Στρώμνιτσα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 30:
Η ρωμαϊκή πόλη υπέστη μεγάλες καταστροφές από τις μεταναστεύσεις των Σλάβων τον 6ο και τον 7ο αιώνα. Οι [[Στρυμονίτες]], φυλή [[Σκλαβηνίες|Σκλαβηνίων]], πήραν το όνομά τους από τον ποταμό [[Στρυμόνας|Στρυμόνα]]. Οι Στρυμονίτες ήταν ανεξάρτητοι μέχρι τον 9ο αιώνα, μετά από μια Βυζαντινή ανακατάληψη. Από το 845 ως το 855 Βυζαντινός στρατιωτικός διοικητής της περιοχής Μπρεγκάλνιτσα-Στρούμιτσα ήταν ο Μεθόδιος. Αργότερα η περιοχή της Στρούμιτσα καταλήφθηκε από το Βούλγαρο [[Χαν]] Βόρι Α΄ (852-889) και παρέμεινε στο [[Α΄ Βουλγαρική Αυτοκρατορία|Βουλγαρικό κράτος]], για μια περίοδο άνω των 150 ετών, συμπεριλαμβανομένης της βασιλείας του αυτοκράτορα [[Συμεών Α΄ της Βουλγαρίας|Συμεών Α' του Μέγα]], που αργότερα ονομάστηκε Χρυσός Αιώνας του Βουλγαρικού κράτους και πολιτισμού, μέχρι το 1014, όταν ανακαταλήφθηκε από τους Βυζαντινούς. Τον 11ο αιώνα οι γραπτές πηγές άρχισαν να αναφέρονται στην πόλη ως Σλαβική ''Στρούμιτσα''.
 
Υπήρξε σημαντικό αστικό και πολιτισμικό κέντρο της περιοχής, κατά τους Βυζαντινούς χρόνους και την Τουρκοκρατία.<ref>[[:fr:s:Page:Les Grecs de l’Empire Ottoman.djvu/24|Synvet, A. Les Grecs de l'Empire ottoman: Etude statistique et ethnographique, Constantinople, 1878, р. 49.]]</ref>Μέχρι το τέλος του 12ου αιώνα η Βυζαντινή κεντρική εξουσία είχε αποδυναμωθεί και, ως εκ τούτου, πολλοί φεουδάρχες αποσπάστηκαν και έγιναν ανεξάρτητοι. Αρχικά ο ηγέτης των Βλάχων και των Βουλγάρων της Ανατολικής Μακεδονίας [[Ντόμπρομιρ Χρυσός]] (1185-1202) και αργότερα ο Βούλγαρος [[σεβαστοκράτωρ]] και μέλος της δυναστείας των [[Ιβάν Ασέν Α΄|Ασέν]] στο [[Βελίκο Τίρνοβο]] Στρεζ (1208-1214) κατέλαβαν την περιοχή, που έγινε τμήμα του Βουλγαρικού βασίλειου από το 1202. Το δεύτερο μισό του 13ου αιώνα η πόλη καταλήφθηκε πάλι από τη Βυζαντινή αυτοκρατορία, μέχρι που την κατέλαβε τελικά το [[Βασίλειο της Σερβίας (μεσαίωνας)|Βασίλειο της Σερβίας]]. Ο Σέρβος άρχοντας Χρέλια κυβέρνησε τη Στρούμιτσα και τη γύρω περιοχή μέχρι το 1334, όταν τέθηκε υπό την άμεση εξουσία του Σέρβου Βασιλιά [[Στέφανος Δουσάν|Στέφανου Δουσάν]], που συνέχισε την κατάκτηση του προς τα νότια. Κατά την πτώση της [[Σερβική Αυτοκρατορία|Σερβικής Αυτοκρατορίας]] η περιοχή της Στρούμιτσα αρχικά κυβερνήθηκε από τον Ούλιασα, αδελφό του άρχοντα Βούκασιν. Την ίδια τη Στρούμιτσα διοικούσε τότε ο Ντάμπιζιφ Σπάντουλι, που υπηρετούσε τους αδελφούς Ντεγιάνοβιτς. Οι Οθωμανοί κατέλαβαν τελικά τη Στρούμιτσα το 1383.
 
===Οθωμανική περίοδος===
Υπό την Οθωμανική διοίκηση η πόλη ονομάστηκε Ούστρουμτσε. Ανήκε στο [[Σαντζάκι]] του [[Κιουστεντίλ]] και καθιερώθηκε το [[Τιμαριώτες|τιμαριωτικό]] σύστημα των [[σπαχής|σπαχήδων]]. Εγκαταστάθηκαν νομάδες και κτηνοτρόφοι τουρκικής προέλευσης, που άλλαξαν τη γενική όψη της πόλης, καθιστώντας την πιο ανατολίτικη. Σύμφωνα με την απογραφή του 1519 η Στρούμιτσα είχε πληθυσμό 2.780, εκ των οποίων 1.450 ήταν Χριστιανοί και 1.330 Μουσουλμάνοι. Υπήρχαν περίοδοι που ο προσηλυτισμός στο Ισλάμ κορυφωνόταν στην περιοχή, με αποτέλεσμα την αύξηση του αριθμού των Μουσουλμάνων (2.200) σε σύγκριση με τους Χριστιανούς (1.230) σύμφωνα με την απογραφή του 1570.
 
