Λετονία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ μβελτιώσεις
επέκταση για την ιστορία
Γραμμή 68:
 
Ο στρατός της χώρας, από την [[1η Ιανουαρίου]] [[2007]], είναι πλήρως επαγγελματικός. Οι τελευταίοι μη επαγγελματίες στρατιώτες απολύθηκαν στις [[23 Νοεμβρίου]] [[2006]].
 
==Ιστορία==
{{Κύριο λήμμα|Ιστορία της Λετονίας|}}
 
Περίπου το 3000 π.Χ., οι προτο-Βαλτικοί πρόγονοι του λετονικού λαού εγκαταστάθηκαν στην ανατολική ακτή της Βαλτικής Θάλασσας.<ref>{{cite web|url=http://life.bio.sunysb.edu/ee/msr/Ethno/dategen1.html |title=Data: 3000 BC to 1500 BC |work=The European Ethnohistory Database |publisher=The Ethnohistory Project |accessdate=6 August 2006 |deadurl=yes |archiveurl=https://web.archive.org/web/20060622113922/http://life.bio.sunysb.edu/ee/msr/Ethno/dategen1.html |archivedate=22 June 2006 }}</ref> Οι Βάλτες δημιούργησαν εμπορικές οδούς προς τη Ρώμη και το Βυζάντιο, που εμπορεύονταν το τοπικό κεχριμπάρι για πολύτιμα μέταλλα.<ref>A History of Rome, M Cary and HH Scullard, p455-457, Macmillan Press, {{ISBN|0-333-27830-5}}</ref> Το 900 μ.Χ., τέσσερις ξεχωριστές φυλές της Βαλτικής κατοικούσαν τη Λετονία: οι Κουρονιανοί, οι Λατγάλιοι, οι Σελονιανοί, οι Σεμιγαλλιανοί (στα λετονικά: kurši, latgaļi, sēļi και zemgaļi), καθώς και οι Λιβονιανοί (''lībieši'') που μιλούσαν μια φιννική γλώσσα.
 
Τον 12ο αιώνα στην επικράτεια της Λετονίας, υπήρχαν 14 εδάφη με τους ηγέτες τους: Βανέμα, Βεντάβα, Μπαντάβα, Πιέμαρε, Ντούβζαρε, Τσέκλις, Μεγκάβα, Πίλσατς, Ουπμάλε, Σέλιγια, Κόκνεσε, Γιέρσικα, Τάλαβα και Άντζελε.<ref>Latvijas vēstures atlants, Jānis Turlajs, page 12, Karšu izdevniecība Jāņa sēta, {{ISBN|978-9984-07-614-0}}</ref>
 
===Μεσαιωνική εποχή===
 
[[File:Medieval Livonia 1260.svg|thumb|right|Τέρρα Μαριάνα, η μεσαιωνική Λιβονία]]
[[File:Burg Turaida04.jpg|thumb|Το κάστρο Τουράιντα κοντά στην Σιγκούλντα, χτισμένο το 1214 υπό τον Αλβέρτο της Ρίγα ]]
[[File:Haupthandelsroute Hanse.png|thumb|Το 1282 η Ρίγα έγινε μέλος της Χανσεατικής Ένωσης]]
 
Παρόλο που οι ντόπιοι είχαν επαφή με τον έξω κόσμο εδώ και αιώνες, έγιναν πιο ενταγμένοι στο ευρωπαϊκό κοινωνικοπολιτικό σύστημα τον 12ο αιώνα.<ref>{{cite web |url= http://www.historyfiles.co.uk/KingListsEurope/EasternLatvia.htm|title= Data: Latvia|work= Kingdoms of Northern Europe&nbsp;– Latvia|publisher= The History Files}}</ref> Οι πρώτοι ιεραπόστολοι, που απεστάλησαν από τον Πάπα, ταξίδευσαν στον ποταμό Νταουγκάβα στα τέλη του 12ου αιώνα, αναζητώντας πιστούς.<ref name="Lonely">{{cite web|url= http://www.lonelyplanet.com/latvia/history |title= Latvian History, Lonely Planet |publisher= Lonelyplanet.com |accessdate= 16 October 2010}}</ref> Οι ντόπιοι, ωστόσο, δεν προσηλυτίστηκαν στον Χριστιανισμό τόσο εύκολα όσο ήλπιζε η Εκκλησία.<ref name="Lonely" /> Οι Γερμανοί σταυροφόροι στάλθηκαν ή πιθανότατα αποφάσισαν να πάνε με δική τους συμφωνία, καθώς ήταν γνωστό ότι έκαναν αναζήτηση παγανιστών για να σκοτώσουν και να λεηλατήσουν σε ολόκληρη την ανατολική Ευρώπη. Ο Άγιος Μάινχαρντ του Σέγκεμπεργκ έφθασε στο Ίκσκιλε, το 1184, ταξιδεύοντας με εμπόρους στη Λιβονία, σε μια καθολική αποστολή να μετατρέψει τον πληθυσμό από τις αρχικές παγανιστικές πεποιθήσεις. Ο Πάπας Κελεστίνος Γ΄ είχε ζητήσει μια σταυροφορία κατά των παγανιστών στη Βόρεια Ευρώπη το 1193. Όταν τα ειρηνικά μέσα μετατροπής απέτυχαν να αποδώσουν αποτελέσματα, ο Meinhard σχεδίασε να προσηλυτίσει τους Λιβωνιανούς με τη δύναμη των όπλων.<ref>{{cite web|url= http://www.balticsworldwide.com/the-crusaders/|title= The Crusaders|publisher= City Paper|accessdate =28 July 2007|date= 22 March 2006}}</ref>
 
