Πορδή: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Ετικέτες: Επεξεργασία από κινητό Διαδικτυακή επεξεργασία από κινητό
Γραμμή 2:
'''Πορδή'''  είναι η κοινή λέξη που χρησιμοποιείται σε σχέση με τον [[Αέρια εντέρου|μετεωρισμό]] και την παραγωγή αερίων από το κατώτερο πεπτικό σύστημα. Συνώνυμο (χυδαϊστί) της λέξης ''κλανιά. ''Το αντίστοιχο ρήμα στην αρχαία και την καθαρεύουσα είναι ''πέρδομαι''.   
 
== δαλατση σαγαπαω ==
== Ετυμολογία ==
Έχει κοινή [[Ινδοευρωπαϊκές γλώσσες|ινδοευρωπαϊκή]] ρίζα με τη σύγχρονη αγγλική ''fart'', τις λέξεις της μέσης αγγλικής ''ferten'', ''feortan'' και ''farten'', συγγενής με την παλαιά υψηλή γερμανική ''ferzan''. Η ινδοευρωπαϊκή προέλευση επιβεβαιώνεται από πολλές συγγενείς λέξεις σε άλλες γλώσσες, όπως η λατινική ''pēdĕre'', σ[[Σανσκριτική γλώσσα|ανσκριτικά]] ''pardate'', αβεστική  ''pərəδaiti'', [[Ιταλική γλώσσα|ιταλικά]] ''fare un peto'', [[Γαλλική γλώσσα|γαλλικά]] "péter", [[Ρωσική γλώσσα|ρωσική]] пердеть (perdet') και [[Πολωνική γλώσσα|πολωνικά]] "pierd" , από την αμάρτυρη πρωτοϊνδοευρωπαϊκή  *perd  ή *pezd. Όπως και στις περισσότερες ινδοευρωπαϊκές ρίζες, στις [[γερμανικές γλώσσες]] έγινε η τροποποίηση κατά τον νόμο του Grimm /''p/'' > ''/f/ ''και ''/d/'' > ''/t/''.<ref>The American Heritage Dictionary of the English Language (4th edition, 2000)</ref><ref>''Dictionnaire Hachette de la Langue Française'', (Hachette, 1995) ISBN 0-317-45629-6</ref><ref>T. G. Tucker, ''Etymological Dictionary of Latin'', (Halle, 1931, repr. </ref><ref>{{Cite web|url=http://blog.oup.com/2012/07/word-origin-fart-fist-etymology/|title=Puzzling heritage: The verb 'fart'|last=Liberman|first=Anatoly|date=July 25, 2012|publisher=OUPBlog|accessdate=July 25, 2012}}</ref>
 
Γραμμή 13:
=== Ιστορικές αναφορές ===
[[Αρχείο:Newton_Bull_farts_G3.jpg|δεξιά|μικρογραφία|286x286εσ|Προδοσία!!!  Ο [[Τζον Μπουλ (έκφραση)|John Bull]] εκτοξεύει μια πορδή σε μια αφίσα του βασιλιά Γεωργίου [[Γεώργιος Γ΄ του Ηνωμένου Βασιλείου|III]] . ]]
Η αρχαιότερη διασωζόμενη αναφορά σχετικά με την πορδή χρονολογείται από περίπου το 1900 π.Χ. σε [[Σουμέριοι|Σουμεριακό]] επίγραμμα, και αποτελεί παράλληλα και το αρχαιότερο ανέκδοτο. Το επίγραμμα-ανέκδοτο αναφέρει ''"Κάτι που δεν ξανασυνέβει από αμνημονεύτων χρόνων, μια νεαρή γυναίκα δεν έκλασε [καθισμένη] στα πόδια του άντρα της"''.<ref>{{Cite news|url=http://www.reuters.com/article/us-joke-odd-idUSKUA14785120080801|title=World's oldest joke traced back to 1900 BC|date=2016-08-01|newspaper=Reuters|access-date=2016-11-21}}</ref><ref>{{Cite web|url=http://news.bbc.co.uk/1/hi/7536918.stm|title=BBC NEWS {{!}} Special Reports {{!}} Flatulence joke is world's oldest|website=news.bbc.co.uk|accessdate=2016-11-21}}</ref>

 
 
Στην κλασική ελληνική γραμματεία η λέξη ή παράγωγά της και η σχετική πράξη εμφανίζεται σε αρχαίες ελληνικές κωμωδίες, όπως ο [[Πλούτος (κωμωδία)|''Πλούτος'']], οι [[Βάτραχοι (κωμωδία)|Βάτραχοι]]<ref>Αριστοφάνης, Βάτραχοι, στ. 1097.</ref> και οι ''[[Νεφέλες (κωμωδία)|Νεφέλες]]''"<ref>[Αριστοφάνους, Νεφέλαι. στ. 392-394:<br />
Ανακτήθηκε από "https://el.wikipedia.org/wiki/Πορδή"