Βασιλεία του Θεού: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων
Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας |
||
Γραμμή 7:
Η έννοια της βασιλείας του Θεού είναι μία εκ των σημαντικότερων διδασκαλιών του ευαγγελίου και μια από τις πλέον συζητήσιμες θεολογικές διαφοροποιήσεις μεταξύ της θεολογίας της Δύσης και της Ανατολής. Σκοπός και πρόταση της διδασκαλίας αυτής κατά βάση είναι να καταδειχτεί πως ο κόσμος της πτώσης πλέον έπαυσε με την έλευση του [[Ιησούς Χριστός|Χριστού]] και πως επήλθε μία νέα ανακαινισμένη και μεταμορφωμένη κτίση, όπου σε αυτή πλέον υπάρχει η ελπίδα της απολυτρώσεως του ανθρώπου. Η λέξη βασιλεία, αλλά και οι αραμαϊκές ''memlakhah'' και ''malkuth'', σύμφωνα με μελετητές θέλουν να τονίσουν την ενέργεια του βασιλεύειν, του κυβερνάν, του εξουσιάζειν, τελικά την επικράτηση του αγίου θελήματος, ίσως δε και την ιδεώδη κοινωνία στην οποία επικρατεί το θέλημά Του<ref>ΘΗΕ, τ. 3, σελ. 660</ref>. Σύμφωνα κυρίως με δυτικές αντιλήψεις, η βασιλεία ταυτίζεται μονομερώς άλλοτε με την εκκλησία και μόνο, άλλοτε δε με την επελθούσα και μόνο αποκατάσταση της [[Δευτέρα Παρουσία|δευτέρας παρουσίας]]. Σύμφωνα πάντως με τον [[Ιωάννης ο Χρυσόστομος|ιερό Χρυσόστομο]] το ''"ελθέτω η βασιλεία σου"'' σημαίνει να μην προσηλώνεται ο άνθρωπος στα επίγεια, αλλά στην τριαδική θεότητα, κατά τον [[Ευθύμιος ο Ζιγαβηνός|Ευθύμιο Ζιγαβηνό]] σημαίνει να κυριαρχεί το θέλημα του Θεού πάνω στον άνθρωπο και όχι του διαβόλου, ενώ κατά τον [[Ωριγένης|Ωριγένη]] ταυτίζεται με τον ίδιο το Χριστό, δεχόμενος πως αυτή συντελείται στις [[Ψυχή|ψυχές]] των ανθρώπων δια την εκριζώσεως της αμαρτίας<ref>ο.π.</ref>.
Η βάση της διδασκαλίας αυτής, πρέπει να τονιστεί, ότι μέσα από τα Ευαγγέλια φαίνεται να είναι γνωστή υπό των Ισραηλιτών, προφανώς υπό της Παλαιάς Διαθήκης (''Μαρκ. 1, 14/Λουκάς 17, 20'' κ.α.). Η φράση
Από μερικούς ερευνητές η βασιλεία του Θεού ταυτίστηκε με την Καινή κτίση της δευτέρας παρουσίας. Στην ιστορία της εκκλησίας και ήδη από τα πρώτα της βήματα εμφανίστηκαν [[Αίρεση|αιρέσεις]] οι οποίες ταύτισαν το εσχατολογικό όραμα της βασιλείας του Θεού με μία επίγεια, κτιστή, υλική αναγέννηση κατά τη Δευτέρα παρουσία του Χριστού. Πρώτος υπήρξε ο γνωστικός [[Κήρινθος]], ο οποίος μπόλιασε με αρκετά [[Χιλιασμός|χιλιαστικά]] ιουδαϊκά στοιχεία το χριστιανικό κήρυγμα, ενώ ακολούθησαν οι [[Εβιωναίοι]], οι [[Ναζηραίοι]], αλλά και στα νεώτερα χρόνια οι Σπουδαστές της Γραφής και οι [[Μάρτυρες του Ιεχωβά]] κ.α.<ref>ΘΗΕ, τ. 3, σελ. 670</ref>. Πέραν αυτών όμως και επιφανείς εκκλησιαστικοί άνδρες υποστήριξαν το μοντέλο αυτό. Ανάμεσά τους ήταν ο [[Παπίας Ιεραπόλεως]], Ο [[Ειρηναίος της Λυών]], ο [[Ιππόλυτος Ρώμης]], ο [[Τερτυλλιανός]] και άλλοι ελάσσονες. Πολλοί πατέρες όμως τόσο στην Ανατολή όσο και στη Δύση αντέκρουσαν με σφοδρότητα,πολλές φορές, το ζήτημα αυτό -χαρακτηριστικός επ αυτού υπήρξε ο ιερός [[Αυγουστίνος Ιππώνος|Αυγουστίνος]]- με αποτέλεσμα να περιπέσει η θεωρία αυτή σε ανυποληψία. Η τάση της εσχατολογικής προοπτικής επαναφέρθηκε όμως μετά τη διάσπαση των εκκλησιών της Δύσης, μεταξύ προτεσταντισμού και καθολικής εκκλησίας, απορρίπτοντας όμως κατά βάση το υλιστικό χιλιαστικό μοντέλο και προτάσσοντας τη βασιλεία του Θεού στις καρδιές των ανθρώπων. Ειδικά σε ότι αφορά τον προτεσταντισμό, ενώ πρότεροι θεολόγοι με κορυφαίο τον Harnack αναφέρονται στην παρουσία της βασιλείας του Θεού ως μια παρούσα πραγματικότητα στις καρδιές των ανθρώπων, οι νεώτεροι διαλεκτικοί με ηγέτη τον K. Barth συνάγουν πως κάτι τέτοιο είναι αδύνατο λόγω της παντελούς αδυναμίας του ανθρώπου να σωθεί. Η βασιλεία του Θεού σε αυτούς γίνεται πραγματικότητα δια της πίστεως και μόνο.
|