Δίγαμμα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Ρομπότ: Προσθήκη: sk:Digama
{{Α-Ω}}
Γραμμή 1:
[[Εικόνα:GreekDigamma-01.png|thumb|Δίγαμμα]]
{{Α-Ω}}
 
Το '''δίγαμμα''' ('''Ϝ''') (Ϝαυ) είναι το έκτο γράμμα του αρχαίου ελληνικού [[αλφάβητο|αλφαβήτου]] (ετυμολογία: δις + [[γάμμα]] – διττό, διπλό, δύο φορές γάμμα ή γάμα). Την ονομασία του οφείλει στο σχήμα του (δύο κεφαλαία γάμμα). Η φωνητική αξία του ήταν ένας ασθενής διχειλικός συμφωνικός φθόγγος, που πλησίαζε τον ήχο του σημερινού ελληνικού β. Η ασθενής αρθρωσή του ήταν και ο λόγος της βαθμιαίας σίγησης και πλήρους τελικά αποβολής του από την ελληνική γλώσσα. Πρώτοι από τους αρχαίους Έλληνες έπαψαν να προφέρουν το δίγαμμα οι Ίωνες και οι Αττικοί. Στη Λακωνική διάλεκτο το δίγαμμα διατηρήθηκε ως τον 2ο π.Χ. αιώνα. Σε άλλες λέξεις αποδόθηκε με τη [[δίφθογγο]] ου, τα γράμματα υ, β, φ και τη [[δασεία]], που πλέον χρησιμοποιείται μόνο στο [[πολυτονικό]] σύστημα γραφής, (λ.χ. Fορώ - {{πολυτονικό|ὁρῶ}}), σε άλλες πάλι έχει εκπέσει και χαθεί (λ.χ. Ϝοίνος - {{πολυτονικό|οἶνος}}).
 
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Δίγαμμα"