Λιοντάρι: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
διόρθωση σφαλμάτων παραπομπών |
|||
Γραμμή 38:
== Ετυμολογία ==
Το όνομα του λιονταριού προέρχεται από το [[αρχαία ελληνικά|αρχαίο ελληνικό]] ''λέων'' από το ρήμα λύω-λέω που σημαίνει διαλύω σε πολλά μέρη, παρ. και το [[λατινικά|λατινικό]] ''leo'' από όπου προέρχεται και ονομασία του στις [[ρωμανικές γλώσσες]].<ref>{{cite book | author=Simpson DP | title=Cassell's Latin Dictionary | publisher=Cassell Ltd. | year=1979 | edition=5th | location=London | pages=883 | isbn=0-304-52257-0}}</ref> Το [[εβραϊκή γλώσσα|εβραϊκό]] לָבִיא ενδέχεται να είναι συγγενές,<ref>{{Cite encyclopedia| title=Lion|encyclopedia=Oxford English Dictionary|editor=Simpson, J., Weiner, E. (eds)| year=1989 |edition= 2nd edition| location=Oxford |publisher=Clarendon Press|id=ISBN 0-19-861186-2}}</ref> όπως και το [[Αρχαία αιγυπτιακή γλώσσα|αρχαίο αιγυπτιακό]] ''rw''.<ref>{{cite web |url=http://www.yourdictionary.com/ahd/l/l0190400.html |title= yourdictionary.com |archiveurl=http://web.archive.org/web/20070826092840/http://www.yourdictionary.com/ahd/l/l0190400.html |archivedate=2007-08-26}}. Όπως και σε άλλα αρχαία συστήματα γραφής, τα αρχαία αιγυπτιακά γράφονταν μόνο με σύμφωνα. Δεν γίνονταν διάκριση ανάμεσα στο 'l' και το 'r'. </ref> Ήταν ένα από τα πολλά είδη που αρχικά περιγράφηκαν, ως ''Felis leo'', από τον [[Κάρολος Λινναίος|Λινναίο]] στο έργο του ''[[Systema Naturae]]'', τον 18ο αιώνα.<ref name="Linn1758"
== Ταξινομία και εξέλιξη ==
Γραμμή 93:
[[Αρχείο:HansomeLion 002.jpg|thumb|left|Όταν το λιοντάρι αντιμετωπίζει άλλα ζώα, η χαίτη το κάνει να φαίνεται μεγαλύτερο.]]
Το βάρος των ενήλικων λιονταριών κυμαίνεται μεταξύ 150 και 250 κιλά για τα αρσενικά και 120-180 κιλά για τα θηλυκά. Κατά μέσο όρο τα αρσενικά ζυγίζουν 190 κιλά και τα θηλυκά 125 κιλά.<ref name="nowak"
Το μήκος του σώματος μαζί με το κεφάλι είναι 170-250 εκατοστά στα αρσενικά και 140-175 εκατοστά στα θηλυκά, το ύψος μέχρι τον ώμο είναι περίπου 123 εκατοστά στα αρσενικά και περίπου 107 στα θηλυκά. Το μήκος της ουράς κυμαίνεται μεταξύ 90–105 εκατοστά στα αρσενικά και 70–100 εκατοστά στα θηλυκά.<ref name="nowak"/> Το μακρύτερο γνωστό λιοντάρι ήταν ένα αρσενικό με μαύρη χαίτη που σκοτώθηκε κοντά στο Μούκσο, στη νότια [[Ανγκόλα]] τον Οκτώβριο του 1973, ενώ το βαρύτερο ήταν ένα ανθρωποφάγο λιοντάρι που σκοτώθηκε το 1936 έξω από το ''Hectorspruit'' στο ανατολικό [[Τράνσβααλ]], στη [[Νότια Αφρική]] και ζύγιζε 313 κιλά.