Αετομάχος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Chrysaetus (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 21:
 
Στην Ελλάδα συναντάται το [[υποείδος]] ''Lanius collurio collurio'' Linnaeus, 1758.<ref name="Howard & Moore, p. 479"/>
*Το χαρακτηριστικό πρόσωπο του αετομάχου, η τόλμη του και, κυρίως η χαρακτηριστική του συνήθεια να «αποθηκεύει» τη λεία του καρφώνοντάς την πάνω σε αιχμηρά αντικείμενα, ανέκαθεν κινούσαν το ενδιαφέρον του επιστημονικού κόσμου και όχι μόνον (βλ. Μορφολογία, Ηθολογία)
==Τάση παγκόσμιου πληθυσμού==
*Καθοδική ↓ <ref>http://www.iucnredlist.org/details/full/22705001/0</ref>
Γραμμή 37:
*Η ελληνική λαϊκή ονομασία του είδους, είναι προφανές ότι σχετίζεται με τη φαινομενική «αφοβία» του, να στέκεται στη θέση ποσταρίσματος (βλ. Ηθολογία) και να μη φεύγει με το παραμικρό, όμως ουδόλως υπάρχουν στοιχεία ότι το πτηνό μπορεί να έρχεται σε αντιπαράθεση με αρπακτικά του μεγέθους ενός [[αετός|αετού]].
==Συστηματική ταξινομική==
Το [[είδος]] περιγράφηκε από τον Λινναίο με την σημερινή επιστημονική του ονομασία (Σουηδία, 1758).<ref name="ibc.lynxeds.com">http://ibc.lynxeds.com/species/red-backed-shrike-lanius-collurio</ref> Πιθανότατα, σχηματίζει [[υπερείδος]], μαζί με τα ασιατικά είδη ''Lanius cristatus'' και ''Lanius isabellinus''. Παλαιότερα, θεωρείτο ότι ανήκε ως taxon μαζί με ένα ή και τα δύο από αυτά, αλλά πρόσφατες γενετικές αναλύσεις έδειξαν ότι είναι 3 ξεχωριστά είδη. Ωστόσο, ο βαθμός αναπαραγωγικής απομόνωσης από το ''Lanius isabellinus'' είναι σχετικά χαμηλός, οπότε μικτάμεικτά ζευγάρια και υβρίδια απαντούν συχνά στις περιοχές όπου τα δύο είδη αλληλοεπικαλύπτονται. Ο υβριδισμός με το ''Lanius cristatus'' είναι περιστασιακός και, μπορεί να συμβεί σε κάποιες περιοχές της Κ. Ασίας.<ref name="ibc.lynxeds.com"/>
==Γεωγραφική εξάπλωση==
[[Αρχείο:NT map.png|thumb|right|350px|Γεωγραφική εξάπλωση και μεταναστευτικές οδοί του είδους ''Lanius collurio'': Πράσινο = Καλοκαιρινές περιοχές αναπαραγωγής, Μπλε = Περιοχές διαχείμασης]]
Γραμμή 66:
Προτιμώνται κατάλληλες τοποθεσίες στη σαβάνα, είτε σε θέσεις με θάμνους, είτε σε εντελώς ξηρά εδάφη. Εδώ, ο αετομάχος μοιράζεται το χώρο του με πολλά -έως και 12- αυτόχθονα είδη κεφαλάδων, υπερασπιζόμενος την εδαφική του επικράτεια εν μέρει.<ref name="Glutz v. Blotzheim">Glutz v. Blotzheim</ref>
 
