Αρχαία Αλεξάνδρεια: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Asiatologist (συζήτηση | συνεισφορές)
Διορθώσεις
Asiatologist (συζήτηση | συνεισφορές)
Διορθώσεις
Γραμμή 53:
* Τα ανάκτορα: Βρίσκονταν στη Λοχιάδα Άκρα (ακρωτήριο) στη βορειοανατολική πλευρά της πόλης. Μεγάλο μέρος της Λοχιάδος έχει καταποντιστεί μαζί με τα παλάτια, τον ιδιωτικό βασιλικό λιμένα και τη νήσο Αντίρροδο. Τούτο το φαινόμενο είναι συνηθισμένο στην ευρύτερη περιοχή και οφείλεται σε διάφορες αιτίες (διάβρωση του εδάφους, ανύψωση της στάθμης της θάλασσας, Βραδυσεισμούς<ref>Το φαινόμενο των Βραδυσεισμών συνδέεται με την Ηφαιστειότητα και εκδηλώνεται με την περιοδική άνοδο ή κάθοδο του επιπέδου του εδάφους. Παρότι η εξέλιξη των εν λόγω μεταβολών είναι πολύ γρήγορη σε σχέση με αυτήν άλλων γεωλογικών φαινομένων, γίνεται εντούτοις αντιληπτή από τον άνθρωπο ως σχετικά αργή. Τα αποτελέσματα των Βραδυσεισμών είναι άμεσα αναγνωρίσιμα σε ορισμένες θαλάσσιες ακτογραμμές λόγω της προοδευτικής καταβύθισης ή ανάδυσης κτιρίων, ακτών και περιοχών.</ref> κλπ.).
 
* Το μεγάλο θέατρο: Η θέση του δεν έχει εντοπιστεί, αλλά εικάζεται ότι βρισκόταν στον Λόφο του Νοσοκομείου.<ref>Ο Λόφος του Νοσοκομείου περικλείεται από τις οδούς Omar Lofty (πρώιν Iskandar el-Akbar)-Champollion-Salah Mostafa και Al-Mothaf.</ref><ref>Daszewski W. A., «Notes on Topography of Ptolemaic Alexandria», στο Bonacasa Nicola, Vita Antonino Di, ''Alessandria e il mondo ellenistico-romano: studi in onore di Achille Adriani'', L'erma di Bretschneider, Roma 1983, σσ. 54-69.</ref> Χρησιμοποιήθηκε από τον Καίσαρα ως φρούριο κατά την πολιορκία του από τους κατοίκους της πόλης μετά τη μάχη των Φαρσάλων.
 
* Το Ποσείδιο: Ναός του Ποσειδώνα, κοντά στο θέατρο.
Γραμμή 59:
* Το Τιμώνειο: Το ανάκτορο-αναχωρητήριο του Μάρκου Αντωνίου.
 
* Το Εμπορείον: Κέντρο εμπορικών συναλλαγών. Εικάζεται ότι η πόλη διέθετε δύο αγορές (όπως και στην περίπτωση του Πειραιά), εκ των οποίων η μία ήταν καθαρά αστική και σχετικά προστατευμένη,<ref>Η εν λόγω αγορά προστατευόταν κατά κύριο λόγο από την προσέγγιση ξένων ακαθορίστου προέλευσης που αποτελούσαν εν δυνάμει κίνδυνο για τις γυναίκες της πόλης. </ref> ενώ η άλλη βρισκόταν στο λιμάνι και προοριζόταν για τους ναυτικούς και τις ελευθέριες γυναίκες.
 
*
* Το Καισάρειο: Ναός που κτίστηκε από την Κλεοπάτρα πίσω από το Εμπορείον προς τιμήν του Ιούλιου Καίσαρα και μετατράπηκε τον 4ο αιώνα σε πατριαρχική εκκλησία. Κοντά στο Καισάρειο υπήρχαν δύο οβελίσκοι που έχουν μεταφερθεί στη Νέα Υόρκη και το Λονδίνο και είναι γνωστοί σήμερα ως «Βελόνες της Κλεοπάτρας».
 
* Οι Αποστάσεις: Αποθήκες και πιθανώς μαγαζιά.
 
* Τα νεώρια:<ref>Στην αρχαιότητα η λέξη «νεώριο» δεν σήμαινε «ναυπηγείο» αλλά ναύσταθμο ή παραθαλάσσια περιοχή όπου φυλάσσονταν πλοία, κυρίως πολεμικά.</ref> Λιμενικές εγκαταστάσεις-ναύσταθμος δυτικά του Τιμώνειου, κατά μήκος της ακτογραμμής.
 
