Εκπαίδευση των Ελλήνων στην Οθωμανική Αυτοκρατορία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 56:
==Κοινωνικοϊδεολογική περιοδολόγηση της εκπαίδευσης των Ελλήνων κατά την οθωμανική περίοδο==
 
Ως το τέλος του 17ου αιώνα δεν υπάρχει στις ελληνικές χώρες παρά μια ανώτατη σχολή, η πατριαρχική σχολή της Κωνσταντινουπόλεως, δημιούργημα της Εκκλησίας. Τον 18ο αιώνα βλέπουμε να δημιουργούνται άλλες ανώτατες σχολές. Μεσαίες και ανώτερες σχολές δημιουργούνται εκεί που αναπτύσσσονται πόλεις αλλά όχι όπου υπάρχει αναπτυγμένη πλούσια αστική εμπορευματική τάξη (Θεσσαλονίκη, Καβάλα) αλλά στα Ιωάννινα, στη Μοσχόπολη στις Κυδωνιές. Εξαιρείται η Σμύρνη.<ref>[[ Νίκος Σβορώνος]], «Κοινωνικές δομές και πολιτιστική ανάπτυξη των πόλεων στον Ελληνικό χώρο κατά την Τουρκοκρατία», στο: Άμητος Στη μνήμη Φώτη Αποστολόπουλου, εκδ. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα, 1984, σελ.335</ref> Η Εκκλησία είναι ο θεσμός που δεν αφήνει και τυπικά και ουσιαστικά να εξαφανιστεί η εκπαιδευτκκη δραστηριότητα επειδή και η ίδια έχει ζωτική ανάγκη από ανθρώπινο δυναμικό-και μάλιστα πολυάριθμο-προκειμένου να ανταποκροθεί στην αποστολή της.<ref>Νίκος Τερζής, «Σκέψεις για την ελληνική εκπαίδευση κατά την Οθωμανική περίοδο, με έμφαση στον ανώτερο κύκλο σπουδών της Πατριαρχικής Σχολής Κωνσταντινουπόλεως (1759-1821). Μια νέα σκοπιά σε παλαιό ζήτημα.» στο:Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Φιλοσοφική Σχολή τμήμα Φ.Π.ψ. Σύγχρονα παιδαγωγικά και εκπαιδευτικά θέματα-χαριστήριος τόμος στον ομότιμο καθηγητή Ιωάννη Μαρκαντώνη, Gytenberg, Αθήνα, 2007, σελ.63</ref> Σύμφωνα με την ιστορικό Αφροδίτη Αθανασοπούλου, τα εκπαιδευτικά πράγματα των υπόδουλων Ελλήνων στην τουρκοκρατία διακρίνονται σε τρεις φάσεις: η πρώτη (16ος-17ος αι.) είναι η του θρησκευτικού ουμανισμού κατά την οποία κυριαρχεί η εκλαΐκευση της θεολογικής γνώσης, στην δεύτερη (18ος αι.) οι Φαναριώτες ελέγχουν και προωθούν την εκκοσμίκευση την παιδείας. Υιοθετώντας την πολιτική θεωρία του Διαφωτισμού προωθούν την ευνομούμενη πολιτεία (δεσποτεία) στις ηγεμονίες τους. Τέλος στην τρίτη φάση με την άνοδο της ελληνικής εμπορικής-αστικής τάξης οι εκπαιδευτικές αντιλήψεις των φιλελεύθερων αστών ριζοσπαστικοποιούνται έχοντας ως προτάγματα την πολιτική χειραφέτηση και την εθνική παλιγγενεσία.<ref>Αφροδίτη Αθανασοπούλου, «“Σκοτάδι πνευματικό σκέπασε την Ελλάδα…”: Διαβάζοντας για την παιδεία επί Τουρκοκρατίας στα σχολικά εγχειρίδια Ιστορίας της Δευτεροβάθμιας Εκπαίδευσης», Η Διδακτική της Ιστορίας στην Ελλάδα και η έρευνα στα σχολικά εγχειρίδια, Πρακτικά Επιστημονικού Συνεδρίου, επιμ. Αντρέας Π. Ανδρέου, εκδ.