Η εαρινήφθινοπωρινή αποδημία αρχίζει τον Αύγουστο από τα ενήλικα πουλιά, ενώ 1-2 εβδομάδες αργότερα, ακολουθούν τα νεαρά. Οι πρώτοι αετομάχοι καταφθάνουν στην Α. Αφρική τον ίδιο μήνα, ενώ στη Ν. Αφρική το Σεπτέμβριο, στο τέλος του οποίου ολοκληρώνεται συνήθως η μετανάστευση. Σε σπάνιες περιπτώσεις καταφθάνουν πουλιά κατά τον Οκτώβριο και, αυτά είναι ως επί το πλείστον νεαρά άτομα που γεννήθηκαν αργά μέσα στην αναπαραγωγική περίοδο. Το ταξίδι πραγματοποιείται πιθανότατα μόνο τη νύχτα, καθώς οι αετομάχοι εκμεταλλεύονται την ημέρα για πρόσληψη τροφής, οπότε ξεκουράζονται. *Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε στην [[Κάρπαθος|Κάρπαθο]], καταγράφηκε μέση ταχύτητα 70-75 χμ /ώρα στο μεταναστευτικό σμήνος.<ref>Biebach et al. (1983) in Glutz v. Blotzheim</ref>
 
Η φθινοπωρινή μετανάστευση μπορεί, γενικά, να χωριστεί ως προς την οδό που ακολουθούν τα σμήνη, σε εκείνη των ευρωπαϊκών και, εκείνη των ανατολικών αναπαραγωγικών πληθυσμών. Τα πουλιά που ζουν στο ανατολικό τμήμα της Ρωσίας και της Δυτικής Σιβηρίας, κατευθύνονται νότια-νοτιοδυτικά της Αραβικής Χερσονήσου, ενώ ακόμη ανατολικότερα υπάρχουν κάποιες ενδείξεις για μετάβαση μέσω των δυτικών τμημάτων της ινδικής υποηπείρου. Η επάνοδος στα εδάφη αναπαραγωγής γίνεται περίπου πάνω στις ίδιες γραμμές.<ref>Panow, p. 52</ref>
 
Οι δυτικοί ευρωπαϊκοί πληθυσμοί, όμως, έχουν μια έντονη διαφοροποίηση στις μεταναστευτικές οδούς τους, με την φθινοπωρινή μετανάστευση να παραγματοποιείταιπραγματοποιείται σε μια πολύ πιο ανατολική διαδρομή, σε σχέση με τη εαρινή.<ref name="Avon & Tilford, p. 82">Avon & Tilford, p. 82</ref> Το φθινόπωρο, η μετάβαση γίνεται στη νότια ακτή της Μεσογείου, πάνω από τη Βαλκανική χερσόνησο και, νοτιοανατολικά σε μια περιοχή που βρίσκεται περίπου μεταξύ Λιβύης και διώρυγας του Σουέζ. Για να φτάσουν εκεί, οι πληθυσμοί της Ισπανίας ή της Γαλλίας πρέπει να κατευθυνθούν πρώτα προς τα ανατολικά και, στη συνέχεια να πετάξουν νοτιοανατολικά, πάνω από την ανατολική Μεσόγειο. Οι πληθυσμοί της Σκανδιναβίας μεταναστεύουν μέσω της Βαλκανικής χερσονήσου και του Αιγαίου Πελάγους. Ακολουθείται ένας στενός διάδρομος μεταξύ 25°-35° ανατολικού γεωγραφικού πλάτους, στις παρυφές της αφρικανικής ηπείρου. Αλλά κάποια μεμονωμένα πουλιά καταφθάνουν εδώ, επίσης, περαιτέρω δυτικά μέσα από το Τσαντ.
 