* Το Γυμνάσιο και η Παλαίστρα: Οι μελετητές τα τοποθετούν στο ανατολικό μέρος της πόλης. Η ακριβής τοποθεσίαθέση τους παραμένει άγνωστη.
 
* Ο ναός του Κρόνου.
 
* Tα μαυσωλεία του Αλέξανδρου (Σώμα ή Σήμα) και των Πτολεμαίων: Η αρχική τους τοποθεσία βρισκόταν στο κέντρο της πόλης, κοντά στη διασταύρωση των κυρίων οδών.<ref>Polyzoides Apostolos, ''Alexandria: City of Gifts and Sorrows: From Hellenistic Civilization to Multiethnic Metropolis'', Sussex Academic Press, Eastbourne, East Sussex 2014. σσ: 61-67. ISBN 1782841547, 9781782841548a</ref>
[[Αρχείο:Ancient Alexandria (1878) - TIMEA.jpg|μικρογραφία|400x400εσ|Αναπαράσταση του 19ου αιώνα που απεικονίζει περιοχή της αρχαίας πόλης]]Παρότι διαθέτουμε μαρτυρίες για την ύπαρξη πολυάριθμων εκκλησιών στην Αλεξάνδρεια, η ακριβής θέση τους παραμένει άγνωστη. Οι αρχαιότερες από αυτές είναι το Μαρτύριο του Αγίου Μάρκου στο ανατολικό μέρος της πόλης<ref>Chugg Andrew Michael, ''The Quest for the Tomb of Alexander the Great, Lulu.com,'' 2007, σσ. 188-199.</ref> και η εκκλησία του επισκόπου Θεωνά στις δυτικές παρυφές της.<ref>Christopher Haas, ''Alexandria in Late Antiquity: Topography and Social Conflict'', JHU Press, Baltimor and London 2006, σσ. 209-210.</ref> Η πρώτη πρέπει να βρισκόταν στον τόπο ταφής του Αγίου Μάρκου. Η δεύτερη κτίστηκε γύρω στο 300 από τον διάδοχο του Θεωνά, Πέτρο Α΄, πιθανώς στη θέση του μετέπειτα δυτικού τζαμιού. Το συγκεκριμένο τζαμί  δεν σώζεται σήμερα, αλλά είναι γνωστό ότι ενσωμάτωνε ως δομικά στοιχεία κίονες με χριστιανικά διακοσμητικά σχέδια.<ref>McKenzie Judith, ''The Architecture of Alexandria and Egypt'', New Haven 2007, σ. 240.</ref> Μια άλλη εκκλησία, αυτή του Διονύσιου, έλαβε το όνομά της από τον ομώνυμο επίσκοπο, ή ίσως ανεγέρθηκε από αυτόν.<ref>McKenzie Judith, ''The Architecture of Alexandria and Egypt'', New Haven 2007, σ. 244.</ref>
 
Εξάλλου, πολλοί από τους παγανιστικούς ναούς της πόλης είναι γνωστοί μόνο από νομίσματα ή από σύντομες αναφορές κλασσικών συγγραφέων. Ένας από αυτούς, το Τυχαίον, ήταν αφιερωμένο στη θεά Τύχη και βρισκόταν στο κέντρο της πόλης. Ως κτίριο ήταν δομημένο με ελληνιστικό αρχιτεκτονικό ρυθμό και ήταν διακοσμημένο με ελληνιστικά και αιγυπτιακά αγάλματα.
 