Στις αρχές του 13ου αιώνα, οι Γερμανοί κυβερνούσαν μεγάλα τμήματα της σημερινής Λετονίας.<ref name="Lonely" /> Μαζί με τη νότια Εσθονία, οι κατακτημένες αυτές περιοχές αποτελούσαν το κράτος σταυροφόρων που έγινε γνωστό ως Τέρρα Μαριάνα ή Λιβονία. Το 1282, η Ρίγα, και αργότερα οι πόλεις Σέσις, Λιμπάζι, Κόκνεσε και Βαλμιέρα, έγιναν μέρος της [[Χανσεατική Ένωση|Χανσεατικής Ένωσης]].<ref name="Lonely" /> Η Ρίγα έγινε ένα σημαντικό σημείο του εμπορίου Ανατολής-Δύσης<ref name="Lonely" /> και δημιούργησε στενούς πολιτιστικούς δεσμούς με τη Δυτική Ευρώπη.
 
=== Η περίοδος της μεταρρύθμισης και η πολωνολιθουανική κυριαρχία ===
[[File:Swedish Empire (1560-1815) en2.png|thumb|Η Σουηδική Αυτοκρατορία (1560–1815).<br title="Swedish Empire" />Η Ρίγα έγινε η πρωτεύουσα της Σουηδικής Λιβονίας και η μεγαλύτερη πόλη στην αυτοκρατορία. ]]
Μετά τον πόλεμο της Λιβονίας (1558-1583), η Λιβόνια (Λετονία) έπεσε υπό πολωνική και λιθουανική κυριαρχία.<ref name="Lonely" /> Το νότιο τμήμα της Εσθονίας και το βόρειο τμήμα της Λετονίας προσαρτήθηκαν στο Μεγάλο Δουκάτο της Λιθουανίας και σχημάτισαν την περιοχή Ντουκάτους Ουλτραντουνένσις (Pārdaugavas hercogiste). Ο Γκότχαρντ Κέτλερ, ο τελευταίος Δάσκαλος του Τάγματος της Λιβωνίας, σχημάτισε το δουκάτο της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας.<ref>{{cite web|last1=Ceaser|first1=Ray A.|url=http://depts.washington.edu/baltic/papers/duchy.html|title=Duchy of Courland|publisher=University of Washington|accessdate=11 September 2017|archiveurl=http://web.archive.org/web/20030302122941/http://depts.washington.edu/baltic/papers/duchy.html|archivedate=2 March 2003|date=June 2001}}</ref> Αν και το δουκάτο ήταν υποτελές στην Πολωνία, διατηρούσε ένα σημαντικό βαθμό αυτονομίας και γνώρισε μια χρυσή εποχή τον 17ο αιώνα. Η Λατγαλία, η ανατολική περιφέρεια της Λετονίας, έγινε μέρος του Βοϊβοδάτου Ινφλάντι της Πολωνολιθουανικής Κοινοπολιτείας.<ref>[https://books.google.com/books?id=IpR0-OrrwssC&pg=PA14&vq=Inflanty+Latgale&source=gbs_search_r&cad=0_1A Culture and Customs of the Baltic States By Kevin O'Connor; p. 14] {{ISBN|978-0-313-33125-1}}</ref>
 
Στον 17ο και στις αρχές του 18ου αιώνα, η Πολωνολιθουανική Κοινοπολιτεία, η Σουηδία και η Ρωσία αγωνίστηκαν για την υπεροχή στην ανατολική Βαλτική. Μετά τον πόλεμο Πολωνίας-Σουηδίας, η βόρεια Λιβονία (συμπεριλαμβανομένης του Βίντζεμε) τέθηκε υπό σουηδική κυριαρχία. Η Ρίγα έγινε η πρωτεύουσα της σουηδικής Λιβονίας και η μεγαλύτερη πόλη σε ολόκληρη τη σουηδική αυτοκρατορία.<ref>Kasekamp, p. 47</ref> Η πάλη συνεχίστηκε σποραδικά μεταξύ Σουηδίας και Πολωνίας μέχρι την Εκεχειρία του Άλτμαρκ το 1629. Στη Λετονία, η περίοδος της Σουηδίας γενικά θυμάται ως θετική. Η εδεσματοσύνη διευκολύνθηκε, δημιουργήθηκε ένα δίκτυο σχολείων για την αγροτιά και μειώθηκε η ισχύς των περιφερειακών βαρόνων.<ref>H. Strods, "'Dobrye Shvedskie Vremena' v Istoriografii Latvii (Konets XVIII V.&nbsp;– 70-E Gg. XX V.). ["'The good Swedish times' in Latvian historiography: from the late 18th century to the 1970s"] ''Skandinavskii Sbornik'', 1985, Vol. 29, pp. 188–199</ref><ref>{{cite journal|author=J. T. Kotilaine|title=Riga's Trade With its Muscovite Hinterland in the Seventeenth Century|journal=Journal of Baltic Studies|year=1999|volume= 30|issue =2|pages=129–161|doi=10.1080/01629779900000031}}</ref>
 
Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου σημειώθηκαν αρκετές σημαντικές πολιτιστικές αλλαγές. Στην σουηδική και σε μεγάλο βαθμό στη γερμανική κυριαρχία, η δυτική Λετονία υιοθέτησε ως κύρια θρησκεία τον λουθηριανισμό. Οι αρχαίες φυλές των Κουρλάνδων, των Σεμιγάλων, των Σελώνων, των Λιβών και των βόρειων Λατγαλιανών αφομοιώθηκαν για να σχηματίσουν τον λαό της Λετονίας, μιλώντας μια λετονική γλώσσα. Ωστόσο, καθ 'όλη τη διάρκεια των αιώνων, δεν υπήρχε καθιερωμένο πραγματικό κράτος της Λετονίας, οπότε τα σύνορα και οι ορισμοί του ποιος ακριβώς εμπίπτει σε αυτήν την ομάδα είναι σε μεγάλο βαθμό υποκειμενικοί. Εν τω μεταξύ, σε μεγάλο βαθμό απομονωμένο από την υπόλοιπη Λετονία, οι νότιοι Λατγαλιανοί υιοθέτησαν τον καθολικισμό υπό την Πολωνο-Ιησουητική επιρροή. Η εγγενής διάλεκτος παρέμεινε ξεχωριστή, παρόλο που απέκτησε πολλά δάνεια από τα πολωνικά και τα ρωσικά.<ref>{{cite journal|author= V. Stanley Vardys|title=The Role of the Churches in the Maintenance of Regional and National Identity in the Baltic Republics|journal=Journal of Baltic Studies|year=1987|volume=18 |issue =3|pages= 287–300|doi=10.1080/01629778700000141}}</ref>
 
=== Η Λετονία στη Ρωσική Αυτοκρατορία (1710-1917) ===
Η συνθηκολόγηση της Εσθονίας και της Λιβονίας το 1710 και η Συνθήκη του Νύσταντ και το τέλος του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου το 1721, έδωσε το Βίντζεμε στη Ρωσία (έγινε μέρος του Κυβερνείου της Ρίγα). Η περιοχή των Λατγάλιων παρέμεινε μέρος της Πολωνολιθουανικής Κοινοπολιτείας ως Βοϊβοδάτο Ινφλάντι μέχρι το 1772, όταν ενσωματώθηκε στη Ρωσία. Το Δουκάτο της Κουρλάνδης και της Σεμιγαλλίας έγινε μια αυτόνομη ρωσική επαρχία (η κυβέρνηση της Κουρλάνδης) το 1795, προσαρτώντας όλη την σημερινή Λετονία στη Ρωσική Αυτοκρατορία. Και οι τρεις επαρχίες της Βαλτικής διατηρούσαν τοπικούς νόμους, τα γερμανικά ως τοπική επίσημη γλώσσα και το δικό τους κοινοβούλιο, το Λάνταγκ.{{Citation needed|date=November 2009}}
 
Κατά τη διάρκεια του Μεγάλου Βόρειου Πολέμου (1700-1721), μέχρι το 40% των Λετονών πέθανε από την πείνα και την πανώλη.<ref>{{cite book|author=Kevin O'Connor|title=The History of the Baltic States|url=https://books.google.com/books?id=b3b5nU4bnw4C&pg=PA29|date=1 January 2003|publisher=Greenwood Publishing Group|isbn=978-0-313-32355-3|pages=29–}}</ref> Οι μισοί κάτοικοι της Ρίγα πέθανε από την πανώλη το 1710-1711.<ref>{{cite web|url=http://www.bank.lv/eng/main/am/jubmon/nmp/index.php?32661 |title=Collector Coin Dedicated to 18th Century Riga |accessdate=19 July 2010 |deadurl=bot: unknown |archiveurl=https://web.archive.org/web/20100719083420/http://www.bank.lv/eng/main/am/jubmon/nmp/index.php?32661 |archivedate=19 July 2010 |df=dmy }}. Bank of Latvia.</ref>
 
Η χειραφέτηση των δουλοπάροικων πραγματοποιήθηκε στην Κουρλάνδη το 1817 και στο Βίντζεμε το 1819. Στην πράξη, ωστόσο, η χειραφέτηση ήταν πραγματικά πλεονεκτική για τους γαιοκτήμονες και την ευγένεια, καθώς απαλλοτρίωνε την γη των αγροτών χωρίς αποζημίωση, αναγκάζοντάς τους να επιστρέψουν στη δουλειά στα ακίνητα "με δική τους ελεύθερη βούληση".
 
Κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα, η κοινωνική δομή άλλαξε δραματικά. Μια τάξη ανεξάρτητων αγροτών εγκαταστάθηκε μετά από μεταρρυθμίσεις που επέτρεψαν στους αγρότες να επαναγοράσουν τη γη τους, αλλά παρέμειναν πολλοί αγρότες χωρίς γη. Επίσης, αναπτύχθηκε ένα αυξανόμενο αστικό προλεταριάτο και μια αυξανόμενα επιδραστική Λετονική αστική τάξη. Οι Νεαροί Λετονοί ήταν ένα κίνημα που έθεσε το έδαφος για τον εθνικισμό από τα μέσα του αιώνα, και πολλοί από τους ηγέτες ήταν με το μέρος των Σλαβόφιλων για στήριξη ενάντια στην επικρατούσα Γερμανική κοινωνική τάξη. Η αύξηση της χρήσης της λετονικής γλώσσας στη λογοτεχνία και στην κοινωνία έγινε γνωστή ως η πρώτη εθνική αφύπνιση. Η Ρωσοποίηση ξεκίνησε στη Λατγαλία μετά την Πολωνική εξέγερση του Ιανουαρίου 1863: αυτό εξαπλώθηκε στο υπόλοιπο της σημερινής Λετονίας από τη δεκαετία του 1880. Η έκλειψη των Νεαρών Λετονών έγινε σε μεγάλο βαθμό από το Νέο Ρεύμα, ένα ευρύ αριστερές κοινωνικό και πολιτικό κίνημα, στη δεκαετία του 1890. Η λαϊκή δυσαρέσκεια εξερράγη στη ρωσική επανάσταση του 1905, η οποία πήρε έναν εθνικιστικό χαρακτήρα στις επαρχίες της Βαλτικής.{{citation needed|date=March 2015}}
 
Κατά τη διάρκεια αυτών των δύο αιώνων η Λετονία γνώρισε οικονομική και κατασκευαστική άνθηση - τα λιμάνια διευρύνθηκαν (η Ρίγα έγινε το μεγαλύτερο λιμάνι της Ρωσικής Αυτοκρατορίας), κατασκευάστηκαν σιδηροδρομικές γραμμές. δημιουργήθηκαν νέα εργοστάσια, τράπεζες και ένα πανεπιστήμιο. Επίσης εγκαταστάθηκαν πολλά οικιστικά, δημόσια (θέατρα και μουσεία) και σχολικά κτίρια, δημιουργήθηκαν νέα πάρκα και ούτω καθεξής. Οι λεωφόροι της Ρίγας και ορισμένοι δρόμοι έξω από την παλιά πόλη χρονολογούνται από αυτήν την περίοδο.{{citation needed|date=March 2015}}
 
Αξίζει να σημειωθεί το γεγονός ότι η αριθμητική ήταν επίσης υψηλότερη στα εσθονικά και λεττονικά τμήματα της Ρωσικής Αυτοκρατορίας, τα οποία μπορεί να επηρεάστηκαν από την προτεσταντική θρησκεία των κατοίκων.<ref>{{cite book|author=Baten, Jörg |title=A History of the Global Economy. From 1500 to the Present.|date=2016|publisher=Cambridge University Press|page=50|isbn=9781107507180}}</ref>
 
=== Ανακήρυξη της ανεξαρτησίας ===
[[File:Karlis Ulmanis.jpg|thumb|upright|Ο Κάρλις Ουλμάνις]]
Ο Παγκόσμιος Πόλεμος κατέστρεψε το έδαφος του μελλοντικού κράτους της Λετονίας και άλλων δυτικών τμημάτων της Ρωσικής Αυτοκρατορίας. Οι αιτήσεις αυτοδιάθεσης αρχικά περιορίστηκαν στην αυτονομία μέχρι να δημιουργηθεί ένα κενό ισχύος από τη Ρωσική Επανάσταση το 1917, ακολουθούμενο από τη Συνθήκη του Μπρεστ-Λιτόφσκ μεταξύ της Ρωσίας και Γερμανίας το Μάρτιο του 1918 και τη Συμμαχική ανακωχή με τη Γερμανία στις 11 Νοεμβρίου 1918. Στις 18 Νοεμβρίου του 1918 το Λαϊκό Συμβούλιο της Λετονίας στη Ρίγα ανακήρυξε την ανεξαρτησία της νέας χώρας, και ο Κάρλις Ουλμάνις ήταν ο επικεφαλής της προσωρινής κυβέρνησης. {{citation needed|date=March 2015}}
 
Ο πόλεμος της ανεξαρτησίας που ακολούθησε ήταν μέρος μιας γενικής χαοτικής περιόδου εμφυλίων και νέων συνοριακών πολέμων στην Ανατολική Ευρώπη. Την άνοιξη του 1919 υπήρχαν στην πραγματικότητα τρεις κυβερνήσεις - η κυβέρνηση Ουλμάνις, η λετονική σοβιετική κυβέρνηση υπό την ηγεσία του Πέτερις Στούτσκα, των οποίων οι δυνάμεις, υποστηριζόμενες από τον Κόκκινο Στρατό, κατέλαβαν σχεδόν ολόκληρη τη χώρα, και η γερμανική κυβέρνηση του Ενωμένου Δουκάτου της Βαλτικής, με επικεφαλής τον Αντρίεβς Νιέντρα και με την υποστήριξη του Μπάλτισε Λάντεσβεχρ και της γερμανικής μονάδας Διαίρεση Σιδήρου των Φράικορπς.
 
Οι εσθονικές και λετονικές δυνάμεις νίκησαν τους Γερμανούς στη μάχη του Βέντεν τον Ιούνιο του 1919 και το Νοέμβριο απωθήθηκε μια μαζική επίθεση από μια κυρίως γερμανική δύναμη - τον Δυτικό Ρωσικό Εθελοντικό Στρατό υπό τον Πάβελ Μπέρμοντ-Αβάλοφ. Η Ανατολική Λετονία εκκαθαρίστηκε από τις δυνάμεις του Κόκκινου Στρατού από τα λετονικά και πολωνικά στρατεύματα στις αρχές του 1920 (από την πολωνική προοπτική η μάχη του Νταουγκαβπίλς ήταν μέρος του Πολωνοσοβιετικού πολέμου).
 
