Φρανσουά Κουπρέν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Αναίρεση έκδοσης 6594498 από τον ArisMethymna (Συζήτηση)
Γραμμή 5:
Γεννημένος στο Παρίσι, ο Κουπρέν έλαβε τα πρώτα μαθήματα μουσικής από τον πατέρα του Σαρλ, ο οποίος απεβίωσε όταν ο Φρανσουά ήταν μόλις 10 ετών, καθώς και τον Ζακ-Ντενί Τομλέν (Jacques-Dennis Thomelin). Το 1685 διαδέχτηκε τον πατέρα του ως οργανίστας της εκκλησίας του Saint-Gervais στο [[Παρίσι]], θέση την οποία αργότερα θα διαδεχόταν ο εξάδελφός του Νικολά, καθώς και άλλα μέλη της οικογένειας των Κουπρέν. Λίγα χρόνια αργότερα, το 1689, παντρεύεται την Μαρί-Αν Ανσώ (Marie-Anne Ansault). Από το γάμο αυτό κάνει τουλάχιστον τέσσερα παιδιά, εκ των οποίων η δεύτερη κόρη του — Μαργκερίτ-Αντουανέτ (Marguerite-Antoinette) — θα γίνει αργότερα συνθέτις και μουσικός.
 
Το 1693 ο Φρανσουά διαδέχτηκε τον καθηγητή του Τομλέν ως οργανίστας του βασιλικού παρεκκλησίου (Chapelle Royale), λαμβάνοντας τον τίτλο του βασιλικού οργανίστα της αυλής του [[Λουδοβίκος ΙΔ΄ της Γαλλίας|Λουδοβίκου ΙΔ΄]]. Την ίδια περίπου εποχή ο Κουπρέν λαμβάνει τη βασιλική άδεια να εκδώσει τα πρώτα του έργα. Πρόκειται για τις δύο λειτουργίες για όργανο (βλ. παρακάτω), τα μοναδικά έργα για όργανο που εξέδωσε ποτέ. Σημαντική ώθηση για την κίνηση αυτή είχε από έναν εξίσου γνωστό αυλικό συνθέτη, τον [[Μισέλ-Ρισάρ Ντελαλάντ]], κάτι που διαφαίνεται από την ''approbation'' του στην ίδια έκδοση (εγκριτική επιστολή που απαντάται στις περισσότερες εκδόσεις της εποχής). Παράλληλα με τα καθήκοντα της νέας του θέσης, αναλαμβάνει τη διδασκαλία αρκετών μαθητών· ως καθηγητής του Δούκα της Βουργουνδίας, του Κόμη της Τουλούζης, της Πριγκήπισσας του Κοντί καθώς και των κορασίδων του Δούκα τουτης ΜπουρμπόνΒουρβώνης, καταφέρνει να φτάσει το ετήσιο εισόδημα των 1000 λιβρών. Ένα νέο -πολυτελέστερο- διαμέρισμα στην οδό ''St. François'' είναι το επιστέγασμα της επαγγελματικής του ανόδου, ενώ το 1702 λαμβάνει και τον τίτλο του Ιππότη του Τάγματος των Λατράνων (''Chevalier de l’Ordre de Latran'').
Ο τίτλος του βασιλικού μουσικού (ordinaire de la musique de la chambre du Roi) ήρθε το 1712· τα καθήκοντά του περιελάμβαναν μια εβδομαδιαία συναυλία, που είχε συνήθως τη μορφή [[Σουίτα|σουίτας]] για βιολί, βιόλα ντα γκάμπα, όμποε, φαγκότο και τσέμπαλο, του οποίου ήταν και εμπνευσμένος ερμηνευτής. Το 1717 διαδέχτηκε τον Ντ'Ανγκλεμπέρ (D' Anglebert) ως βασιλικός τσεμπαλίστας, ενώ παράλληλα είχε ήδη αρχίσει να επεκτείνει την εκδοτική του δραστηριότητα. Το 1713 εκδίδει το πρώτο βιβλίο για τσέμπαλο και τα επόμενα χρόνια ακολουθούν και τα υπόλοιπα. Ανάμεσα στα έργα που εξεδόθησαν εμφανίζονται και τα περίφημα ''Leçons de tenébres''· δυστυχώς μόνο τρία από τα συνολικά εννέα σώζονται, δείγμα εξαίρετης γραφής για φωνή και [[συνεχές βάσιμο]].