Μεταίχμιο, Αθήνα,2008,σελ.18-19[http://www.academia.edu/1139368/%CE%9A%CF%81%CF%85%CF%86%CF%8C_%CE%A3%CF%87%CE%BF%CE%BB%CE%B5%CE%B9%CF%8C][[Κωνσταντίνος Δημαράς]], «Δέκα χρόνια Ελληνικής παιδείας στην ιστορική τους προοπτική: 1791-1800», στο: του ιδίου, Νεοελληνικός Διαφωτισμός, εκδ.Ερμής, Αθήνα, 1977, σελ.261</ref><ref>Σοφία Ηλιάδου-Τάχου – Ανδρέας Ανδρέου,« Οι δομές της παιδείας στα «κρυφά σχολειά» (1453-1912). Από το μύθο στην επιστημονική προσέγγιση της Ελληνικής παιδείας την περίοδο της Οθωμανοκρατίας», ΚΘ΄ ΠΑΝΕΛΛΗΝΙΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ ΣΥΝΕΔΡΙΟ 16-18 Μαΐου 2008, Θεσσαλονίκη, 2009, σελ.97</ref><ref>{{efn|Η κατεύθυνση και το περιεχόμενο της εκπαίδευσης προσδιορίστηκε από τις διαφορετικές και αλληλοσυγκρουόμενες αξιώσεις των διαφόρων κοινωνικών ομάδων: των εμπόρων που δραστηριοποιούνταν στη Δύση από τη μια και των μελών των χριστιανικών συντεχνιών της οθωμανικής αυτοκρατορίας από την άλλη, της επίσημης ιεραρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου από την μια και ορισμένων μονών από την άλλη, των φαναριωτών διανοουμένων από την μια και των κοτσαμπάσηδων από την άλλη.Νεοκλής {{harv|Σαρρής, Οσμανική πραγματικότητα|σ=388}}. Συστημική παράθεση δομών και λειτουργιών. II Η δοσιματική διοίκηση, εκδ.Αρσενίδης, χ.χ., σελ. 388</ref>}} Η επένδυση τεράστιων χρηματικών ποσών στην εκπαίδευση, συνιστά πράξη και επιλογή πολιτική, επισημαίνει ο [[Νεοκλής Σαρρής]] και ο ρυθμός αύξησης αυτής της μορφής των επενδύσεων συσχετίζεται με τον κοινωνικοοικονομικό μετασχηματισμό που διαφοροποιεί την ελληνική εθνική κοινότητα από την μουσουλμανική.{{sfn|Σαρρής|σ=397}} Έτσι π.χ στα νησιά του Αιγαίου που παρουσιάζουν έντονα στοιχεία αστικής οικονομίας (εμπόριο και ναυσιπλοΐα) από τα 40 σχολεία που είναι μέχρι τώρα καταγεγραμμένα ένα ή δύο τοποθετούνται τον 16ο αι, δύο ή τρία απότον 17ο αι., ενώ τα υπόλοιπα είναι τον 18ο αι. (35 περίπου) Από αυτά τα 15 είναι ιδρυμένα από την Εκκλησία και τα 20 από τις Κοινότητες με τη βοήθεια πλούσιων μαικήνων. Στη Θεσσαλία από τα 32 σχολεία μόνο τα 5 είναι τον 16ο και 17ο αι. και αυτά ιδρυμένα από την Εκκλησία ενώ τα άλλα 27 είναι ιδρυμένα τον 18ο αι. Στην Πελοπόννησο , αγροτική περιοχή, έχουν επισημανθεί 114 σχολέια περίπου έως τις αρχές του 19ου αι. Τα 49 είναι ιδρυμένα πριν την Καποδιστριακή περίοδο εκ των οποίων τα 7 τοποθετούνται στους 16ο και 17ο αιώνα με Εκκλησιαστική πρωτοβουλία ενλω τα 42 δεν είναι παλαιότερα του 18ου και 19ου αι. και την πρωτοβουλία της ίδρυσής τους μοιράζονται η Εκκλησία με τις Κοινότητες, ενώ τα χρηματοδοτούν πλούσιοι Πελοποννήσιοι της διασποράς.