Σύμφωνα με τον Φίλωνα τον Ιουδαίο η πόλη ήταν διαιρεμένη σε πέντε περιοχές (Κλίματα) που προσδιορίζονταν από τα πέντε πρώτα πέντε γράμματα της ελληνικής αλφαβήτου.<ref>Φίλωνας ο Ιουδαίος (ή Αλεξανδρινός), ''Εις Φλάκκον'', 55: πέντε μοῖραι τῆς πόλεώς εἰσιν, ἐπώνυμοι τῶν πρώτων στοιχείων τῆς ἐγγραμμάτου φωνῆς.</ref> Η εν λόγω γεωγραφική διαίρεση τεκμηριώνεται ήδη από το 3ο αιώνα π.Χ. και χρησιμοποιούνταν μέχρι τον 4ο αιώνα μ.Χ.<ref>Haas Christopher, ''Alexandria in Late Antiquity: Topography and Social Conflict'', JHU Press, Baltimor and London 2006, σσ. 47-48.</ref> Στην περιοχή Α υπήρχαν οι δύο κύριοι λιμένες, τα νεώρια, οι Αποστάσεις και το Εμπορείον. Η περιοχή των Βασιλείων χαρακτηριζόταν με το γράμμα Β και ακριβώς δίπλα της υπήρχε η ελληνική συνοικία (η Νεάπολη). Στο κέντρο της πόλης βρίσκονταν η Αγορά, το Γυμνάσιο, το κτίριο των δικαστηρίων και τα πάρκα. Στα νοτιοδυτικά υπήρχε η αιγυπτιακή περιοχή Γ (της Ρακώτιδας) όπου δέσποζε ο μεγάλος ναός του Σάραπη. Ανατολικά των Βασιλείων βρισκόταν η περιοχή Δ στην οποία κατοικούσαν οι Εβραίοι. Οι τελευταίοι τελούσαν υπό καθεστώς αυτοδιοίκησης και είχαν δικό τους δημοτικό συμβούλιο. Οι μέτοικοι (ξένοι διαφόρων εθνικοτήτων) ζούσαν στην περιοχή Ε, νοτίως της εβραϊκής συνοικίας. Στις παραπάνω περιοχές προστέθηκαν αργότερα τα προάστεια της Ελευσίνας και της Νικόπολης που δημιουργήθηκαν σε μικρή απόσταση από τις ανατολικές παρυφές τις πόλης.<ref>Höber-Camel Gabriele, «Alexandria», στο: ''Kemet,'' Issue 3/2004. Kemet Verlag 2004, ISSN 0943-5972</ref><ref>Η ακριβής θέση των περιοχών Α-Ε είναι άγνωστη. Ωστόσο υπάρχουν αρκετές πληροφορίες για την κατανομή των ναών ανά περιοχή, από τις οποίες είναι δυνατό να εξαχθούν χρήσιμα συμπεράσματα. Βλ. Haas Christopher, ''Alexandria in Late Antiquity: Topography and Social Conflict'', JHU Press, Baltimor and London 2006, σσ. 47-48, 95, 141-142, 377, 400, 407, 425.</ref>
 
Στο συριακό ''Noticia'' (μετάφραση ελληνικού πρωτοτύπου του 4ου αιώνα), σώζονται σημαντικά στατιστικά στοιχεία για τη χωρική κατανομή των κτιρίων και των ναών: Περιοχή Α: 308 ναοί, 1655 αίθρια, 5058 οικίες, 108 λουτρά, 237 ταβέρνες, 112 περίστυλες στοές. Περιοχή Β: 110 ναοί, 1002 αυλές, 5990 οικίες, 145 λουτρά, 107 ταβέρνες. Περιοχή Γ: 855 ναοί, 955 αυλές, 2140 οικίες, … λουτρά, 205 ταβέρνες, 78 περίστυλες στοές. Περιοχή Δ: 800 ναοί, 1120 αυλές, 5515 οικίες, 118 λουτρά, 98 ταβέρνες, 112 περίστυλες στοές. Περιοχή Ε: 405 ναοί, 1420 αυλές, 5593 οικίες, … λουτρά, 118 ταβέρνες, 56 περίστυλες στοές. Ωστόσο, ο αριθμός των 2478 ναών φαίνεται υπερβολικός. Πιθανώς είχαν καταμετρηθεί ακόμη και τα μικρότερα παρεκκλήσια.<ref>Haas Christopher J., ''Alexandria in Late Antiquity: Topography and Social Conflict''. Baltimore 1997, σσ. 141, 425.
Γραμμή 85:
 
