Λίχτενσταϊν: Διαφορά μεταξύ των αναθεωρήσεων

Περιεχόμενο που διαγράφηκε Περιεχόμενο που προστέθηκε
μΧωρίς σύνοψη επεξεργασίας
μ αλλαγή Λιχτενστάιν σε Λίχτενσταϊν κ διορθ. συνδ.
Γραμμή 70:
Η περιοχή όπου σήμερα βρίσκεται το Λίχτενσταϊν αποτέλεσε ιστορικά τμήμα της [[Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Ρωμαϊκής]] επαρχίας της [[Ραιτία]]ς, ενώ στη συνέχεια μέρος της [[Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]]. Πριν από τη σημερινή ηγεμονία του πριγκιπάτου, οι εκτάσεις του ανήκαν στην κυριότητα του [[Οίκος των Χόενεμς|Οίκου των Χόενεμς]].
 
Η [[Δυναστεία των Λίχτενσταϊν]], από την οποία προέρχεται και η σημερινή ονομασία του πριγκιπάτου, κατάγεται από το ομώνυμο κάστρο στην περιοχή της [[Κάτω Αυστρία]]ς. Η οικογένεια κατείχε το κάστρο και τη γύρω περιοχή από τουλάχιστον το [[1140]] μέχρι και τον 13ο αιώνα, καθώς και από το [[1807]] και μετέπειτα. Ο Οίκος των Λίχτενσταϊν στην πορεία των αιώνων απέκτησε την κυριότητα μεγάλων εκτάσεων γης και περιοχών, κυρίως στη [[Μοραβία]], την [[Κάτω Αυστρία]], τη [[Σιλεσία]] και τη [[Στυρία]], αν και η πλήρης κυριότητα ή επικαρπία αυτών των περιοχών ανήκε σε ευγενείς μεγαλύτερης τάξης, και συγκεκριμένα στο ευρύτερο οικογενειακό δέντρο των [[Οίκος των Αψβούργων|Αψβούργων]]. Οι πρίγκιπες των Λίχτενσταϊν διατηρούσαν όλο αυτό το διάστημα στενούς δεσμούς με τους Αψβούργους ως σύμβουλοί τους. Η πραγματική κατοχή εκτάσεων γης, στο πλαίσιο της [[Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]] ήταν προϋπόθεση για την απόκτηση μιας έδρας στην αυτοκρατορική δίαιτα, ή αντίστοιχη βουλή, κάτι που ο Οίκος των Λίχτενσταϊν δεν κατάφερε παρά πολύ αργότερα. Η οικογένεια μετά από αιώνες προσπαθειών αγόρασε τα πλήρη δικαιώματα κυριότητας της περιοχής [[Σέλενμπεργκ]] και της κομητείας [[Βαντούζ]], το [[1699]] και το [[1712]] αντίστοιχα, από τον Οίκο των Χόενεμς. Και οι δύο αυτές περιοχές είχαν ακριβώς την προϋπόθεση για την απόκτηση μίας έδρας στην αυτοκρατορική δίαιτα: δεν είχαν άλλη φεουδαρχική εξουσία από τον κόμη και τον ιδιοκτήτη των εκτάσεων.
[[Αρχείο:Balzers FL-Burg Gutenberg.JPG|thumb|left|thumb|Το κάστρο του Γκούτενμπεργκ στο [[Μπάλζερς]]]]
Το 1719, μετά την αγορά των εκτάσεων από τον οίκο των Λίχτενσταϊν, ο [[Κάρολος ΣΤ΄ της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]] εξέδωσε διάταγμα ένωσης του Σέλενμπεργκ και της κομητείας Βαντούζ, αναβαθμίζοντας τη νέα περιοχή στο καθεστώς του [[ΠρικγηπάτοΠριγκιπάτο|Πριγκιπάτου]] με το όνομα Λίχτενσταϊν, για να τιμήσει τον πιστό οίκο. Τότε μόνο το πριγκιπάτο έγινε μέλος της [[Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]], ενώ στην πραγματικότητα οι πρίγκιπες του οίκου δεν βρέθηκαν στο νέο τους κράτος παρά μόνο μετά από 120 χρόνια.
[[Αρχείο:Schlossvaduz.jpg|thumb|left|Το [[Κάστρο της Βαντούζ]], επιβλέποντας την πρωτεύουσα, αποτελεί ακόμα κατοικία του [[Ιωάννης Αδάμ Β΄ του Λίχτενσταϊν|Πρίγκιπα του Λίχτενσταϊν]]]]
Το [[1806]], η [[Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία]] παραχωρήθηκε στην εξουσία του αυτοκράτορα της Γαλλίας, [[Ναπολέων Α΄ της Γαλλίας|Ναπολέοντα Α΄]], μετά τους [[Ναπολεόντειοι πόλεμοι|Ναπολεόντειους πολέμους]]. Ο νέος αυτοκράτορας διέλυσε το παλαιό καθεστώς και όλοι οι μηχανισμοί διοίκησης κατέρρευσαν. Τα νέα κράτη που προέκυψαν από τη διάλυση δεν είχαν υποχρεώσεις πέρα από τα σύνορά τους και αυτό είχε ως συνέπεια η επικράτεια του Λίχτενσταϊν να γίνει πλήρως αυτόνομη και ανεξάρτητη, με κυρίαρχη εξουσία τον ομώνυμο οίκο. Αν και το Λίχτενσταϊν αποτέλεσε μέλος της [[Συνομοσπονδία του Ρήνου|Συνομοσπονδίας του Ρήνου]], με κύριο προστάτη τον ίδιο τον Ναπολέοντα Α΄, η ζωή του σχήματος αυτού ήταν μικρή, μέχρι το 1813. Στη συνέχεια, το πριγκιπάτο συμμετείχε στη [[Γερμανική Συνομοσπονδία]] από το 1815 μέχρι το 1866, κάτω από την εποπτεία του αυτοκράτορα της Αυστρίας. Το 1818, ο [[ΓιόχανΙωάννης Α΄, ΠρίγκιπαςΙωσήφ του Λίχτενσταϊν]], παραχώρησε στην περιοχή ένα περιορισμένο καθεστώς πλήρους ανεξαρτησίας. Τότε η περιοχή δέχθηκε και την πρώτη φυσική επίσκεψη ενός μέλους του οίκου, του πρίγκιπα Αλουά[[Άλοϋς Β΄ του Λίχτενσταϊν]], αν και η πρώτη επίσκεψη ενός πρίγκιπα με πλήρη εξουσία δεν έγινε παρά μόνο μέχρι το 1842.
 