Την άνοιξη, η επιστροφή στα ευρωπαϊκά εδάφη αναπαραγωγής πραγματοποιείται μέσα από την Αιθιοπία, τη Β. Σομαλία και την Ερυθραία, κατά μήκος των ακτών της Ερυθράς Θάλασσα , προς το ανατολικό άκρο της Μεσογείου και του Σινά. Κατόπιν, τα μεταναστευτικά σμήνη περνούν κυρίως από τα ανατολικά της Κύπρου, από το Αιγαίο Πέλαγος και τη [[Μικρά Ασία]], για να φθάσουν στις περιοχές αναπαραγωγής στις αρχές Μαΐου. Λόγω των μεταναστευτικών οδών που ακολουθούνται, εικάζεται ότι η εξελικτική ιστορία προέλευσης του είδους, έχει διαδραματισθεί στην περιοχή γύρω από την Κασπία Θάλασσα και έχει εξαπλωθεί από εκεί.<ref>Mauersberger et al</ref>
Γραμμή 84:
*Σε μελέτη που πραγματοποιήθηκε σε αγροτική περιοχή της κεντρικής Ιταλίας βρέθηκε ότι, οι αετομάχοι προτιμούν να φωλιάζουν σε θάμνους που βρίσκονταν ''κοντά σε αγροτικούς δρόμους''. Συγκεκριμένα, ένα ποσοστό 76% από τις φωλιές, βρίσκονταν σε απόσταση μικρότερη των 25 μέτρων από το δρόμο και, μάλιστα, αγνοούσαν τους θάμνους που βρίσκονταν μακριά από τους δρόμους. Αυτό, σύμφωνα πάντοτε με τη μελέτη, οφειλόταν στο ότι οι συγκεκριμένες θέσεις προσέφεραν μεγαλύτερο οπτικό πεδίο στα πτηνά και, επομένως, καλύτερες συνθήκες για το κυνήγι τους.<ref>Morelli</ref>
 
Στην Ελλάδα, ο αετομάχος απαντά σε φράκτες, θάμνους, ανοικτές δασικές περιοχές, πεδιάδες, ελαιώνες και αμπελώνες.<ref name="Όντρια, σ. 183"/> Επίσης σε φυσικούς φράκτες σε μη-εντατικές καλλιέργειες, σε ορεινές πλαγιές με διάσπαρτους κέδρους και πεύκα, καθώς και όχι πυκνή μακία γηβλάστηση και ξέφωτα σε δασωμένες πλαγιές.<ref name="Handrinos & Akriotis, p. 276"/>
==Μορφολογία==
[[Αρχείο:Lanius collurio -Poland -female-8-4c.jpg|thumb|right|350px|Ενήλικος θηλυκός αετομάχος]]
Γραμμή 104:
(Πηγές:<ref>Harrison & Greensmith, p. 278</ref><ref>Heinzel et al, p. 318</ref><ref>Flegg, p. 212</ref><ref>Mullarney et al. p. 354</ref><ref name="Perrins, p. 186">Perrins, p. 186</ref><ref name="Avon & Tilford, p.82">Avon & Tilford, p.82</ref><ref name="Όντρια, σ. 183"/><ref name="Bruun, p. 210">Bruun, p. 210</ref><ref name="blx1.bto.org"/><ref>Scott & Forrest, p. 206</ref><ref>http://www.ibercajalav.net</ref><ref name="ΠΛΜ, 3:159-160">ΠΛΜ, 3:159-160</ref><ref>planetofbirds.com</ref>)
==Τροφή==
Η διατροφή του αετομάχου αποτελείται από ευρεία γκάμαποικιλία θηραμάτων, κυρίως έντομα και μικρά ασπόνδυλα ή σπονδυλόζωα, ενώ ανάλογα με τη λεία διαμορφώνονται και οι αντίστοιχες κυνηγετικές τεχνικές (βλ. Κυνήγι). Δεν λείπουν όμως και τα φυτικής προέλευσης τρόφιμα από το διαιτολόγιό τους.
Κατά το μεγαλύτερο ποσοστό της, η λεία αποτελείται από [[έντομα]], όπως μεγάλα [[Ορθόπτερα]] (μέχρι 44% της τροφικής βιομάζας), [[Κολεόπτερα]] (23%), [[Υμενόπτερα]] (μέλισσες, μπάμπουρες και σφήκες) (2,5-4%),<ref>Tryjanowski et al(2003)</ref><ref>Cramp & Perrins</ref> αλλά και μεγάλα [[Δίπτερα]]. Πολλά από αυτά, στις διάφορες μορφές τους (προνύμφες, κάμπιες κλπ), χρησιμεύουν κυρίως ως τροφή για τους νεοσσούς. Μερικές φορές προστίθενται και άλλα [[Αρθρόποδα]], όπως [[αράχνη|αράχνες]], μικρά καρκινοειδή, [[σαρανταποδαρούσα|σαρανταποδαρούσες]] ή γαιοσκώληκες. Τα [[σαλιγκάρι]]α διαδραματίζουν δευτερεύοντα ρόλο και, περιλαμβάνονται στη διατροφή λίγων ατόμων.
 
