Οθωμανική Αυτοκρατορία: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 352:
Οι οικονομικές και πολιτικές μεταναστεύσεις συντάραξαν ολόκληρη την αυτοκρατορία. Για παράδειγμα η προσάρτηση από τη [[Ρωσική Αυτοκρατορία|Ρωσία]] και την [[Μοναρχία των Αψβούργων|Αυστρία των Αψβούργων]] περιοχών της Κριμαίας και των Βαλκανίων αντίστοιχα προκάλεσε μεγάλες εισροές Μουσουλμάνων προσφύγων - 200.000 [[Τάταροι της Κριμαίας]] κατέφυγαν στη [[Δοβρουτσά]]<ref>Quataert 2000, pp. 115.</ref>. Μεταξύ 1783 και 1913 περίπου 5-7 εκατομμύρια πρόσφυγες πλημμύρισαν στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, εκ των οποίων τουλάχιστον 3,8 εκατομμύρια ήταν από τη Ρωσία. Κάποιες μεταναστεύσεις άφησαν ανεξίτηλα σημάδια όπως η πολιτική ένταση μεταξύ τμημάτων της αυτοκρατορίας (π.χ. Τουρκία και Βουλγαρία), ενώ παρατηρήθηκαν φυγοκεντρικές τάσεις σε άλλες περιοχές. Οι κατά τόπους οικονομίες επηρεάστηκαν επίσης από την απώλεια τεχνιτών, εμπόρων, βιοτεχνών και γεωργών<ref>Quataert 2000, pp. 116</ref>. Από το 19ο αιώνα μεγάλο ποσοστό μουσουλμανικών πληθυσμών από τα Βαλκάνια μετανάστευσε στην σημερινή Τουρκία. Αυτοί οι άνθρωποι ονομάζονται [[Μουατζίρης|Mουχατσίρ]]. <ref>McCarthy, Justin (1995). Death and exile: the ethnic cleansing of Ottoman Muslims, 1821–1922. Darwin Press. p. [page needed]. ISBN 978-0-87850-094-9</ref>. Κατά την κατάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας το 1922 το ήμισυ του αστικού πληθυσμού της Τουρκίας καταγόταν από μουσουλμάνους πρόσφυγες από τη Ρωσία.<ref>Stone, Norman (2005). "Turkey in the Russian Mirror". In Mark Erickson, Ljubica Erickson. Russia War, Peace And Diplomacy: Essays in Honour of John Erickson. Weidenfeld & Nicolson. p. 95. ISBN 978-0-297-84913-1. Retrieved 11 February 2013.</ref>
 
===Γλώσσα===
[[File:1911 Ottoman Calendar.jpg|thumb|Οθωμανικό ημερολόγιο του 1911 στα Οθωμανικά Τουρκικά, Αραβικά, Ελληνικά, Αρμενικά, Εβραϊκά, Γαλλικά και Βουλγαρικά]]
Η Οθωμανική Τουρκική ήταν η επίσημη γλώσσα της αυτοκρατορίας. Ήταν μια [[Ογούζοι Τούρκοι|Ογουζική]] [[Τουρκικές γλώσσες|Τουρκική γλώσσα]], επηρεασμένη έντονα από την [[Περσική γλώσσα|Περσική]] και την [[Αραβική γλώσσα]]. Οι Οθωμανοί είχαν σε χρήση γλώσσες: την Τουρκική, που τη μιλούσε η πλειοψηφία των κατοίκων της Μικράς Ασίας και των Μουσουλμάνων των Βαλκανίων, εκτός από την Αλβανία και τη Βοσνία, την Περσική, που τη μιλούσαν μόνο οι μορφωμένοι<ref>Bertold Spuler (2003). Persian Historiography And Geography. Pustaka Nasional Pte Ltd. p. 69. ISBN 978-9971-77-488-2. Retrieved 11 February 2013.</ref>, την Αραβική, που τη μιλούσαν κυρίως στην [[Αραβία]], το [[Ιράκ]], το [[Κουβέιτ]], το [[Λεβάντες|Λεβάντε]] και τμήματα του [[Κέρας της Αφρικής|Κέρατος της Αφρικής]] και τη [[Βερβερικές γλώσσες|Βερβερική γλώσσα]] στη Βόρεια Αφρική. Κατά τους τελευταίους δύο αιώνες η χρήση ορισμένων περιορίστηκε και συγκεκριμένα η Περσική χρησιμοποιείτο κυρίως ως λογοτεχνική γλώσσα για τους μορφωμένους<ref>Bertold Spuler (2003). Persian Historiography And Geography. Pustaka Nasional Pte Ltd. p. 69. ISBN 978-9971-77-488-2. Retrieved 11 February 2013.</ref>, ενώ η Αραβική χρησιμοποιείτο για Ισλαμικές προσευχές.
Γραμμή 360:
Λόγω του χαμηλού ποσοστού αλφαβητισμού μεταξύ των πολιτών (περίπου 2-3% μέχρι τις αρχές του 19ου αιώνα και μόλις περίπου 15% στα τέλη του 19ου αιώνα), οι απλοί άνθρωποι έπρεπε να προσλαμβάνουν γραφείς ως «ειδικούς αιτησιογράφους» (''αρζουχαλτσίς'') για να μπορούν να επικοινωνούν με την κυβέρνηση<ref>Kemal H. Karpat (2002). Studies on Ottoman Social and Political History: Selected Articles and Essays. BRILL. p. 266. ISBN 978-90-04-12101-0. Retrieved 11 February 2013.</ref> Οι εθνοτικές ομάδες συνέχισαν να μιλούν μέσα στις οικογένειές και τις γειτονιές τους ([[Μαχαλάς|μαχαλάδες]]) με τις δικές τους γλώσσες (π.χ. Εβραϊκά, Έλληνικά, Αρμένικα κλπ.). Σε χωριά όπου ζούσαν μαζί δύο ή περισσότεροι πληθυσμοί, οι κάτοικοι συχνά μιλούσαν ο ένας τη γλώσσα του άλλου. Στις κοσμοπολίτικες πόλεις οι άνθρωποι μιλούσαν συνήθως τις μητρικές τους γλώσσες, ενώ πολλοί που δεν ήταν [[Τούρκοι (έθνος)|Τούρκοι]] μιλούσαν τα Τούρκικα ως δεύτερη γλώσσα.
 