Μέχρι το τέλος του [[Α΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Α΄ Παγκοσμίου πολέμου]] το πριγκιπάτο παρέμεινε στενά συνδεδεμένο με την [[Αυστριακή Αυτοκρατορία]] και στη συνέχεια με την [[Αυστροουγγαρία]]. Οι κυβερνώντες πρίγκιπες συνέχισαν να κατέχουν εκτάσεις στις περιοχές του Οίκου των Αψβούργων, από όπου είχαν και τα εισοδήματά τους, περνώντας τον περισσότερο χρόνο τους στα δύο παλάτια τους στη [[Βιέννη]]. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε τον πόλεμο, ανάγκασε το πριγκιπάτο να προβεί σε τελωνειακή και νομισματική ένωση με την άλλη γείτονα χώρα, την Ελβετία. Ο στρατός του Λίχτενσταϊν είχε διαλυθεί από το 1868 για οικονομικούς λόγους. Έτσι, μετά τη διάλυση της Αυστροουγγαρίας, συμφωνήθηκε ότι το πριγκιπάτο, ως παλαιά κτήση της [[Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία|Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας]], δεν δεσμευόταν με το νέο ανεξάρτητο κράτος της Αυστρίας, αφού αυτό δεν αυτοπροσδιοριζόταν ως διάδοχο σχήμα της αυτοκρατορίας.
 
Την άνοιξη του 1938, ακριβώς μετά την [[προσάρτηση της Αυστρίας]] από τη [[ναζιστική Γερμανία]], ο 84-χρονος πρίγκιπας [[ΦραντςΦραγκίσκος Α΄ του Λίχτενσταϊν]] παραιτήθηκε από τα δικαιώματά του υπέρ του 31-χρονου τρίτου βαθμού ανιψιού του, πρίγκιπα Φραντς[[Φραγκίσκος ΓιόζεφΙωσήφ Β΄ του Λίχτενσταϊν|Φραγκίσκο Ιωσήφ Β΄ του Λίχτενσταϊν]], ως διαδόχου του. Αν και ως επίσημος λόγος παραίτησης αναφέρθηκε η μεγάλη ηλικία του πρίγκηπα, εικάζεται ότι ο ΦραντςΦραγκίσκος Α΄ δεν επιθυμούσε να είναι στο θρόνο αν η Γερμανία εισέβαλε στο πριγκιπάτο. Η από το 1929 σύζυγός του ήταν Εβραία βιεννέζικης καταγωγής, και θεωρούταν ήδη από τους Ναζί ως στόχος. Αν και στο ΛιχτενστάινΛίχτενσταϊν δεν υπήρχε επίσημα κάποιο ναζιστικό κίνημα, στο κόμμα Εθνικής Ενότητας υπήρχε ένα ισχυρό ρεύμα με συμπάθεια στους Ναζί.
 
Κατά τον [[Β΄ Παγκόσμιος Πόλεμος|Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο]], το Λίχτενσταϊν παρέμεινε επίσημα ουδέτερο, αναζητώντας υποστήριξη και βοήθεια από τη γειτονική Ελβετία. Παράλληλα, η οικογενειακή περιουσία και θησαυροί του Οίκου των Λίχτενσταϊν σε εμπόλεμες ζώνες της ηπειρωτικής Ευρώπης, μεταφέρθηκαν στο πριγκιπάτο και στο Λονδίνο, για την ασφάλειά τους. Με το τέλος του πολέμου, η [[Τσεχοσλοβακία]] και η [[Πολωνία]], στη διαδικασία ανάκτησης των γερμανικών κτήσεων, κατάσχεσαν όλες τις κληρονομικές εκτάσεις και περιουσίες του Οίκου των ΛιχτενστάινΛίχτενσταϊν στη Βοημία, τη Μοραβία και τη Σιλεσία, καθώς οι πρίγκιπες του Λίχτενσταϊν διέμεναν μέχρι την προσάρτηση της Αυστρίας το 1938 στη Βιέννη. Οι κατασχέσεις αυτές, για τις οποίες διεξάγεται σήμερα δικαστική διαμάχη στο διεθνές δικαστήριο, περιελάμβαναν περισσότερα από 1.600 τετρ. χλμ. αγροτικών και δασικών εκτάσεων, καθώς και πολλά οικογενειακά κάστρα και παλάτια. Στους πολίτες του ΛιχτενστάινΛίχτενσταϊν απαγορεύτηκε επίσης η είσοδος στην Τσεχοσλοβακία κατά τη διάρκεια του [[Ψυχρός Πόλεμος|Ψυχρού Πολέμου]]. Πρόσφατη απόρροια αυτής της διαμάχης είναι η απουσία διπλωματικών σχέσεων μεταξύ του πριγκιπάτου και της Τσεχίας[[Τσεχία]]ς και της Σλοβακίας[[Σλοβακία]]ς, οι οποίες δεν αποκαταστάθηκαν παρά μόλις το 2009.
 
== Γεωγραφία ==
[[Αρχείο:Ls-map.png|thumb|left|250πχ|Χάρτης του Λίχτενσταϊν.]]
Το Λίχτενσταϊν βρίσκεται στην κοιλάδα του [[Ρήνος|Άνω Ρήνου]] στις [[Άλπεις]] και συνορεύει ανατολικά με την [[Αυστρία]] και δυτικά με την [[Ελβετία]]. Τα δυτικά σύνορα του πριγκιπάτου ορίζονται από τον ποταμό [[Ρήνος|Ρήνο]]. Ανατολικά, η επικράτεια ακολουθεί την ορογραφία και τα υψόμετρα είναι μεγαλύτερα, με ψηλότερο σημείο την κορυφή Γκράουσπιτς στα 2.599 μέτρα.
 
Αν και λόγω της θέσης και του υψομέτρου, το αναμενόμενο κλίμα θα ήταν αλπικό, οι επικρατούντες νότιοι άνεμοι χαρακτηρίζουν το κλίμα του πριγκιπάτου σχετικά ήπιο. Το κλίμα χαρακτηρίζεται ηπειρωτικό, με ψυχρούς νεφοσκεπείς χειμώνες με συχνή χιονόπτωση ή βροχή. Τα καλοκαίρια είναι σχετικά θερμά, με νεφώσεις και υγρασία.
 
Η έκταση του ΛιχτενστάινΛίχτενσταϊν είναι 160 τετρ. χλμ. με συνολικό μήκος συνόρων 77,9 χλμ., από τα οποία τα 36 χλμ. είναι με την [[Αυστρία]] και τα υπόλοιπα 41,9 χλμ. με την [[Ελβετία]]. Η χώρα είναι η έκτη μικρότερη στον κόσμο ως προς την έκτασή της.
 
== Διοικητική διαίρεση ==
Γραμμή 113:
 
== Οικονομία ==
Παρ' όλη τη μικρή του έκταση και τους λιγοστούς [[Φυσικοί πόροι|φυσικούς πόρους]] του, το Λίχτενσταϊν έχει μία ευημερούσα [[οικονομία]], και το επίπεδο διαβίωσης των κατοίκων είναι αντίστοιχο με αυτό στις μεγάλες γειτονικές χώρες. Το ΛιχτενστάινΛίχτενσταϊν βρίσκεται σε [[τελωνειακή ένωση]] με την [[Ελβετία]] και χρησιμοποιεί το [[ελβετικό Φράγκο]] ως νόμισμά του, ενώ, όπως και η Ελβετία, δεν είναι μέλος της [[Ευρωπαϊκή Ένωση|Ευρωπαϊκής Ένωσης]]. Επίσης, χρησιμοποιείται ως νόμισμα και το [[Φράγκο Λίχτενσταϊν|φράγκο του Λίχτενσταϊν]].
 
Η φορολογία των επιχειρήσεων στη χώρα είναι σχετικά μικρή, γεγονός που έχει προσελκύσει αρκετές επιχειρήσεις στο να τη δηλώσουν σαν έδρα τους. Το εισόδημα από τη φορολογία των επιχειρήσεων αυτών αποφέρει το 30% του συνολικού εισοδήματος του Λίχτενσταϊν.
 
== Δημογραφία ==
Το ΛιχτενστάινΛίχτενσταϊν είναι η τρίτη μικρότερη σε πληθυσμό χώρα της [[Ευρώπη]]ς, μετά το [[Βατικανό]] και τον [[Άγιος Μαρίνος|Άγιο Μαρίνο]]. Ο πληθυσμός αποτελείται κατά βάση από γερμανόφωνους, αν και οι κάτοικοι της χώρας έχουν κατά το ένα τρίτο γεννηθεί αλλού. Οι χώρες προέλευσης είναι στην πλειοψηφία τους γερμανόφωνες, δηλαδή η [[Γερμανία]], η [[Αυστρία]] και η [[Ελβετία]], ενώ υπάρχουν επίσης κάτοικοι προερχόμενοι από τη γαλλόφωνη ή ιταλόφωνη [[Ελβετία]], την [[Ιταλία]] και την [[Τουρκία]]. Οι γεννημένοι στο εξωτερικό κάτοικοι αποτελούν σχεδόν τα δύο τρίτα του ενεργού πληθυσμού του πριγκιπάτου.
 
Επίσημη γλώσσα του Λίχτενσταϊν είναι τα [[Γερμανική γλώσσα|Γερμανικά]], αν και οι περισσότεροι κάτοικοι μιλούν την [[Αλεμανική διάλεκτος|αλεμανική διάλεκτο]] της γερμανικής γλώσσας. Τα Αλεμανικά διαφέρουν σε μεγάλο βαθμό από τα επίσημα Γερμανικά, αλλά είναι συγγενή με τις διαλέκτους γειτονικών περιοχών, όπως του [[ΦόραλμπεργκΦόραρλμπεργκ]] της [[Αυστρία]]ςΑυστρίας. Στην περιοχή του Τρίστενμπεργκ ομιλείται μία τοπική διάλεκτος που προωθείται και από τις τοπικές δημοτικές αρχές.
 
Σύμφωνα με στοιχεία του [[2000]], σχεδόν το 88% του πληθυσμού ασπάζεται τον [[Χριστιανισμός|Χριστιανισμό]], από τους οποίους το 76% ανήκουν στο [[Καθολική Εκκλησία|ρωμαιοκαθολικό]] δόγμα, το υπόλοιπο 7% είναι [[Προτεσταντισμός|προτεστάντες]]. Καταγράφονται επίσης [[Ισλάμ|Μουσουλμάνοι]] (4,8%), και άθεοι (4,1%), 92 [[Μάρτυρες του Ιεχωβά]]<ref>''Βιβλίο Έτους των Μαρτύρων του Ιεχωβά 2014'', Watch Tower Bible And Tract Society of Pennsylvania, σελ. 180</ref> καθώς και μία ολιγάριθμη κοινότητα [[Εβραίοι|Εβραίων]].