Ριχάρδος Β΄ της Αγγλίας: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
Χωρίς σύνοψη επεξεργασίας
Γραμμή 49:
Εντάσεις δημιουργήθηκαν με το "Γαλλικό Ζήτημα", καθώς ενώ η βασιλική αυλή ήθελε διαπραγματεύσεις με τους Γάλλους, οι κόμητες της Γάνδης και του Μπάκινγχαμ ήθελαν μια μεγάλη εκστρατεία για να προστατεύσουν τις αγγλικές κτήσεις στη Γαλλία. Επίσης προετοιμασίες για διεξαγωγή σταυροφορίας απέτυχαν, το οποίο προκάλεσε έντονη δυσαρέσκεια. Ο Ριχάρδος στη συνέχεια στράφηκε εναντίον των Σκωτσέζων οι οποίοι ήταν σύμμαχοι των Γάλλων. Το 1385 ξεκίνησε την εκστρατεία του στο βορρά για να τους τιμωρήσει, αλλά δεν κατάφερε τίποτα και αναγκάστηκε να επιστρέψει πίσω αυξάνοντας τη λαϊκή δυσαρέσκεια.<ref>Saul (1997), σσ. 142–5.</ref> Επίσης μια εξέγερση στη [[Γάνδη]] απέτρεψε μια γαλλική επίθεση στη νότια Αγγλία.<ref>Saul (1997), σσ. 145–6.</ref> Οι σχέσεις του Ριχάρδου Β΄ με το θείο του Ιωάννη της Γάνδης σταδιακά έγιναν όλο και χειρότερες, μέχρι που ο θείος του έφτασε στο σημείο να εγκαταλείψει την Αγγλία προκειμένου να διεκδικήσει το [[Βασίλειο της Καστίλης|θρόνο της Καστίλλης]] (1386), εν μέσω φημών ότι προετοίμαζε πραξικόπημα. Με τη φυγή του Ιωάννη της Γάνδης το ρόλο της αντιπολίτευσης εναντίον του βασιλιά ανέλαβαν ο έτερος θείος του, Θωμάς του Γούντστοκ, δούκας του Μπάκινγχαμ, ο οποίος είχε γίνει τότε δούκας του Γκλόστερ, και ο Ριχάρδος Φιτζάλαν, κόμης του Άραντελ.<ref>Tuck (2004).</ref>
 
Η απειλή για την επίθεση των Γάλλων άρχισε να γίνεται πολύ περισσότερο έντονη μετά το 1386. Την ίδια χρονιά στο κοινοβούλιο ο Μιχαήλ ντε λα Πολ, ευνοούμενος του βασιλιά, πρότεινε τρομερά υψηλούς φόρους.<ref>Saul (1997), σελ. 157.</ref> Το κοινοβούλιο με την πρωτοβουλία της αντιπολίτευσης του δούκα του Γκλόστερ και του κόμη του Άραντελ, αρνήθηκε κατηγορηματικά τις προτάσεις καθαιρώντας τον καγκελάριο.<ref>McKisack (1959), σελ. 443.</ref> Ο βασιλιάς παρά τις αντιδράσεις αρνήθηκε ν΄ αποσύρει τη στήριξή του στο Μιχαήλ ντε λα Πολ,.<ref>Saul (1997). σσ. 157–8.</ref> Το έκανε μονάχα όταν είδε τον κίνδυνο εκθρονισμού του, και μια ομάδα δημιουργήθηκε για να ελέγξει την κρατική οικονομία για ένα χρόνο.<ref>Harriss (2005), σελ. 459.</ref>
Ο Ριχάρδος Β΄ ανέλαβε την πρωτοβουλία να κάνει ο ίδιος περιοδεία στη χώρα για να υποστηρίξει το έργο του, από το Φεβρουάριο έως το Νοέμβριο του 1387.<ref>Tuck (1985), σελ. 189.</ref> Δημιούργησε και μια μεγάλη στρατιωτική βάση στο Τσέσαϊρ και προσπάθησε μέσω του ανώτατου δικαστή Ροβέρτου Τρεζίλιαν να κηρύξει τις αποφάσεις του κοινοβουλίου προδοτικές και παράνομες.<ref>Chrimes, S. B. (1956). "Richard II's questions to the judges". Law Quarterly Review. lxxii: 365–90.</ref>
Με την επιστροφή του στο Λονδίνο ο Ριχάρδος βρέθηκε αντιμέτωπος με τον Θωμά Γούντστοκ, ο οποίος είχε γίνει δούκας του Γκλόστερ, τον Άραντελ και τοτον Θωμά του Μπωσάν, κόμη του Γουώρικ, οι οποίοι κατηγόρησαν τον Μιχαήλ ντε λα Πολ ως εθνικό προδότη.<ref>Goodman (1971), σελ. 26.</ref> Ο Ριχάρδος Β΄ παρίστανε οτι ξεκινά τις διαπραγματεύσεις με τους επαναστάτες αλλά στην πραγματικότητα περίμενε τις ενισχύσεις από τη στρατιωτική του βάση στο Τσέσαϊρ.<ref>Saul (1997), σελ. 187.</ref> Οι επαναστάτες ενώθηκαν με τον Ερρίκο, γιο του Ιωάννη της Γάνδης, μελλοντικό βασιλιά [[Ερρίκος Δ΄ της Αγγλίας|Ερρίκο Δ΄]], και τοτον Θωμά του Μόουμπρεϊ, κόμη του Νόττινγχαμ. Η στάση έμεινε στην ιστορία ως ''Επανάσταση των Λόρδων''. Στις 20 Δεκεμβρίου 1387 οι επαναστάτες συνέλαβαν τον ντε Πολ και τον υποχρέωσαν να δραπετεύσει από τη χώρα.<ref>Goodman (1971), σσ. 129–30.</ref>
 
===Συμφιλίωση του Ριχάρδου με τους επαναστάτες===