===Θρησκεία===
[[File:Portrait Caliph Abdulmecid II.jpg|thumb|Ο [[Αμπντούλ Μετζίτ Β΄]] ήταν ο τελευταίος [[χαλίφης]] του Ισλάμ και μέλος της [[Οθωμανική Δυναστεία|Οθωμανικής Δυναστείας]].]]
Στο οθωμανικό αυτοκρατορικό σύστημα, παρόλο που υπήρχε μια ηγεμονική ισχύς μουσουλμανικού ελέγχου πάνω στους μη μουσουλμανικούς πληθυσμούς, στην ισλαμική παράδοση είχε παραχωρηθεί κρατική αναγνώριση και προστασία στις μη μουσουλμανικές κοινότητες<ref>Içduygu, Ahmet; Toktas, Şule; Ali Soner, B. (1 February 2008). "The politics of population in a nation-building process: emigration of non-Muslims from Turkey". Ethnic and Racial Studies. 31 (2): 358–389. doi:10.1080/01419870701491937.</ref>. Το επίσημα αποδεκτό δόγμα ''Ντιν'' (''Μαντχάμπ'') των Οθωμανών ήταν το [[Σουνίτες| Σουνιτικό]] (''[[φικχ]] Χαναφί'').<ref>Gunduz, Sinasi Change And Essence: Dialectical Relations Between Change And Continuity in the Turkish Inrtellectual Traditions Cultural Heritage and Contemporary Change. Series IIA, Islam, V. 18, p.104-105</ref>.
 
Μέχρι το δεύτερο μισό του 15ου αιώνα η αυτοκρατορία είχε χριστιανική πλειοψηφία, υπό την κυριαρχία μιας μουσουλμανικής μειονότητας.<ref>Benton, Lauren (3 December 2001). Law and Colonial Cultures: Legal Regimes in World History, 1400–1900. Cambridge University Press. pp. 109–110. ISBN 978-0-521-00926-3. Retrieved 11 February 2013.</ref> Στα τέλη του 19ου αιώνα ο μη μουσουλμανικός πληθυσμός της αυτοκρατορίας άρχισε να μειώνεται σημαντικά, όχι μόνο λόγω των εδαφικών απωλειών αλλά και λόγω μεταναστευτικών κινήσεων<ref>Içduygu, Ahmet; Toktas, Şule; Ali Soner, B. (1 February 2008). "The politics of population in a nation-building process: emigration of non-Muslims from Turkey". Ethnic and Racial Studies. 31 (2): 358–389. doi:10.1080/01419870701491937.</ref>. Το ποσοστό των Μουσουλμάνων ανήλθε σε 60% τη δεκαετία του 1820, αυξανόμενο σταδιακά σε 69% τη δεκαετία του 1870 και στη συνέχεια σε 76% τη δεκαετία του 1890. Το 1914 μόνο το 19,1% του πληθυσμού της αυτοκρατορίας ήταν μη μουσουλμάνοι, αποτελούμενο κυρίως από Εβραίους και Χριστιανούς Έλληνες, Ασσύριους και Αρμένιους<ref>Içduygu, Ahmet; Toktas, Şule; Ali Soner, B. (1 February 2008). "The politics of population in a nation-building process: emigration of non-Muslims from Turkey". Ethnic and Racial Studies. 31 (2): 358–389. doi:10.1080/01419870701491937.</ref>.
 