<ref>[[ Νίκος Σβορώνος]], «Κοινωνικές δομές και πολιτιστική ανάπτυξη των πόλεων στον Ελληνικό χώρο κατά την Τουρκοκρατία», στο: Άμητος Στη μνήμη Φώτη Αποστολόπουλου, εκδ. Κέντρο Μικρασιατικών Σπουδών, Αθήνα, 1984, σελ.336</ref>Τέλος στην [[Ήπειρος| Ήπειρο]] κατά τους 17ο και 18ο αι. λειτουργούσαν 30 περίπου ''κοινά'' σχολεία.<ref>Λέανδρος Βρανούσης, Βασίλειος Σφυρόερας, «Η απογείωση της πνευματικής δημιουργίας στην Ήπειρο», Ιστορικοί Ελληνικοί χώροι: Ήπειρος, Εκδοτική Αθηνών, Αθήνα, 1997, σελ.268</ref>
 
Στις αλύτρωτες περιοχές μετά τη δημιουργία του Ελληνικού κράτους ωστόσο, σημειώνεται μεγάλη κοινωνική κινητικότητα: τόσο στην Κωνσταντινούπολη όσο και σε άλλες μεγάλες πόλεις (Θεσσαλονίκη,Μικρά Ασία) μια ''εγγράμματη κοινότητα'' με σπουδές στη Δύση ή και στην Ελλάδα η οποία διά της παιδείας επιθυμεί να καλλιεργηθεί «η συνείδηση ταυτότητας και η συνείδηση επαφής και εξομοίωσης με την Ευρώπη»<ref>Σία Αναγνωστοπούλου, Μικρά Ασία: 19ος αι. 1919. Οι Ελληνορθόδοξες κοινότητες. Από το Μιλλέτ των Ρωμιών στο Ελληνικό Έθνος, εκδ.Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 1997, σελ.293</ref> Έτσι ευνοείται η ανάμειξη λαϊκών στην παιδεία.
Γραμμή 275:
 
==Οικονομικοί πόροι==
Για τα έξοδα συντήρησης και λειτουργίας των σχολείων δεν συμμετείχαν ούτε το επίσημο κράτος- αφού η Οθωμανική εξουσία δεν μεριμνούσε για την εκπαίδευση των μη μουσουλμάνων υπηκόων της-ούτε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, επειδή αν και συνιστούσε τον μοναδικό επίσημο φορέα που είχε αναλάβει την ευθύνη της εκπαίδευσης των υπόδουλων Ελλήνων, για διάφορους λόγους αντιμετώπιζε οικονομική δυσπραγία. Η πρώτη κύρια πηγή ήταν οι ''δωρεές''.<ref>{{efn|Σχολιάζει ο Νεοκλής Σαρρής,: «Από που προέρχεται το κεφάλαιο που αφιερώνουν οι πλούσιοι Έλληνες για να ιδρύσουν ή να συμβάλουν στην ίδρυση σχολείου; [...]Συνηθέστερο είναι το εμπόριο,[...] η εκμετάλλευση του κάποιου κεφαλαίου από συγκεκριμένο επάγγελμα, κυρίως χειροτέχνη/τεχνίτη, η τοκογλυφία, οι προμήθειες στο στρατό εφοδίων/τροφίμων, η συνεργασία με παράγοντες της οσμανικής στρατογραφειοκρατείας σε κερδοφόρα εκμετάλλευση φορολογικών εσόδων κλπ», Νεοκλής {{harv|Σαρρής, Οσμανική πραγματικότητα|σσ=387–388}}. Συστημική παράθεση δομών και λειτουργιών. II Η δοσιματική διοίκηση, εκδ.Αρσενίδης, χ.χ., σελ.387-388</ref>}} Σημαντικά ποσά διατίθονταν από εύπορους Έλληνες της διασποράς<ref>Δες την περιπτωση των Ελλήνων της Βενετίας: Γ.