[[Αρχείο:Spherical astrolabe 2.jpg|μικρογραφία|Σφαιρικός Αστρολάβος, παρόμοιος με αυτόν του Ερατοσθένη του Κυρηναίου.]]
Σημαντικές υπηρεσίες στη Βιβλιοθήκη προσέφερε και ο ποιητής [[Καλλίμαχος ο Κυρηναίος]] που συνέταξε τον κατάλογο των χειρογράφων της σε 120 παπύρους (ο εν λόγω κατάλογος είναι σήμερα γνωστός με την ονομασία «Πίνακες») σε 120 παπύρους. Σύμφωνα με τον [[Ιωάννης Τζέτζης|Τζέτζη]] ο [[Καλλίμαχος]] είχε καταγράψει 400.000 «συμμιγείς ή συμμείκτους βίβλους» (παπύρους) και 90.000 αμιγείς.<ref>Koster W.J.W. επιμ., Prolegomena de comoedia Aristophanis, Prolegomena de comoedia. Scholia in Acharnenses, Equites, Nubes [Scholia in Aristophanem 1.1A. Groningen: Bouma, 1975]: 22-38, κυρίως σ. 32: ἐπεὶ διὰ Δημητρίου τοῦ Φαληρέως καὶ γερουσίων ἑτέρων ἀνδρῶν δαπάναις βασιλικαῖς ἁπανταχόθεν τὰς βίβλους εἰς ᾿Αλεξάνδρειαν ἤθροισε, δυσὶ βιβλιοθήκαις ταύτας ἀπέθετο, ὧν τῆς ἐκτὸς μὲν ἦν ἀριθμὸς τετρακισμύριαι δισχίλιαι ὀκτακόσιαι, τῆς δ' ἔσω τῶν ἀνακτόρων καὶ βασιλείου βίβλων μὲν συμμιγῶν ἀριθμὸς τεσσαράκοντα μυριάδες, ἁπλῶν δὲ καὶ ἀμιγῶν βίβλων μυριάδες ἐννέα, ὡς ὁ Καλλίμαχος νεανίσκος ὢν τῆς αὐλῆς ὑστέρως μετὰ τὴν ἀνόρθωσιν τοὺς πίνακας αὐτῶν ἀπεγράψατο.
</ref> Σε αυτούς θα πρέπει να προστεθούν και οι 40.000 πάπυροι του Σαράπειου. Με την άοκνη προσπάθεια των διαπρεπών διευθυντών της Βιβλιοθήκης επιτεύχθηκε η συστηματοποίηση της καταγραφής, της ταξινόμησης και της κατάταξης των έργων σε λογοτεχνικά είδη. Στον κύκλο των δραστηριοτήτων της τελευταίας περιλαμβάνονταν επίσης οι μεταφράσεις, η φιλολογική κριτική των αρχαίων κειμένων (με την οποία ασχολήθηκε ο Αρίσταρχος ο Σαμόθραξ) και η κατάρτιση εξειδικευμένων λεξικών. Μάλιστα, ο Αριστοφάνης ο Βυζάντιος (περ. 275-180 π.Χ.) θεωρείται ο ιδρυτής της επιστημονικής λεξικογραφίας και θεμελιωτής της φιλολογικής επιστήμης. Σε αυτόν αποδίδεται η εισαγωγή των τονικών σημείων [οξείες, βαρείες, δασείες κ.ο.κ.] στα έως τότε άτονα κεφαλαιογράμματα των αρχαίων κειμένων, εγχείρημα που αποσκοπούσε στην πιστότερη απεικόνιση του μέτρου στο έργο του Ομήρου. Είναι κατά συνέπεια προφανές ότι οι οφειλές της εν λόγω επιστήμης στους αλεξανδρινούς λογίους είναι μεγάλες. Διάφορες πηγές επισημαίνουν εξάλλου ότι οι Πτολεμαίοι δεν περιορίζονταν σε ελληνικά έργα αλλά επεδίωκαν τη συλλογή γνώσης από όλο τον κόσμο, συμπεριλαμβανομένης της χώρας τωντου φαραώΝείλου. Μέσα σε αυτό το πλαίσιο ο Πτολεμαίος Α' προσκάλεσε Έλληνες λόγιους και τους ανάθεσε τη συγγραφή της ιστορίας της Αιγύπτου. Ανάμεσά στους τελευταίουςτους ήταν και ο Εκαταίος ο Αβδηρίτης<ref>Διόδ. Ι. 46.8.</ref> που έγγραψε τα ''Αιγυπτιακά''. Σύμφωνα με τον Διόδωρο τον Σικελιώτη στο ίδιο εγχείρημα συμμετείχε ο Αιγύπτιος πολυμαθής αρχιερέας Μανέθωνας, ο οποίος συνέλεξε στοιχεία από τα ιερά αρχεία των ναών και συνέθεσε μια αιγυπτιακή ιστορία στα Ελληνικά που αφιέρωσε στον Πτολεμαίο Β΄.<ref>Διόδ. 1.87.1-5 και 88.4.</ref> Ο Πλίνιος σημειώνει επίσης ότι οκάποιος Έρμιππος συνέταξε ένα πολύτομο έργο 2.000.000 στίχων που αφορούσε τον ζωροαστρισμό<ref>Plinius secundus ''Naturalis Historia'': book 30 section 4.</ref> (''Περί Μάγων''). Εάν ο Λατίνος συγγραφέας εννοούσε τον Καλλιμάχειο Έρμιππο,<ref>Εκτός από τον Καλλιμάχειο Έρμιππο, έχει προταθεί ως συγγραφέας του έργου και ο Έρμιππος ο Βηρύτιος.</ref> ο τελευταίος δεν θα μπορούσε να προχωρήσει στη σύνταξη ενός τόσο μεγάλου έργου χωρίς να έχειδιαθέτει πρόσβαση σε σχετικά έργα της Βιβλιοθήκης. Πιθανή θεωρείται επίσης η ύπαρξη βουδιστικών και άλλων ινδικών κειμένων ως απόρροια των γενικότερων πολιτισμικών ανταλλαγών μεταξύ του Ασόκα και του Πτολεμαίου Φιλάδελφου καθώς και της δράσης βουδιστικών ιεραποστολών.<ref>Hultzsch Eugen, ''Corpus Inscriptionum Indicarum,vol 1: Inscriptions of Aśoka''. New Delhi: The Director-General Archaeological Survey of India. Oxford Univ. Press, Oxford 1925, ανατύπ. 1996, σ. 48 (XIII Rock-Edict: Kalsi).</ref><ref>Rackham H., ''Pliny Natural History'', William Heinemann LTD, London 1961, σ. 383 (VI. xxi. 58-61).</ref>
 
