Αμβρόσιος Νικολαΐδης: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 3:
Ο '''Αμβρόσιος''' Νικολαΐδης ήταν [[Μητροπολίτης]] Φθιώτιδας. Γεννήθηκε το [[1881]] στην [[Προύσα]] της [[Μικρά Ασία|Μικράς Ασίας]] και καταγόταν από εύπορη οικογένεια. Μετά τις γυμνασιακές του σπουδές φοίτησε στην [[Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης]] της [[Κωνσταντινούπολη|Κωνσταντινούπολης]], από την οποία εξήλθε ως αριστούχος. Το [[1904]] χειροτονήθηκε διάκονος. Το 1905 προήχθη σε [[αρχιδιάκονος|αρχιδιάκονο]] του Κασσανδρίας Ιωάννου και από το [[1906]] μέχρι το [[1911]] διετέλεσε [[Πρωτοσύγκελος]] του επισκόπου Βέροιας και στη συνέχεια Σερρών, Αποστόλου. Το [[1911]] χειροτονήθηκε επίσκοπος Χριστουπόλεως και το 1914 εξελέγη μητροπολίτης Ναυπακτίας και Ευρυτανίας, όπου και παρέμεινε μέχρι το [[1932]], οπότε ανέλαβε μητροπολίτης Φθιώτιδας στη θέση του [[Ιωακείμ Αλεξόπουλος|Ιωακείμ Αλεξόπουλου]], ο οποίος μετετέθη στη Μητρόπολη Δημητριάδος και Αλμυρού.
 
O Αμβρόσιος είχε ευρεία μόρφωση, θεολογική, κλασσική και εγκυκλοπαιδική. Μιλούσε επίσης γαλλικά, αγγλικά, τουρκικά και αραβικά. Άρχισε την εθνική του δράση στη Βέροια, όπου υπήρξς η 'ψυχή' του αντάρτικου αγώνα. Το Νεοτουρκικό κομιτάτο τον καταδίκασε σε θάνατο και όργανά του αποπειράθηκαν να τον δολοφονήσουν δύο φορές. Στην πυρπόληση των Σερρών από τους Βούλγαρους διέτρεχε τους δρόμους ανάμεσα στις φλόγες και ενθάρρυνε το ποίμνιό του. Από το 1914, ως επίσκοπος Ναυπακτίας και εν συνεχεία Φθιώτιδας, συνέχισε ακαταπόνητα τη θρησκευτική και πνευματική του δράση, ενώ ως Συνοδικός επέδειξε ιδιαίτερο ζήλο στην επιβολή του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. ΑντιπροσώπευσεΕπίσης, επίσης,αντιπροσώπευσε την Εκκλησία της Ελλάδος στα εκκλησιαστικά συνέδρια στητης [[Λωζάνη|Λωζάνης]], το [[1927]], στοτου [[ΠαρίσιΠαρισίου]], το [[1928]], και αργότερα στοτου [[Άμστερνταμ]], το [[1948]].
 
Το 1938 στην εκλογή Αρχιεπισκόπου Αθηνών, υποστηρίζοντας τον τέως μητροπολίτη Τραπεζούντας [[Χρύσανθος Φιλιππίδης|Χρύσανθο]], δημιούργησε μεγάλο εκκλησιαστικό πρόβλημα ακύρωσης εκλογής του οριακά εκλεγμένου μητροπολίτη Κορινθίας [[Αρχιεπίσκοπος Δαμασκηνός|Δαμασκηνού]], ο οποίος είχε λάβει μία επιπλέον ψήφο από τον «υπό καθαίρεση» επίσκοπο Δρυϊνουπόλεως. Την ενέργειά του ακολούθησαν και άλλοι μητροπολίτες, με συνέπεια να αλλάξει ο νόμος της εκλογής μητροπολιτών, ορίζοντας μία μικρότερη επιτροπή η οποία ονομάστηκε «[[αριστίδην σύνοδος]]». Η διαδικασία εκλογής επανελήφθη, με αποτέλεσμα την τελική ανάδειξη του Χρύσανθου.