<ref>Wood, The Guinness Book of Animal Facts and Feats. Sterling Pub Co Inc (1983), ISBN 978-0-85112-235-9</ref> Τα λιοντάρια στην αιχμαλωσία τείνουν να είναι μεγαλύτερα από αυτά σε άγρια κατάσταση, το βαρύτερο λιοντάρι που έχει καταγραφεί ήταν ένα αρσενικό στον ζωολογικό κήπο του [[Κόλτσεστερ]] στην [[Αγγλία]] το 1970, ονόματι Σίμπα, που ζύγιζε 375 κιλά.<ref>[http://www.junglephotos.com/africa/afanimals/mammals/lionnathist.shtml Jungle Photos Africa Animals mammals - lion natural history] Wood, G. 1983. The Guinness book of animal facts and feats. Sterling Pub. Co. Inc. 3rd. edition. 256 pp.</ref>
Γραμμή 146:
[[Αρχείο:Female Lion.JPG|thumb|right|Ενώ οι λέαινες, όπως αυτή, έχουν πολύ αιχμηρά δόντια, το θήραμα συνήθως φονεύεται με στραγγαλισμό]]
Τα λιοντάρια είναι δυνατά ζώα που συνήθως κυνηγούν σε συντονισμένες ομάδας και παραμονεύουν το επιλεγμένο θήραμα τους. Εντούτοις δεν έχουν ιδιαίτερη αντοχή, για παράδειγμα η καρδιά μιας λέαινας αποτελεί το 0,57 τοις εκατό του βάρος του σώματός της (για ένα αρσενικό το ποσοστό είναι 0,45 τοις εκατό), ενώ η καρδιά της ύαινας φτάνει σχεδόν το 1 τοις εκατό του βάρους του σώματός της.<ref name="
[[Αρχείο:Lions hunting Africa.jpg|thumb|left|Μια αγέλη λιονταριών συνεργάζεται για να σκοτώσει ένα βούβαλο στο Δέλτα του Οκαβάνγκο, στην Μποτσουάνα]]
Γραμμή 154:
Τα θηράματα αποτελούνται κυρίως από μεγάλα θηλαστικά, [[γκνου]], [[ιμπάλα]], [[ζέβρα|ζέβρες]], [[Αφρικανικός βούβαλος|βούβαλους]],[[ιπποπόταμος|ιπποπόταμοι]] και [[φακόχοιρος|φακόχοιροι]] στην Αφρική και [[νιγκλάι]], [[αγριόχοιρος|αγριόχοιροι]], και διάφορα είδη [[ελάφι|ελαφιών]] στην Ινδία. Θηράματα αποτελούν και πολλά άλλα είδη αναλόγως με τη διαθεσιμότητα. Κυρίως περιλαμβάνονται [[οπληφόρα]] που ζυγίζουν 50 έως 300 κιλά όπως [[κούντου]], [[αλκέλαφος|αλκέλαφους]], [[Όρυξ (ζώο)|όρυγες]] και [[ταυρότραγος|ταυρότραγους]] (ελάντ).<ref name="nowak"/> Περιστασιακά σκοτώνουν σχετικά μικρά είδη όπως [[Γαζέλα Τόμσον|γαζέλες Τόμσον]] ή [[σπρίνγκμποκ]]. Τα λιοντάρια που ζουν κοντά στην ακτή της [[Έρημος Ναμίμπ|Ναμίμπ]] τρέφονται εκτεταμένα με [[πτερυγιόποδα]].<ref>[http://www.5050.co.za/inserts.asp?ID=8258 50/50—SA's top enviro tv programme<!-- Bot generated title -->]{{dead link|date=June 2015}}</ref> Τα λιοντάρια που κυνηγούν σε ομάδες είναι ικανά να σκοτώσουν τα περισσότερα ζώα, ακόμα και υγιείς ενήλικες, αλλά στα περισσότερα μέρη όπου ευδοκιμούν σπανίως επιτίθενται σε πολύ μεγάλα θηράματα, όπως πλήρως ανεπτυγμένες αρσενικές [[καμηλοπάρδαλη|καμηλοπαρδάλεις]] λόγω του κινδύνου να τραυματιστούν.