Σ. Πλουμίδης, «Σχολεία στην Ελλάδα συντηρούμενα από κληροδοτήματα των Ελλήνων της Βενετίας (1663-1797)», Θησαυρίσματα τομ.9 (1972), σελ236-249</ref> και του εσωτερικού για την ίδρυση σχολείων στην γενέτειρά τους<ref>Έτσι ο ξενιτεμένος στη Λειψία Κοζανίτης έμπορος Δημ. Εμμ. Παγούνης πεθαίνοντας άκληρος κληροδοτεί στην πατρίδα του το σπίτι του και τα απαιτούμενα κεφάλαια για την ίδρυση ενός σχολείου που λειτουργεί ως το 1798 Απόστολος Βακαλόπουλος, Ιστορία της Μακεδονίας, 1354-1833,εκδ.Βάνιας, Θεσσαλονίκη, 1992, σελ.407 ή δες την περίπτωση του Μάνου Γγιόνμα Κωνσταντίνος Μέρτζιος, «H Σχολή του Γγιόνμα», Ηπειρωτικά Χρονικά, τομ. 13 (1938), σελ.112-113</ref> ή σε άλλες υπόδουλες περιοχές.<ref>{{efn|Ο Βαρβάκης μολονότι καταγόταν από τα Ψαρά και ο ίδιος ήταν αγράμματος,φρόντισε να ιδρύσει το 1821 σχολείο στη Συνασό της Καππαδοκίας, να ενισχύσει την Αθωνιάδα σχολή. Νεοκλής {{harv|Σαρρής, Οσμανική πραγματικότητα|σ=397}}. Συστημική παράθεση δομών και λειτουργιών. II Η δοσιματική διοίκηση, εκδ.Αρσενίδης, χ.χ., σελ.397</ref>}} Έτσι έχουμε τα μισά ελληνικά σχολεία μέσης και ανώτερης βαθμίδας να έχουν ιδρυθεί από δωρεές.{{sfn|Χατζόπουλος|σσ=313–315}} Στην κατηγορία των δωρεών ανήκει η ακίνητη περιουσία-κυρίως καλλιεργήσιμες γαίες-για την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών με την εκμίσθωση των γαιών. Στην κατηγορία των γαιών ανήκουν και τα διάφορα ποσά που κατά διαστήματα Έλληνες του εξωτερικού, ανώτεροι κληρικοί και αρκετοί Φαναριώτες ηγεμόνες<ref> Ο Μανωλάκης Υψηλάντης ευεργετεί μια σχολή στην Πάτμο. Ν. Iorga, Το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο,μτφρ.Γιάννης Καράς, εκδ.Gutenberg, Αθήνα, 1985, σελ. 218</ref> παρέχονταν σε ετήσια βάση για τη μισθοδοσία δασκάλων, χορήγηση υποτροφιών, αγορά βιβλίων. Η δεύτερη πηγή οικονομικής ενίσχυσης ήταν η ''τοπική εκκλησία''. Έπρεπε προηγουμένως να αναγνωριστούν τα σχολεία ως ''κοινά παιδευτήρια''μέσω του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Σε αυτήν την περίπτωση οι τοπικοί μητροπολίτες παρείχαν τα έσοδα ενός ή περισσότερων ναών. Ανάλογη βοήθεια έδιναν και μοναστήρια πάντα σε σύμφωνη γνώμη με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως συνέβη στη σχολή της Δημητσάνας, στη σχολή Ντέκα της Αθήνας και στη σχολή Γκιόνμα των Ιωαννίνων.{{sfn|Χατζόπουλος|σσ=315–316}} Επίσης βοηθούσαν οικονομικά και Πατριαρχεία της Ανατολής, όπως των Ιεροσολύμων τη Σχολή Καστριώτη στην Καστοριά.<ref>Ο Χρύσανθος Ιεροσολύμων στα 1715 καταθέτει 1092 δουκάτα στην ''τζάκα'' -τραπεζα-της Βενετίας για όφελος της Σχολής.