Βουλγαρική Εξαρχία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Esslet (συζήτηση | συνεισφορές)
Επαναφορά + σήμανση
Γραμμή 23:
 
== Αντίδραση του Οικ. Πατριαρχείου ==
Την εποχή εκείνη Οικουμενικός Πατριάρχης ήταν ο [[Γρηγόριος ΣΤ΄]] (κατά κόσμον Γεώργιος Φουρτουνιάδης). Το δε αίτημα των Βουλγάρων για δημιουργία Εξαρχίας δεν ήταν κάτι το αιφνίδιο ή άγνωστο μέχρι τότε στο Πατριαρχείο. Τούτο είχε αναφανεί από εποχής πατριάρχου [[Μελέτιος Γ΄|Μελετίου Γ΄]], δηλαδή από το 1840 και αργότερα επί πρώτης πατριαρχίας του ΆμθιμουΆνθιμου Στ΄, αλλά και επί πατριάρχου [[Πατριάρχης Ιωακείμ Β΄|Ιωακείμ Β΄]] όπου είχαν γίνει πολλές προσπάθειες με συμβιβαστικές προτάσεις, που όμως όλες είχαν αποτύχει. Ειδικότερα ο Γρηγόριος ΣΤ΄ είχε εκπονήσει σχέδιο, πραγματικά καινοτόμο, που προέβλεπε την αναγνώριση αυτόνομης εκκλησίας «εν Βουλγαρία», δηλαδή στην περιοχή μεταξύ Αίμου και Δουνάβεως. Συγκεκριμένα η Εκκλησία αυτή θα αποτελούσε χωριστό «θέμα» του οικουμενικού πατριαρχείου, τη δε διοίκησή της θα ασκούσε Βούλγαρος έξαρχος με βουλγαρική επαρχιακή σύνοδο. Οι αποφάσεις της συνόδου, καθώς και ή εκλογή των αρχιερέων, θα επικυρώνονταν από τον οικουμενικό πατριάρχη, ενώ Βούλγαροι αρχιερείς θα είχαν το δικαίωμα να μετέχουν στην εκλογή του. Παρά ταύτα το σχέδιο αυτό ανατράπηκε από την αδιάλλακτη παράταξη των εθνικιστών Βουλγάρων.
 
Ίσως σε αυτό να είχε επηρεάσει όχι τόσο το αυτοκέφαλο της [[Εκκλησία της Ελλάδος|Εκκλησίας της Ελλάδος]] που αναγνωρίσθηκε το 1850, μετά την απόσχιση που προκάλεσε ο Βασιλεύς [[Όθων Α΄ της Ελλάδας|Όθων]] το 1833, όσο κυρίως από το γεγονός ότι την ίδια εποχή περιέτρεχαν στις βουλγαρικές κωμοπόλεις και χωριά Βούλγαροι ιερείς που είχαν στρατολογηθεί από Ρώσους να διασπείρουν την ιδέα ότι χωρίς ανεξάρτητη θρησκευτική Αρχή με συγκεκριμένη εκκλησιαστική περιφέρεια δεν μπορεί να προσδιοριστεί η εδαφική έκταση για μέλλουσα εθνική ανεξαρτησία.