Λυκούργος Λογοθέτης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Robot: Αφαίρεση κατηγοριών έτους γέννησης/θανάτου
Stheoxaris (συζήτηση | συνεισφορές)
Εισαγωγή ενός συνδέσμου
Γραμμή 42:
Τον 1811, αφού έχει επιστρέψει στη Σάμο, νυμφεύεται την Πουλουδίτσα Γεωργιάδη από τη μεγάλη προυχοντική οικογένεια του Μαραθοκάμπου. Πολύ γρήγορα, εκμεταλλευόμενος τα συγγενικά δίκτυα, γίνεται προεστός δυτικής Σάμου και το 1812 πρόεδρος του σώματος των προεστών. Με την Πουλουδίτσα θα αποκτήσει εννέα παιδιά εκ των οποίων τα πέντε πέθαναν νωρίς: τη Μαρουδιώ, τη Διαμαντούλα, τον Ιπποκράτη, τον Αλέξανδρο, την Κλεοπάτρα, τη Μαρία, τον Αλέξανδρο, την Αγγελική και τον Ιωάννη. Τα επιζήσαντα τέσσερα ήταν η Διαμαντούλα (1814-1897), ο Ιπποκράτης (1816-1857), η Κλεοπάτρα (1824-1882) και ο Αλέξανδρος (1826-1875), μετέπειτα καθηγητής στη θεολογική σχολή του στο Πανεπιστήμιο Αθηνών (1861-1866) και αρχιεπίσκοπος Σύρου και άλλων Κυκλάδων (1866-1875). Όταν στις αρχές του 1813 η φατρία των Καρμονιόλων χάνει την εξουσία από τους Καλικαντζάρους, η ζωή του Λογοθέτη αντιμετωπίζει ξανά θανάσιμο κίνδυνο. Αναχωρεί από τη Σάμο και δύο χρόνια αργότερα, το 1815, μετά από συνεχείς μετακινήσεις (Μύκονος, Τήνος, Κέρκυρα, Πόλη, Νέα Έφεσσος-Κουσάντασι) εγκαθίσταται με την οικογένειά του οριστικά στη Σμύρνη ασκώντας το επάγγελμα του ιατρού/φαρμακέμπορου.
 
Τον Ιούνιο του 1819 μυείται στη Φιλική Εταιρεία από τον Θεσσαλό Αριστείδη Παππά και λαμβάνει το όνομα «Λυκούργος» (από το όνομα του αρχαίου σπαρτιάτη νομοθέτη), το οποίο έκτοτε θα κρατήσει ως το τέλος της ζωής του. Ορίζεται από τον ''απόστολο'' [[Δημήτριος Θέμελης|Δημήτριο Θέμελη]] ως «τοποτηρήτης της Αυτού Εκλαμπρότητος» [sic. του Αλέξανδρου Υψηλάντη, Αόρατης Αρχής της Φιλικής] στη Σάμο και αποβιβάζεται στο νησί στις 24 Απριλίου/6 Μαΐου 1821, λίγο μετά τις πρώτες επαναστατικές κινήσεις στο Βαθύ υπό την αρχηγία του καπετάν Κωνσταντή Λαχανά. Αναπτύσσει έντονη επαναστατική δραστηριότητα προσπαθώντας να μυήσει στην τοπική ''αδελφότητα'' συμπατριώτες του, ακόμη και από τη αντίπαλη φατρία. Στις 8/20 Μαΐου 1821 κηρύσσει επίσημα τη σαμιακή επανάσταση στο [[Καρλόβασι]] και στις 12/24 Μαΐου στη πόλη της [[Σάμος|Σάμου]]. Λίγο αργότερα, ιδρύει τον ''Στρατοπολιτικό Διοργανισμό της νήσου Σάμου'', το αυτόνομο επαναστατικό πολίτευμα του νησιού, που αποτελεί θεσμική πλαισίωση της ιδεολογίας των Καρμανιόλων, του ''καρμανιολισμού'' (βλ. σχετικό λήμμα). Ο ίδιος ανακηρύσσεται ''Γενικός Διοικητής και Στρατηγός'' και γίνεται ο μεγάλος πολιτικός και στρατιωτικός ηγέτης της σαμιακής επανάστασης, οργανώνοντας ταχύτατα το νησί σε διοικητικό και στρατιωτικό επίπεδο ενόψει του οθωμανικού κινδύνου.
 
Στο διάστημα από το 1821 ως το 1826 αποκρούει τρεις φορές συντονισμένες επιθετικές ενέργειες του οθωμανικού στόλου (υπό τον Καρά Αλή το 1821 και υπό τον Χοσρέφ το 1824 και 1826) και αναλαμβάνει στρατιωτικά την πρωτοβουλία «εξαγωγής» της εθνικής επανάστασης στη Χίο κατόπιν συνεννόησης με τον χιώτη Αντώνη Μπουρνιά, χωρίς την επίσημη εντολή της Κεντρικής Επαναστατικής Διοίκησης. Η επιχείρηση στέφθηκε με αποτυχία (1822) και έγινε αιτία της ολοσχερούς καταστροφής του νησιού από τους Οθωμανούς. Για τον ίδιο στάθηκε αφορμή διώξεων από τη Διοίκηση, σε μία περίοδο μάλιστα που η ηγεσία της Επανάστασης μεθόδευε, στα πλαίσια των αποφάσεων της Α΄και Β΄ Εθνοσυνέλευσης, τον περιορισμό αρχικά και την κατάργηση αργότερα των ισχυρών τοπικών κέντρων με τον διορισμό εντεταλμένων «ξένων» επάρχων στην περιφέρεια. Οι σχέσεις της Διοίκησης με τον «απείθαρχο» Λυκούργο αποκαταστάθηκαν τελικά το 1826, μετά την τρίτη απόκρουση του οθωμανικού κινδύνου από τους Σαμίους και τον τυπικό συμβιβασμό της Διοίκησης με τις πραγματικότητες που παρήγαγε η ίδια η Επανάσταση στην εξέλιξή της.