State and Religion in Europe, p.&nbsp;19–31], Leuven: 2006.
* Achilles Emilianides: ''State and Church in Cyprus'' [State and Church in the European Union, p.&nbsp;231–252], Baden: 2005.
* '''Dr. Ulvi Keser:''' ''Osmanlıda Birlikte Yaşama Sanatı Bağlamında Kıbrıs’ta Ermeniler'' [Osmanlı’da Birlikte Yaşama Sanatı, Cilt IV, s. 447–476], Kayseri: 2006.
* Achilles Emilianides: ''Religion and the State in Dialogue: Cyprus'' [Religion and Law in Dialogue: Covenantal and Non-Covenantal Cooperation Between State and Religion in Europe, p.&nbsp;19–31], Leuven: 2006.
* '''Dr. Ali Efdal Özkul:''' ''Social and Economic Life of Cypriot Armenians in the 18th Century'' [Armenians in the Ottoman Society, Vol. I, p.&nbsp;171-183], Kayseri: 2008.
* Dr. Ali Efdal Özkul: ''Social and Economic Life of Cypriot Armenians in the 18th Century'' [Armenians in the Ottoman Society, Vol. I, p.&nbsp;171-183], Kayseri: 2008.
* '''Dr. Akif Erdoğru:''' ''Kıbrıs Ermenileri 1580–1640'' [Kıbrıs’ta Osmanlılar, s. 55–67], Galeri Kültür Yayınları, Lefkoşa: 2008.
* '''Dr. Ulvi Keser:''' ''Turkish-Armenian Social Life and Relations in Cyprus'' [Armenians in the Ottoman Society, Vol. II, p.&nbsp;457-487], Kayseri: 2008.
* '''Nicholas Coureas:''' ''Between the Latins and Native Tradition: The Armenians in Lusignan Cyprus, 1191–1473'' [L’ Église arménienne entre Grecs et Latins: fin XIe – milieu XVe siècle, p.&nbsp;205–214], Montpellier: 2009.
* '''Irene Dietzel, Vasilios N. Makrides:''' ''Ethno-Religious Coexistence and Plurality in Cyprus under British Rule (1878–1960)'' [Social Compass, Vol. 56, No. 1 (April 2009), p.&nbsp;69–83], Louvain-la-Neuve: 2009.
* Andrekos Varnava: ''The State of Cypriot Minorities: Cultural Diversity, Internal-Exclusion and the Cyprus ‘Problem’'' [The Cyprus Review, Vol. 22, No. 2 (Fall 2010), p.&nbsp;205–218], Nicosia: 2010.
* '''Σαμβέλ Ραμαζιάν:''' ''Αρμενική Κιλικία και Κύπρος. Αρμενο-κυπριακές στρατιωτικές σχέσεις'' [Ιστορία των αρμενο-ελληνικών στρατιωτικών σχέσεων και συνεργασίας/Հայ-Հունական ռազմական առնչություններին եւ համագործակցության պատություն, σελ. 126–133], Αθήνα: 2010.
* Susan Pattie: ''Imagining Homelands: Poetics and Performance among Cypriot Armenians'' [Cyprus and the Politics of Memory: History, Community, Conflict, p.&nbsp;140-167], London: 2012.
* '''Andrekos Varnava:''' ''The State of Cypriot Minorities: Cultural Diversity, Internal-Exclusion and the Cyprus ‘Problem’'' [The Cyprus Review, Vol. 22, No. 2 (Fall 2010), p.&nbsp;205–218], Nicosia: 2010.
* Achilles C. Emilianides: ''Constitutional Problems of Minorities (protection of minorities and group rights)'' [Constitutional Law in Cyprus, p.&nbsp;186-192], Hague: 2013.
* '''Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας:''' ''Η αρμενοκυπριακή κοινότητα'' [Ιστορία της Κυπριακής Δημοκρατίας, τόμος 3ος (1980–1989), σελ. 182–201], Λευκωσία: 2011.
* Sossie Kasbarian: ''Diasporic Voices from the Peripheries – Armenian Experiences on the Edges of Community in Cyprus and Lebanon'' [The Cyprus Review, Vol. 25, No. 1 (Spring 2013), p.&nbsp;81-110], Nicosia: 2013.
* '''Αλέξανδρος-Μιχαήλ Χατζηλύρας:''' ''Η διαχρονική παρουσία της αρμενοκυπριακής κοινότητας'' [Ενατενίσεις, Νο. 14 (Μάιος–Αύγουστος 2011), σελ. 141–149], Λευκωσία: 2011.
* '''Susan Pattie:''' ''ImaginingRefugees Homelandsand Citizens: PoeticsThe andArmenians Performanceof among Cypriot ArmeniansCyprus'' [The Cyprus andReview, theVol. Politics25, ofNo. Memory:1 History, Community,(Spring Conflict2013), p.&nbsp;140133-167145], LondonNicosia: 20122013.
 