Φαίνεται ότι ο ζήλος που επεδείκνυαν οι Πτολεμαίοι όσον αφορά τον εμπλουτισμό της Βιβλιοθήκης με ξένα συγγράμματα, γρήγορα εξελίχθηκε σε εμμονή. Όπως αναφέρει ο [[Γαληνός]], ο [[Πτολεμαίος Γ΄ Ευεργέτης|Πτολεμαίος Γ' ο Ευεργέτης]] είχε διατάξει τις λιμενικές αρχές να κατάσχουν όσα βιβλία ανακάλυπταν σε ελλιμενιζόμενα πλοία και να τα αντικαθιστούν με αντίγραφα.<ref>Γαληνός ''β΄, υπομνημ. εις το Γ΄, ιπποκρ. Επιδημ.''</ref> Η ύπαρξη ξενόγλωσσων βιβλίων στη Βιβλιοθήκη πρέπει να θεωρείται περισσότερο από πιθανή για τους εξής λόγους: α) Πολλά από αυτά βρίσκονταν σε σειρά αναμονής για να μεταφραστούν. β) Οι υπεύθυνοι της βιβλιοθήκης όφειλαν να φυλάσσουν τα μεταφρασμένα πρωτότυπα χάριν των αλλοδαπών μελετητών, αλλά και για λόγους τεκμηρίωσης της μετάφρασης και γβ) Επειδή η ύπαρξη παραλλαγών, λαθών, δυσανάγνωστων περιοχών κλπ. αποτελεί συνηθισμένο φαινόμενο σε χειρόγραφα κείμενα, είναι επιθυμητήεπιβάλλεται η αποθήκευση και η ταξινόμησή των αντιγράφων τους ώστε να καθίσταται δυνατή η μεταξύ τους σύγκριση.
 
== Επιστήμες και τέχνες ==
[[Αρχείο:Hero of Alexandria, Belopoiika, Paris, Graec. 2442.jpg|μικρογραφία|Σελίδα από το βιβλίο ''Βελοποιικά του'' Φίλωνα του Βυζάντιου (θέμα του η περιγραφή βαλλιστικών όπλων). ]]
Το Μουσείο λειτουργούσε ως ανώτατο μορφωτικό και ερευνητικό κέντρο και ήταν εφοδιασμένο μεδιέθετε διάφορα εργαστήρια, ζωολογικό και βοτανικό κήπο, αστεροσκοπείο και ξενώνες για τους επισκέπτες μελετητές. Στις εγκαταστάσεις του εργάστηκαν σημαντικοί επιστήμονες, όπως ο αστρονόμος Αρίσταρχος, ο Μαθηματικός Ευκλείδης, ο γεωγράφος Ερατοσθένης (ιδρυτής της επιστημονικής γεωγραφίας και τοπογραφίας) και ο ιατρός και ανατόμος Ηρόφιλος ο Χαλκηδόνιος ο οποίος θεωρείται μαζί με τον διάδοχό του [[Ερασίστρατος|Ερασίστρατο]] θεμελιωτής της μεγάλης ιατρικής σχολής της Αλεξάνδρειας. Η φήμη της τελευταίας προσέλκυσε τον Γαληνό ο οποίος συμπλήρωσε τις ανατομικές σπουδές του κοντά στον Ηρακλειανό, γιο του ανατόμου Νουμισιανού και στη συνέχεια επέστρεψε στην πατρίδα του την Πέργαμο το 157 σε ηλικία 28 ετών.
 
