Γκαμπριέλ Γκαρσία Μάρκες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 79:
Τον Μάη του [[1955]] γίνεται η πρώτη έκδοση «Των Ανεμοσκορπισμάτων». Την έκδοση ανέλαβε ο εκδότης Σαμουέλ Λίσμαν Μπάουν, ο οποίος έκανε μια φτηνή αλλά προσεγμένη έκδοση του βιβλίου σε χίλια αντίτυπα. Ο Μπάουν όμως χρεωκόπησε, άφησε τα βιβλία απλήρωτα στις αποθήκες του τυπογραφείου και εξαφανίστηκε. Ο Μάρκες και οι φίλοι του πούλησαν όσα βιβλία μπόρεσαν στα βιβλιοπωλεία, και χάρισαν πολλά αντίτυπα σε φίλους και γνωστούς. Το φιάσκο της έκδοσης, αποζημιώθηκε όμως από τις διθυραμβικές κριτικές που δέχτηκε το μυθιστόρημα από όλο τον λογοτεχνικό κόσμο της χώρας. Η στιγμή της αναγνώρισης είχε φτάσει για τον Μάρκες.
===Ευρώπη===
Στις 15 Ιουλίου του [[1955]] θα φύγει από την Κολομβία με προορισμό τη [[Γενεύη]], προκειμένου να παρακολουθήσει το συνέδριο«Συνέδριο ειρήνηςΕιρήνης των 4 μεγάλων του κόσμου» – ως απεσταλμένος της εφημερίδας του. Με το τέλος της συνδιάσκεψης που δεν του προξένησε και μεγάλο ενδιαφέρον, κατευθύνθηκε προς την [[Ιταλία]]<nowiki/>Ιταλία, για να καλύψει για την εφημερίδα τo [[Φεστιβάλ Βενετίας|16o Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας]]. Ανάμεσα στα τέλη Αυγούστου και στις αρχές Σεπτέμβρη του 19951955 παρακολούθησε νυχθημερόν όλες τις ταινίες του Φεστιβάλ, με μια ακόρεστη κινηματογραφική ορμή. Το μέσο αυτό εξάλλου τον είχε μαγεύσει από μικρό ακόμα – όταν παρακολούθησε τις πρώτες του ταινίες στον υπαίθριο κινηματογράφο της Αρακατάκα, παρέα με τον παππού του- και τώρα βρήκε μια ευκαιρία για να ασχοληθεί περισσότερο.<br />
Έτσι, κατ' αρχήν φεύγει για την [[Πολωνία]] για να παρακολουθήσει το Φεστιβάλ Κινηματογράφου του [[Κάρλοβι Βάρι]], ύστερα από επίσημη πρόσκληση ως αντιπρόσωπος της Κολομβίας. Παρακολούθησε το φεστιβάλ αλλά ταξίδεψε κιόλας στην Πολωνία και στη [[Τσεχοσλοβακία]] από όπου κράτησε άφθονες σημειώσεις που δεν τις δημοσίευσε παρά δυο χρόνια αργότερα, ([[1957]]), στο εκτενές ρεπορτάζ του “90''<nowiki>''90 μέρες στο Σιδηρούν Παραπέτασμα”Παραπέτασμα''</nowiki>''. <br />
Ξαναγυρίζοντας στη [[Ρώμη]] ο Μάρκες αποφάσισε να σπουδάσει κινηματογράφο παρακολουθώντας μαθήματα στηστο σχολή “Πειραματικό Κέντρο Κινηματογραφίας” (Cinecitta Experimental Film School) , στην [[Τσινετσιτά]]. Το ενδιαφέρον του στρεφόταν σχεδόν αποκλειστικά στο σενάριο, του οποίου ήθελε να κατακτήσει την τεχνική, αλλά τα θεωρητικής φύσης και ακαδημαϊκού χαρακτήρα μαθήματα περί κινηματογραφικής τέχνης, δεν τον προσέλκυσαν και έπειτα από δεκαπέντε περίπου μέρες μαθημάτων, εγκατέλειψε τη σχολή.