Μια ελεύθερα εκλεγμένη Συντακτική Συνέλευση συνήλθε την 1η Μαΐου 1920 και υιοθέτησε ένα φιλελεύθερο σύνταγμα, το Σατβέρσμε, τον Φεβρουάριο του 1922.<ref>Bleiere, p. 155</ref> Το σύνταγμα ανεστάλη εν μέρει από τον Κάρλις Ουλμάνις μετά το πραξικόπημα του το 1934, αλλά αποκαταστάθηκε το 1990. Έκτοτε, τροποποιήθηκε και εξακολουθεί να ισχύει στη Λετονία σήμερα. Με το μεγαλύτερο μέρος της βιομηχανικής βάσης της Λετονίας εκκενωμένο στο εσωτερικό της Ρωσίας το 1915, η ριζική μεταρρύθμιση της γης ήταν το κεντρικό πολιτικό ζήτημα για το νέο κράτος. Το 1897, το 61,2% του αγροτικού πληθυσμού ήταν χωρίς γη και μέχρι το 1936, το ποσοστό αυτό μειώθηκε στο 18%.<ref>Bleiere, p. 195</ref>
 
Μέχρι το 1923, η έκταση της καλλιεργούμενης γης ξεπέρασε το προπολεμικό επίπεδο. Η καινοτομία και η αυξανόμενη παραγωγικότητα οδήγησαν σε ταχεία ανάπτυξη της οικονομίας, αλλά σύντομα υπέφεραν από τις επιπτώσεις της Μεγάλης Ύφεσης. Η Λετονία έδειξε σημάδια οικονομικής ανάκαμψης και το εκλογικό σώμα κινήθηκε σταθερά προς το κέντρο κατά τη διάρκεια της κοινοβουλευτικής περιόδου. Στις 15 Μαΐου 1934, ο Ουλμάνις πραγματοποίησε ένα αναίμακτο πραξικόπημα, εγκαθιδρύνοντας μια εθνικιστική δικτατορία που κράτησε μέχρι το 1940.<ref name="Country profile">{{cite news|url=http://news.bbc.co.uk/2/hi/europe/country_profiles/1108059.stm|title=Timeline: Latvia|publisher=BBC News|date=20 January 2010 |accessdate=5 February 2010}}</ref> Μετά το 1934, ο Ουλμάνις δημιούργησε κυβερνητικές εταιρείες για να αγοράσει ιδιωτικές επιχειρήσεις με στόχο τη "λετονοποίηση" της οικονομίας.<ref>{{cite book|jstor=2119564|author1=Nicholas Balabkins|author2=Arnolds P. Aizsilnieks|title=Entrepreneur in a small country: a case study against the background of the Latvian economy, 1919–1940|url=https://books.google.com/books?id=PwaSAAAAIAAJ|accessdate=19 February 2012|year=1975|publisher=Exposition Press|isbn=978-0-682-48158-8|pages=xiv, 143}}</ref>
 
=== Σοβιετική εποχή (1940-41, 1944-91) ===
[[File:Liepaja December 1941 massacres 01.jpeg|thumb|Λετονοεβραίες γυναίκες και παιδιά φωτογραφημένα πριν την δολοφονία τους στην Λιεπάγια τον Δεκέμβριο του 1941.]]
Το 1944, όταν ο σοβιετικός στρατός έφτασε στη Λετονία, έγιναν βαριές συγκρούσεις στη Λετονία μεταξύ Γερμανικών και Σοβιετικών στρατευμάτων, η οποία κατέληξε σε μια άλλη γερμανική ήττα. Κατά τη διάρκεια του πολέμου, και οι δύο δυνάμεις κατοχής στρατολόγησαν τους Λετονούς στους στρατούς τους, αυξάνοντας έτσι την απώλεια των "ζωντανών πόρων" του έθνους. Το 1944, μέρος της επικράτειας της Λετονίας ήρθε για άλλη μια φορά υπό τον έλεγχο της Σοβιετικής Ένωσης. Οι Σοβιετικοί άρχισαν αμέσως να αποκαταστήσουν το σοβιετικό σύστημα. Μετά τη γερμανική παράδοση, κατέστη σαφές ότι οι σοβιετικές δυνάμεις ήταν εκεί για να παραμείνουν και οι λετονικοί εθνικιστές, που σύντομα εντάχθηκαν στους γερμανούς συνεργάτες, άρχισαν να αγωνίζονται ενάντια στον νέο κατακτητή.<ref>Lumans, pp. 395–396</ref>
 
Γύρω στους 120.000 με 300.000 Λετονούς κατέφυγαν στη Γερμανία και τη Σουηδία.<ref name="autogenerated1">Lumans, p. 349</ref> Οι περισσότερες πηγές υπολογίζουν 200.000 έως 250.000 πρόσφυγες που εγκαταλείπουν τη Λετονία, και ίσως 80.000 με 100.000 από αυτούς συνελήφθησαν από τους Σοβιετικούς ή σε λίγους μήνες αμέσως μετά το τέλος του πολέμου,<ref>Lumans, pp. 384–385</ref> επιστράφηκαν από τη Δύση.<ref>Lumans, p. 391</ref>
Οι σοβιετικοί επανέκτησαν τη χώρα το 1944-45 και ακολούθησαν περαιτέρω απελάσεις καθώς η χώρα κολλεκτιβοποιήθηκε και σοβιετικοποιήθηκε.<ref name="Country profile" />
 
