Ελληνοϊταλικός Πόλεμος: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Sakzein (συζήτηση | συνεισφορές)
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 22:
Ο πόλεμος αυτός ήταν προϊόν της επεκτατικής πολιτικής του [[Φασισμός|φασιστικού καθεστώτος]] του [[Μπενίτο Μουσολίνι]] που είχε εγκαθιδρύσει στην [[Ιταλία]] και που άρχισε να εκδηλώνεται με την έναρξη του [[Β' Π.Π.]] και ειδικότερα μετά τη συνομολόγηση του [[Χαλύβδινο Σύμφωνο|Χαλύβδινου Συμφώνου]]. Στα μέσα του 1940, ο Μπενίτο Μουσολίνι, έχοντας ως πρότυπο τις κατακτήσεις του [[Αδόλφος Χίτλερ|Αδόλφου Χίτλερ]], θέλησε να αποδείξει στους [[Ναζιστική Γερμανία|Γερμανούς]] συμμάχους του [[Άξονας Βερολίνου - Ρώμης|Άξονα]] ότι μπορεί και ο ίδιος να οδηγήσει την Ιταλία σε ανάλογες στρατιωτικές επιτυχίες. Η Ιταλία είχε ήδη κατακτήσει την [[Αλβανία]] από την άνοιξη του [[1939]], καθώς και πολλές [[Ηνωμένο Βασίλειο|βρετανικές]] βάσεις στην [[Αφρική]], όπως τη [[Σομαλιλάνδη]], το καλοκαίρι του 1940, αλλά αυτές δεν ήταν επιτυχίες ανάλογες αυτών της [[Εθνικοσοσιαλισμός|ναζιστικής]] Γερμανίας. Ταυτόχρονα ο Μουσολίνι επιθυμούσε να ισχυροποιήσει τα συμφέροντα της Ιταλίας στα [[Βαλκάνια]], που ένιωθε ότι απειλούνταν από τη γερμανική πολιτική από την στιγμή που η [[Ρουμανία]] είχε δεχθεί την γερμανική προστασία για τα πετρελαϊκά της κοιτάσματα.
 
Τις πρώτες πρωινές ώρες της [[28 Οκτωβρίου|28ης Οκτωβρίου]] του [[1940]], ο Ιταλός Πρέσβης στην Αθήνα, [[Εμανουέλε Γκράτσι]] επέδωσε ιδιόχειρα στον Έλληνα δικτάτοραηγέτη [[Ιωάννης Μεταξάς|Ιωάννη Μεταξά]], στην οικία του δεύτερου, στην [[Κηφισιά]], [[τελεσίγραφο]], με το οποίο απαιτούσε την ελεύθερη διέλευση του Ιταλικού στρατού από την Ελληνοαλβανική μεθόριο, προκειμένου στη συνέχεια να καταλάβει κάποια στρατηγικά σημεία του Ελληνικού Βασιλείου, (λιμένες, αεροδρόμια κλπ.), για τις ανάγκες ανεφοδιασμού και άλλων διευκολύνσεών του για τη μετέπειτα προώθησή του στην [[Αφρική]]. Μετά την άρνηση του δικτάτορα ([[Επέτειος του Όχι|το γνωστό «'''όχι'''»]]), ιταλικές στρατιωτικές δυνάμεις άρχισαν τις στρατιωτικές επιχειρήσεις εισβολής στην Ελλάδα μέσω των Ελληνο-αλβανικών συνόρων.
 
Ο [[Ελληνικός Στρατός]] αντεπιτέθηκε και ανάγκασε τον ιταλικό σε υποχώρηση. Μέχρι τα μέσα Δεκεμβρίου οι Ελληνικές δυνάμεις είχαν προωθηθεί στο ένα τέταρτο σχεδόν του εδάφους της Αλβανίας, καταλαμβάνοντας κατά σειρά τις πόλεις: [[Κορυτσά]], [[Πόγραδετς]], [[Άγιοι Σαράντα]], [[Αργυρόκαστρο]] και [[Χειμάρρα]]. Η αντεπίθεση των Ιταλών, το Μάρτιο του [[1941]], απέτυχε, με κέρδος μόνο μικρές εδαφικές εκτάσεις στην περιοχή βόρεια της Χειμάρρας<ref>Buell, Hal. ''World War II Album & Chronicle'' σελίδα 76</ref>. Τις πρώτες μέρες του Απριλίου, με την έναρξη της γερμανικής επίθεσης, οι Ιταλοί ξεκίνησαν και αυτοί νέα αντεπίθεση. Από τις [[12 Απριλίου]], ο Ελληνικός Στρατός άρχισε να υποχωρεί από την Αλβανία, για να μην περικυκλωθεί από τους προελαύνοντες Γερμανούς. Ακολούθησε η συνθηκολόγηση με τους Γερμανούς, στις [[20 Απριλίου]] και με τους Ιταλούς, τρεις μέρες αργότερα, οι οποίες περαίωσαν τυπικά τον ελληνοϊταλικόγερμανικό πόλεμο.