Παύλος Α΄ της Ελλάδας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ βάσει πολιτικής
Γραμμή 67:
Όταν στις [[18 Φεβρουαρίου]] του [[1964]] ο Γεώργιος Παπανδρέου ανέβηκε στα ανάκτορα του Τατοΐου για να λάβει την εντολή σχηματισμού κυβέρνησης και να ανακοινώσει στον ανώτατο άρχοντα τον κατάλογο των υπουργών του, έμεινε έκπληκτος από την εικόνα που αντίκρισε. Ο βασιλιάς Παύλος ήταν φοβερά καταβεβλημένος και με κόπο κατόρθωνε να συγκεντρώσει την προσοχή του σ' αυτά που του έλεγε ο νέος πρωθυπουργός. Η εικόνα όμως που παρουσίασε την ημέρα της ορκωμοσίας της νέας [[Κυβέρνηση Γεωργίου Παπανδρέου 1964|κυβέρνησης]] της [[Ένωσις Κέντρου|Ένωσης Κέντρου]] ήταν ακόμα χειρότερη. Με μεγάλες προσπάθειες κατόρθωσε να σηκωθεί από το κρεβάτι του και να βαδίσει ντυμένος με τη μεγάλη στολή του στρατάρχη τα λίγα μέτρα ως την αίθουσα υποδοχής των ανακτόρων του Τατοΐου, όπου θα γινόταν η ορκωμοσία. Κατά τη διάρκεια της τελετής στηριζόταν σ' ένα έπιπλο για να μην πέσει. Ύστερα, έδωσε το χέρι του στον πρωθυπουργό για να τον συγχαρεί, χαιρέτησε τους υπουργούς με μία κλίση της κεφαλής και έφυγε χωρίς να περιμένει να υπογραφούν τα πρακτικά της ορκωμοσίας λέγοντας, με αδύναμη φωνή, ότι θα βρίσκεται στη διάθεση του Γεωργίου Παπανδρέου οποιαδήποτε στιγμή τον χρειαστεί. Δεν είχαν περάσει ούτε τρεις ώρες από τη στιγμή που ο Γεώργιος Παπανδρέου επέστρεψε στο πολιτικό γραφείο, όταν χτύπησε το προσωπικό του τηλέφωνο. Έκπληκτος, άκουσε να τον καλούν ν' ανέβει πάλι επειγόντως στα ανάκτορα. Στο Τατόι τον περίμενε σ' ένα δωμάτιο ο [[Κωνσταντίνος Β΄ των Ελλήνων|Κωνσταντίνος]], ο οποίος με δάκρυα στα μάτια του αποκάλυψε ότι ο πατέρας του έχει καρκίνο στο στομάχι και έπρεπε να χειρουργηθεί. Παράλληλα, παρακάλεσε τον πρωθυπουργό να μην πει σε κανέναν τίποτε. Το ίδιο βράδυ δόθηκε ανακοίνωση στον Τύπο ότι σημειώθηκε επιδείνωση του έλκους και ο βασιλιάς έπρεπε να χειρουργηθεί. Στην ανακοίνωση αναφερόταν ότι ο Κωνσταντίνος ανέλαβε καθήκοντα αντιβασιλιά. Η [[Ελένη Βλάχου]] έγραψε για εκείνη την κρίσιμη περίοδο:
 
"''Την βαριά αρρώστια του Παύλου την είχε κρατήσει το Παλάτι πεισματικά μυστική, φθάνοντας σε ανεπίτρεπτες προσπάθειες αποπροσανατολισμού της κοινής γνώμης. Και βέβαια και του Τύπου και ακόμη και του υποτιθέμενου φιλικού Τύπου: "Σας το λέμε υπεύθυνα. Ο Βασιλιάς είναι, ευτυχώς, πολύ καλύτερα. Βρίσκεται οριστικά στο στάδιο της αναρρώσεως. Και αν δεν μας πιστεύετε, στείλτε τον φωτογράφο σας αύριο το πρωί στην Καστέλλα, που έχει σκοπό να πάει περίπατο να πάρει λίγο αέρα και θα πιστοποιήσετε. Μην το πείτε σε κανέναν άλλον". Στείλαμε το φωτογράφο μας, το Βασίλη Καραμανώλη, που είχε το προνόμιο να ανταλλάξει το τελευταίο "δημοσιογραφικό" κουρασμένο χαμόγελο με τον Παύλο. Την επομένη, 14 Φεβρουαρίου, και στις δύο εφημερίδες μας δημοσιεύαμε τη φωτογραφία υιοθετώντας, άθελά μας, ένα μεγάλο ψέμα. Ο Βασιλεύς δεν ήταν καλύτερα, ήταν χειρότερα, σχεδόν δεν μπορούσε να σταθεί στα πόδια του, αλλά τον είχαν σηκώσει από το κρεβάτι διότι όπως του είπαν (το μάθαμε αργότερα) έπρεπε να "καθησυχάσει τον κόσμο". Συμμορφώθηκε στις συμβουλές του περιβάλλοντός του, διότι επίστεψε στη χρησιμότητά τους. Γιατί ήταν ένας βαθύτατα καλός άνθρωπος, ένας πατριώτης και ένας εξαίρετος χριστιανόςΧριστιανός, χωρίς πείσματα και εγωισμούς...''".