Εκτεταμένα στατιστικά στοιχεία που έχουν συλλεχθεί από διάφορες μελέτες δείχνουν ότι τα λιοντάρια τρέφονται με θηλαστικά βάρους 190-550 κιλών. Το γκνου είναι το πλέον προτιμώμενο θήραμα στο [[Σερενγκέτι]] και ακολουθεί η ζέβρα.<ref>''The Art of Being a Lion'' pg 186, Christine and Michel Denis-Huot, Friedman/Fairfax, 2002</ref> Οι περισσότεροι ενήλικες [[καμηλοπάρδαλη|καμηλοπαρδάλεις]],[[ρινόκερος|ρινόκεροι]], [[ελέφαντας|ελέφαντες]], και μικρότερες [[γαζέλα|γαζέλες]], [[ιμπάλα]] και άλλες ευέλικτες αντιλόπες εν γένει δεν αποτελούν θηράματα. Εντούτοις οι ιπποπόταμοι και οι βούβαλοι είναι συχνά, σε συγκεκριμένες περιοχές. Για παράδειγμα στο Εθνικό Πάρκο Κρούγκερ, τα λιοντάρια κυνηγούν τακτικά ιπποπόταμους.<ref name="Pienaar69">{{cite journal |author=Pienaar U de V |year=1969 |title=Predator-prey relationships amongst the larger mammals of the Kruger National Park |journal=Koedoe |volume=12 |pages=108–176 |id= }}</ref> Στο Πάρκο Μανιάρα, οι βούβαλοι του ακρωτηρίου αποτελούν το 62% της διατροφής του λιονταριού,<ref>"Among the Elephants", Iain and Oria Douglas-Hamilton, 1975</ref> λόγω της μεγάλης πυκνότητας του πληθυσμού των βουβάλων. Περιστασιακά θηρεύονται και καμηλοπαρδάλεις, αλλά οι ενήλικοι ρινόκεροι εν γένει αποφεύγονται με εξαίρεση ελάχιστες περιπτώσεις. Εντούτοις κυνηγούν και ζώα μικρότερα από 190 κιλά, όπως φακόχοιρους, ανάλογα με τη διαθεσιμότητα.<ref>{{cite journal|last=Hayward |first= Matt W. |coauthors=Graham Kerley| year=2005| title=Prey preferences of the lion (''Panthera leo'') |journal=Journal of Zoology |volume=267 |issue=3 |pages=309–322 |doi=10.1017/S0952836905007508}}</ref> Σε κάποιες περιοχές ειδικεύονται στο κυνήγι μη συνηθισμένων θηραμάτων, όπως στον ποταμό Σαβούτι, όπου κυνηγούν ελέφαντες.<ref>{{cite web|last=Kemp| first=Leigh| url=http://www.go2africa.com/africa-travel-articles/elephant-eaters-of-the-savuti| title=The Elephant Eaters of the Savuti| publisher=go2africa |accessmonthdate=17 July|accessyear=2007}}</ref> Οι οδηγοί του Πάρκου στην περιοχή έχουν αναφέρει ότι τα λιοντάρια, οδηγούμενα από υπερβολική πείνα, άρχισαν να επιτίθενται σε νεογνά ελεφάντων, μετά σε νεαρούς ελέφαντες και περιστασιακά σε πλήρως ανεπτυγμένους ενήλικες κατά τη διάρκεια της νύχτας, όταν η όραση του ελέφαντα είναι ανεπαρκής.<ref>{{cite news |title=King of the jungle defies nature with new quarry |first=Damien |last=Whitworth |date=9 October 2006 |publisher=The Australian |url=http://www.news.com.au/story/0,23599,20547955-38195,00.html |accessdate=2007-07-20 |archiveurl=https://archive.is/ZONz|archivedate=2012-05-27}}</ref> Το λιον΄ταρια επιτίθενται και σε οικιακά ζώα. Στην Ινδία οι αγελάδες αποτελούν σημαντικό μέρος της διατροφής τους.<ref name=Menon
[[Αρχείο:Lions and a Zebra b.jpg|thumb|Οι κυνηγοί μιας αγέλης μοιράζονται μια ζέβρα στον τόπο του κυνηγιού]]
Γραμμή 221:
{{cite journal |last= Saberwal|first=Vasant K|coauthors= James P. Gibbs, Ravi Chellam and A. J. T. Johnsingh |year=1994 |month=June |title= Lion-Human Conflict in the Gir Forest, India|journal=Conservation Biology |volume=8 |issue=2 |pages=501–507 |doi=10.1046/j.1523-1739.1994.08020501.x}}</ref> Το πρόγραμμα ''[[Asiatic Lion Reintroduction Project]]'', έχει στόχο την εγκατάσταση ενός δεύτερου ανεξάρτητου πληθυσμού ασιατικών λιονταριών στο [[Καταφύγιο Άγριας Ζωής Κούνο]], στο ινδικό κράτος [[Μάντγια Πραντές]].<ref>{{cite journal |last=Johnsingh |first=A.J.T. |year=2004 |title=WII in the Field: Is Kuno Wildlife Sanctuary ready to play second home to Asiatic lions? |journal=Wildlife Institute of India Newsletter |volume=11 |issue=4 |url=http://www.wii.gov.in/publications/newsletter/winter04/wii%20in%20field.htm |accessdate=2007-09-20}}{{dead link|date=June 2015}}</ref> Είναι σημαντικό να υπάρξει για δεύτερος πληθυσμός ώστε να λειτουργήσει ως [[γενετική δεξαμενή]] και να βοηθήσει να διατηρηθεί ή [[γενετική ποικιλία]] που θα επιτρέψει στο είδος να επιβιώσει.
