Ρογήρος Α΄ της Απουλίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
CHE (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 1:
{{Πληροφορίες μονάρχη
|όνομα = Ρογήρος Α' μπόρσαΜπόρσα
|τίτλος_ευγένειας =
|εικόνα = [[File:Blason sicileSalerno familleFollaro Hauteville75001317.svg|150pxjpg]]
|μέγεθος_εικόνας =
|περιγραφή_εικόνας =
|λεζάντα = Ο θυρεός των Ωτβίλ
|τίτλος = δούκαςΔούκας της Απουλίας και Καλαβρίας
|περίοδος_εξουσίας = Σεπτέμβριος 1085 - [[22 Φεβρουαρίου]] [[1111]]
|προκάτοχος = [[Ροβέρτος Γυϊσκάρδος|Ροβέρτος γυϊσκάρδοςΓυισκάρδος]]
|διάδοχος = [[Γουλιέλμος Β΄ της Απουλίας|Γουλιέλμος Β']]
|σύζυγος = [[Αδέλα της Φλάνδρας]]
|επίγονοι = Λουδοβίκος<br>[[Γουλιέλμος Β΄ της Απουλίας]]<br>Γυισκάρδος
|πλήρες_όνομα =
|βασιλικός_οίκος = [[Οίκος των Ωτβίλ]]
|πατέρας = [[Ροβέρτος Γυϊσκάρδος|Ροβέρτος γυϊσκάρδοςΓυισκάρδος]]
|μητέρα = Σικελγκάιτα
|ημ_γέννησης = [[1060/1]]
|τόπος_γέννησης = [[Μέλφι]], [[Ιταλία]]
|ημ_θανάτου = [[22 Φεβρουαρίου]] [[1111]] (51 ετών)
|τόπος_θανάτου = [[Σαλέρνο]], [[Ιταλία]]
|τόπος_ταφής = [[Σαλέρνο]], [[Ιταλία]]
|θρησκεία = Καθολικός[[Καθολική ΧριστιανόςΕκκλησία]]
|υπογραφή =
}}
Ο '''Ρογήρος Α' ''' ο λεγόμενος ''Μπόρσα'' (1060/1 - 22 Φεβρουαρίου 1111) ήταν Νορμανδός δούκας της Απουλίας και της Καλαβρίας (και κυβερνήτης της νότιας [[Ιταλία|Ιταλίας]] από το [[1085-1111)]] μέχρι τον θάνατό του. Καταγόταν από τον [[Οίκος των Ωτβίλ|Οίκο των Ωτβίλ]]. Ήταν δευτερότοκος υιός του [[Ροβέρτος Γυϊσκάρδος|Ροβέρτου γυϊσκάρδου]] και της δεύτερης συζύγου του Σικελγκάιτας. To παρωνύμιό του προήλθε από τη συνήθειά του να μετρά και να ξαναμετρά τα χρήματά του.<ref>το αναφέρει ο Άγγλος ιστορικός John Julius Norwich</ref>
 
Ο '''Ρογήρος Α' ''' ο λεγόμενος ''Μπόρσα'' (1060/1 - 22 Φεβρουαρίου 1111) ήταν δούκας της Απουλίας και Καλαβρίας (1085-1111) από τον [[Οίκος των Ωτβίλ|Οίκο των Ωτβίλ]]. Ήταν δευτερότοκος υιός του [[Ροβέρτος Γυϊσκάρδος|Ροβέρτου γυϊσκάρδου]] και της δεύτερης συζύγου του Σικελγκάιτας. To παρωνύμιό του προήλθε από τη συνήθειά του να μετρά και να ξαναμετρά τα χρήματά του.<ref>το αναφέρει ο Άγγλος ιστορικός John Julius Norwich</ref>
==Βιογραφία==
Η Λομβαρδή μητέρα του ήταν μια επιβλητική πολεμήστρια. Η φιλοδοξία της διευθέτησε τα πράγματα ώστε τον Ροβέρτο να διαδεχθεί όχι ο πρωτότοκος υιός του [[Βοϊμόνδος Α΄ της Αντιόχειας|Βοϊμόνδος]] (από την πρώτη σύζυγό του), αλλά ο Ρογήρος Α': όταν ο Ροβέρτος ασθένησε το 1073 η Σικελγκάιτα ανακήρυξε διάδοχο τον υιό της. Αντίρρηση έφερε ο [[Αβελάρδος Ωτβίλ|Αβελάρδος]], υιός του [[Ονφρουά της Απουλίας|Ονφρουά]], προκατόχου του Ροβέρτου στην Απουλία και Καλαβρία, που διεκδίκησε τον τίτλο. Αλλά ο Ροβέρτος ανάρρωσε και εκστράτευσε στην Ελλάδα, όπου και απεβίωσε στην Κεφαλλονιά. Ο Ρογήρος Α' που τον είχε ακολουθήσει, επέστρεψε στη Ν. Ιταλία για να εξασφαλίσει τη θέση του από το μεγαλύτερο αδελφό του. Με την υποστήριξη του θείου του [[Ρογήρος Α΄ της Σικελίας|Ρογήρου Α']] κόμη της Σικελίας, ανέλαβε δούκας της Απουλίας και Καλαβρίας.
 
Οι Λομβαρδοί τον προτιμούσαν λόγω της καταγωγής της μητέρας του. Τότε ο Βοϊμόνδος Α' πήγε στον εξάδελφό του Ιορδάνη Α' Ντρενγκό<ref>ήταν υιός της Φρεσέντας, αδελφής του Ροβέρτου</ref>πρίγκιπα της Κάπουα, που τον βοήθησε να εξεγερθεί εναντίον του αδελφού του και να καταλάβει τον Τάραντα και άλλες δύο πόλεις. Ο Ρογήρος Α' έκανε ειρήνη το 1086: τα δύο αδέλφια συγκυβερνούσαν. Το επόμενο έτος ο Βοϊμόνδος Α' ανανέωσε τον πόλεμο και νίκησε ανέλπιστα τον αδελφό του στο Φρανέτο. Αν και ο Ρογήρος Α' ήταν δυνατός πολεμιστής -κατέλαβε πέντε πόλεις με πολιορκία- δεν μπόρεσε τελικά να ελέγξει τη δύναμη του αδελφού του. Με τη μεσολάβηση του [[Πάπας Ουρβανός Β΄|πάπα Ουρβανού Β']] επήλθε ειρήνη: ο Βοϊμόνδος Α' κράτησε τον Τάραντα και άλλες πόλεις χωρίς φεουδαλική υποτέλεια και ο Ρογήρος Α' περιεβλήθη τον τίτλο του δούκα της Απουλίας και Καλαβρίας από τον πάπα.
 
[[File:Salerno Follaro 75001317.jpg|thumb|Φόλλαρο του Ρογήρου Α' που κόπηκε στο Σαλέρνο. Επιγραφή ROGERIUS DUX]]
Ο Ρογήρος Α' επέτρεψε σε δύο βαρόνους του την κοπή νομισμάτων. Θέλησε να αστικοποιήσει τη Ν. Ιταλία, έτσι απέδωσε προνόμια σε πόλεις και ενθάρρυνε τον πολεοδομικό σχεδιασμό τους. Το 1090 παρότρυνε με τον πάπα τον [[Μπρούνο της Κολωνίας]], ιδρυτή του Καρθουσιανού Τάγματος, να αναλάβει επίσκοπος Ρηγίου (Ρέτζιο) στην Καλαβρία.