Μαρσέλ Προυστ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
χωρίς παραπομπές
Ignoto (συζήτηση | συνεισφορές)
έλεος
Γραμμή 29:
Το 1882, σε ηλικία έντεκα ετών, ο Προυστ μαθήτευσε στο λύκειο Κοντορσέ αλλά η εκπαίδευσή του διακόπηκε εξαιτίας της ασθένειάς του. Ωστόσο διακρίθηκε στην λογοτεχνία, κερδίζοντας ένα βραβείο στην τελευταία τάξη. Χάρη στους συμμαθητές του, ήταν σε θέση να αποκτήσει πρόσβαση σε μερικά από τα σαλόνια της ανώτερης αστικής τάξης τα οποία του παρείχαν άφθονο υλικό για το ''Αναζητώντας τον Χαμένο Χρόνο''. Συνέχισε τις σπουδές του στην Σχολή Πολιτικών Επιστημών, κατά την διάρκειά τους δημοσίευε χρονογραφήματα σε περιοδικά. Το πρώτο επίσημο έργο του εκδόθηκε το [[1896]] με πρόλογο του [[Ανατόλ Φρανς]] και με τον τίτλο «Οι ηδονές και οι ημέρες».
 
Παρά τα προβλήματα υγείας του, ο Προυστ υπηρέτησε έναν χρόνο (1889-90) στον γαλλικό στρατό, στην Ορλεάνη, μια εμπειρία που του χάρισε ένα μεγάλο επεισόδιο στο τρίτο βιβλίο του μυθιστορήματός του. Ως νέος άνδρας, ο Προυστ ήταν ένας ορειβάτης της κοινωνίας αλλά οι φιλοδοξίες του ως συγγραφέα παρεμποδίστηκαν από την έλλειψη αυτοπειθαρχίας του. Η φήμη του ως σνομπ και ερασιτέχνης, που είχε εκείνη την εποχή, συνέβαλε στα μελλοντικά προβλήματα που συνάντησε κατά την συγγραφή του πρώτου βιβλίου ''Από την πλευρά του Σουάν'', το οποίο δημοσιεύτηκε το 1913. Εκείνη την περίοδο συμμετείχε στα λογοτεχνικά σαλόνια της κυρίας Στράους, χήρας του Ζορζ Μπιζέ και μητέρας του παιδικού του φίλου Ζακ Μπιζέ, της Μαντλέν Λεμαίρ και της κυρίας Αρμάν ντε Καγιαβέτ, ενός από τα μοντέλα της κυρίας Βερντυρέν και μητέρας του φίλου του Γκαστόν Αρμάν ντε Καγιαβέτ, με την αρραβωνιαστικιά του οποίου (Ζαν Πουκέ) ήταν ερωτευμένος. Χάρη στην κυρία Αρμάν ντε Καβαγιέτ, ο Προυστ γνωρίστηκε με τον Ανατόλ Φρανς, τον εραστή τουτης.
 
Σε ένα άρθρο το 1892, που είχε τίτλο "Η μη θρησκεία του κράτους" (L'Irréligion d'État) και δημοσιεύτηκε στο Le Banquet, και στο άρθρο στο Le Figaro (1904) με τίτλο "Ο θάνατος των καθεδρικών ναών" (La mort des cathédrales), ο Προυστ τάχθηκε υπέρ του διαχωρισμού εκκλησίας και κράτους δηλώνοντας ότι ο σοσιαλισμός αποτελούσε την μεγαλύτερη απειλή στην κοινωνία από ότι η εκκλησία και τονίζοντας τον ρόλο της τελευταίας στην διατήρηση μιας πολιτιστικής και εκπαιδευτικής παράδοσης.