Η παλαιότερη δημοφιλία του βερβερικού λιονταριού στους ζωολογικούς κήπους υποδεικνύει ότι αρκετά από τα σημερινά αιχμάλωτα λιοντάρια είναι πιθανό να κατάγονται από άτομα αυτού του υποείδους. Σε αυτά συμπεριλαμβάνονται δώδεκα λιοντάρια του ζωολογικού κήπου ''Port Lympne'' του [[Κεντ]] της [[Αγγλία]]ς τα οποία κατάγονται από ζώα που ανήκαν στον [[Βασιλιάς του Μαρόκου|Βασιλιά του Μαρόκου]].<ref>{{cite web |url=http://www.bigcatrescue.org/barbary_lion_news.htm |archiveurl=http://web.archive.org/web/20051217091555/http://www.bigcatrescue.org/barbary_lion_news.htm |archivedate=2005-12-17 |title=Barbary Lion News |accessdate=2007-09-24}}</ref> Ακόμα έντεκα λιοντάρια που πιστεύεται ότι είναι βερβερικά βρίσκονταν στον ζωολογικό κήπο της [[Αντίς Αμπέμπα]], και ήταν απόγονοι ζώων που ανήκαν στον αυτοκράτορα [[Χαϊλέ Σελασιέ Α'|Χαϊλέ Σελασιέ]]. Η WildLink International σε συνεργασία με το [[Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης]] έθεσαν σε εφαρμογή το διεθνές πρόγραμμα ''Barbary Lion Project'' με σκοπό την ταυτοποίηση και την εκτροφή βερβερικών λιονταριών στην αιχμαλωσία και την επανεισαγωγή τους σε ένα εθνικό πάρκο στην οροσειρά [[Άτλας (οροσειρά)|Άτλας]].<ref name="yamaguchi-haddane"
Μετά την ανακάλυψη ότι ο πληθυσμός των λιονταριών της Αφρικής μειώνεται, έγιναν διάφορες συντονισμένες προσπάθειες για τον περιορισμό του φαινομένου. Τα λιοντάρια είναι ένα από τα είδη που περιλαμβάνονται στο ''[[Species Survival Plan]]'', μια συντονισμένη προσπάθεια της [[Association of Zoos and Aquariums|Ένωσης ζωολογικών κήπων και ενυδρείων]] (''Association of Zoos and Aquariums''). Το σχέδιο άρχισε αρχικά για το ασιατικό λιοντάρι το 1982 αλλά αναστάλθηκε όταν διαπιστώθηκε ότι τα περισσότερα ασιατικά λιοντάρια στους ζωολογικούς κήπους της Βόρειας Αμερικής δεν ήταν καθαρόαιμα, έχοντας αναμειχθεί με αφρικανικά λιοντάρια. Το σχέδιο για τα αφρικανικά λιοντάρια ξεκίνησε το 1993, εστιάζοντας κυρίως στα υποείδη της νότιας Αφρικής, παρά τις δυσκολίες στην αποτίμηση της γενετικής ποικιλίας των αιχμάλωτων λιονταριών, καθώς τα περισσότερα άτομα είναι άγνωστης προέλευσης, πράγμα που καθιστά τη διατήρηση της γενετικής ποικιλίας προβληματική.<ref name="zoos_encyclopedia"/>
|