Τουρκική Εστία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 2:
 
==Η πρώτη ίδρυση μέχρι την πρώτη διάλυση==
Η '''Τουρκική Εστία''' ιδρύθηκε αρχικά από φοιτητές της Στρατιωτικής Ιατρικής Σχολής με τη συνεγασία ομάδας διανοουμένων τον Ιούνιο του 1911. Η ιδεολογια που προωθούσε ήταν ο παντουρκισμός με κύριο όχημα την εκπαίδευση. Απευθυνόταν κυρίως στους φοιτητές και την ελίτ των διανοουμένων της χώρας. <ref>Hugh Poulton, Ημίψηλο,γκρίζος λύκος και ημισέληνος,μτφρ.Εύα Παππά,εκδ. Οδυσσέας,Αθήνα, 2000,σελ.112</ref>Κυρίως θα αξιοποιούσε την δημιουργία λεσχών, οι οποίες θα ονομάζονταν ''Τουρκικές Εστίες'',τη διοργάνωση διαλέξεων και ψυχαγωγικών εκδηλώσεων(θεατρικές και μουσικές παραστάσεις<ref>Νίκος Μούδουρος, Ο μετασχηματισμός της Τουρκίας. Από την κεμαλική κυριαρχία στον ισλαμικό νεοφιλελευθερισμό,εκδ.Αλεξάνδρεια, Αθήνα,2012,σελ.59</ref>),την έκδοση βιβλίων και φυλλαδίων.<ref>Hugh Poulton, Ημίψηλο,γκρίζος λύκος και ημισέληνος,μτφρ.Εύα Παππά,εκδ. Οδυσσέας,Αθήνα, 2000,σελ.112,υποσ.111</ref>Άρχισε να εκδίδει την εφημερίδα ''Türk Yurdu'' (''Τουρκική Πατρίδα'') <ref>Hugh Poulton, Ημίψηλο,γκρίζος λύκος και ημισέληνος,μτφρ.Εύα Παππά,εκδ. Οδυσσέας,Αθήνα, 2000,σελ.163</ref>Τον Μάρτιο του 1931 προσχώρησε στο Ρεπουμπλικανικό Λαϊκό Κόμμα. Το κόμμα-κράτος ανέλαβε τον έλεγχο των Τουρκικών Εστιών.<ref>Hugh Poulton, Ημίψηλο,γκρίζος λύκος και ημισέληνος,μτφρ.Εύα Παππά,εκδ. Οδυσσέας,Αθήνα, 2000,σελ.135 και υποσ. 47 </ref>
Το 1920 κλείνει η οργάνωση από τους Βρετανούς.<ref>Hugh Poulton, Ημίψηλο,γκρίζος λύκος και ημισέληνος,μτφρ.Εύα Παππά,εκδ. Οδυσσέας,Αθήνα, 2000,σελ.171</ref>
 
==Η επανίδρυση και η εκ νέου περιστολή της δράσης της==
Το 1924 η οργάνωση επανασυστήνεται και το 1930 είχε 257 παραρτήματα και 32.000 μέλη.Επανακυκλοφόρησε την εφημερίδα ''Türk Yurdu'' (''Τουρκική Πατρίδα'')εκφραζοντας τουρανιστικές δράσεις. Επίσης είχε αρχίσει να θέτει σε αυστηρή εξέταση τη φυλετική καθαρότητα των υποψήφιων μελών της.<ref>Hugh Poulton, Ημίψηλο,γκρίζος λύκος και ημισέληνος,μτφρ.Εύα Παππά,εκδ. Οδυσσέας,Αθήνα, 2000,σελ.171</ref>