* '''Achilles C. Emilianides:''' ''Constitutional Problems of Minorities (protection of minorities and group rights)'' [Constitutional Law in Cyprus, p.&nbsp;186-192], Hague: 2013.
====Στα τουρκικά====
* '''Sossie Kasbarian:''' ''Diasporic Voices from the Peripheries – Armenian Experiences on the Edges of Community in Cyprus and Lebanon'' [The Cyprus Review, Vol. 25, No. 1 (Spring 2013), p.&nbsp;81-110], Nicosia: 2013.
* '''SusanAkif PattieErdoğru:''' ''RefugeesKıbrıs andErmenileri Citizens:Üzerine TheNotlar Armenians of Cyprus(1580–1640)'' [TheTarih Cyprusİncelemeleri ReviewDergisi, Vol. 25XVII, No. 1 (SpringTemmuz 20132002), ps.&nbsp;133-145 1–12], Nicosiaİzmir: 20132002.
* Dr. Mehmet Demiryürek: ''Ermeni Olayları ve Kıbrıs (1888–1912)'' [Ermeni Araştırmaları, No. 20–21 (Kış 2005 – İlkbahar 2006), s. 115–136], Ankara: 2006.
* Dr. Ulvi Keser: ''Osmanlıda Birlikte Yaşama Sanatı Bağlamında Kıbrıs’ta Ermeniler'' [Osmanlı’da Birlikte Yaşama Sanatı, Cilt IV, s. 447–476], Kayseri: 2006.
* Dr. Akif Erdoğru: ''Kıbrıs Ermenileri 1580–1640'' [Kıbrıs’ta Osmanlılar, s. 55–67], Galeri Kültür Yayınları, Lefkoşa: 2008.
 
====Στα γαλλικά====
* Gérard Dédéyan: «Les Arméniens à Chypre de la fin du XIe au début du XIIIe siècle», στο: ''Les Lusignans et L’Outre-mer''. Actes du Colloque (1993), Université de Poitiers: Πουατιέ 1994, 122–131.
* Paul Sergy: «Les petites minorités à Chypre (Maronites, Arméniens, et "Latins")». ''Revue française d'études politiques méditerranéennes'' 18–19 (1976), 75–82.
 
* Guévork Gotikian: ''La Légion d'Orient et le mandat français en Cilicie (1916–1921)'' [Revue d'histoire arménienne contemporaine, Tome III (1999), p.&nbsp;251–324], Paris: 1999.
* Gilles Grivaud: ''Les minorités orientales à Chypre (Époques médiévale et moderne)'' [Travaux de la Maison de l’ Orient Méditerranéen No. 31 (1997), p.&nbsp;43–70]. Lyon: 2000.
* Charalambos K. Papastathis: ''Le statut légal des religions dans la République de Chypre'' [L’année canonique, No. XLV (2003), p.&nbsp;267–286], Paris: 2003.
 