Στον τομέα της εφαρμοσμένης μηχανικής διέπρεψαν οι εφευρέτες Ήρων ο Αλεξανδρεύς, Κτησίβιος και Φίλων ο Βυζάντιος που κατασκεύασαν πολεμικές μηχανές, βαρούλκα, αντλίες, αυτόματες πνευματικές μηχανές κ.α.<ref>Δημαρόγκωνας Ανδρέας, ''Μαθήματα ιστορίας της τεχνολογίας'', τόμ. 1ος, Εκδόσεις Πανεπιστημίου Πατρών, Πάτρα 2000, σσ. 180-304.</ref> Ένας από τους τελευταίους Έλληνες μαθηματικούς που εργάστηκαν στην Αλεξάνδρεια ήταν ο Πάππος που γεννήθηκε εκεί κατά τον 4ο μ.Χ αιώνα. Σταδιακά, αρχής γενομένης από την πυρκαγιά του 47 που εικάζεται ότι κατέκαψε το Βρουχείο και ακολούθως με την ισοπέδωσή του τελευταίου από τον Αυρηλιανό κατά την αντιπαράθεσή του με τη βασίλισσα Ζηνοβία, οι βιβλιοθήκες υπέστησαν μεγάλες καταστροφές.
Γραμμή 98:
Το 391 ο αυτοκράτορας Θεοδόσιος απαγόρευσε τη δημόσια λατρεία στα ιδρύματα της αρχαίας θρησκείας<ref>''Codex Theodosianus'' 16.10.11.</ref> και στη συνέχεια συνέστησε την καταστροφή των ναών και των συμβόλων της ως το προσφορότερο μέσο για την καταστολή της.<ref>Amidon Philip R., μτφρ., Rufinus of Aquilea, ''The Church History of Rufinus of Aquileia'': Books 10 and 11, Oxford University Press, New York 1997, σ. 80 (Rufinus ''Historia Ecclesiastica'' 11.22).</ref> Μεταξύ των δυσμενών επακόλουθων που επέφερε το εν λόγω διάταγμα ήταν η ισοπέδωση της «ακρόπολης» του Σαραπείου από Ζηλωτές μοναχούς και Ρωμαίους στρατιώτες.<ref>Giangrande G. (επιμ.), ''Eunapii Vitae Sophistarum'', Istituto Poligrafico dello Stato, Rome 1956, 6.11.2.</ref><ref>Amidon Philip R., μτφρ., Rufinus of Aquilea, ''The Church History of Rufinus of Aquileia: Books 10 and 11'', Oxford University Press, New York 1997, σσ. 85 (Rufinus Book 11.26-28), 103 σημ. 38.</ref> Στη θέση του παλιού ναού και της βιβλιοθήκης του οι χριστιανοί κατασκεύασαν μεγάλη εκκλησία που περιείχε τα λείψανα του προφήτη Ελισαίου και του Ιωάννη του Βαπτιστή, καθώς και μοναστήρι με πολλούς μοναχούς που επιτηρούσαν την περιοχή για να αποτρέψουν συγκαλυμμένες εκδηλώσεις λατρείας των παγανιστών. Ακολούθησε η κατάληψη της Αλεξάνδρειας από τους Άραβες το 642 και η καταστροφή των βιβλίων της Βιβλιοθήκης με εντολή του χαλίφη Ομάρ.<ref>De Sacy, ''Relation de l’Egypte par Abd al-Latif'', Paris, 1810, σσ. 183, 240-44, σημ. 55.</ref><ref>Abu'l-Faraj (Bar hebraeus), ''Historia compendiosa dynastiarum historiam complectens universalem, etc''., επιμ. E. Pococke (Oxford, 1663), μτφρ., σ. 114; αραβικό κείμενο, σσ. 180 κ.εξ.</ref> Ωστόσο, αρκετοί μεταγενέστεροι μελετητές αμφισβητούν τις σχετικές μαρτυρίες λόγω του μεγάλου χρονικού διαστήματος που μεσολάβησε πριν την καταγραφή τους καθώς και των ενδεχόμενων πολιτικών κινήτρων των συγγραφέων.<ref>Βλ. για παράδειγμα: MacLeod Roy, ''The Library of Alexandria: Centre of Learning in the Ancient World'' (2η εκδ.), I.B. Tauris, London 2004, σ. 71. <nowiki>ISBN 978-1850435945</nowiki></ref>
== Θρησκείες ==
Η Αλεξάνδρεια θεωρείται γενέτειρα της χριστιανικής θεολογίας και εστία διαμόρφωσης συγκρητιστικών απόψεων μεταξύ χριστιανών, νεοπλατωνικών και Γνωστικών. Εκεί αντιπαρατέθηκαν οι οπαδοί των κυριότερων θρησκευτικών ομάδων και έδρασαν σημαντικές προσωπικότητες όπως ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, ο Ωριγένης<ref>Μαυράκης Νίκος, ''Ανατολικές επιρροές στην ελληνική σκέψη και τον δυτικό πολιτισμό''. Σοκόλης, Αθήνα 2016, σ. 534, [[Ειδικό:ΠηγέςΒιβλίων/9786185139322|<u><font color="#0066cc">ISBN 978-618-5139-32-2</font></u>]]</ref> και ο Φίλων ο Ιουδαίος πουο οποίος επηρέασε τη