Γραμμή 113:
==Πτήση==
[[Αρχείο:Neuntoeter-Jungvogel.jpg|thumb|right|350px|Νεαρός θηλυκός αετομάχος]]
Η πτήση των αετομάχων πραγματοποιείται συνήθως σε ευθεία γραμμή, είναι σύντομη και κυματιστή. Κάποιες φορές, ιδιαίτερα όταν κυνηγάει μπορεί να «αιωρίζεταιαιωρείται» (hovering), όπως κάνουν τα [[βραχοκιρκίνεζο|βραχοκιρκίνεζα]].<ref name="Avon & Tilford, p. 82"/><ref name="Bruun, p. 210"/> Σε πτήσεις εντός της αναπαραγωγικής περιοχής, καταγράφηκε μέση ταχύτητα 33,4 χλμ/ώρα.<ref name="Glutz v. Blotzheim"/>
==Φωνή==
*http://www.hark.com/clips/pwvlqftwsv-red-backed-shrike-birdcall-songbird-animal-sound-bird-lanius-collurio
Γραμμή 125:
Τα έντομα συλλαμβάνονται, εν μέρει, με πραγματικό κυνήγι στον αέρα. Άλλωστε η ακτίνα καταδίωξης της λείας επεκτείνεται στα 30 μέτρα, περίπου, είναι δηλαδή σημαντικά μεγαλύτερη από εκείνη στο κυνήγι μικρών θηλαστικών. Φαίνεται περίεργο αλλά, όσο πιο ευθεία είναι η πτήση του εντόμου, τόσο μεγαλύτερες είναι οι πιθανότητες επιτυχίας της επίθεσης, γι’ αυτό και συνήθως αποτυγχάνουν οι επιθέσεις σε πεταλούδες και μπάμπουρες, που πετάνε χαοτικά!
 
Τα μικρά πουλιά ή οι ακρίδες, μερικές φορές συλλαμβάνονται με την τεχνική του αιφνιδιασμού (stalking). Ο αετομάχος προφαίνειπροβαίνει σε ένα είδος παρακολούθησης του θηράματος σε μικρά στάδια και, στη συνέχεια, επιτίθεται αιφνιδιαστικά. Όμως, το κυνήγι πτηνών είναι σπανίως επιτυχές, αν και έχουν παρατηρηθεί άτομα που είχαν φθάσει σε ένα «υψηλό βαθμό εξειδίκευσης» στο συγκεκριμένο είδος θηράματος και, σε αντίστοιχο ποσοστό επιτυχίας. Τέλος, σε ορισμένες περιπτώσεις οι αετομάχοι λεηλατούν φωλιές, αλλά σε μικρότερο ποσοστό από τις άλλες μεθόδους που χρησιμοποιούν.
Στις περιοχές με θημωνιές, μερικές φορές έχει παρατηρηθεί θήρευση με τα νύχια των ποδιών στο έδαφος, η οποία συχνά παρατηρείται σε θηλυκά πριν την ωοτοκία, πιθανόν για να αποφευχθεί η επιβάρυνση από την άρση της λείας.
===Επεξεργασία της λείας===
Γραμμή 156:
*Εάν υπάρξει επιτακτική χρονικά ανάγκη ή το περιβάλλον προσφέρει ελάχιστα υλικά, η φωλιά μπορεί επίσης να γίνει αποκλειστικά ή κατά το μεγαλύτερο μέρος μόνον από οποιοδήποτε από αυτά τα υλικά ή/και σε απρόσμενη θέση. Έτσι, έχουν βρεθεί φωλιές κατασκευασμένες μόνο από φτερά κότας, ή φωλιές μέσα σε ένα κάθισμα εγκαταλελειμμένου αυτοκινήτου.<ref>Ash (1970) in Glutz v. Blotzheim</ref>
===Ωοτοκία===
Τα αβγά που, ως επί το πλείστον εναποτίθενται άμεσα ή λίγες ημέρες μετά την ολοκλήρωση της φωλιάς, σε μεμονωμένες περιπτώσεις γεννιούνται ενόσω ακόμη συνεχίζεται η κατασκευή. Η περίοδος ωοτοκίας είναι περίπου από τις αρχές Μαΐου μέχρι τις αρχές Ιουνίου, ανάλογα με το [[γεωγραφικό πλάτος]], αλλά μπορεί να καθυστερήσει περαιτέρω όταν επικρατούν κακές καιρικές συνθήκες. Κατά τη φάση της ωοτοκίας, το θηλυκό γεννά καθημερινά το πρωί ένα αβγόαυγό και η επώαση αρχίζει συνήθως μετά την εναπόθεση του πρότελευταίου αβγούαυγού, έτσι ώστε όλοι οι νεοσσοί εκκολάπτονται περίπου την ίδια ημέρα.
 
