Εμπρησμός του Ράιχσταγκ: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Γραμμή 20:
==Οι κινήσεις του καθεστώτος==
Μόλις πληροφορήθηκε το γεγονός ο [[Αδόλφος Χίτλερ]], έσπευσε μαζί με τον [[Γιόζεφ Γκαίμπελς|Γκαίμπελς]], τον [[Χέρμαν Γκαίρινγκ|Γκαίρινγκ]] (ο οποίος εργαζόταν στο παρακείμενο του Ράιχσταγκ κτίριο) και τον [[:en:Rudolf Diels|Rudolf Diels]], αρχηγό της Αστυνομίας, στο φλεγόμενο κτίριο. Ο Γκαίρινγκ στην κατ' ιδίαν συνομιλία που είχε με τον Diels του έδωσε τις παρακάτω οδηγίες:
''«Αυτό (το συμβάν) είναι η έναρξη της εξέγερσης των Κομμουνιστών. Δεν πρέπει να χάνουμε ούτε λεπτό. Δεν πρέπει να υπάρξει έλεος για κανέναν. Όποιος στέκεται εμπόδιο στο δρόμο μας, πρέπει να εξαφανιστεί. Ο γερμανικός λαός δεν θέλει να δείξουμε επιείκεια. Όλοι οι ηγέτες των Κομμουνιστών πρέπει να πυροβοληθούν επιτόπου μόλις βρεθούν. Οποιοσδήποτε έχει επαφές με τους Κομμουνιστές πρέπει να συλλφθεί αμέσως. Δεν πρέπει να υπάρξει επιείκεια ούτε καν για τους [[Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα της Γερμανίας|σοσιαλδημοκράτες]]»''.<ref>"Shortly after my arrival in the burning Reichstag, the National Socialist elite had arrived. On a balcony jutting out of the chamber, Hitler and his trusty followers were assembled." Göring told him: "This is the beginning of the Communist Revolt, they will start their attack now! Not a moment must be lost. There will be no mercy now. Anyone who stands in our way will be cut down. The German people will not tolerate leniency. Every communist official will be shot where he is found. Everybody in league with the Communists must be arrested. There will also no longer be leniency for social democrats."https://spartacus-educational.com/GERreichstagF.htm</ref> Ο Χίτλερ υπερθεμάτισε λέγοντας ότι τα ηγετικά στελέχη των Κομμουνιστών πρέπει να συλληφθούν και να κρεμαστούν αμέσως.<br />
Ο πρώτος που συνελήφθη από την Αστυνομία, το ίδιο εκείνο βράδυ ήταν ο [[Έρνστ Τόργκλερ]] (Ernst Torgler) πρόεδρος της κοινοβουλευτικής ομάδας του [[Γερμανικό Κοινοβουλευτικό Κόμμα|Γερμανικού Κομμουνιστικού Κόμματος]]. Κατά την ανάκρισή του δεν προέκυψε κανένα ενοχοποιητικό στοιχείο εναντίον του, αλλά παρόλα αυτά, με διαταγή του Γκαίρινγκ, συνέχισε να κρατείται και μάλιστα ήταν ένας από τους κατηγορούμενους στην δίκη που ακολούθησε, τον Σεπτέμβριο του 1933.<br /> Την ίδια νύχτα, άλλα 1500 μέλη του κομμουνιστικού κόμματος συνελήφθησαν βίαια από τα σπίτια του και οδηγήθηκαν για ανακρίσεις. Στην συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου της ίδιας ημέρας, ο Χίτλερ φέρεται να είπε στο αντιπρόεδρο της [[Κυβέρνηση Αδόλφου Χίτλερ|κυβέρνησής του]], [[Φραντς φον Πάπεν]]: ''«Αυτό είναι σημάδι από τον Θεό, κύριε Αντιπρόδρε. Αν αυτή η φωτιά, όπως πιστεύω, είναι έργο των κομμουνιστών τότε πρέπει να συντρίψουμε το δολοφονικό αυτό έντομο με την σιδερένια γροθιά μας.»'' {{πηγή}}<ref>https://spartacus-educational.com/GERreichstagF.htm</ref><br />
Την επόμενη μέρα, [[28 Φεβρουαρίου]], ο Χίτλερ ζητά και παίρνει από τον πρόεδρο [[Πάουλ φον Χίντενμπουργκ|φον Χίντενμπουργκ]], έκτακτο διάταγμα «[[Διάταγμα για την προστασία του Λαού και του κράτουςΚράτους]]» -που του παραχωρεί απεριόριστες - σχεδόν - εξουσίες, προκειμένου να λάβει όλα τα μέτρα για την εξάλειψη του κινδύνου που απειλούσε το καθεστώς. Σύμφωνα με το διάταγμα περιστάλθηκαν πολλές ατομικές ελευθερίες, όπως αυτή «του συνέρχεσθαι», η ελευθεροτυπία, η ελευθερία της έκφρασης, το απόρρητο των γραμμάτων και των τηλεφωνημάτων και φυσικά και το Habeas corpus. Έτσι, η Αστυνομία αλλά και τα [[Τάγματα Εφόδου]] μπόρεσαν να προχωρήσουν σε χιλιάδες συλλήψεις, ανακρίσεις και παρακολουθήσεις πολιτών, χωρίς ένταλμα. Η αρχή έγινε από την σύλληψη των 14 βουλευτών του Κομμουνιστικού κόμματος Γερμανίας, που συνεχίστηκε με την σύλληψη του ηγέτη του κόμματος, [[Έρνστ Τέλμαν]] στις [[3 Μαρτίου]], και συνεχίστηκε με τις χιλιάδες συλλήψεις όχι μόνο κομμουνιστών αλλά και σοσιαλδημοκρατών, και γενικά ανθρώπων με δημοκρατικές ιδέες.<br />Στις [[9 Μαρτίου]] [[1933]] η Αστυνομία συνέλαβε τρεις βούλγαρους κομμουνιστές, τον [[Γκεόργκι Δημητρόφ]], τον Βασίλι Τάνεφ και τον Μπλαγκόι Ποπώφ για συμμετοχή στον εμπρησμό. Έτσι, μαζί με τον Μαρίνους βαν ντερ Λούμπε και τον Ερνστ Τόργκλερ θα παραπεμφθούν και αυτοί σε δίκη.