Γκούρα (πτηνό): Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μ Αντικατάσταση παρωχημένου προτύπου με references tag
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτα: επεξεργασία κώδικα 2017
Γραμμή 9:
| ordo = [[Περιστερόμορφα]] (''Columbiformes'')
| familia = [[Περιστερίδες]] (''Columbidae'')
| subfamilia = '''Γκουρίνες''' (''Gurinae'') <ref>Howard and Moore, pσελ. 171</ref>
| genus = '''Γκούρα''' (''Goura'') Stephens, 1819 F
| species = 3 [[Είδος|είδη]] (βλ. Κείμενο)
}}
Τα '''Γκούρα''' είναι [[περιστερόμορφα]] πτηνά της [[οικογένεια|οικογενείας]] των [[περιστερίδες|Περιστεριδών]], που απαντούν αποκλειστικά στη [[Νέα Γουινέα]] και τα γύρω νησιά. {{Ref_label|I|i|none}} Η επιστημονική ονομασία του [[γένος (βιολογία)|γένους]] είναι ''Goura'' και περιλαμβάνει 3 [[είδος|είδη]].<ref>Howard and Moore, pσελ. 171</ref><ref>{{Cite web|url=http://www.itis.gov/servlet/SingleRpt/SingleRpt?search_topic=TSN&search_value=177275|title=ITIS Standard Report Page: Goura|website=www.itis.gov|accessdate=2018-02-05}}</ref>
 
Τα γκούρα, πτηνά με ιδιαίτερη εμφάνιση, δεν «θυμίζουν» με την πρώτη ματιά τα μέλη της οικογένειας όπου ανήκουν. Είναι τα μεγαλύτερα αρτίγονα [[περιστέρι]]α στον κόσμο και -κατά πολλούς ερευνητές και παρατηρητές- τα ομορφότερα.<ref>{{Cite web|url=http://www.arkive.org/victoria-crowned-pigeon/goura-victoria/#src=portletV3api|title=Victoria crowned-pigeon videos, photos and facts - Goura victoria|website=Arkive|language=en-GB|accessdate=2018-02-05}}</ref>
==Ονοματολογία==
Η επιστημονική ονομασία ''Goura'' είναι (νεο-)λατινικός λογισμός, άμεση απόδοση του ομώνυμου όρου, από ιθαγενή ονομασία στη νήσο της Νέας Γουινέας, όπου και χρησιμοποιείται.<ref>{{Cite web|url=http://www.merriam-webster.com/dictionary/goura|title=Definition of GOURA|website=www.merriam-webster.com|language=en|accessdate=2018-02-05}}</ref>
 
Η γενική αγγλική ονομασία για τα 3 μέλη του γένους είναι ''Crowned pigeons'' «Εστεμμένα περιστέρια», με σαφή αναφορά στο κυριότερο χαρακτηριστικό αυτών των πτηνών, το ιδιόμορφο ''βενταλωτό λοφίο'' τους.
*Σύμφωνα με τους κανόνες ονοματολογίας η λέξη ''Goura'' είναι [[γραμματικό γένος|γένους]] θηλυκού,<ref>Howard and Moore, pσελ. 171</ref> οπότε θα έπρεπε να αποδίδεται ως '''η''' ''Γκούρα''. Ωστόσο, επειδή ο όρος είναι ξενικός και, χάριν ευφωνίας, προτιμάται το ουδέτερο γένος.
==Συστηματική Ταξινομική==
Το [[γένος (βιολογία)|γένος]] περιγράφηκε για πρώτη φορά από τον Άγγλο φυσιοδίφη και εντομολόγο Τζέιμς Στέφενς (James Francis Stephens, 1792-1852), το 1819.<ref>Howard and Moore, pσελ. 171</ref> Τα 3 μέλη (είδη) του γένους, είναι παρόμοια σε εμφάνιση και αντικαθιστούν βιογεωγραφικά, το ένα το άλλο, δηλαδή καταλαμβάνουν συγκεκριμένους οικολογικούς [[οικοθέση|θώκους]], στις περιοχές όπου απαντούν.
 
