Κάρολος Β΄ της Ρουμανίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 57:
 
Ο Κάρολος είχε ένα λαϊκιστικό στυλ, απεικονίζοντας τον εαυτό του ως υπερασπιστή του κοινού ανθρώπου ενάντια στις διεφθαρμένες ελίτ των γαλλόφιλων (ιδιαίτερα τους Εθνικούς Φιλελεύθερους) και επίσης εκφραστής του εθνικισμού και της Ορθοδοξίας. Η τάση του Καρόλου να συνδυάζει το λαϊκισμό, τον αυταρχισμό, τον εθνικισμό και την Ορθοδοξία έμοιαζε επιφανειακά με το στυλ του δεξιού κινήματος της [[Σιδηρά Φρουρά|Σιδηράς Φρουράς]], παρόλο που το μήνυμα του Καρόλου ήταν πολύ λιγότερο ακραίο από αυτό του [[Κορνήλιος Κοντρεάνου|Κορνήλιου Ζέλεα Κοντρεάνου]], αρχηγού της Σιδηράς Φρουράς, που κήρυττε ένα μήνυμα άγριου ξενοφοβικού υπερεθνικισμού, έντονου Ορθόδοξου μυστικισμού, βίαιου αντισημιτισμού, λαϊκιστικής περιφρόνησης για όλες τις ελίτ της ρουμανικής κοινωνίας και εξύμνησης του θανάτου στην υπηρεσία της υπόθεσης ως της ευγενέστερης εμπειρίας σε ολόκληρο τον κόσμο. Ο Κοντρεάνου, άνδρας με φετίχ το θάνατο, είχε κάνει τη Σιδηρά Φρουρά μια μακάβρια λατρεία του θανάτου και συχνά έστελνε τους οπαδούς του σε καθαρά αυτοκτονικές αποστολές. Αφού διέπρατταν δολοφονίες, οι Σιδηροφρουροί σπάνια επιχειρούσαν να διαφύγουν και αντίθετα περίμεναν να συλληφθούν επειδή ήθελαν να εκτελεσθούν για τα εγκλήματά τους. Πολλοί έβλεπαν τους Λεγεωνάριους να πηγαίνουν για την εκτέλεσή τους τους θετικά και χαρούμενοι με την προοπτική του δικού τους θανάτου, ευτυχώς δηλώνοντας ευτυχισμέν ότι ο θάνατός τους ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής τους. Ο Κάρολος θεωρούσε το φετίχ του θανάτου του Κοντρεάνου μαζί με τον ισχυρισμό του ότι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ του είχε πει ότι ο Θεός τον είχε επιλέξει για να σώσει τη Ρουμανία, ως απόδειξη ότι ήταν «τρελός».
 
Στον όρκο κατά τη στέψη του, ο Κάρολος ορκίστηκε να τηρεί το ρουμανικό σύνταγμα του 1923, υπόσχεση που δεν είχε καμία πρόθεση να τηρήσει. Από την αρχή της βασιλείας του αναμείχθηκε στην πολιτική για να αυξήσει την εξουσία του. Ηταν ένας οπορτουνιστής χωρίς πραγματικές αρχές ή αξίες διαφορετικές από την πεποίθηση ότι ήταν ο σωστός άνθρωπος να κυβερνήσει τη Ρουμανία και ότι αυτό που χρειαζόταν το βασίλειό του ήταν μια εκσυγχρονιστική δικτατορία. Ο Κάρολ κυβερνούσε μέσω ενός ανεπίσημου σώματος γνωστού ως ''καμαρίλα'', που απαρτιζόταν από αυλικούς, μαζί με ανώτερους διπλωμάτες, αξιωματικούς του στρατού, πολιτικούς και βιομηχάνους, που όλοι εξαρτιόνταν κατά κάποιο τρόπο από τη βασιλική εύνοια για να προωθήσουν τη σταδιοδρομία τους.
 