Στις 25 Μαρτίου 1949, 43.000 κάτοικοι της υπαίθρου ("κουλάκοι") και λετονοί πατριώτες ("εθνικιστές") απελάθηκαν στη Σιβηρία στην σαρωτική επιχείρηση Πριμπόι και στις τρεις βαλτικές χώρες, η οποία σχεδιάστηκε και εγκρίθηκε προσεκτικά στη Μόσχα ήδη στις 29 Ιανουαρίου 1949.<ref>{{cite journal|author1=Strods, Heinrihs |author2=Kott, Matthew |year=2002|title=The File on Operation 'Priboi': A Re-Assessment of the Mass Deportations of 1949|journal=Journal of Baltic Studies |volume=33|issue=1|pages= 1–36|doi= 10.1080/01629770100000191}}</ref> Αυτή η επιχείρηση είχε το επιθυμητό αποτέλεσμα να μειώσει την αντι-σοβιετική παρτιζανική δραστηριότητα.<ref name="PBBG">{{cite book|title=Between Giants|last=Buttar|first=Prit|ISBN=9781780961637}}</ref> Ανάμεσα σε 136.000 με 190.000 Λετονοί, ανάλογα με τις πηγές, φυλακίστηκαν ή απελάθηκαν στα σοβιετικά στρατόπεδα συγκέντρωσης (Γκουλάγκ) στα μεταπολεμικά χρόνια, από το 1945 έως το 1952.<ref>Lumans, pp. 398–399</ref> Μερικοί κατάφεραν να ξεφύγουν από τη σύλληψη και να προσχωρήσουν στους αντάρτες.{{Citation needed|date=November 2009}}
[[File:Shack from Gulag - Museum of the Occupation of Latvia.JPG|thumb|Ανακατασκευή ενός δωματίου Γκουλάγκ στο Μουσείο Κατοχής της Λετονίας στη Ρίγα]]
Κατά τη μεταπολεμική περίοδο, η Λετονία έπρεπε να υιοθετήσει σοβιετικές μεθόδους γεωργίας. Οι αγροτικές περιοχές αναγκάστηκαν να μεταβούν στην κολλεκτιβοποίηση.<ref>Bleiere, p. 384</ref> Ένα εκτεταμένο πρόγραμμα για την επιβολή διγλωσσίας άρχισε στη Λετονία, περιορίζοντας τη χρήση της λετονικής γλώσσας σε επίσημες χρήσεις υπέρ της χρήσης της ρωσικής ως κύριας γλώσσας. Όλα τα σχολεία μειονοτήτων (Εβραϊκή, Πολωνική, Λευκορωσική, Εσθονική, Λιθουανική) έκλεισαν αφήνοντας μόνο δύο γλώσσες διδασκαλίας στα σχολεία: τα λετονικά και τα ρωσικά.<ref>Bleiere, p. 411</ref> Αυτό ξεκίνησε μια εισροή εργατών, διαχειριστών, στρατιωτικού προσωπικού και των εξαρτώμενων από αυτούς πρόσωπα από τη Ρωσία και άλλες σοβιετικές δημοκρατίες. Μέχρι το 1959 περίπου 400.000 άνθρωποι έφθασαν από άλλες σοβιετικές δημοκρατίες και ο εθνοτικός πληθυσμός της Λετονίας είχε πέσει στο 62%.<ref>Bleiere, p. 418</ref>
 
Δεδομένου ότι η Λετονία είχε διατηρήσει μια καλά αναπτυγμένη υποδομή και εκπαιδευμένους ειδικούς, η Μόσχα αποφάσισε να στηρίξει μερικές από τις πιο προηγμένες κατασκευές της Σοβιετικής Ένωσης στη Λετονία. Έτσι ξεκίνησε νέα βιομηχανία στη Λετονία, συμπεριλαμβανομένου ενός μεγάλου εργοστασίου εργοστασίων μηχανημάτων RAF στη Γιελγκάβα, ενός εργοστασίου ηλεκτροτεχνίας στη Ρίγα, χημικά εργοστασίων στο Νταουγκαβπίλς, την Βαλμιέρα και το Ολάινε - και ορισμένες μονάδες επεξεργασίας τροφίμων και πετρελαίου.<ref>Bleiere, p. 379</ref> Η Λετονία κατασκεύαζε τρένα, πλοία, μικρά λεωφορεία, μοτοποδήλατα, τηλέφωνα, ραδιόφωνα και συστήματα hi-fi, ηλεκτρικούς κινητήρες και κινητήρες ντίζελ, υφάσματα, έπιπλα, ρούχα, τσάντες και αποσκευές, υποδήματα, μουσικά όργανα, οικιακές συσκευές, ρολόγια, εργαλεία και εξοπλισμό, γεωργικό εξοπλισμό και ένα μακρύ κατάλογο άλλων αγαθών. Η Λετονία είχε τη δική της κινηματογραφική παραγωγή και εργοστάσιο μουσικών δίσκων. Ωστόσο, δεν υπήρχαν αρκετοί άνθρωποι για να λειτουργούν τα νεοσύστατα εργοστάσια. Για να διατηρηθεί και να επεκταθεί η βιομηχανική παραγωγή, ειδικευμένοι εργάτες μετανάστευσαν από όλη τη Σοβιετική Ένωση, μειώνοντας το ποσοστό των εθνοτικών Λετονών στη δημοκρατία.<ref>Lumans, p. 400</ref> Ο πληθυσμός της Λετονίας έφθασε στο αποκορύφωμά του το 1990 σε μόλις 2,7 εκατομμύρια ανθρώπους.
 