Η φυλογένεσή τους δεν είναι καλά μελετημένη και επιλυμένη. Αρκετές μοριακές αναλύσεις έχουν πραγματοποιηθεί, με μία (1) να υποστηρίζει ότι, το γένος ''Goura'', μαζί με τα είδη ''Caloenas nicobarica'' και ''Didunculus strigirostris'' ανήκουν σε μια «ομάδα» που συγγενεύει με τα εξαφανισμένα ''Raphus cucullatus'' ([[Ντόντο]]) και ''Pezophaps solitaria''. Η ιδιαίτερη φυλογενετική τους εξέλιξη, τα τοποθετεί σε δική τους [[οικογένεια (βιολογία)|υποοικογένεια]], εντός των [[περιστερίδες|Περιστεριδών]], την ''Gourinae''.<ref>Johnson & Clayton </ref><ref> Pereira et al</ref><ref>Shapiro et al</ref> Το παρακάτω κλαδόγραμμα δείχνει την φυλογενετική συγγένεια εντός της οικογενείας των Περιστεριδών, έναν κλάδο που που αποτελείται από ενδημικά νησιωτικά είδη που, λίγο-πολύ, αναζητούν την τροφή τους στο έδαφος.<ref>Shapiro et al</ref>
Γραμμή 46:
}}
==Γενικά στοιχεία==
Τα γκούρα είναι ενδημικά περιστέρια της Νέας Γουινέας και των λίγων, περιφερικών νησιών. {{Ref_label|I|i|none}} Έχουν πολύ ιδιαίτερα μορφολογικά και ηθολογικά στοιχεία, όπως όλα τα πτηνά που ζουν στα απομονωμένα δάση της Νέας Γουινέας. Αναζητούν την τροφή τους κατά ομάδες στον δασικό υποόροφο<ref>ΠΛΜ, 18:182</ref>, κυρίως φρούτα, σπέρματα και σαλιγκάρια. Τα αρσενικά και τα θηλυκά είναι σχεδόν όμοια σε εμφάνιση, η οποία είναι εντυπωσιακή, με το χαρακτηριστικό -σαν βεντάλια- λοφίο, που έδωσε τη λαϊκή ονομασία στο γένος. Κατά τη διάρκεια της ερωτοτροπίας το αρσενικό αρθρώνει ιδιαίτερα, χαρακτηριστικά φωνήματα για να προσελκύσει το θηλυκό. Και οι δύο γονείς επωάζουν ένα (1) μόνον αβγό για 28 έως 30 ημέρες και η ''πτέρωση'' (''fledging'') του νεοσσού πραγματοποιείται σε 30 ημέρες, περίπου. Η διάρκεια ζωής των γκούρα μπορεί να είναι πάνω από 20 χρόνια.
*Πέρα από το λοφίο, οι κύριες μορφολογικές και ανατομικές δομές που διακρίνουν τα γκούρα από τα υπόλοιπα [[περιστέρι]]α είναι η παρουσία δικτυωτών [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|φολίδων]] στους ταρσούς, η έλλειψη [[χοληδόχος κύστη|χοληδόχου κύστης]], η έλλειψη [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|ουροπυγιακού αδένα λίπανσης]] του πτερώματος και η ύπαρξη 16 (οκτώ ζεύγη) και όχι 12 (έξι ζεύγη) [[ανατομική και φυσιολογία πτηνών|πηδαλιωδών φτερών]] στην ουρά.<ref>{{Cite web|url=http://www.torontozoo.com/ExploretheZoo/AnimalDetails.asp?pg=640|title=Toronto Zoo {{!}} Victoria crowned pigeon|website=www.torontozoo.com|accessdate=2018-02-05}}</ref><ref>{{Cite web|url=http://ibc.lynxeds.com/species/western-crowned-pigeon-goura-cristata|title=Western Crowned-pigeon (Goura cristata) videos, photos and sound recordings {{!}} the Internet Bird Collection {{!}} HBW Alive|website=ibc.lynxeds.com|language=en|accessdate=2018-02-05}}</ref>
==Κατάσταση πληθυσμού==
Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τα γκούρα είναι το κυνήγι που, ακόμη και σήμερα, απειλεί σε σημαντικό βαθμό για τα πτηνά. Γίνεται κυρίως από τους ντόπιους ιθαγενείς, για τα φτερά του λοφίου τους -που θεωρούνται περιζήτητα «τρόπαια»- αλλά και για το κρέας τους. Άλλη σημαντική απειλή είναι η υποβάθμιση και η απώλεια των δασικών ενδιαιτημάτων τους.
Γραμμή 66:
*IUCN. 2014. The IUCN Red List of Threatened Species. Version 2014.2. Available at: www.iucnredlist.org.
*''Πάπυρος Λαρούς Μπριτάνικα'', εκδ. 1996 (ΠΛΜ)
*Johnson, Kevin P.; Clayton, Dale H. (2000). "«Nuclear and Mitochondrial Genes Contain Similar Phylogenetic. Signal for Pigeons and Doves (Aves: Columbiformes)"». Molecular Phylogenetics and Evolution 14 (1): 141–151. doi:10.1006/mpev.1999.0682. PMID 10631048. edit
*Pereira, S. L.; Johnson, K. P.; Clayton, D. H.; Baker, A. J. (2007). "«Mitochondrial and nuclear DNA sequences support a Cretaceous origin of Columbiformes and a dispersal-driven radiation in the Paleogene"». Systematic Biology 56 (4): 656–672. doi:10.1080/10635150701549672. PMID 17661233. edit
*Shapiro, B.; Sibthorpe, D.; Rambaut, A.; Austin, J.; Wragg, G. M.; Bininda-Emonds, O. R. P.; Lee, P. L. M.; Cooper, A. (2002). "«Flight of the Dodo"». Science 295 (5560): 1683. doi:10.1126/science.295.5560.1683. PMID 11872833. Supplementary information edit
 
{{Ενσωμάτωση κειμένου|en|goura}}