Η ωοτοκία πραγματοποιείται άπαξ σε κάθε φώλιασμα -εκτός εάν καταστραφούν τα αβγάαυγά- και, η γέννα αποτελείται από 5-6, σπανίως 7 αβγάαυγά, που έχουν κατά μέσο όρο διαστάσεις 22,9 Χ 17,1 χιλιοστά και βάρος 3,2 γραμμάρια, από τα οποία το 6% είναι κέλυφος.<ref name="blx1.bto.org"/><ref name="Harrison, p. 234-5">Harrison, p. 234-5</ref> Η επώαση πραγματοποιείται σχεδόν αποκλειστικά από το θηλυκό, με το αρσενικό να την εφοδιάζει με τροφή και, σπανίως βοηθάει στην επώαση, η διάρκεια της οποίας είναι 14-16 ημέρες, περίπου, ή λίγο περισσότερο σε κακές καιρικές συνθήκες.<ref name="Harrison, p. 234-5"/> Είναι συνήθως ωριαία διακόπτεται κατά μέσο όρο για πέντε λεπτά -μέγιστο περίπου δεκαπέντε λεπτά- κατά τα οποία το θηλυκό αφήνει τη φωλιά για να κυνηγήσει, αλλά όχι περισσότερο από 100 μέτρα μακριά. Σε κάθε άλλη περίπτωση, το αρσενικό την τροφοδοτεί περίπου οκτώ φορές ανά ώρα κατά τη διάρκεια της επώασης.<ref>Jakober & Stauber (1983) in Glutz v. Blotzheim, S. 1207f</ref>
===Ανατροφή νεοσσών===
Οι νεοσσοί εκκολάπτονται στην κεντρική Ευρώπη κατά το 3ο δεκαήμερο του Μαΐου, μέχρι το αργότερο στις αρχές Αυγούστου, με τα περισσότερα από τα πουλιά να εκκολάπτονται κατά το 2ο δεκαήμερο του Ιουλίου. Η εκκόλαψη αποτελεί επίπονη διαδικασία, με τους νεοσσούς να σπάνε πολύ αργά το κέλυφος του αυγού, ενώ η έξοδος διαρκεί περίπου 5-6 ώρες για κάθε πουλί.<ref>Korodi Gál (1969) in Glutz v. Blotzheim, S. 1028</ref> Έτσι, από την εκκόλαψη του πρώτου νεοσσού μέχρι την τελευταία, παρέρχονται συνήθως πάνω από 24 ώρες. Στο μεταξύ, το θηλυκό αδειάζει τη φωλιά από τα κελύφη, ενώ τα μη εκκολαφθέντα αυγά συνήθως παραμένουν στη θέση τους.