Ο Θίασος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
πλοκή
Γραμμή 1:
{{μισή πλοκή|πλοκή=}}'''Πλοκή''':
{{μισή πλοκή|πλοκή=}}'''Πλοκή''': <ref>{{Cite web|url=http://blogs.sch.gr/filtsoglou/2014/04/22/90/|title=πλοκή-διαφυλικές σχέσεις|last=|first=|date=|website=|publisher=|accessdate=}}</ref>{{Πληροφορίες ταινίας
 
'''Περίληψη''' 
 
Η  ταινία  ξεκινά  με  τον  θίασο  να  περιπλανιέται  στους  δρόμους  στο Αίγιο το 1952.  Στη συνέχεια με αναδρομή μεταφερόμαστε στα 1939. Σ’ ένα καφενείο  ο  θίασος  σχεδιάζει  τις  πόλεις  όπου  θα  περιοδεύσει.  Εκεί  γίνεται  εμφανής  η  πολιτική  αντιπαράθεση  ανάμεσα  σε  δύο από  τους  συντελεστές  του  θιάσου,  η  οποία  εκφράζεται  και  από  την επιλογή  των τραγουδιών που ακούγονται.
 
Ο  μύθος  των  Ατρειδών,  η  Ορέστεια,   ξεκινά  με  την  ερωτική  σκηνή  της  μητέρας  με  τον  εραστή  της,  ενώ  ο  σύζυγος  κοιμάται  αμέριμνος.  Ο  γιος  της  οικογενείας,  στρατιώτης,  μπαίνει  στο  δωμάτιο  των  γονιών  του  να  τους  χαιρετίσει.  Η μητέρα αφηγείται ένα όνειρό της που παραπέμπει σε οιδιπόδειο σύμπλεγμα.  Συγκινητική  είναι  η  σκηνή  συνάντησης  της  αδελφής  με  το  Ορέστη,  που  γίνεται  μέσω  ενός  διαλόγου  από  το  έργο  «Γκόλφω  η  βοσκοπούλα»  που  ανεβάζει  ο  θίασος.  Κατά τη διάρκεια της παράστασης άτομα  της  κυβέρνησης  εισβάλουν  στη  σκηνή  και  κυνηγούν  το  πρωταγωνιστή  και  τον  συλλαμβάνουν.  Ο  θίασος  υποψιάζεται  ότι  ο  εραστής  της  μητέρας  που  είχε  διαπληκτιστεί  μαζί  του  στην  πρώτη  σκηνή,  ήταν  ο  υπεύθυνος.  Στο  μεταξύ  ο  θίασος  βρίσκεται  στο  τρένο  για  τον  επόμενο  προορισμό.  Ο  πατέρας  σε  μια  γωνία  του  τρένου  αφηγείται,  την  ιστορία  της  Μικρασιάτικης  καταστροφής.  Με  άμεση  αφήγηση  ο πατέρας, θιασάρχης,  ένα «μονόπλανο» 20 λεπτών,  κάνει αναδρομή στην ιστορία του Μικρασιατικού πολέμου, στα αίτια της καταστροφής, στην ένταξη των προσφύγων στην Ελλάδα και στη διαμόρφωση εργατικής συνείδησης .
 
Στον  επόμενο  σταθμό  της  περιοδείας,  ο  λαός  γιορτάζει,  οι  καμπάνες  χτυπούν  εύθυμα  και  το  κλίμα  είναι  χαρούμενο.  Παντού  κυματίζουν  ελληνικές  σημαίες. Είσοδος  των  Ελλήνων  στο  Β΄  παγκόσμιο  πόλεμο.  Ακολοθούν  σειρήνες  πολέμου  ενώ  πέφτουν  βόμβες  από  αεροπλάνο.  Ο  πατέρας  με  στολή  στρατιώτη,  ετοιμάζεται  να  πάει  στον  πόλεμο.  Στην κατοχή  διαδραματίζεται  ειδύλλιο  μεταξύ  της  μιας  αδελφής  και  ενός  Άγγλου  αξιωματικού.  Οι  Γερμανοί  έψαχναν  αυτόν  και  επειδή  δεν  τον  βρήκαν, μετά από την προδοσία του «Αίγισθου»  σκότωσαν  τον  σύζυγο  –  πατερά  της  οικογενείας.  Τα  ηνία  παίρνει  ο φασίστας,  εραστής  της  μητέρας,  ο  όποιος  φέρεται  απολυταρχικά   σε  όλους.    Ο  θίασος  συνεχίζει αποδεκατισμένος,  ταξιδεύοντας  μ’ ένα  λεωφορείο  πέφτει  σ’  ένα γερμανικό  μπλόκο,  όπου  όλοι  οι  επιβάτες  συλλαμβάνονται  αλλά  γλιτώνουν  τη  μαζική  εκτέλεση.  Η  σκηνή  που  αξίζει  να  σημειώσουμε  είναι  αυτή.
 