===Βιογραφίες και αυτοβιογραφίες===
* Ανδρέας Καραγιάν: ''Η αληθής ιστορία'' (Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα 2008).
* '''Անդրանիկ Տագէսեան:''' ''Վահան Պէտէլեան, Երաժիշտ-Մանկավարժը'' (Պէյրութ: 2004).
* Անդրանիկ Տագէսեան: ''Վահան Պէտէլեան, Երաժիշտ-Մանկավարժը'' (Պէյրութ 2004).
* '''Ανδρέας Καραγιάν:''' ''Η αληθής ιστορία'' (Εκδόσεις Καστανιώτη, Αθήνα: 2008)
* Յակոբ Յ. Փալամուտեան: ''Վերապրում, Յուշեր եւ Տպաւորութիւններ'' (Լոնտոն 1987)
* '''Karnig M. Tourian/Գառնիկ Մ. Դուրեան:''' ''My Memoirs/Յուշերս'' (Նիկոսիա: 1999).
* Յարութիւն Անմահունի: ''Անցեալս ինծի հետ'' (Տպարան Կաթողիկոսութեան Հայոց Մեծի Տանն Կիլիկիոյ, Անթիլիաս 2009).
* '''Թագուհի Տէվլեթեան:''' ''Ողջոյն, Կեանք'' (Նիկոսիա: 2007).
* Մանուէլ Ս. Քասունի: ''Պատմագիտական ուսումնասիրութիւններ ակնարկներ, Յուշեր եւ այլ Էջեր'' (Պէյրութ 2010).
* '''John Matossian:''' ''My father's House, an Armenian boyhood in Cyprus'' (Lusignan Press, Nicosia: 2005).
* Թագուհի Տէվլեթեան: ''Ողջոյն, Կեանք'' (Նիկոսիա: 2007).
* '''Joy Eramian:''' ''The Agha's children: a Cypriot Armenian Dynasty'' (Nicosia: 2006).
* Նուպար Դաւիթեան: ''Անցեալի Վերյիշումներ'' (Նիկոսիա 2000).
* '''Յակոբ Յ. Փալամուտեան:''' ''Վերապրում, Յուշեր եւ Տպաւորութիւններ'' (Լոնտոն: 1987)
* '''Յարութիւն ԱնմահունիՊԱՍ:''' ''ԱնցեալսԿեանքի ինծիմը հետՊայքարը'' (Տպարան Դպրեվանույ Կաթողիկոսութեան Հայոց Մեծի Տանն Կիլիկիոյ, Անթիլիաս: 20091937).
* Karnig M. Tourian/Գառնիկ Մ. Դուրեան: ''My Memoirs/Յուշերս'' (Նիկոսիա 1999).
* '''Մանուէլ Ս. Քասունի:''' ''Պատմագիտական ուսումնասիրութիւններ ակնարկներ, Յուշեր եւ այլ Էջեր'' (Պէյրութ: 2010).
* John Matossian: ''My father's House, an Armenian boyhood in Cyprus'' (Lusignan Press, Λευκωσία 2005).
* '''Marie Salibian-Best:''' ''Antaram'' (Masis Books, Berkshire: 2005).
* Joy Eramian: ''The Agha's children: a Cypriot Armenian Dynasty'' (Λευκωσία 2006).
* '''Marie Salibian-Best:''' ''Chrysalis'' (Masis Books, Berkshire: 2009).
* Marie Salibian-Best:' ''Antaram'' (Masis Books, Berkshire 2005).
* '''Նուպար Դաւիթեան:''' ''Անցեալի Վերյիշումներ'' (Նիկոսիա: 2000).
* Marie Salibian-Best: ''Chrysalis'' (Masis Books, Berkshire 2009).
* '''ՊԱՍ:''' ''Կեանքի մը Պայքարը'' (Տպարան Դպրեվանույ Կաթողիկոսութեան Կիլիկիոյ, Անթիլիաս: 1937).
 
 
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι==