Αχιλλέας Παράσχος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Robot: Αφαίρεση κατηγοριών έτους γέννησης/θανάτου |
Δημιουργία κενού διαστήματος ανάμεσα σε λέξεις, διόρθωση λέξεων που δεν χρειάζονταν τόνο ή ήταν εσφαλμένα τονισμένες. |
||
Γραμμή 8:
==Βιογραφία==
Γεννήθηκε στο Ναύπλιο και καταγόταν από τη [[Χίος|Χίο]]. Νωρίς εγκαταστάθηκε στην [[Αθήνα]] με τον πατέρα του έπειτα από την καταστροφή της Χίου. Διδάχθηκε
Στα νεανικά του χρόνια αναμείχθηκε στον κύκλο της [[Χρυσή Νεολαία|Χρυσής Νεολαίας]], στους σπουδαστές και στους διανοούμενους οι οποίοι είχαν στόχο την απομάκρυνση του Όθωνα, και που εξαιτίας αυτής της φυλακίσθηκε στις φυλακές του Μεντρεσέ απέναντι από τους Αέρηδες και πού εξαιτίας αυτού εμπνεύστηκε το ποίημά του «Εις τον πλάτανον του Μεντρεσέ» το οποίο και έγινε πανελληνίως γνωστό. Αφέθηκε γρήγορα ελεύθερος γιατί στην φυλακή αρρώστησε βαριά αλλά δεν σταμάτησε την δράσης του εναντίον του Όθωνα. Τη νύχτα που καταλύθηκε ή εξουσία ο Παράσχος ήταν ένας από τους πολίτες που πήγαν στον στρατώνα του πυροβολικού για να ενωθούν με τον ξεσηκωμένο στρατό. Ωστόσο, όταν το [[1867]] πέθανε ο [[Όθων της Ελλάδας|Όθων]] μετανιωμένος για τη στάση του έγραψε το ''Ελεγείον εις τον Όθωνα'' δείχνοντας με αυτόν τον τρόπο την απογοήτευσή του από την πολιτική εκείνων που είχαν εκδιώξει τον Όθωνα,αλλά δεν τήρησαν τις επαγγελίες τους.
Γραμμή 14:
Δημοσίευσε τους πρώτους στίχους του στα περιοδικά ''[[Αβδηρίτης]]'' και ''[[Χρυσαλλίς]]''. Όταν το [[1881]] εξέδωσε τρεις τόμους με ποιήματά του, εισέπραξε το υπέρογκο για την εποχή ποσό των 50.000 δραχμών. Ωστόσο γρήγορα το σπατάλησε και άρχισε να ζητά βοήθεια από τους φίλους του. Ταξίδεψε στη [[Ρουμανία]], την [[Αίγυπτος|Αίγυπτο]], τη [[Γαλλία]] και την [[Αγγλία]] όπου οι εκεί Έλληνες τον υποδέχθηκαν με αγάπη.
Απεβίωσε το 1895 και ενταφιάστηκε στο Α΄ Κοιμητήριο των Αθηνών. Η κηδεία του, με είκοσι επικήδειους, συγκέντρωσε πλήθος κόσμου και έγινε παρουσία και του τότε βασιλιά, [[Γεώργιος Α΄ της Ελλάδας|Γεωργίου Α']]. Τέτοια πάνδημη κηδεία δεν είχε ξαναγίνει ποτέ. Όπως έγραψε και ό Ξενόπουλος «Δεν έμεινε άνθος που να μην κατατεθεί εις τον τάφον του εκείνον στολιζόμενον καθημερινώς επί εβδομάδας, επί μήνας από γνωστούς και αγνώστους θαυμαστάς. Όλοι τον έκλαψαν ως τον τελευταίον εθνικόν ποιητήν του ελληνισμού».
===Εργογραφία===
*’’Διάσπαρτα εδώ κι εκεί ποιηματά του(Τετράτομο) τα οποία και χαιρετίστηκαν ως εθνικό γεγονός γιατί ό ποιητής ήταν εξαιρετικά δημοφιλής. Ό λαός είχε απομνημονεύσει πολλούς από τους στίχους του ενώ μελοποίησε τα ερωτικά ποιήματά του ο λαϊκός τραγουδιστής Ζαΐμης’’ ποίηση (1881)
*’’Εις τον πλάτανον του μεντρεσέ (εμπνευσμένο΄από την φυλάκισή του στις ομώνυμες φυλακές)’’ ποίημα (1880)
*’’Ελεγείον εις τον Όθωνα’’ ποίηση (1882)
==Αποτίμηση του έργου του==
Τον Παράσχο στην εποχή του τον θεωρούσαν εθνικό ποιητή. Η φήμη του έφτασε και στο τελευταίο χωριό της Ελλάδας και όταν απήγγειλε, ο κόσμος έσπευδε να τον ακούσει. Ωστόσο, η άκρως ρομαντική του ποίηση, τα μετέπειτα χρόνια παρωδήθηκε και λησμονήθηκε.
Η γλώσσα του ήταν μικτή, κυρίως [[καθαρεύουσα]], αλλά κάποιες φορές και γνήσια δημοτική στο ύφος του [[Αριστοτέλης Βαλαωρίτης|Αριστοτέλη Βαλαωρίτη]]. Από τεχνικής άποψης, οι στίχοι του ήταν φλογεροί πατριωτικοί καί βαθύτατα δημοκρατικοί καί παρουσιάζουν κάποια ελαττώματα - όπως [[χασμωδία|χασμωδίες]] και επαναλήψεις - και το ίδιο πολλές φορές συμβαίνει και με το περιεχόμενό τους, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει ότι ήταν ένας ατάλαντος ποιητής. Ο ποιητής χώρισε τα ποιήματά του στις ενότητες ''Δάφνες'' (πατριωτικά), ''Ιτέας'' (ελεγειακά), ''Χλόη'' (παιδαγωγικά), και ''Φύλλα'' (διάφορα). Το ιδεώδες του ήταν υπερβολικά
Ο [[Εμμανουήλ Ροΐδης]] έγραψε για τον Παράσχο: «Εις πάντα αυτού τα ποιήματα θαυμάζομεν κραυγάς ανερχομένας εις τα χείλη εκ των μυχών αληθώς αλγούσης καρδίας, ευγλώττους αποστροφάς, σφοδρότητα πάθους, μεταφοράς ποιητικωτάτας». Ο [[Δημήτριος Βερναδάκης]] τον αποκάλεσε «υπέροχο» και ανάλογο θαυμασμό προς το πρόσωπό του έδειχνε και ο [[Γρηγόριος Ξενόπουλος]]. Τέλος, για τον [[Κωστής Παλαμάς|Κωστή Παλαμά]] αποτέλεσε «το λυρικό ίνδαλμα των νιάτων του. Την ποίησή του παρόλη την οσμή του μπαρουτιού, της λεβεντιάς της φουστανέλλας, την λάμψη του αγώνα καί το πατριωτικό μένος την διακρίνει πιο πολύ
==Εξωτερικοί σύνδεσμοι==
|