=== Αποκατάσταση της ανεξαρτησίας το 1991 ===
Το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '80, ο Σοβιετικός ηγέτης Μιχαήλ Γκορμπατσόφ άρχισε να εισάγει πολιτικές και οικονομικές μεταρρυθμίσεις στη Σοβιετική Ένωση που ονομάζονταν γκλάσνοστ και περεστρόικα. Το καλοκαίρι του 1987, οι πρώτες μεγάλες διαδηλώσεις πραγματοποιήθηκαν στη Ρίγα στο Μνημείο Ελευθερίας - σύμβολο της ανεξαρτησίας. Το καλοκαίρι του 1988, ένα εθνικό κίνημα, το οποίο μετεξελίχθηκε στο Λαϊκό Μέτωπο της Λετονίας, ήταν ενάντια της Ιντερφρόντ. Η Λετονική ΣΣΔ, μαζί με τις άλλες βαλτικές δημοκρατίες, είχε μεγαλύτερη αυτονομία και το 1988 η παλαιά προπολεμική σημαία της Λετονίας επισημοποιήθηκε και πάλι, αντικαθιστώντας τη σημαία της Σοβιετικής Λετονίας ως επίσημη σημαία το 1990.{{citation needed|date=March 2015}}
 
Το 1989, το Ανώτατο Σοβιέτ της ΕΣΣΔ ενέκρινε ψήφισμα για την κατοχή των βαλτικών κρατών, όπου δήλωσε ότι η κατοχή "δεν είναι σύμφωνη με το νόμο" και χωρίς τη "βούληση του σοβιετικού λαού". Οι υποψήφιοι του φιλοανεξαρτησιακού Λαϊκού Μετώπου της Προεδρίας της Λετονίας έλαβαν πλειοψηφία δύο τρίτων Ανώτατο Συμβούλιο στις δημοκρατικές εκλογές του Μαρτίου 1990. Στις 4 Μαΐου 1990, το Ανώτατο Συμβούλιο ενέκρινε τη Διακήρυξη για την αποκατάσταση της ανεξαρτησίας της Δημοκρατίας της Λετονίας και η Λετονική ΣΣΔ μετονομάστηκε σε Δημοκρατία της Λετονίας.<ref name="Imagining">{{Cite book|url=https://books.google.com/books?id=36JG1JBlNroC&dq=latvia+political+history&lr=&source=gbs_navlinks_s|title=Imagining the Nation: History, Modernity, and Revolution in Latvia|last=Eglitis|first=Daina Stukuls|date=2010-11-01|publisher=Penn State Press|isbn=0271045620|language=en}}</ref>
 
Ωστόσο, η κεντρική εξουσία στη Μόσχα συνέχισε να θεωρεί τη Λετονία ως σοβιετική δημοκρατία το 1990 και το 1991. Τον Ιανουάριο του 1991 οι σοβιετικές πολιτικές και στρατιωτικές δυνάμεις προσπάθησαν ανεπιτυχώς να ανατρέψουν τις αρχές της Δημοκρατίας της Λετονίας καταλαμβάνοντας τον κεντρικό εκδοτικό οίκο στη Ρίγα και συγκροτώντας επιτροπή Εθνικής Σωτηρίας για να χρησιμοποιήσει τις κυβερνητικές λειτουργίες. Κατά τη μεταβατική περίοδο, η Μόσχα διατήρησε πολλές κεντρικές σοβιετικές κρατικές αρχές στη Λετονία.<ref name="Imagining" />
 
Παρ΄όλα αυτά, το 73% όλων των κατοίκων της Λετονίας επιβεβαίωσε την ισχυρή υποστήριξή τους για ανεξαρτησία στις 3 Μαρτίου 1991, σε μη δεσμευτικό συμβουλευτικό δημοψήφισμα. Το Λαϊκό Μέτωπο της Λετονίας υποστήριξε ότι όλοι οι μόνιμοι κάτοικοι είναι επιλέξιμοι για τη λετονική ιθαγένεια και αυτό βοήθησε πολλούς εθνοτικούς Ρώσους για να ψηφίσουν για ανεξαρτησία. Ωστόσο, δεν υιοθετήθηκε καθολική υπηκοότητα για όλους τους μόνιμους κατοίκους. Αντ΄αυτού, η ιθαγένεια χορηγήθηκε σε άτομα που ήταν πολίτες της Λετονίας την ημέρα της απώλειας της ανεξαρτησίας τους το 1940, καθώς και για τους απογόνους τους. Κατά συνέπεια, η πλειοψηφία των αλλοδαπών πολιτών δεν έλαβε τη λετονική υπηκοότητα, αφού ούτε αυτοί ούτε οι γονείς τους δεν είχαν γίνει ποτέ πολίτες της Λετονίας, καθιστώντας τους κατοίκους χωρίς υπηκοότητα ή πολίτες άλλων πρώην σοβιετικών δημοκρατιών. Μέχρι το 2011, περισσότεροι από τους μισούς μη πολίτες είχαν λάβει εξετάσεις πολιτογράφησης και έλαβαν τη λετονική ιθαγένεια. Ακόμα, σήμερα στη Λετονία υπάρχουν 290.660 μη-πολίτες, οι οποίοι αντιπροσωπεύουν το 14,1% του πληθυσμού. Δεν έχουν ιθαγένεια οποιασδήποτε χώρας και δεν μπορούν να ψηφίσουν στη Λετονία.<ref>{{cite web|url=http://www.unhcr.org/ibelong/stories-of-statelessness-latvia-and-estonia/|title=Stories of Statelessness: Latvia and Estonia – IBELONG|date=12 January 2015|publisher=}}</ref>
 