Στην  παραλία,  όπου  μια  ομάδα  Άγγλων  στρατιωτών  εξαναγκάζει  το θίασο  να  παίξει  μονό  γι’  αυτούς  με  την  απειλή  των  όπλων, προοικονομείται η κυριαρχία των ξένων μετά την απελευθέρωση.
 
Οι  θεατής  βλέπουν  σκηνή  από  το  έργο  η  «Γκόλφω».  Η  κόρη  της  οικογενείας  αποχωρεί  για  λίγο  από  το  θίασο  και  συναντά  στους  αντιστασιακούς  κοντά  σε  μια  εκκλησία.  Ο  Αδελφός  σαν  νεότερος  ο  Ορέστης  από  τον  μύθο  των  Ατρειδών  ανεβαίνει  στη  σκηνή  και  σκοτώνει  την  μητέρα  και  τον  εραστή  της. Ο εμφύλιος πόλεμος.  Ο  θίασος  μετά  το  φονικό  επιστρέφει  στο  σπίτι  όπου  η  κόρη  λυτρωμένη  από  την  απώλεια  της  μητέρας,  απολαμβάνει  στιγμές  μοναξιάς.  Πλέον  αυτή  είναι  η  πρωταγωνίστρια  και  στο  θίασο  αλλά  και  στην  οικογένεια.  Χαρούμενη  ξαπλώνει  ενώ   άτομα  με  μάσκες  θα  διαταράξουν  τις  στιγμές  ηρεμίας  αφού  την  απαγάγουν  και  την  βιάζουν  με σκοπό να αποκαλύψει  που  είναι  ο  αδελφός  της.  Ο  Αγγελόπουλος
 
κάνει  την  απολυτή  πρωτοπορία.
 
Μετά  την  συμφωνία  της  Βάρκιζας  η Αγγλική  Κυβέρνηση  πηρέ   τα  εύσημα  ενώ  οι  υπόλοιποι  αντάρτες  παραδίδουν  τα  όπλα. Η   σκηνή  του  χορού  στο  κέντρο  διασκέδασης,  απεικονίζει τις   πολιτικές  διαμάχες  .  Ξεκινά  η  μουσική  μάχη  των  ανταρτών  εναντίον  των  βασιλοφρόνων.  Τυπικά  νικητές  ήταν  οι  εθνικιστές  βασιλόφρονες.  Όμως  στην  συνείδηση  του  κόσμου  νικητές  ήταν  οι  άοπλοι  αντάρτες. Τα  τσιράκια  του  βασιλιά  διακωμωδούνται  αριστοτεχνικά, αφού  μένουν  μονοί  τους  στο  κέντρο  και  χαίρονται  την  υποτιθέμενη  νίκη  τους,  χορεύοντας  ο  ένας  με  τον  άλλον.
 
'''1<sup>ο</sup>   επίπεδο''': Οι ηθοποιοί υποδύονται ηθοποιούς. Ένα περιπλανώμενο  μπουλούκι  τριγυρίζει από  τόπο  σε  τόπο και ανεβάζει τη θεατρική παράσταση «Γκόλφω η βοσκοπούλα» του Περεσιάδη.
 
Σε συνέντευξή του είχε δηλώσει ο Θόδωρος Αγγελόπουλος: « Η λειτουργία της Γκόλφως στην ταινία µπορεί να θεωρηθεί πολλαπλή: Είναι η δουλειά τού θιάσου (µε την έννοια του µεροκάµατου), είναι η τέχνη (παίζουν θέατρο) κι είναι κι ένα κείµενο, όπως ο µύθος των Ατρειδών. Ως κείµενο, όµως, βιάζεται, δεν παίζεται ολόκληρο, συνεχώς διακόπτεται ή αποκτά άλλες σηµασίες µε την παρέµβαση της Ιστορίας. Μια φράση, π.χ., από την Γκόλφω («Μη λάχει και µας βλέπουνε;») παύει πια ν” ανήκει αποκλειστικά στο κείµενο της Γκόλφως και γίνεται ένα ερωτηµατικό για την ίδια την τύχη των προσώπων της ταινίας.   Φαίνεται ότι η Γκόλφω είναι το µοναδικό έργο στο ρεπερτόριο του θιάσου, το µοναδικό τους έργο, που το παίζουν από πόλη σε χωριό. Αν δεχτούµε ότι η Γκόλφω λειτουργεί σαν ένα κλασικό σχήµα, που από πολιτική άποψη καµουφλάρει τις  βασικές ταξικές αντιθέσεις, µεταθέτοντάς τες στο ερωτικό πεδίο.  Η Γκόλφω, φυσικά, είναι µια σύµβαση, ένα είδος προσαρµογής στον ελληνικό χώρο του µύθου του Ρωµαίου και της Ιουλιέτας.
 