Δημήτρης Σκρέτας, «Μετόχια και σχολεία του Παναγίου Τάφου στη Μακεδονία», Παρνασσός, τομ.50 (2008),σελ.180</ref> Η τρίτη σημαντική πηγή χρηματοδότησης ήταν οι ''κοινότητες'': με μορφή έκτακτων επιχορηγήσεων και τακτικής ενίσχυσης με την επιβολή ειδικού κοινοτικού φόρου ή δασμού σε συγκεκριμένα προϊόντα. Ο ρόλος των κοινοτήτων στα εκπαιδευτικά πράγματα αναπτύσσεται κυρίως στα τέλη του 18ου αιώνα και στις αρχές του 19ου όταν αρχίζει ένας λανθάνον ανταγωνισμός με την Εκκλησία.{{sfn|Χατζόπουλος|σσ=316–317}} Οι παροικιακές κοινότητες του εξωτερικού με τη σειρά τους επέβαλαν ειδικούς φόρους και δασμούς για τη συντήρηση των σχολείων τους επειδή τα σχολεία ιδρύονταν από το συλλογικό όργανο που διοικούσε τις κοινότητες, τα έσοδα των ορθοδόξων ναών στις παροικίες δεν επαρκούσαν για τη συντήρησή τους, ενώ, οι επίσημες αρχές της χώρας υποδοχής τους δεν ενδιαφέρονταν να ενισχύσουν οικονομικά τα ελληνικά σχολεία.{{sfn|Χατζόπουλος|σ=318}} Η τέταρτη πηγή εσόδων ήταν οι διάφορες ''επαγγελματικές συσσωματώσεις (συντεχνίες)<ref>Μεταξύ των συνδρομητών για την ανοικοδόμηση της Ακαδημίας της Μοσχόπολης ήταν και οι Συντεχνίες της πόλης με τη δωρεά 312.000 άσπρων. Θεόφραστος Γεωργιάδης, Μοσχόπολις, Έκδοσις Συλλόγου προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων, Αθήναι, 1975, σελ.42</ref> των βιοτεχνών ή των εμπόρων'' της πόλης που έδρευε το σχολείο. Κυρίως περιστασιακά ενίσχυαν τα σχολεία κι όχι επίσημα ή τακτικά.{{sfn|Χατζόπουλος|σσ=318–319}} Μια πέμπτη πηγή εσόδων ήταν ο δανεισμός κεφαλαίων που διέθετε το σχολείο στην ελεύθερη αγορά με τόκο με σκοπό την κάλυψη των λειτουργικών αναγκών τους.<ref>{{efn|Η Σχολή Μονεμβασιάς είχε κεφάλαιο 2500 γρόσια δανεισμένα με τόκο 10% το χρόνο. Από τα 250 γρόσια που απέφεραν οι τόκοι τα 150 αφορούσαν ετήσιο μισθό του δασκάλου. Στο Μυστρά το σχολείο δάνειζε 2000 γρόσια. Νεοκλής {{harv|Σαρρής, Οσμανική πραγματικότητα. Συστημική παράθεση δομών και λειτουργιών. II Η δοσιματική διοίκηση, εκδ.Αρσενίδης, χ.χ.,|σελ=391}}. 391</ref>}}
 
===Τα δίδακτρα===
Τα ''δίδακτρα'' συνιστούσαν μια ακόμα πηγή εσόδων των σχολείων. Τα κατέβαλαν οι ευπορώτεροι αλλά γενικά ίσχυε η δωρεάν φοίτηση.{{sfn|Χατζόπουλος|σ=319}} Στα Τρίκαλα Κορινθίας είχε απαγορευθεί στον δάσκαλο να εισπράττει δίδακτρα και η διαφορά καλυπτόταν από ειδικές εισφορές των κατοίκων.{{sfn|Σαρρής|σ=393}} Για τους αυτοσχέδιους δασκάλους λαϊκούς ή κληρικούς ίσχυαν αμοιβές σε είδος: σε διαθήκη που συντάσσει μια χήρα μητέρα το 1759 προνοεί για την αμοιβή του ιερέα-δασκάλου του παιδιού της, ''ένα ζωνάρι κρεμεζί'' ή ''δυο τζεκίνια.''<ref>Ρόδη Σταμούλη, «Ο αλφαβητισμός στην Πρέβεζα κατά τον 18ο αιώνα (1742-1784)», Ο Ερανιστής, τομ. 17 (1981), σελ.89,υποσ.10</ref>
Γραμμή 335 ⟶ 336 :
* [[Έλληνες λόγιοι της Αναγέννησης]]
* [[Κρυφό σχολειό]]
 
==Σημειώσεις==
{{notelist}}
 
==Παραπομπές==