Μεσαίωνας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 146:
[[Αρχείο:Cleric-Knight-Workman.jpg|μικρογραφία|αριστερά|250px|''Η βασική κοινωνική διαστρωμάτωση του Μεσαίωνα: κληρικός, ευγενής και χωρικός.'']]
Οι ευγενείς, τόσο εκείνοι που έφεραν ανώτερους τίτλους όσο και οι απλοί ιππότες, βασίζονταν οικονομικά στις κοινότητες και τους χωρικούς, παρόλο που οι γαίες δεν αποτελούσαν προσωπική τους περιουσία. Στην πραγματικότητα λάμβαναν δικαίωμα εκμετάλλευσης των εισοδημάτων των γαιών από έναν υψηλότερα ιστάμενο στην κοινωνική πυραμίδα ευγενή δια μέσου του συστήματος του [[Φεουδαλισμός|φεουδαλισμού]]. Στη διάρκεια του 11<sup>ου</sup> και 12<sup>ου</sup> αιώνα, αυτές οι γαίες, γνωστές με την ονομασία ''[[Φέουδο|φέουδα]]'' ή τιμάρια (τσιφλίκια), κατέληξαν αντικείμενο [[Κληρονομιά|κληρονομικού]] δικαιώματος. Στις περισσότερες περιοχές, μετά το θάνατο του ευγενούς, οι γαίες του έπαψαν να διαιρούνται μεταξύ όλων των τέκνων του, όπως συνέβαινε κατά τον Πρώιμο Μεσαίωνα, αλλά, αντίθετα, κληροδοτούνταν [[Πρωτοτοκία|στο μεγαλύτερο]] από τους [[Αγόρι|άρρενες]] απογόνους του.<ref name="Barber37">Barber (1992), σσ. 37-41.</ref><ref name="Cosman193">Cosman (2007), σελ. 193.</ref> Η κυριαρχία των ευγενών στηριζόταν στα εισοδήματα των γαιών, στον έλεγχο [[Κάστρο|κάστρων]], στην παροχή στρατιωτικών υπηρεσιών ως βαρύ [[ιππικό]], καθώς και στην απαλλαγή από [[Φορολογία|φόρους]] και άλλες υποχρεώσεις.<ref name="Davies311">Davies (1996), σσ. 311-315.</ref> Τα ισχυρά οχυρά, τα οποία αρχικά κατασκευάζονταν από [[ξύλο]] και κατόπιν από [[Πέτρωμα|πέτρα]], άρχισαν να ανεγείρονται κατά τον 9<sup>ο</sup> και 10<sup>ο</sup> αιώνα σαν αντίδραση στη γενική αταξία και έλλειψη ασφάλειας που χαρακτήριζαν την εποχή αυτή. Τα τελευταία προσέφεραν προστασία τόσο από τους ξένους εισβολείς, όσο και από τις βλέψεις αντιπάλων ευγενών. Οι οχυρώσεις αυτές αποτελούσαν παράγοντα σταθεροποίησης του φεουδαρχικού συστήματος καθώς εξασφάλιζαν σχετική αυτονομία στους ευγενείς από τους βασιλείς και άλλους ισχυρούς άρχοντες.<ref name="Davies311"/> Η τάξη των ευγενών είχε επίσης υποκατηγορίες. Οι [[Βασιλιάς|βασιλείς]] και οι ανώτατοι ευγενείς έλεγχαν μεγάλες επικράτειες ενώ παράλληλα εξουσίαζαν άλλους κατώτερους ευγενείς. Οι τελευταίοι είχαν τον έλεγχο μικρότερων εκτάσεων και λιγότερου αριθμού χωρικών. Ακόμη χαμηλότερα στην κοινωνική πυραμίδα ήταν οι [[Ιππότης|ιππότες]], ο χαμηλότερος βαθμός ευγενείας, οι οποίοι δεν είχαν στην κατοχή τους δική τους γη και όφειλαν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους σε ισχυρότερους άρχοντες.<ref name="Singman3">Singman (1999), σελ. 3.</ref> Κατά συνέπεια, παρατηρείται μια πυραμιδοειδής δομή, όπου ο ηγεμόνας είχε περιορισμένες δυνατότητες και βασιζόταν στην ανταπόκριση των φεουδαρχών στις υποχρεώσεις τους, για να συγκεντρώσει δυνάμεις για να αντιμετωπίσει ένα πρόβλημα και μετά αυτές οι δυνάμεις διαλύονταν για να επιστρέψουν στη διάθεση του τοπικού χωροδεσπότη και την καλλιέργεια της γης.<ref name="Raptis72">Ράπτης (1999), σελ. 72.</ref>
 
Ο κλήρος ήταν επίσης διαιρεμένος σε δύο κατηγορίες: στον ''κοσμικό κλήρο'', που κατοικούσε και δρούσε μέσα στην κοινωνία, και στον [[Μοναχός|μοναχικό κλήρο]].<ref name="Hamilton33">Hamilton (2003), σελ. 33.</ref> Σε ολόκληρη την περίοδο αυτή οι κληρικοί ήταν ένα πολύ μικρό ποσοστό του συνολικού πληθυσμού και υπολογίζεται πως δεν ξεπερνούσε το 1%. Τα περισσότερα μέλη του μοναχικού κλήρου (και ειδικά των μοναχικών Ταγμάτων) αντλούνταν από την τάξη των ευγενών, από την οποία προέρχονται και τα ανώτερα μέλη του κοσμικού κλήρου. Οι τοπικοί ιερείς στις διάφορες ενορίες προέρχονταν συνήθως από την τάξη των χωρικών.<ref name="Barber33">Barber (1992), σσ. 33-34.</ref>