Το πιο σημαντικό μέλος της καμαρίλας ήταν η ερωμένη του Καρόλου Μάγδα Λουπέσκου, της οποίας τις πολιτικές συμβουλές ο Κάρολος υπολόγιζε πολύ. Η «Κόκκινη Βασίλισσα», όπως ήταν γνωστή η Λουπέσκου στο ρουμανικό λαό λόγω του χρώματος των μαλλιών της, ήταν η πιο μισητή γυναίκα στη Ρουμανία της δεκαετίας του 1930, μια γυναίκα που οι απλοί Ρουμάνοι είδαν με τα λόγια της Βρετανίδας ιστορικού Ρεμπέκα Χέινς ως "ενσάρκωση του κακού". Η πρώην σύζυγος του Καρόλου Πριγκίπισσα Ελένη θεωρήθηκε ευρέως ως αδικημένη γυναίκα, ενώ η Λουπέσκου θεωρήθηκε ως η ''μοιραία γυναίκα'', που είχε κλέψει τον Κάρολο από τα αγαπημένα χέρια της Ελένης. Η Λουπέσκου ανατράφηκε ως Ρωμαιοκαθολική, αλλά επειδή ο πατέρας της ήταν Εβραίος θεωρείτο ευρέως Εβραία. Η προσωπικότητα της Λουπέσκου προκαλούσε την εχθρότητα πολλών Ρουμάνων, καθώς ήταν αλαζονική, χειριστική και εξαιρετικά άπληστη, με μια ακόρεστη επιθυμία αγοράς των πιο ακριβών γαλλικών ενδυμάτων, καλλυντικών και κοσμημάτων. Σε μια εποχή που πολλοί Ρουμάνοι υπέφεραν από τις οικονομικές επιπτώσεις της [[Παγκόσμια οικονομική ύφεση 1929|Μεγάλης Ύφεσης]], η συνήθεια του Καρόλου να ικανοποιεί τα ακριβά γούστα της Λουπέσκου προκάλεσε μεγάλη δυσαρέσκεια. Περαιτέρω στην τεράστια αντιδημοτικότητα της Λουπέσκου συνέβαλε η συνήθεια της να εκμεταλλεύεται τις σχέσεις της με το Στέμμα για να εμπλακεί σε αμφίβολες οικονομικές συναλλαγές που συνήθως συνεπάγονταν τη μεταφορά μεγάλων ποσών δημόσιου χρήματος στην τσέπη της. Η σύγχρονη άποψη όμως ότι ο Κάρολος ήταν μια απλή μαριονέτα της Λουπέσκου είναι λανθασμένη και η επιρροή της στη λήψη πολιτικών αποφάσεων διογκώθηκε πολύ εκείνη την εποχή. Η Λουπέσκου ενδιαφερόταν πρωτίστως να πλουτίσει η ίδια για να υποστηρίξει τον πολυδάπανο τρόπο ζωής της και δεν είχε κανένα πραγματικό ενδιαφέρον για την πολιτική εκτός από την προστασία της ικανότητάς της να εμπλέκεται στη διαφθορά. Σε αντίθεση με τον Κάρολο, η Λουπέσκου δεν έδειξε κανένα ενδιαφέρον για την κοινωνική πολιτική ή για τις εξωτερικές υποθέσεις και ήταν τόσο αυτοαπορροφημένη νάρκισσος, που αγνοούσε πόσο αντιδημοφιλής ήταν στους απλούς ανθρώπους. Ο Κάρολος, αντίθετα, ενδιαφερόταν έντονα για τις υποθέσεις του κράτους και παρόλο που ποτέ δεν προσπάθησε να αρνηθεί τη σχέση του με τη Λουπέσκου, ήταν προσεκτικός να μην την εκθέτει πάρα πολύ στο κοινό, καθώς γνώριζε ότι αυτό θα κινδύνευε να τον κάνει αντιδημοφιλή.