Η Δημοκρατία της Λετονίας κήρυξε το τέλος της μεταβατικής περιόδου και αποκατέστησε την πλήρη ανεξαρτησία στις 21 Αυγούστου 1991, μετά το αποτυχημένο σοβιετικό πραξικόπημα.<ref name="FINemb">{{cite web|url=http://www.finland.lv/public/default.aspx?nodeid=38439&contentlan=2&culture=en-US |title=History |publisher=Embassy of Finland, Riga |quote=Latvia declared independence on 21 August 1991...The decision to restore diplomatic relations took effect on 29 August 1991 |date=9 July 2008 |accessdate=2 September 2010}}</ref>
 
[[File:Tratado de Lisboa 13 12 2007 (081).jpg|thumb|Η Λετονία έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης το 2004 και υπέγραψε την συμφωνία της Λισαβόνας το 2007.]]
Το Σαέιμα, το κοινοβούλιο της Λετονίας εκλέχθηκε και πάλι το 1993. Η Ρωσία τερμάτισε τη στρατιωτική της παρουσία ολοκληρώνοντας την απόσυρση των στρατευμάτων της το 1994 και τερματίζοντας το σταθμό ραντάρ Σκρούντα-1 το 1998. Οι κύριοι στόχοι της Λετονίας στη δεκαετία του 1990 ήταν να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ και την Ευρωπαϊκή Ένωση, που επιτεύχθηκαν το 2004. Η Σύνοδος του ΝΑΤΟ του 2006 πραγματοποιήθηκε στη Ρίγα.<ref>{{Cite web|url=http://www.nato.int/docu/pr/2006/p06-150e.htm |title=NATO Press Release |website=www.nato.int |access-date=2017-01-16 |deadurl=yes |archiveurl=https://web.archive.org/web/20140312162903/http://www.nato.int/docu/pr/2006/p06-150e.htm |archivedate=12 March 2014 |df= }}</ref>
 
Οι νόμοι της γλώσσας και της ιθαγένειας έχουν αντιταχθεί από πολλούς ρωσόφωνους. Η ιθαγένεια δεν επεκτάθηκε αυτομάτως στους πρώην σοβιετικούς πολίτες που εγκαταστάθηκαν κατά τη διάρκεια της σοβιετικής κατοχής ή στους απογόνους τους. Τα παιδιά που γεννιούνται από αλλοδαπούς μετά την αποκατάσταση της ανεξαρτησίας αποκτούν αυτόματα την ιθαγένεια. Περίπου το 72% των Λετονών πολιτών είναι Λετονοί, ενώ το 20% είναι Ρώσοι. Λιγότερο από το 1% των μη πολιτών είναι Λετονοί, ενώ το 71% είναι Ρώσοι.<ref>{{cite journal | author = Commercio Michele E | year = 2003 | title = Emotion and Blame in Collective Action: Russian Voice in Kyrgyzstan and Latvia | url = | journal = Political Science Quarterly | volume = 124 | issue = 3| pages = 489–512 }}</ref> Η κυβέρνηση αποεθνικοποίησε την ιδιωτική περιουσία που κατασχέθηκε από τους Σοβιετικούς, και την επέστρεψε ή αποζημίωσε τους ιδιοκτήτες για αυτό, ιδιωτικοποίησε τις περισσότερες κρατικές βιομηχανίες, επαναφέροντας το προπολεμικό νόμισμα. Παρόλο που αντιμετώπισε μια δύσκολη μετάβαση σε μια φιλελεύθερη οικονομία και τον επαναπροσανατολισμό της προς τη Δυτική Ευρώπη, η Λετονία είναι μία από τις ταχύτερα αναπτυσσόμενες οικονομίες στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Το 2014, η Ρίγα ήταν η Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης, το ευρώ εισήχθη ως το νόμισμα της χώρας και ένας Λετονός ονομάστηκε αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Το 2015 η Λετονία κατείχε την προεδρία του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Μεγάλα ευρωπαϊκά γεγονότα γιορτάστηκαν στη Ρίγα, όπως ο Διαγωνισμός Τραγουδιού Eurovision το 2003 και τα Ευρωπαϊκά Βραβεία Κινηματογράφου 2014. Την 1η Ιουλίου 2016 η Λετονία έγινε μέλος του ΟΟΣΑ.<ref>{{cite web |url=http://www.oecd.org/latvia/latvia-accession-to-the-oecd.htm |publisher=[[Organisation for Economic Co-operation and Development|OECD]] |title=Latvia's accession to the OECD |date=1 July 2016 |accessdate=22 July 2016 }}</ref>
 
== Γεωγραφία ==
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Λετονία"