Πορδή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αναστροφή της επεξεργασίας από τον 2A02:2149:8444:1900:3961:10AC:BE9:717A (συνεισφ.),...
Τα έσβησα όλα
Γραμμή 1:
[[Αρχείο:The_Papal_Belvedere.jpg|μικρογραφία|311x311εσ|Γερμανοί αγρότες απαντούν με πορδές σε μια παπική βούλα του [[Πάπας Παύλος Γ΄|Πάπα Παύλου Γ']]  για τον Λούθηρο, απ' την οποία βγαίνουν φλόγες της κόλασης. Ξυλογραφία του Lucas Cranach, 1545. ]]
'''Πορδή'''  είναι η κοινή λέξη που χρησιμοποιείται σε σχέση με τον [[Αέρια εντέρου|μετεωρισμό]] και την παραγωγή αερίων από το κατώτερο πεπτικό σύστημα. Συνώνυμο (χυδαϊστί) της λ.  ''κλανιά. ''Το αντίστοιχο ρήμα στην αρχαία και την καθαρεύουσα είναι ''πέρδομαι''.   
 
== Ετυμολογία ==
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Πορδή"