Μετατόπιση συμφώνων στις γερμανικές γλώσσες: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ μβελτιώσεις
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Γραμμή 65:
* '''Διατήρηση αήχων κλειστών – Ο νόμος των Sievers & Jespersen'''
 
Ενώ αναμενόταν ότι τα ΠΙΕ άηχα κλειστά [*p, *t, *k] θα τρέπονταν σε ΠΓ άηχα τριβόμενα [f, þ, h], παρατηρήθηκε (από τον Γερμανό γλωσσολόγο [[Έντουαρτ Ζίβερς|Έντουαρντ Ζίβερς (Eduard Sievers)]] και τον Δανό [[Ότο Γέσπερσεν|Ότο Γέσπερσεν (Otto Jespersen)]]) ότι τα άηχα κλειστά διατηρούνταν, όταν προηγείτο τριβόμενο σύμφωνο, κυρίως το [s].<ref>Βλ. μεταξύ άλλων Χ. Συμεωνίδη, ''Ιστορικοσυγκριτική Γραμματική των Ινδοευρωπαϊκών Γλωσσών. Α. Γενική Εισαγωγή'', Θεσσαλονίκη 1981, σελ. 57-8.</ref> H τυποποίηση του νόμου τους έχει ως εξής:
 
ΠΙΕ [*p, *t, *k] ≡ ΠΓ [s / fricatives] ~ /
Γραμμή 87:
! *sk-
| 1) λιθ. ''skurdus'' «βραχύς, κοντός» 2) λατ. ''miscere'' «ανακατεύω»
| 1) αγγλ. ''short,'' ισλ. ''skorta,'' παλ. άνω γερμ. ''scurz''
2) παλ. άνω γερμ. ''miskan'', γερμ. ''mischen''
|-
! *{{Unicode|skʷ-}}
Γραμμή 96 ⟶ 97 :
* '''Ανομοίωση των δασέων – Ο νόμος τού Grassmann'''
 
Ο Γερμανός γλωσσολόγος [[Χέρμαν Γκράσμαν|Χέρμαν Γκράσμαν (Hermann Grassmann)]] ξεκίνησε από δεδομένα τής [[Αρχαία ελληνική γλώσσα|Αρχαίας Ελληνικής]], αλλά επεξέτεινε τα συμπεράσματά του και σε λεξικούς τύπους των γερμανικών γλωσσών, οι οποίοι παρουσίαζαν αξιοσημείωτη απόκλιση από την πρώτη μετατόπιση των συμφώνων: Φαινόταν ότι ορισμένα πρωτογερμανικά (ΠΓ) ηχηρά κλειστά [b, d, g] δεν αντιστοιχούσαν, όπως προέβλεπε o νόμος τού Grimm, σε ΠΙΕ ηχηρά δασέα [*bh, *dh, *gh], αλλά σε ΠΙΕ ηχηρά κλειστά.
 
Ο Grassmann μελέτησε το υλικό και το 1863 προχώρησε στη διαπίστωση ότι τα ΠΓ ηχηρά κλειστά σε αυτές τις περιπτώσεις ήταν υστερογενή, δηλαδή είχαν προκύψει μετά τη μετατόπιση των συμφώνων ως αποτέλεσμα [[ανομοίωση|ανομοιώσεως]] (dissimilation) προς άλλα δασέα σύμφωνα παρακείμενης συλλαβής. Αν δύο διαδοχικές συλλαβές περιείχαν δασύ σύμφωνο, το ένα από αυτά υφίστατο αποδάσυνση (έχανε τη δασύτητά του) και τρεπόταν στο αντίστοιχο κλειστό (πβ. αρχ. ελλ. ''πέφυκα'' αντί ''*φέ-φυ-κα, τίθημι'' αντί ''*θί-θη-μι, θρίξ – τριχός'' αντί ''*θριχός'' κ.ά). Παρόμοιο φαινόμενο διαπιστώθηκε επίσης στις ινδοϊρανικές γλώσσες και κυρίως στη [[Σανσκριτική γλώσσα|Σανσκριτική]].<ref>Βλ. H. Grassmann, «Über die Aspiraten und ihr gleichzeitigens Vorhandensein im An- und Auslaute der Wurzeln», ''Kuhn’s Zeitschrift'' 12, 1863, σελ. 81-138.</ref>
Γραμμή 108 ⟶ 109 :
Χαρακτηριστική εικόνα τού προβλήματος μπορούμε να αντλήσουμε από τις λέξεις με τη σημ. «πατέρας» και «αδελφός». Το ΠΙΕ ''{{IPA|*pətēr}}'' «πατέρας» αντιστοιχεί στο ΠΓ ''*fader'' (βλ. κ. Φάση 1 ανωτέρω, πβ. αγγλ. ''father'', γερμ. ''Vater'') και, επομένως, παρουσιάζει κανονικά τη μετατόπιση στο αρχικό σύμφωνο [*p] > [f], αλλά όχι στο εσωτερικό, όπου έχουμε [*t] > [d] (αντί [þ]). Περιέργως όμως, η ΠΙΕ λέξη ''{{IPA|*bhrətēr}}'' «αδελφός», αν και εξ ολοκλήρου παρόμοιας δομής, ακολουθεί κανονικά τον νόμο τού Grimm και αποδίδει τον αναμενόμενο ΠΓ τύπο ''*brōþēr'' (βλ. κ. Φάση 2 ανωτέρω, πβ. αγγλ. ''brother'', γερμ. ''Bruder'').
 