χριστιανική θεολογία ταυτίζοντας τον Λόγο των Στωικών με τη θεϊκή σοφία δια της οποίας κτίστηκε ο κόσμος. [[File:Gentile e giovanni bellini, predica di san marco in alessandria 01.jpg|thumb|Κήρυγμα του Αγίου Μάρκου στην Αλεξάνδρεια|420x420εσ]]ΑποτέλεσμαΣυνέπεια του ως άνω συγκρητισμού ήταν η δημιουργία διάφορωνδιαφόρων θεολογικών σχολών και αιρέσεων όπως ο μονοφυσιτισμός (Κόπτες), ο αρειανισμός και ο βασιλειδιανισμός. Μέσα σε αυτά τα πλαίσια δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί τυχαίο το γεγονός ότι η μετάφραση της Παλαιάς Διαθήκης στα ελληνικά (γνωστήςγνωστή ως «Mετάφραση των Eβδομήκοντα») έλαβε χώρα στην Αλεξάνδρεια. Ο πολυπολιτισμικός χαρακτήρας της πόλης ενισχυόταν και από τη συνεχή εισροή βουδιστών μοναχών και Ινδών εμπόρων. Ορισμένοι μελετητές μάλιστα υποστηρίζουν ότι τα πρώτα μέλη του κοινοβίου των Θεραπευτών στη Μαρεώτιδα λίμνη είχαν σταλεί από τον Ασόκα κατά την εποχή του Πτολεμαίου Β΄. Λέγεται επίσης ότι η ονομασία της εν λόγω μοναχικής κοινότητας προέρχεται από τον εξελληνισμό του βουδιστικού όρου Thera-putta (–γιος του γηραιού– στη διάλεκτο Πάλι).<ref>Thundy Zacharias P., ''Buddha and Christ: Nativity Stories & Indian Traditions'', Brill Publishers, Leiden 1993, σ. 245 κ.εξ.</ref><ref>Μαυράκης Νίκος, ''Ανατολικές επιρροές στην ελληνική σκέψη και τον δυτικό πολιτισμό''. Σοκόλης, Αθήνα 2016, σ. 218. [[Ειδικό:ΠηγέςΒιβλίων/9786185139322|<u><font color="#0066cc">ISBN 978-618-5139-32-2</font></u>]]</ref> Ιδρυτής της αλεξανδρινής Εκκλησίας θεωρείται ο [[Απόστολος Μάρκος|Απόστολος Μάρκος.]] Σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση ο [[Απόστολος Μάρκος|Μάρκος]] ήρθε στην Αλεξάνδρεια το έτος [[42]] και παρέμεινε επίσκοπός της επί 22 έτη. Λέγεται ότι το 62 χειροτόνησε τον πρώτο επίσκοπο της πόλης, τον Ανιανό, καθώς και τρεις πρεσβυτέρους, τους Σαβίνο, Κέρδωνα και Μηλαίο. Εντούτοις, δεν διαθέτουμε αξιόπιστες πηγές για τους χριστιανούς της πόλης πριν από τα τέλη του 2ου αιώνα μ.Χ. Εκείνη την εποχή ανέλαβε τη διεύθυνση της Θεολογικής Σχολής της Αλεξάνδρειας ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς και την οργάνωσε στα πρότυπα των παγανιστικών φιλοσοφικών σχολών.<ref>Ιδρυτής της Θεολογικής Σχολής της Αλεξάνδρειας θεωρείται ο Πάνταινος ο οποίος αναμόρφωσε και προήγαγε την υπάρχουσα Κατηχητική Σχολή.</ref> Ο Κλήμης, ένας από τους σπουδαιότερους θεολόγους της αρχαιότητας, επιχείρησε να δημιουργήσει μια σύνθεση του ελληνισμού και του χριστιανισμού. Ο μαθητής του Κλήμη και επίσης εξέχων θεολόγος Ωριγένης (185-254) απεδείχθη άξιος διάδοχός του· ωστόσο έχουν διατυπωθεί ενστάσεις σχετικά με ορισμένες απόψεις του επειδή περιείχαν στοιχεία από τη θεολογία των Γνωστικών.<ref>Μαυράκης Νίκος, ''Ανατολικές επιρροές στην ελληνική σκέψη και τον δυτικό πολιτισμό''. Σοκόλης, Αθήνα 2016, σσ. 494, 518, 534-537. <nowiki>ISBN 978-618-5139-32-2</nowiki>.</ref> Από τον τρίτο αιώνα εμφανίζονται αναφορές που αφορούν διωγμούς εναντίον των χριστιανών στην Αλεξάνδρεια. Αυτό ουσιαστικά συνεπάγεται ότι ο αριθμός των προσήλυτωνπροσηλύτων εκείνη την εποχή ήταν ήδη σημαντικός. Μεταξύ των παραγόντων που διαδραμάτισαν κάποιο ρόλο στη στροφή των Αλεξανδρινών προς τον χριστιανισμό ήταν ο κλονισμός της πίστης του εγχώριου πληθυσμού στις ζωόμορφες θεότητες που υπόκειντο στον χλευασμό των Ελλήνων, η απομάκρυνση των τελευταίων από τους δώδεκα θεούς που υποτίθετο ότι ζούσαν μεταξύ τους και ο συγχρωτισμός των λογίων τους με τους ήδη εκχριστιανισμένους πλατωνικούς Ιουδαίους.
 