 
Τον Δεκέμβρη του 1955 αφήνει τη Ρώμη για το [[Παρίσι]] όπου θα μείνει σε ένα φτηνό ξενοδοχείο του [[Καρτιέ Λατέν]], στο “Οτέλ Φλαντρ”, (Hotel de Flandre), Rue Cujas, σε μια γειτονιά γεμάτη από Λατινοαμερικάνους φοιτητές και διανοούμενους. <br />
Με το τέλος του χρόνου έφτασαν από την Κολομβία οι άσχημες ειδήσεις. Η δικτατορία του αρχιστράτηγου Ρόχας Πινίγια (Gustavo Rojas Pinilla) – που είχε εγκατασταθεί στη χώρα από το 1953- σκληραίνοντας της στάση της απέναντι στα ΜΜΕ, έκλεισε την εφημερίδα "Ελ Εσπεκταδόρ" αφήνοντας τον Μάρκες χωρίς τις καθιερωμένες μηνιαίες επιταγές με τις οποίες ζούσε. Ο Μάρκες σκέφτηκε οτι ίσως ήταν η στιγμή για να δουλέψει τα μυθιστορήματά του, και αφήνοντας τα ρεπορτάζ, έγραφε όλη μέρα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του. Έτσι συνέχισε να δουλεύει το μυθιστόρημα που είχε αρχίσει να επεξεργάζεται πριν από δυο μήνες, και που όταν τελειώσει και εκδοθεί θα ονομαστεί «Η κακιά ώρα».<br />
Από την Άνοιξη του [[1956]] ο Μάρκες θα ασχοληθεί με την συγγραφή του «Ο συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει». <br />
Ταυτόχρονα περνούσε τις πιο δύσκολες από άποψη επιβίωσης μέρες της ζωής του. Η πείνα του χτυπούσε καθημερινά την πόρτα, και ο συγγραφέας πιστεύει ότι “επέζησε ως εκ θαύματος”. Χωρίς να μιλάει γαλλικά και επομένως χωρίς να μπορεί να πάρει κάρτα εργασίας, δεν μπορούσε να βρει δουλειά πουθενά, έτσι σώθηκε μόνο από την βοήθεια και την αλληλεγγύη των λατινοαμερικάνων φίλων του του Καρτιέ Λατέν, την ανοχή της μαντάμ Λακρουά του Οτέλ ντε Φλαντρ, και οιτους έρανοιεράνους που έκαναν συχνά οι φίλοι του στην Κολομβία και του έστελναν περιστασιακά. <br />
Στις αρχές Μαϊου του [[1957]] ξανασυναντά στο Παρίσι τον παλιό του φίλο και δημοσιογράφο Πλίνιο Μεντόσα και μαζί αποφασίζουν να ταξιδέψουν για να γνωρίσουν τις χώρες του [[Υπαρκτός σοσιαλισμός|Υπαρκτού σοσιαλισμού .]] Πρώτος προορισμός το ανατολικό [[Βερολίνο|Βερολίνο.]] Μετά την ανατολική Γερμανία επισκέφτηκε τη [[Μόσχα]], το [[Στάλινγκραντ]], την [[Βουδαπέστη]] και τέλος την [[Τσεχία]] ''τη μόνη χώρα που είδε τους κατοίκους της ικανοποιημένους από τη ζωή τους'' Το ταξίδι ήταν γι' αυτόν μια απογοήτευση. Γοητευμένος σαν νεαρός από την φιλοσοφία του Μαρξισμού, και έχοντας κάποιες επαφές με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κολομβίας, θα διαπιστώσει οτι η πράξη ήταν εντελώς διαφορετική από τη θεωρία<ref>Τα ρεπορτάζ “Εγώ επισκέφτηκα τη Ουγγαρία” και “Εγώ βρέθηκα στη Ρωσία”, θα πρωτοδημοσιευτούν τον Νοέμβριο του 1957 στο Momentos του Καράκας, αλλά τα υπόλοιπα θα περιμένουν το 1959 για να δημοσιευτούν όλα κάτω από το γενικό τίτλο “90 ημέρες στο Σιδηρούν Παραπέτασμα”, στο περιοδικό Cromos της Μπογκοτά. Ζακ Ζιλάρ: «Από την Ευρώπη στην Αμερική»</ref>
 
Τον Δεκέμβρη του 1955 αφήνει τη Ρώμη για το [[Παρίσι]] όπου θα μείνει σε ένα φτηνό ξενοδοχείο του Καρτιέ Λατέν, στο “Οτέλ Φλαντρ”, (Hotel de Flandre), Rue Cujas, σε μια γειτονιά γεμάτη από Λατινοαμερικάνους φοιτητές και διανοούμενους. <br />