====Ισλάμ====
[[File:Tile with Calligraphy.JPG|thumb|[[Καλλιγραφία|Καλλιγραφική]] γραφή σε κεραμικό, που απεικονίζει τα ονόματα του [[Αλλάχ|Θεού]], του [[Μωάμεθ]] και των πρώτων [[χαλίφης|χαλιφών]], π. 1727<ref>Tile". Victoria & Albert Museum. 25 August 2009. Retrieved 26 August 2010.</ref>]]
Οι [[Τουρκικά φύλα|Τουρκικές φυλές]] ασκούσαν μια ποικιλία [[Σαμανισμός|σαμανικών]] λατρειών πριν υιοθετήσουν το Ισλάμ. Η επιρροή των [[Χαλιφάτο των Αββασιδών| των Αββασιδών]] στην Κεντρική Ασία εξασφαλίστηκε μέσω μιας διαδικασίας που διευκολύνθηκε σε μεγάλο βαθμό από τη Μουσουλμανική κατάκτηση της [[Υπερωξιανή]]ς. Πολλές από τις διάφορες Τουρκικές φυλές - συμπεριλαμβανομένων των [[Ογούζοι Τούρκοι|Ογούζων Τούρκων]], που ήταν πρόγονοι τόσο των [[Σελτζούκοι|Σελτζούκων]] όσο και των Οθωμανών - σταδιακά προσηλυτίστηκαν στο Ισλάμ και μετέφεραν τη θρησκεία τους στη Μικρά Ασία από τον 11ο αιώνα.
 
Οι σχισματικοί μουσουλμάνοι, που θεωρούντο αιρετικοί, όπως οι [[Δρούζοι]], οι [[Ισμαηλισμός|Ισμαηλίτες]], οι [[Αλεβισμός|Αλεβίτες]] και οι [[Αλαουίτες]], κατατάσσονταν κάτω από τους Εβραίους και τους Χριστιανούς.<ref>Why there is more to Syria conflict than sectarianism". BBC News. Retrieved 5 June 2013.</ref> Το 1514 ο Σουλτάνος [[Σελίμ Α΄]] διέταξε τη σφαγή 40.000 Αλεβίτών της Μικράς Ασίας (''Κιζιλμπάς''), που τους θεωρούσε [[πέμπτη φάλαγγα]] της αντίπαλης αυτοκρατορίας των [[Σαφαβίδες|Σαφαβιδών]]. Στο Σελίμ οφειλόταν επίσης μια άνευ προηγουμένου και ταχεία επέκταση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στη Μέση Ανατολή, ειδικά με την κατάκτηση του [[Μαμελουκικό Σουλτανάτο (Κάιρο)|Μαμελουκικού Σουλτανάτου της Αιγύπτου]]. Με αυτές τις κατακτήσεις ο Σελίμ ενίσχυσε περαιτέρω την αξίωση των Οθωμανών να αποτελούν Ισλαμικό [[χαλιφάτο]], αν και οι Οθωμανοί σουλτάνοι διεκδικούσαν τον τίτλο του χαλίφη από το 14ο αιώνα, ξεκινώντας από το [[Μουράτ Α΄]] (β. 1362 - 1389)<ref>Lambton, Ann; Lewis, Bernard (1995). The Cambridge History of Islam: The Indian sub-continent, South-East Asia, Africa and the Muslim west. 2. Cambridge University Press. p. 320. ISBN 978-0-521-22310-2.</ref> Το χαλιφάτο διατηρήθηκε από τους Οθωμανούς σουλτάνους μέχρι το τέλος της ύπαρξης του αξιώματος, που επήλθε με την κατάργησή του στις 3 Μαρτίου 1924 από τη [[Μεγάλη Εθνοσυνέλευση της Τουρκίας]] και την εξορία του τελευταίου χαλίφη, [[[[Αμπντούλ Μετζίτ Β΄]], στη Γαλλία.
 
== Χρονολόγιο ==