Κατά τη ρωμαϊκή εποχή η Αλεξάνδρεια θεωρούνταν το τρίτο σημαντικότερο κέντρο του χριστιανισμού, μετά τη Ρώμη και την Κωνσταντινούπολη. Ο Πάπας της ήταν δεύτερος τη τάξει μετά από τον επίσκοπο Ρώμης ενώ στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας υπαγόταν το μεγαλύτερο μέρος της Αφρικής. Μετά τη Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνας που συγκλήθηκε στο ομώνυμο προάστιο της Κωνσταντινούπολης το 451 με κύριο στόχο την καταδίκη της αιρέσεως του μονοφυσιτισμού, η Εκκλησία της Αλεξάνδρειας διασπάστηκε σε δύο μέρη, τους μονοφυσίτες και τους Μελκίτες (τους «βασιλικούς»). Οι πρώτοι προχώρησαν στη συγκρότηση της Κοπτικής Ορθόδοξης Εκκλησίας της Αλεξάνδρειας ενώ οι Μελκίτες συνέστησαν την Ελληνορθόδοξη Εκκλησία της Αλεξάνδρειας.<ref>Ο όρος «Κόπτης» ετυμολογείται από τη συγκεκομμένη μορφή της λέξης «Αιγύπτιος». Η ονομασία «Αίγυπτος» προέρχεται από το “Hak-ka-Ptah”, που μεταφράζεται ως «ο ναός του πνεύματος του Ptah».</ref> Κατά τον 8ο, τον 9ο και τον 11ο αιώνα ξέσπασαν διωγμοί εναντίον των Κοπτών κατά τους οποίους καταστράφηκαν πολυάριθμες εκκλησίες τους ενώ πολλοί πιστοί εξαναγκάστηκαν σε βίαιο εξισλαμισμό.