Με το τέλος του χρόνου έφτασαν από την Κολομβία οι άσχημες ειδήσεις. Η δικτατορία του αρχιστράτηγου Ρόχας Πινίγια (Gustavo Rojas Pinilla) – που είχε εγκατασταθεί στη χώρα από το 1953- σκληραίνοντας της στάση της απέναντι στα ΜΜΕ, έκλεισε την εφημερίδα Ελ Εσπεκταδόρ αφήνοντας τον Μάρκες χωρίς τις καθιερωμένες μηνιαίες επιταγές με τις οποίες ζούσε. Ο Μάρκες σκέφτηκε οτι ίσως ήταν η στιγμή για να δουλέψει τα μυθιστορήματά του, και αφήνοντας τα ρεπορτάζ, έγραφε όλη μέρα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του. Έτσι συνέχισε να δουλεύει το μυθιστόρημα που είχε αρχίσει να επεξεργάζεται πριν από δυο μήνες, και που όταν τελειώσει και εκδοθεί θα ονομαστεί «Η κακιά ώρα».<br />
Από αυτήν την εργασία, άρχισαν να ξεπηδάνε καινούριες ιστορίες και χαρακτήρες που ήθελαν να αυτονομηθούν από το κείμενο. Έτσι, προέκυψε η φιγούρα του συνταγματάρχη του πολέμου των 1000 ημερών και από την Άνοιξη του [[1956]] ο Μάρκες θα ασχοληθεί με την συγγραφή του «Ο συνταγματάρχης δεν έχει κανέναν να του γράψει». <br />
Ταυτόχρονα περνούσε τις πιο δύσκολες από άποψη επιβίωσης μέρες της ζωής του. Η πείνα του χτυπούσε καθημερινά την πόρτα, και ο συγγραφέας πιστεύει ότι “επέζησε ως εκ θαύματος”. Χωρίς να μιλάει γαλλικά και επομένως χωρίς να μπορεί να πάρει κάρτα εργασίας, δεν μπορούσε να βρει δουλειά πουθενά, έτσι σώθηκε μόνο από την βοήθεια και την αλληλεγγύη των λατινοαμερικάνων φίλων του του Καρτιέ Λατέν, την ανοχή της μαντάμ Λακρουά του Οτέλ ντε Φλαντρ, και οι έρανοι που έκαναν συχνά οι φίλοι του στην Κολομβία και του έστελναν περιστασιακά. <br />
Στις αρχές Μάη του 1957 ξανασυναντά στο Παρίσι τον παλιό του φίλο και δημοσιογράφο Πλίνιο Μεντόσα και μαζί αποφασίζουν να ταξιδέψουν για να γνωρίσουν τις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού. Μαζί με τον Μεντόσα, και την αδερφή του Σολεδάδ, μέσα σε ένα μικροσκοπικό Ρενώ 4 ξεκίνησαν οι τρεις τους με πρώτο προορισμό το Ανατολικό Βερολίνο. Το ταξίδι ήταν γι' αυτόν μια απογοήτευση. Γοητευμένος σαν νεαρός από την φιλοσοφία του Μαρξισμού, και έχοντας κάποιες επαφές με το Κομμουνιστικό Κόμμα της Κολομβίας, θα διαπιστώσει οτι η πράξη ήταν εντελώς διαφορετική από τη θεωρία.<br />
Μετά το Βερολίνο, επισκέφτηκε τη Μόσχα και το Στάλινγκραντ, τη Βουδαπέστη και τέλος την Τσεχία, “τη μόνη χώρα που είδε τους κατοίκους της ικανοποιημένους από τη ζωή τους”. <br />
<ref>Τα ρεπορτάζ “Εγώ επισκέφτηκα τη Ουγγαρία” και “Εγώ βρέθηκα στη Ρωσία”, θα πρωτοδημοσιευτούν τον Νοέμβριο του 1957 στο Momentos του Καράκας, αλλά τα υπόλοιπα θα περιμένουν το 1959 για να δημοσιευτούν όλα κάτω από το γενικό τίτλο “90 ημέρες στο Σιδηρούν Παραπέτασμα”, στο περιοδικό Cromos της Μπογκοτά. Ζακ Ζιλάρ: «Από την Ευρώπη στην Αμερική»</ref>
Τελειώνοντας το ταξίδ αυτό, πήγε στο Λονδίνο με σκοπό να ζήσει και εκεί λίγο καιρό αλλά όταν κατέφτασε η προσφορά για δουλειά στο Καράκας στο περιοδικό Momentos, του οποίου διευθυντής ήταν ο φίλος του Πλίνιο Μεντόσα, αποφάσισε να ξαναγυρίσει πίσω στην πατρίδα.