 
Με επιθυμία της Φρειδερίκης, ο Παύλος δεν μετακινήθηκε από το ανάκτορο του Τατοΐου. Δεν τον πήγαν στο εξωτερικό ούτε καν στον "Ευαγγελισμό". Η εγχείρηση θα γινόταν εκεί. Μία αίθουσα του ανακτόρου είχε μετατραπεί σε χειρουργείο και είχαν μεταφέρει από τον "Ευαγγελισμό" όλα τα κατάλληλα όργανα και φάρμακα, ενώ είχαν κληθεί στην [[Αθήνα]] δύο [[Αγγλία|Άγγλοι]] καθηγητές, για να παρακολουθήσουν μαζί με τους [[Έλληνες]] συναδέλφους τους την εγχείρηση που θα την έκανε ο προσωπικός γιατρός του βασιλιά, ο [[Αλέξανδρος Μάνος]]. Το μυστικό για την πραγματική ασθένεια του Παύλου κρατήθηκε αυστηρά, αλλά ο κόσμος είχε αρχίσει να μαντεύει την αλήθεια. Την παραμονή, η ανακοίνωση των Ελλήνων και Άγγλων γιατρών (Θωμά Δοξιάδη, Αλέξανδρου Μάνου, Νικόλαου Τσαμπούλα, Στ. Κέιντ και Εντ. Μουίρ) ανέφερε ότι πρόκειται για "στένωσιν του πυλωρού συνεπεία παλαιού έλκους" που "ενδείκνυται να εγχειρισθή". Τα ίδια ανέφερε και η ανακοίνωση μετά την εγχείρηση που έγινε το πρωί της [[21 Φεβρουαρίου|21ης Φεβρουαρίου]]. Τα ιατρικά δελτία εκείνης της ημέρας πρόσθεσαν ότι η μετεγχειρητική κατάσταση του βασιλιά ήταν "ικανοποιητική". Όμως, από την [[1 Μαρτίου|1η Μαρτίου]], οι τρεις Έλληνες θεράποντες γιατροί άρχισαν να δίνουν στη δημοσιότητα ανησυχητικά ιατρικά δελτία. Όταν πια έγινε φανερό ότι λίγες μέρες ζωής απέμεναν για τον Παύλο, η Φρειδερίκη και οι αυλικοί σκέφτηκαν τη Μεγαλόχαρη, που η εικόνα της είχε μεταφερθεί το [[1915]] από την [[Τήνος|Τήνο]] για να σωθεί ο πατέρας του Παύλου, Κωνσταντίνος, από την πνευμονία. Με κυβερνητική εντολή, το αντιτορπιλικό ''[[Ιέραξ ΙΙΙ (αντιτορπιλικό)|Ιέραξ]]'' έφερε στις [[3 Μαρτίου]] από την Τήνο την εικόνα. Στην αποβάθρα περίμεναν ο διάδοχος, ο Γεώργιος Παπανδρέου, υπουργοί, ο αρχιεπίσκοπος, μητροπολίτες, ο αρχηγός του [[Γενικό Επιτελείο Ναυτικού|Γ.Ε.Ν.]], ο επικεφαλής του στρατιωτικού οίκου του βασιλιά στρατηγός [[Κωνσταντίνος Δόβας]] κ.α. Σ' ένα κρεβάτι μέσα στ' ανάκτορα του Τατοΐου, ο Παύλος πέρασε μέσα σε φοβερούς πόνους τις τελευταίες ώρες του. Κάποια στιγμή, ο Κωνσταντίνος μπήκε μέσα στο δωμάτιο και του είπε: "''Όλοι έχουν τη σκέψη τους σε σένα, πατέρα. Οι εκκλησίες είναι γεμάτες κόσμο που προσεύχεται να γίνεις καλά''". Όπως έγραψε η Φρειδερίκη στις αναμνήσεις της, ο Παύλος ατένισε για λίγο το γιο του, κι ύστερα ψιθύρισε: "''Πες τους ότι τους ευχαριστώ και τους αποχαιρετώ...''".