Πατριάρχης Ταράσιος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 27:
|author= Steven Runciman|authorlink=Στήβεν Ράνσιμαν|title=Η Βυζαντινή Θεοκρατία|publisher=Εκδόσεις Δόμος|year=2005|pages=82|isbn= 9607217225}}</ref>).
 
Επελέγη από την [[Ειρήνη η Αθηναία|αυτοκράτειρα Ειρήνη]] να γίνει Πατριάρχης, ενώ ήταν ακόμη λαϊκός. Στη «Χρονογραφία» του [[Θεοφάνης Ομολογητής|Θεοφάνους του Ομολογητού]] αναφέρεται ο ενθρονιστήριος λόγος του Ταρασίου, από τον οποίο συνάγεται ότι δεν αποδέχτηκε εξαρχής το αξίωμα<ref>de Boor, C. (επιμ.), Theophanis Chronographia (Lipsiae 1883), σελ. 458-460</ref>, ισχυριζόμενος ότι δεν θέλει να είναι επικεφαλής μιας Εκκλησίας που είναι σε σχίσμα με τις υπόλοιπες χριστιανικές εκκλησίες<ref name=Runc82/>. Κατέστησε σαφή την πρόθεσή του να εγκαταλείψει την [[Εικονομαχία]], εξελέγη ομόθυμα από τη Σύνοδο<ref name=Runc82/> και χειροτονήθηκε τα Χριστούγεννα του [[784]]. Το γεγονός ότι από λαϊκός έγινε κατευθείαν Πατριάρχης, λαμβάνοντας και τους τρεις βαθμούς της ιεροσύνης, προκάλεσε τη χλιαρή διαμαρτυρία του [[Πάπας Αδριανός Α΄|Πάπα Αδριανού Α΄]] και μερικών μοναχών<ref name=Runc83>{{cite book|author=Steven Runciman|authorlink=Στήβεν Ράνσιμαν|title=Η Βυζαντινή Θεοκρατία|publisher=Εκδόσεις Δόμος|year=2005|pages= 83|isbn= 9607217225}}</ref>, αλλά και έκπληξη στους συγχρόνους του. Η τακτική αυτή πάντως επρόκειτο να επαναληφθεί συχνά στα επόμενα χρόνια<ref name=Runc83/>.
}}</ref>, αλλά και έκπληξη στους συγχρόνους του. Η τακτική αυτή πάντως επρόκειτο να επαναληφθεί συχνά στα επόμενα χρόνια<ref name=Runc83/>.
 
Στα 22 χρόνια της μακράς Πατριαρχίας του πήρε σαφή θέση υπέρ της προσκύνησης των εικόνων, προς την οποία επηρέασε και τους Αυτοκράτορες. Το [[787]] διηύθυνε τις εργασίες της Ζ' Οικουμενικής Συνόδου<ref>{{cite book|author=Αριστείδης Πανώτης|title=Το Συνοδικόν της εν Ελλάδι Εκκλησίας|volume=A|publisher=Εκδόσεις Σταμούλη|year=2008|pages=264|isbn=978-960-8116-17-7}}</ref>, η οποία αναστήλωσε τις εικόνες και όρισε ότι όποιος καταστρέφει εικόνες ή προσπαθεί να παρεμποδίσει την προσκύνησή τους, αφορίζεται<ref>{{cite book|author=Steven Runciman|authorlink=Στήβεν Ράνσιμαν|title=Η Βυζαντινή Θεοκρατία|publisher=Εκδόσεις Δόμος|year=2005|pages=84|isbn=9607217225}}</ref>. Μετά την αναστήλωσή τους, ήρθε σε ρήξη με ζηλωτές μοναχούς, οι οποίοι θεώρησαν ανεπαρκές μέτρο το επιτίμιο ακοινωνησίας ενός έτους, το οποίο ο Ταράσιος επέβαλε στους εικονομάχους επισκόπους. Μάλιστα, μεταξύ των κορυφαίων ζηλωτών, συγκαταλεγόταν και ο ανιψιός του Ταρασίου, [[Άγιος Θεόδωρος ο Στουδίτης|Θεόδωρος]], ηγούμενος της [[Μονή Στουδίου|Μονής Στουδίου]].
 
Το [[795]] ξέσπασε νέα σύγκρουσή του με τους μοναστικούς κύκλους, με αφορμή αυτή τη φορά το δεύτερο γάμο του νεαρού αυτοκράτορα [[Κωνσταντίνος ΣΤ'|Κωνσταντίνου ΣΤ']]. Ο Κωνσταντίνος αποφάσισε να παντρευτεί για δεύτερη φορά, καθώς η πρώτη του σύζυγος ήταν επιλογή της μητέρας του, [[Ειρήνη η Αθηναία|Ειρήνης]]. Ο Ταράσιος δεν τέλεσε μεν τον γάμο, αλλά και δεν αφόρισε τον ιερέα που τον τέλεσε<ref name=Runc86>{{cite book|author=Steven Runciman|authorlink=Στήβεν Ράνσιμαν|title=Η Βυζαντινή Θεοκρατία|publisher=Εκδόσεις Δόμος|year=2005|pages=86|isbn=9607217225}}</ref>. Ο Πλάτων, ηγούμενος της μονής Σακκουδίωνος, και ο Θεόδωρος Στουδίτης τον κατηγόρησαν για την διαλλακτική αυτή στάση του ως προς το γάμο, χαρακτηρίζοντάς την ως αποδοχή μοιχείας. Ο αυτοκράτορας εξόρισε και τους δύο στη [[Θεσσαλονίκη]]. Η έριδα, γνωστή ως «περί μοιχείας σχίσμα<ref name=Runc86/>» έληξε το [[797]], όταν η Ειρήνη ανέλαβε ξανά την εξουσία, αφού τύφλωσε τον γιο της Κωνσταντίνο ΣΤ΄. Έτσι, ο Πλάτων και ο Θεόδωρος επέστρεψαν από την εξορία και ο Ταράσιος έστειλε επιστολή στον Πλάτωνα, καλώντας τον σε ενότητα.
Γραμμή 39 ⟶ 38 :
 
== Παραπομπές ==
{{Παραπομπές|2}}
<references />
 
== Πηγές ==