Το 17ο αιώνα έγινε έδρα ενός ''καδιλούκ'' (περιοχή ενός ''καδή'' (μουσουλμάνου δικαστή), υποδιαίρεση [[Σαντζάκι|σαντζακίου]]). Την εποχή περόπου αυτή τη Στρούμιτσα επισκέφθηκαν οι Τούρκοι περιηγητές-συγγραφείς Χατζή Κάλφα (1665) και Εβλιγιά Τσελεμπή (1670), που έδωσαν μια περιγραφή της πόλης και όλων των ισλαμικών κτιρίων της. Στα τέλη του 18ου και στις αρχές του 19ου αιώνα η Στρούμιτσα ανήκε στο [[Σαντζάκι]] της [[Θεσσαλονίκη]]ς. Οι κάτοικοι της περιοχής Στρώμνιτσας συμμετείχαν στην [[Ελληνική επανάσταση του 1821|Επανάσταση του 1821]]. <ref>[http://www.slideshare.net/eytyxia/a-1912 Ερευνητική Εργασία: ''Μένω στον τόπο μου: ερευνώ, μαθαίνω, δημιουργώ...'', Σ. Γεωργίτσαρου, Θ. Τσόκου, Αν. Κάννη, Στ. Ευμορφοπούλου, σελ. 38]</ref> Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα η επιρροή του [[Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως|Πατριαρχείου]] αυξήθηκε και το ίδιο έκανε και ο αριθμός των Ελλήνων. Αντιδρώντας σε αυτό, η [[Βουλγαρική Εξαρχία]] βρήκε υποστήριξη στο Σλαβικό πληθυσμό. Το πρώτο βουλγαρικό σχολείο στην περιοχή της Στρούμιτσα άνοιξε στο Ρόμποβο το 1860 και ο πρώτος δάσκαλός του ήταν ο Αρσένι Kόστεντσεφ από το [[Στιπ]]. Η περίοδος αυτή συνέπεσε με το έργο των μεγάλων μαστόρων τοιχογραφιών από τη Στρούμιτσα - Βασίλ Γκιοργκίεφ και Γκριγκόρι Πετσάνοφ, που εργάστηκαν σε πολλές εκκλησίες που χτίστηκαν στην περιοχή της Στρούμιτσα εκείνη την εποχή. Στα τέλη του 19ου και στις αρχές του 20ου αιώνα η Στρούμιτσα ανήκε στο [[Βιλαέτι]] της [[Θεσσαλονίκη]]ς.
 
Κατά τη [[Μακεδονική επανάσταση του 1878]], οι Ελληνες Στρωμνιτσιώτες δήλωσαν πάλι παρόντες, ζητώντας επίμονα οπλισμό από το [[Ελλάς|Ελληνικό]] προξενείο [[Θεσσαλονίκη]]ς<ref>Ο Βόρειος Ελληνισμός κατά την πρώιμη φάση του Μακεδονικού Αγώνα (1878-1894) - Απομνημονεύματα Αναστάσιου Πηχεώνα, Κωνσταντίνος Απ. Βακαλόπουλος, Εκδοτικός οίκος Αντώνιου Σταμούλη, Θεσσαλονίκη 2004, σελ. 23</ref> καθώς επίσης και στο [[Μακεδονικός αγώνας|Μακεδονικό Αγώνα]] με σημαντικότερους οπλαρχηγούς τους [[Ευάγγελος Κουκουδέας|Ευάγγελο Κουκουδέα]] και [[Δημήτριος Τσιτσίμης|Δημήτριο Τσιτσίμη]]. Ο διατελέσας από το [[1902]] έως το [[1908]] Μητροπολίτης Τιβεριουπόλεως και Στρωμνίτσης [[Γρηγόριος Κυδωνιών|Γρηγόριος Ωρολογάς]] , ο μετέπειτα μάρτυρας Μητροπολίτης [[Αϊβαλί|Κυδωνιών Μικράς Ασίας]], συνετέλεσε στη διατήρηση του ελληνικού στοιχείου της πόλης και την ενίσχυση του [[Μακεδονικός Αγώνας|Μακεδονικού Αγώνα]]. ο [[Έλληνες|Ελληνισμός]] αποτελούσε μία από τις κύριες συνιστώσες της πόλης η οποία ήταν έδρα Ελληνορθόδοξης Μητρόπολης. Η Ελληνική κοινότητα έπαθε μεγάλες ζημιές από πυρκαϊά το 1896 κατά την οποία κατεστράφηκαν οι δύο ναοί και τα σχολεία της. Με εράνους και έξωθεν βοήθεια έγινε μερική επισκευή των σχολείων και ενός ναού, αλλά λόγω της ανόδου του σλαβικού εθνικισμού και των εθνικο-θρησκευτικών αντιπαλοτήτων η κοινότητα παρήκμασε<ref>[http://anemi.lib.uoc.gr/php/pdf_pager.php?rec=/metadata/7/0/f/metadata-312-0000095.tkl&do=72963.pdf&pageno=1&width=445&height=676&pagestart=1&maxpage=15&lang=en Παπακωνσταντίνου Δ. ''Υπόμνημα περί της καταστάσεως του ελληνισμού εν τη επαρχία Στρωμνίτσης'', Αθήνα, 1882.]</ref>.