Τρομοκρατική επίθεση στην Πιάτσα Φοντάνα: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αντικατάσταση παρωχημένου προτύπου με references tag
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
Το απόγευμα της 12ης Δεκεμβρίου του 1969, στις 16:37, εξερράγη βόμβα στην Banca Nazionale dell'Agricoltura στην Πιάτσα Φοντάνα (Piazza Fontana) στο [[Μιλάνο]] προκαλώντας το θάνατο 17 ανθρώπων και τον τραυματισμό άλλων 88. Η βομβιστική αυτή επίθεση είναι γνωστή ως '''Σφαγή της Piazza Fontana''' ('''Strage di piazza Fontana''') και είναι η δεύτερη πιο αιματηρή τρομοκρατική ενέργεια στη διάρκεια των [[Μολυβένια χρόνια|Μολυβένιων χρόνιων]] στην [[Ιταλία]], μετά τη [[Τρομοκρατική επίθεση στο σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνιας (1980)|βομβιστική επίθεση στο σιδηροδρομικό σταθμό]] της [[Μπολόνια]] το 1980.
 
Λίγο αργότερα, στις 16:55, μια άλλη βόμβα εξερράγη στην υπόγεια διάβαση που συνδέει την είσοδο της Εθνικής Τράπεζας Εργασίας (Banca Nazionale del Lavoro) στην via Veneto με εκείνη στην via di San Basilio τραυματίζοντας 13 άτομα. Περίπου μισήΜισή ώρα αργότερα, στις 17:20 και στις 17:30 εξερράγησαν δύο βόμβες στην [[Ρώμη]]: η μια μπροστά στο Altare della Patria και η άλλη στην είσοδο του Museo centrale del Risorgimento,στην Piazza Venezia, προκαλώντας τον τραυματισμό τεσσάρων ατόμων. Τέλος μια πέμπτη βόμβα βρέθηκε προτού εκραγή και καταστράφηκε με ελεγχόμενη έκρηξη, στην Εμπορική Τράπεζα της Ιταλίας (Banca Commerciale Italiana) στην Piazza della Scala στο Μιλάνο.
 
Οι νεκροί της τρομοκρατικής ενέργειας στην Banca Nazionale dell'Agricoltura στην Πιάτσα Φοντάνα ήταν οι εξής: Giovanni Arnoldi, Giulio China, Eugenio Corsini, Pietro Dendena, Carlo Gaiani, Calogero Galatioto, Carlo Garavaglia, Paolo Gerli, Vittorio Mocchi, Luigi Meloni, Mario Pasi, Carlo Perego, Oreste Sangalli, Angelo Scaglia, Carlo Silva, Attilio Valè, Gerolamo Papetti.
Γραμμή 23:
Ο Σοττοσάντι αρνήθηκε πάντοτε ότι είχε κάποια σχέση με την τρομοκρατική επίθεση στην Πιάτσα Φοντάνα και μήνυσε διάφορα μέσα ενημέρωσης, όπως την Corriere della Sera, που έδωσαν δημοσιότητα στην υπόθεση αυτή. Στη διάρκεια των ερευνών πάντως αποδείχθηκε ότι Σοττοσάντι είχε άλλοθι: την ημέρα της επίθεσης ήταν μαζί με τον Πινέλλι ο οποίος του παρέδωσε μια επιταγή 15.000 λιρεττών από την οργάνωση Croce Nera Anarchica (μια ομάδα αλληλεγγύης στους κύκλους των αναρχικών) για τα έξοδά του προκειμένου να πάει στο Μιλάνο και να καταθέσει για να επιβεβαιώσει το άλλοθι του Tito Pulsinelli, που κατηγορούνταν ότι είχε πραγματοποιήσει επίθεση στο στρατώνα Garibaldi στις 19 Ιανουαρίου του 1969 και ο οποίος τελικά αθωώθηκε τόσο για αυτή την επίθεση όσο και για τις επιθέσεις της 25ης Απριλίου.
 
Διατυπώθηκε επίσης η υπόθεση ότι είχε χρησιμοποιηθεί σωσίας από ομάδες της άκρας δεξιάς ή τμήματα των μυστικών υπηρεσιών που δρούσαν αυτόνομα προκειμένου να να κατηγορηθούν οι αναρχικοί. Η υπόθεση αυτή ενισχύθηκε και από τις δηλώσεις των ακροδεξιών Guido Giannettini και Pierluigi Concutelli.
 
Την επομένη της σύλληψης του Βαλπρέντα, η εφημερίδα Corriere della sera ανέφερε ότι συνελήφθη το «τέρας» και ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας Giuseppe Saragat συνεχάρη τον αστυνομικό διευθυντή του Μιλάνου Marcello Guida. Η εφημερίδα του Σοσιαλιστικού Ιταλικού Κόμματος Avanti! καταδίκασε αμέσως τον Βαλπρέντα, για τον οποίο ανέφερε ότι «''δεν είχε καμία ιδεολογία, δε διάβαζε, ήταν θυμωμένος με όλους και με όλα, μισούσε τα πολιτικά κόμματα και ήταν στενά δεμένος με ένα κίνημα, το λεγόμενο της 22ας Μαρτίου, που ήταν έμπνευσης ναζιστικής και φασιστικής (...) αδιάφορος, βίαιος, απεχθάνονταν τους δημοκρατικούς θεσμούς''». Και το Ιταλικό Κομμουνιστικό Κόμμα ήταν πεπεισμένο ότι η επίθεση ήταν έργο των αναρχικών.
 
==Η έρευνα των Ερυθρών Ταξιαρχιών==
Σχετικά με την τρομοκρατική επίθεση στην Πιάτσα Φοντάνα έρευνα έκαναν και οι «Ερυθρές Ταξιαρχίες». Το υλικό αυτής της έρευνας, πουτο οποίο περιελάμβανε και συνεντεύξεις αρκετών εκπροσώπων του circolo anarchico Ponte della Ghisolfa, βρέθηκε στις 15 Οκτωβρίου του 1974, σε γιάφκα των «Ερυθρών Ταξιαρχιών» στο Robbiano, μόνο όμως ένα μικρό μέρος τέθηκε στη διάθεση των δικαστών που ερευνούσαν την επίθεση και αυτό αργότερα χάθηκε και πιθανόν καταστράφηκε μερικώς το 1992.<ref> [http://www.camera.it/_dati/leg13/lavori/stenografici/sed736/aurg05.htm Camera: seduta n. 736 del 8/06/2000 sui documenti scomparsi: domande]</ref> <ref>[http://www.camera.it/_dati/leg13/lavori/stenografici/sed736/s120.htm Seduta n. 736 dell'8/6/2000, Resoconto stenografico dell'Assemblea]</ref>
 
Σύμφωνα με την έρευνα αυτή (το περιεχόμενο της οποίας είναι γνωστό από τις γραπτές αναφορές των καραμπινιέρων, την κατάθεση μέλους της οργάνωσης που συνεργάστηκε με τις αρχές και άλλο υλικό που βρέθηκε) η τρομοκρατική επίθεση στο Μιλάνο είχε υλοποιηθεί από αναρχικούς, οι οποίοι τοποθέτησαν τη βόμβα θέλοντας να προβούν σε μια πράξη διαμαρτυρίας αλλά από λάθος εκτίμηση σχετικά με την ώρα που έκλεινε η τράπεζα προκάλεσαν το θάνατο 17 ανθρώπων και τον τραυματισμό πολλών άλλων. Τα εκρηκτικά όμως και τους πυροκροτητές, σύμφωνα πάντα με τις «Ερυθρές Ταξιαρχίες», οι δράστες τα είχαν προμηθευτεί από μια ακροδεξιά οργάνωση ενώ ο Πινέλλι πραγματικά είχε αυτοκτονήσει γιατί είχε εμπλακεί χωρίς τη θέλησή του στη διακίνηση των εκρηκτικών που χρησιμοποιήθηκαν στην επίθεση.
Γραμμή 37:
Στις 27 Ιουνίου του 1971 δημοσιεύτηκε στο περιοδικό ''l'Espresso'' μια επιστολή, την οποία υπέγραφαν 757 συγγραφείς, καλλιτέχνες, άνθρωποι του κινηματογράφου, δημοσιογράφοι και διανοούμενοι, στην οποία καταγγέλλονταν με σκληρή γλώσσα ο Καλαμπρέζι και άλλοι αστυνομικοί της Αστυνομικής Διεύθυνσης του Μιλάνου ως υπεύθυνοι για το θάνατο του Πινέλλι.
 
Στις 17 Μαίου του 1972, στις 9 και 15 το πρωί, ο Λουίτζι Καλαμπρέζι δολοφονήθηκε μπροστά στο σπίτι του στο Μιλάνο.
 
Τον Ιούλιο του 1988 ο Λεονάρντο Μαρίνο, πρώην μέλος της ''Lotta Continua'', δήλωσε ότι ήταν ο οδηγός του αυτοκινήτου που χρησιμοποιήθηκε στη δολοφονία του Καλαμπρέζι και υπέδειξε ως δράστη της δολοφονίας τον Οβίντιο Μπομπρέσι (που επίσης ήταν μέλος της Lotta Continua) και τους Αντριάνο Σόφρι και Τζιόρτζιο Πιέτροστεφάνι (που ήταν από τα ηγετικά μέλη της οργάνωσης Lotta Continua) ως τα άτομα που έδωσαν την εντολή για τη δολοφονία. Ο Μπομπρέσι, ο Σόφρι και ο Πιέτροστεφάνι καταδικάστηκαν σε 22 χρόνια κάθειρξη και ο Μαρίνο σε έντεκα, επειδή συνεργάστηκε με τις αρχές.
 
Στις 10 Ιουλίου του 1976 δολοφονήθηκε στη Ρώμη ο εισαγγελέας Βιττόριο Οκόρσιο, ενώ πήγαινε με το αυτοκίνητό του στα γραφείο του. Ο Οκόρσιο είχε συμμετάσχει στην έρευνα για την τρομοκρατική επίθεση στην Πιάτσα Φοντάνα. Την ευθύνη για τη δολοφονία του ανέλαβε η ακροδεξιά οργάνωση ''Movimento Politico Ordine Nuovo''. Ως φυσικοί αυτουργοί αυτής της δολοφονίας καταδικάστηκαν ο Pierluigi Concutelli και ο Gianfranco Ferro.
 
==Δίκες==
Γραμμή 49:
 
==Η σφαγή της Πιάτσα Φοντάνα και ο θάνατος του Πινέλλι στο θέατρο και στον κινηματογράφο ==
Με αφορμή το θάνατο του Πινέλλι, ο Ιταλός νομπελίστας συγγραφέας [[Ντάριο Φο]] έγραψε το 1970 το θεατρικό έργο «''Ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού''».
 
Η σφαγή της Πιάτσα Φοντάνα και ο θάνατος του Πινέλλι, είναι η υπόθεση της ταινίας ''Romanzo di una strage'' του Ιταλού σκηνοθέτη Μάρκο Τούλλιο Τζιορντάνα (2012).
 
==Παραπομπές==