Τραϊανούπολη: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 15:
 
==Ιστορία==
 
===Ρωμαϊκοί χρόνοι===
Η Τραϊανούπολη ιδρύθηκε στις αρχές του 2ου μ. Χ. αιώνα από τον αυτοκράτορα [[Τραϊανός|Τραϊανό]] (98 -117 μ. Χ.), στο πλαίσιο της επαρχιακής και αστικής πολιτικής του που απέβλεπε στην αστικοποίηση της Θράκης. Η πόλη χτίστηκε στη θέση αρχαίου θρακικού πολίσματος, σύμφωνα με το πρότυπο της ελληνικής «πόλης-κράτους» και την ελληνιστική μέθοδο του «συνοικισμού», που σήμαινε ότι στην ίδρυσή της είχαν συνεισφέρει δημογραφικά όλες οι θρακικές κώμες της γύρω περιοχής. Σύντομα η Τραϊανούπολη αναδείχτηκε σε μια από τις σημαντικότερες πόλεις της Θράκης, γνωρίζοντας μάλιστα ιδιαίτερη ακμή επί [[Διοκλητιανός|Διοκλητιανού]] (Τετραρχίας) ως πρωτεύουσα της επαρχίας Ροδόπης. Από τα σωζόμενα ερείπια, την επιφανειακή κεραμική και διάφορα άλλα ευρήματα (όπως π.χ. τάφοι) εξάγεται το συμπέρασμα ότι η πόλη, οχυρωμένη με τείχος στα υστερορωμαϊκά χρόνια, ήταν χτισμένη στη νότια πλαγιά του οχυρού λόφου του «Αγίου Γεωργίου» και εκτεινόταν νοτιοανατολικά ως το ρέμα «Τσάι», όπου τα σημερινά Λουτρά<ref>Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορική γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, Θεσσαλονίκη 2005, σ. 108-109</ref>.
 
Όσον αφορά την επιλογή της θέσης της, φαίνεται πως βασικό κριτήριο ήταν, εκτός από την ύπαρξη ιαματικών πηγών, η εξαιρετική συγκοινωνιακή της σημασία στο οδικό δίκτυο της Βαλκανικής και γενικότερα της Ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Συγκεκριμένα από δω περνούσε υποχρεωτικά από την πρώιμη ακόμη αρχαιότητα ένας πολύ σπουδαίος δρόμος που συνέδεε την Ανατολή με τη Δύση - πρόκειται για το δρόμο που είχε χρησιμοποιήσει ο [[Ξέρξης]] κατά την εκστρατεία του στην Ελλάδα. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, από το νοτιοανατολικό άκρο της πόλης διερχόταν η [[Εγνατία Οδός|Εγνατία οδός]] και υπήρχε σε αυτή ρωμαϊκός σταθμός, που βρισκόταν, σύμφωνα με τα Οδοιπορικά, ανάμεσα στους σταθμούς ''Τέμπυρα'' και ''Δύμη''<ref>Δ. Κ. Σαμσάρης, Ιστορική γεωγραφία της Δυτικής Θράκης κατά τη ρωμαϊκή αρχαιότητα, σ. 109-110</ref>.
 
Η Τραϊανούπολη ως πόλη ελληνικού τύπου διέθετε δική της «χώρα» (αστική περιφέρεια), η οποία, όσο μπορεί να κρίνει κανείς από τη μορφολογία του εδάφους, θα πρέπει να εκτεινόταν από τους ανατολικούς πρόποδες της οροσειράς της Ροδόπης ως τον [[Έβρος (Θράκη)|Έβρο ποταμό]]. Βόρεια πάλι τα όριά της πιθανόν να έφταναν λίγο βορειότερα από το σημερινό Σουφλί και νότια ως τα όρια της «ιεράς χώρας» των Σαμοθρακών. Σχετικά με την οικιστική οργάνωση της «χώρας» της, εξαιρετικό ενδιαφέρον παρουσιάζει η ανεύρεση ενός μιλιαρίου (202 μ.Χ.), στο οποίο αναγράφεται ένας πλήρης κατάλογος με τα ονόματα των γύρω κωμών. Παρά τις φθορές της επιγραφής, αναγνωρίζονται στον κατάλογο τα ονόματα πέντε κωμών : ''Κελερβα (ή Κελεββαι), Ρούπτουλος, Πυλεμωλος, Κορσαντος, Στρύμη''<ref>Δ. Κ. Σαμσάρης, ό. π., σ. 110-113</ref>.
 
===Βυζαντινοί και νεότεροι χρόνοι===
Γραμμή 29 ⟶ 28 :
Μετά την κατάληψη της [[Κωνσταντινούπολη]]ς από τους Φράγκους το [[1204]], η «επίσκεψις Τραϊανουπόλεως, Μάκρης και Βήρας (Φερών)» παραχωρήθηκε στον ανηψιό του [[Γοδεφρείδος Βιλλαρδουίνος|Βιλλεαρδουίνου]], τον ''Anseau de Courcelles'' και εκλατινίστηκε. Δύο χρόνια αργότερα, το [[1206]], ο τσάρος των Βουλγάρων Ιωαννίτζης άρχισε να λεηλατεί και να γκρεμίζει τις θρακικές πολιτείες, μεταξύ των οποίων και η Τραϊανούπολη<ref>Ο Γεώργιος Ακροπολίτης αναφέρει (Χρονική Συγγραφή, Bonnae, 1835): ''Κατέσκαψε γουν εκ βάθρων αυτών την Φιλιππούπολιν, (...) είτα τας άλλας πόλεις, την Ηράκλειαν, το Πάνιον, την Ραιδεστόν, Χαριούπολιν, Τραϊανούπολιν, Κλυδιούπολιν, Μονυσούπολιν Περιθεώριον και άλλας πολλάς, ας αριθμείν ου χρεών.''</ref>.
 
Το [[1329]] μια στρατιά Τούρκων από την περιοχή της [[Σμύρνη|Σμύρνης]] αποβιβάζεται με εβδομήντα πλοία στην περιοχή του δέλτα του Έβρου και λεηλατεί την Τραϊανούπολη και τη γειτονική Βήρα. Ο Αυτοκράτορας [[Ανδρόνικος Γ']], ο οποίος βρισκόταν στο οχυρωμένο [[Διδυμότειχο]] μαζί με τον Μεγάλο Δομέστικο [[Ιωάννης ΣΤ'|Ιωάννη Καντακουζηνό]], κατάφερε να τους διαλύσει, αλλά μάλλον όχι να αποτρέψει την οριστική εγκατάλειψη της πόλης. Ακολούθησε εμφύλιος πόλεμος (από [[1341]] έως το [[1346]]) μεταξύ της χήρας του Ανδρονίκου Άννας της Σαβοΐας και του Ιωάννη Καντακουζηνού (με Τούρκους συμμάχους) και η Τραϊανούπολη βρέθηκε στο επίκεντρο των συγκρούσεων. Μετά τη λήξη του πολέμου αυτού, η πόλη ερημώνεται οριστικά. Χαρακτηριστικά, ο ιστορικός του Καντακουζηνού αναφέρει: «''εις Τραϊανούπολιν κατεσκαμμένην ούσαν εκ πολλών ετών (...)''»<ref>Βασιζόμενος στην αναφορά αυτή, του χαρακτηρισμού της ως «κατεστραμμένης εκ πολλών ετών» από τον ιστορικό του Καντακουζηνού, ο [[Στίλπων Κυριακίδης]], στο βιβλίο του «περί την Ιστορίαν της Θράκης» (Θεσσαλονίκη 1960, σελ. 57) προσδιορίζει την καταστροφή περί το [[1343]].</ref>.
 
Στη διάρκεια της [[Τουρκοκρατία]]ς αναφέρεται η ύπαρξη του «''τεκέ του Ισικλάρ ή Νεφές Μπαμπά''» που υπήρχε στο γειτονικό ύψωμα του Αγίου Γεωργίου. Χτίστηκε πιθανόν περί το [[1361]] και ήταν ο πυρήνας μια δραστήριας μονής του δερβίσικου τάγματος των [[Μπεκτασί Ντερβίς|Μπεκτασήδων]] με 40 ή 50 μύστες. Σήμερα διασώζονται μόνο χαλάσματα του τεκέ και μια πηγή, της οποίας τα νερά οι μουσουλμάνοι εξακολουθούν να θεωρούν ιερά.