'''2<sup>ο</sup>  επίπεδο:'''  Τα μέλη του θιάσου αποτελούν μια οικογένεια- σχέσεις  αναπτύσσονται ανάμεσά τους Η ταινία αξιοποιεί στοιχεία της αρχαίας τραγωδίας και η μυθοπλασία κάνει διαρκείς αναγωγές στο μύθο  των  Ατρειδών.
 
Ο Θόδωρος Αγγελόπουλος είχε επισημάνει το γεγονός ότι εκτός από τον Ορέστη κανείς  ήρωας δεν κατονομάζεται. Ωστόσο, γινόμαστε  κοινωνοί  μιας οικογενειακής  τραγωδίας  που  αναπαριστά  το  μύθο  των  Ατρειδών, όπως τον διαπραγματεύτηκε στην «Ηλέκτρα» ο Ευριπίδης. Οι σχέσεις των μελών του θιάσου παραπέμπουν στις σχέσεις Αγαμέμνονα Κληταιμνήστρας- Αίγισθου- Ορέστη-Πυλάδη Ηλέκτρας –Χρυσόθεμης. Ο μόνος ήρωας που κατονομάζεται είναι ο Ορέστης. Κατά την «ανάγνωση» της ταινίας στη σκηνή με το μαυραγορίτη τολμήσαμε να διακρίνουμε και την Ιφιγένεια (εν Αυλίδι). Ο  πατέρας, πρόσφυγας από τη Μ.Ασία  εκτελείται  από  τους  Γερμανούς,  αφού  τον  καταδίδει για αντιστασιακή δράση  ο  εραστής  της  μητέρας.  Ο  Ορέστης, ο γιός  αντάρτης  της  αριστεράς, εκδικείται   σκοτώνοντας  επί  σκηνής  τη  μητέρα  και  στη συνέχεια τον τον  εραστή  της.
 
Αργότερα, κατά  τον  εμφύλιο, εκτελείται  και ο  ίδιος  ο Ορέστης
 
Τραγική  ηρωίδα,  η  αδελφή, που παραπέμπει στην Ηρωίδα του την Ηλέκτρα   που  φροντίζει  το  μικρό  Ορέστη,  γιο  της  άλλης  αδελφής  της  «Χρυσόθεμης».
 
'''3<sup>ο</sup>  επίπεδο''':  Οι  άνθρωποι  του  θιάσου  είναι πρωταγωνιστές  στα  ιστορικά  γεγονότα της Ελλάδας την περίοδο  1936 – 1952 (αριστερός,  δεξιός,  αντάρτης). Αναδρομές στη Μικρασιατική καταστροφή και την ένταξη των προσφύγων στην Ελλάδα
 
'''Τα τρία αφηγηματικά επίπεδα της ταινίας στο'''  θίασο συνυπάρχουν διαλεκτικά, ακριβώς για να απορριφθούν αμοιβαία: η παράσταση της Γκόλφως δεν τελειώνει ποτέ, αφού διακόπτεται πάντα από την παρέμβαση της ιστορίας. Η δυναμική της Ιστορίας, όσον αφορά στο θίασο, αναμιγνύεται με τη δυναμική της ζωής. Ο Αίγισθος δεν είναι μόνο ένας προδότης φασίστας, αλλά και εραστής της μητέρας του Oρέστη. Οι εναλλαγές των ηθοποιών που ερμηνεύουν τους ρόλους του έργου του Περεσιάδη έχουν υπαινικτική αξία.  Αυτή η διαφορετική σχέση ανάμεσα στα τρία επίπεδα της ταινίας τονίζεται και απ’ τη χρονολογική της διάρθρωση. Η ταινία αρχίζει το 1952 και τελειώνει το 1939, με την επανάληψη ενός ανάλογου πλάνου και μιας ανάλογης φράσης «Φθινόπωρο του ’52 ξανάρθαμε στο Αίγιο. Λίγοι απ’ τους παλιούς. Oι πιο παλιοί, καινούργιοι. Ήμαστε κουρασμένοι. Είχαμε δυο μέρες να κοιμηθούμε», και: «Φθινόπωρο του ’39 φτάσαμε στο Αίγιο. Ήμαστε κουρασμένοι. Είχαμε δυο μέρες να κοιμηθούμε…»
 
{{μισή πλοκή|πλοκή=}}'''Πλοκή''': <ref>{{Cite web|url=http://blogs.sch.gr/filtsoglou/2014/04/22/90/|title=πλοκή-διαφυλικές σχέσεις|last=|first=|date=|website=|publisher=|accessdate=}}</ref>{{Πληροφορίες ταινίας
| τίτλος ταινίας = Ο Θίασος
'''πλοκή''''''Έντονο κείμενο'''
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Ο_Θίασος"