Το [[1876]] ο Δανός γλωσσολόγος [[Καρλ Φέρνερ|Καρλ Φέρνερ (Karl Verner)]] (1846-96) μελέτησε συστηματικά τις παραμέτρους τού φαινομένου και κατέληξε σε μια ερμηνεία, η οποία ακόμη και σήμερα εντυπωσιάζει με τη διαύγειά της.<ref>Πρόκειται για το ιστορικής σημασίας άρθρο τού Verner, «Eine Ausnahme der ersten Lautverschiebung» (''Kuhn’s Zeitschrift'' 23, 1876, σελ. 97-130), το οποίο παραμένει (παρά τη μεσολάβηση τόσων ετών) υπόδειγμα κειμένου συγκριτικής γλωσσολογίας. Μια από τις καλύτερες νεότερες επισκοπήσεις τού θέματος είναι το άρθρο τού Πολωνού γλωσσολόγου [[Βίτολντ Μάντσακ|Witold Mańczak]] στο ίδιο περιοδικό (που τώρα έχει άλλον τίτλο), «La restriction de la règle de Verner» (''Historische Sprachforschung'' 103, 1990, σελ. 92-101).</ref> Ο Verner ξεκίνησε από την παρατήρηση ότι η ανωμαλία εμφανιζόταν πολύ συχνά στα λεγόμενα «ισχυρά» ρήματα. Συμπέρανε, επομένως, ότι «η αιτία τής διαφοροποίησης θα πρέπει να αναζητηθεί σε κάποιον ιδιαίτερο φωνητικό παράγοντα, ο οποίος υπόκειται σε μεταβολή κατά την κλίση». Αφού απέκλεισε προσεκτικά άλλες αιτίες, κατέληξε στην υπόθεση ότι ο μόνος παράγοντας που θα μπορούσε να ασκήσει επιρροή ήταν ο ελεύθερος τόνος τής [[Ινδοευρωπαϊκή γλώσσα|Ινδοευρωπαϊκής]], ο οποίος διασώζεται καλώς στη [[σανσκριτική γλώσσα]].
 
Ο Verner βρήκε τη λύση. Διαπίστωσε ότι τα μη αναμενόμενα ηχηρά τριβόμενα εμφανίζονταν αν δεν ήταν αρχικά στη λέξη και αν το προηγούμενο φωνήεν ήταν άτονο στην ΠΙΕ, σύμφωνα με τα στοιχεία τής Σανσκριτικής. Ακολουθώντας τον τρόπο σκέψεως των [[Νεογραμματικοί|Νεογραμματικών]], υποστήριξε περαιτέρω ότι τα ΠΙΕ άηχα κλειστά είχαν κανονικά τραπεί σε άηχα τριβόμενα και τα τελευταία, με τη σειρά τους, ηχηροποιήθηκαν εφόσον δεν προηγείτο τονούμενο φωνήεν. Η εν λόγω συνθήκη τυποποιείται ως εξής: