Μέγαρο της Παλαιάς Βουλής: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Pmazain (συζήτηση | συνεισφορές)
μ προσθήκη συνδέσμου
Pmazain (συζήτηση | συνεισφορές)
Προσθήκες πληροφοριών και πηγών
Γραμμή 42:
==Ιστορικό==
[[Αρχείο:Hellenic_(historic)_Parliament_Room_(4551902289).jpg|μικρογραφία|αριστερά|Εσωτερικός χώρος]]
Τον χώρο αυτό καταλάμβανε αρχικά η οικία του του Αθηναίου τραπεζίτη και πολιτικού [[Αλέξανδρος Κοντόσταυλος|Αλέξανδρου Κοντόσταυλου]]. Μετά τη μεταφορά της πρωτεύουσας από το [[Ναύπλιο]] στην Αθήνα το 1833, ο Βασιλιάς [[Όθων Α΄ της Ελλάδας|Όθωνας]] επέλεξε το κτήριο ως προσωρινό χώρο κατοικίας του, κατά τη διάρκεια της κατασκευής των [[Παλαιά Ανάκτορα|Ανακτόρων]] (που σήμερα στεγάζουν τη [[Βουλή των Ελλήνων|Βουλή]]). Το 1835, χτίστηκε μια μεγάλη αίθουσα χορού και συμποσίων, και μετά την [[Επανάσταση της 3ης Σεπτεμβρίου|Επανάσταση του 1843]], η οποία οδήγησε τον Όθωνα στην παροχή [[Σύνταγμα της Ελλάδας|Συντάγματος]], η Εθνική Αντιπροσωπεία συνεδρίασε στον χώρο. Τον Οκτώβριο του 1854, όμως, το κτήριο καταστράφηκε από πυρκαγιά. Η κατασκευή του νέου κτηρίου ξεκίνησε τον Αύγουστο του 1858, με τα έργα να καθοδηγούνται από τη Βασίλισσα [[Αμαλία της Ελλάδας|Αμαλία]], σε σχέδια του Γάλλου αρχιτέκτονα [[Φρανσουά Μπουλανζέ]] ''(François Boulanger)''. Τα έργα σταμάτησαν την επόμενη χρονιά ελλείψει οικονομικών πόρων, και ξεκίνησαν μετά την εκθρόνιση του Όθωνα το 1863. Τα σχέδια τροποποιήθηκαν από τον Έλληνα αρχιτέκτονα [[Παναγής Κάλκος|Παναγιώτη Κάλκο]], και η κατασκευή ολοκληρώθηκε το 1871. Κατά τη διάρκεια των έργων, το Κοινοβούλιο στεγαζόταν στο πίσω μέρος της πλατείας, σε ένα κτήριο από τούβλα, που χτίστηκε βιαστικά το 1863, και έγινε ευρέως γνωστό με το όνομα «Η Παράγκα».[[Αρχείο:Kolokotronis_statue_Athens.jpg|μικρογραφία|240x240εσ|Το μπρούντζινο άγαλμα του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, από το Λάζαρο Σώχο, μπροστά από το κτίριο του κοινβουλίου.]]Το Ελληνικό Κοινοβούλιο παρέμεινε εδώ από το 1875 έως τη μεταφορά του στον σημερινό του χώρο, τα Παλαιά Ανάκτορα, το 1935. Έτσι λοιπόν, εδώ πραγματοποιήθηκαν μερικά από τα πιο ταραχώδη και σημαντικά γεγονότα της σύγχρονης Ελληνικής ιστορίας, όπως η δολοφονία του Πρωθυπουργού [[Θεόδωρος Δηλιγιάννης|Θεόδωρου Δηλιγιάννη]] στα σκαλοπάτια του μεγάρου στις 13 Ιουνίου 1905, και η διακήρυξη της [[Δεύτερη Ελληνική Δημοκρατία|Δεύτερης Ελληνικής Δημοκρατίας]] στις 25 Μαρτίου 1924. Μετά τη μεταφορά του κοινοβουλίου, στο κτήριο στεγάστηκε το [[Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων|Υπουργείο Δικαιοσύνης]]. Το 1961, ανακαινίστηκε πλήρως και έγινε η έδρα του [[Εθνικό Ιστορικό Μουσείο|Εθνικού Ιστορικού Μουσείου]] υπό τη διεύθυνση της [[Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος|Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος]].
 
Κατά την περίοδο της απομάκρυνσης από το κτήριο της Βουλής των Ελλήνων (δεκαετία 1930), αποφασίστηκε η παραχώρηση του μεγάρου στην Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος (ΙΕΕΕ), προκειμένου να λειτουργήσει το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο, ιδέα που προτάθηκε αρχικά από τον Ελευθέριο Βενιζέλο. Επήλθε όμως η Γερμανική Κατοχή και στο κτήριο εγκαταστάθηκε "προσωρινώς" το [[Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων|Υπουργείο Δικαιοσύνης]]. Προκειμένου να εξασφαλιστεί ότι η εγκατάσταση αυτή θα ήταν πράγματι προσωρινή, εκδόθηκε ο νόμος υπ.αρ. 666 (ΦΕΚ 318/Α/25.9.43), που παραχωρούσε επισήμως το κτήριο στην ΙΕΕΕ και προέβλεπε σχετική χρηματοδότηση και τακτική επιχορήγηση, με υποχρέωση της τελευταίας να διατηρεί ανοικτό στο κοινό το Εθνικό Ιστορικό Μουσείο. Ο Νόμος, παρότι "κατοχικός", κρίθηκε μετά την απελευθέρωση από ειδική κοινοβουλευτική επιτροπή, όπως όλα τα νομοθετήματα της περιόδου, και είναι από τους λίγους νόμους που αποφασίστηκε να μην ανακληθούν, οπότε διατηρούν την πλήρη ισχύ τους.
 
Το 1953 έγινε σκέψη για κατεδάφιση του μεγάρου, προκειμένου να κτιστούν κτήρια γραφείων υπηρεσιών και υπουργείων. Τότε παρενέβη το ΔΣ της ΙΕΕΕ, και με απόφαση του Υπουργού Οικονομικών (Παπαγιάννης), ορίστηκε επιτροπή<ref>Χειρόγραφη αναφορά από 30/10/1989 του Βασιλείου Γ. Διαμαντόπουλου, Διευθυντή Υπουργείου Οικονομικών και Γραμματέα της Επιτροπής. Ιστορικό Αρχείο Ι.Ε.Ε.Ε.</ref> που θα μελετούσε το θέμα. Η Επιτροπή είχε πρόεδρο τον Αναστάσιο Ορλάνδο, Καθηγητή Βυζαντινής Αρχιτεκτονικής, Πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών και της Αρχαιολογικής Εταιρείας, και μέλη πολλούς επιφανείς επιστημονικούς και διοικητικούς εκπροσώπους. Εντός ενός έτους<ref>Τα πρακτικά της Επιτροπής σώζονται στο Αρχείο Ιστορικών Εγγράφων της Ι.Ε.Ε.Ε.</ref> η επιτροπή καθόρισε τις παρεμβάσεις ανακαίνισης που θα γίνονταν, με αφαίρεση προσθηκών εξωτερικά και μετατροπή εσωτερικά σε χώρο μουσείου. Έτσι το κτήριο παραδόθηκε το 1961<ref>{{Cite book|title=Τα 100 χρόνια της Ιστορικής - Εθνολογικής Εταιρείας και του Μουσείου της, 1882-1982|last=Λάππας|first=Τάκης|publisher=Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος|year=1982|isbn=|location=Αθήνα|page=37}}</ref>, και πλήρως ανακαινισμένο άνοιξε την επόμενη χρονιά (εγκαίνια 21/6/1962) η έδρα του [[Εθνικό Ιστορικό Μουσείο|Εθνικού Ιστορικού Μουσείου]] υπό τη διεύθυνση της [[Ιστορική και Εθνολογική Εταιρεία της Ελλάδος|Ιστορικής και Εθνολογικής Εταιρείας της Ελλάδος]].
 
==Άγαλμα Κολοκοτρώνη==